ΠΕΡΙ ΔΙΑΣΠΑΣΕΩΝ Ο ΛΟΓΟΣ
*ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΜΟΣ*
**Όλα τα άρθρα και οι φωτογραφίες προέρχονται από τον Ριζοσπάστη**
ΜΙΑ ΑΓΝΩΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ»
Δύσκολες ώρες για το Κόμμα
Πώς εκδόθηκε το πρώτο παράνομο φύλλο στη χούντα των συνταγματαρχών
Από το σύντροφο Νίκο Κυριακίδη πήραμε ένα κείμενο με μια άγνωστη πτυχή της ιστορίας του «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ», συγκεκριμένα για το ιστορικό της έκδοσης του πρώτου παράνομου φύλλου στην Αθήνα την περίοδο της δικτατορίας των συνταγματαρχών που εγκαθιδρύθηκε στις 21 Απρίλη 1967. Ο ίδιος ο σύντροφος Ν. Κυριακίδης αναφέρει τα εξής:
Τιμώντας τη μνήμη του σ. ΓΙΑΝΝΗ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ, δίνω για δημοσίευση από μαρτυρία του, για να μάθουν οι νέοι μας μερικά ιστορικά στοιχεία για την έκδοση του «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» στην παρανομία στην περίοδο της δικτατορίας.
Το ιστορικό αυτό διαδραματίζεται αρχές του 1968, αμέσως μετά τη 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ και την αποχώρηση της δεξιάς αναθεωρητικής ομάδας που δρούσε για πολλά χρόνια στο Κόμμα, αναπτύσσοντας φραξιονιστική δράση με σκοπό την αλλοίωση του χαρακτήρα του ΚΚΕ, ως κόμματος της εργατικής τάξης και τη μετατροπή του σε ένα δεξιό οπορτουνιστικό κόμμα σοσιαλδημοκρατικής υφής. Ηταν η εποχή που στη Δυτική Ευρώπη αναπτυσσόταν και απλωνόταν ο λεγόμενος ευρωκομμουνισμός που ως δεξιό οπορτουνιστικό ιδεολογικό ρεύμα, έβλαψε τα μέγιστα το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Στη 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, το Φλεβάρη του 1968, το Κόμμα με τις αποφάσεις της έθετε τέρμα και στη φραξιονιστική αυτή δράση, αλλά άνοιγε το δρόμο για να ξεμπερδεύει με τον οπορτουνισμό που αναπτυσσόταν στις γραμμές του, μέσα στο ίδιο το ΠΓ και την ΚΕ.
Προκειμένου ο αναγνώστης να έχει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την τεράστια σημασία που είχε για το ΚΚΕ και το ελληνικό εργατικό κίνημα η συγκεκριμένη περίοδος σχετικά με τις εσωκομματικές εξελίξεις, αλλά και της σημασίας του ιστορικού της έκδοσης του «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» και της πρωτοβουλίας του συντρόφου Γιάννη Νικολόπουλου, θα κάνουμε μια σύντομη ανασκόπηση στη συγκεκριμένη περίοδο που οδήγησε ως τη διάσπαση του ΚΚΕ. Αλλωστε αυτή την αναθεωρητική ομάδα που έφυγε από το ΚΚΕ, αφού δεν μπόρεσε να το αλώσει και να το μετατρέψει σε εξάρτημα του συστήματος σε μια από τις πλέον δύσκολες περιόδους του λαϊκού κινήματος μέσα στη χούντα, έγινε η αιχμή του δόρατος του αντικομμουνισμού, έχει ρίζες ο σημερινός ΣΥΝ.
Η 12 Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ - Ας παρακολουθήσουμε τα ίδια τα γεγονότα.
Στις 16 του Φλεβάρη 1968 συνήλθε η 12η Ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ με δύο θέματα:
1. Η πολιτική κατάσταση της χώρας και τα καθήκοντα του Κόμματος.
2. Εσωκομματικά ζητήματα.
Στο πρώτο θέμα, η 12η Ολομέλεια, αφού τόνισε ότι για να πέσει η δικτατορία χρειάζεται η κοινή πάλη του λαού και των αντιδικτατορικών δυνάμεων του στρατού, ψήφισε ένα πρόγραμμα μίνιμουμ γύρω από το όποιο μπορούν να συγκεντρωθούν οι αντιδικτατορικές δυνάμεις.
Στο δεύτερο θέμα, η Ολομέλεια αντιμετώπισε τη φραξιονιστική επίθεση στη γραμμή και την καθοδήγηση του Κόμματος της ομάδας Μήτσου Παρτσαλίδη, Ζήση Ζωγράφου και Πάνου Δημητρίου, μέλη του ΠΓ της ΚΕ, με δεξιά οπορτουνιστική γραμμή, γραμμή πού οδηγούσε αντικειμενικά στη διάλυση του ΚΚΕ και τη μετατροπή του σε ουρά της αστικής τάξης.
Η 12η Ολομέλεια της ΚΕ, αφού καταδίκασε με τον πιο αυστηρό τρόπο τη δεξιά οπορτουνιστική πλατφόρμα και τη φραξιονιστική δράση της ομάδας αυτής, που, όπως αποκαλύφτηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών της Ολομέλειας, δρούσε συστηματικά για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθαίρεσε από το ΠΓ τους παραπάνω τρεις και τους κάλεσε να πειθαρχήσουν στη γραμμή και στις αποφάσεις του Κόμματος. Η 12η Ολομέλεια εξουσιοδότησε το ΠΓ, για την περιφρούρηση της ενότητας του Κόμματος, να πάρει τα μέτρα που θα χρειαστούν αν συνεχιστεί η φραξιονιστική δράση.
Η φράξια (κλίκα) οδηγεί στη διάσπαση
Αμέσως μετά την καθαίρεσή τους, αυτοί οι τρεις, όχι μόνο δεν πειθάρχησαν στο Κόμμα, αλλά προχώρησαν σε ανοιχτή διασπαστική δράση. Κατέλαβαν το ραδιοσταθμό του ΚΚΕ «Φωνή της Αλήθειας» απ' όπου απευθύνονταν στα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ καλώντας να μην πειθαρχήσουν με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας. Και στη συνέχεια συγκρότησαν τη λεγόμενη «Ενωτική Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ», σε αντιπαράθεση με την ΚΕ του Κόμματος και με μέσο την παραπληροφόρηση σχετικά με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας και σκοπό αντικειμενικά τη διάλυση του ΚΚΕ, οδηγούσαν το Κόμμα στη διάσπαση.
Το Κόμμα συσπειρώνεται
Βεβαίως οι αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας συζητήθηκαν σε ολόκληρο το Κόμμα, μέσα σ' αυτές τις αντίξοες συνθήκες και η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών και των μελών του τάχτηκαν με τις αποφάσεις της. Και συζητήθηκαν παντού, στην παρανομία, στις ομάδες κρατουμένων στις φυλακές και τις εξορίες. Στην Ελλάδα τότε, τη δουλιά του Κόμματος καθοδηγούσε κλιμάκιο της ΚΕ που ονομαζόταν Γραφείο του Εσωτερικού. Το «Γραφείο Εσωτερικού» όμως τάχτηκε με την αναθεωρητική ομάδα και ενάντια στις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας. Αλλά οι οργανώσεις του Κόμματος, με πρώτη απ' όλες την Κομματική Οργάνωση Αθήνας, τάχτηκαν με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας, δηλαδή με το Κόμμα και την ΚΕ και όχι με τη διασπαστική οπορτουνιστική ομάδα, η οποία αμέσως μετά και αφού δεν έπιασε το κόλπο της λεγόμενης «Ενωτικής ΚΕ», προχώρησε στη συγκρότηση κόμματος καπηλευόμενη τον τίτλο του ΚΚΕ, με την ονομασία «ΚΚΕ Εσωτερικού», παίρνοντας το προσωνύμιο από το «Γραφείο Εσωτερικού».
Ηταν ονομασία με προβοκατόρικη διάσταση, αφού μεγάλο τμήμα του ΚΚΕ συνέχιζε να βρίσκεται στις τότε σοσιαλιστικές χώρες και την ΕΣΣΔ από το τέλος του εμφυλίου πολέμου μετά την ήττα του ΔΣΕ.
Ετσι οι ίδιοι προσκόλλησαν το «Εσωτερικού» στην οπορτουνιστική τους ομάδα για να ξεχωρίζει από το ΚΚΕ στο οποίο προσκόλλησαν οι ίδιοι το προσωνύμιο «Εξωτερικού» και συνέβαλαν έτσι στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα περί ξενοκίνητου ΚΚΕ.
Και ταυτόχρονα, επιδίωκαν να περάσουν στις λαϊκές συνειδήσεις ότι αυτοί εκπροσωπούν το κόμμα της εργατικής τάξης της Ελλάδας σε αντίθεση με το ΚΚΕ. Ο αντικομμουνιστικός και αντισοβιετικός τους κατήφορος δεν είχε όρια. Και βεβαίως η άρχουσα τάξη τους καλοδέχτηκε και τους χρησιμοποίησε, όπως αυτή ξέρει να χρησιμοποιεί τον οπορτουνισμό για να χτυπήσει το εργατικό και το κομμουνιστικό κίνημα. Αλλά και η σύγχρονη ιστορία του κινήματός μας τους έχει κατατάξει εκεί που τους αξίζει, ως ουρά της αστικής τάξης. Είναι μια ιστορία που επιβεβαιώνει την αναγκαιότητα του μονίμως σταθερού ανοιχτού ιδεολογικοπολιτικού μετώπου στον οπορτουνισμό και τους φορείς του ως αποφασιστικό παράγοντα για το δυνάμωμα της επαναστατικής πάλης.
Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες εκδόθηκε το πρώτο φύλλο του παράνομου «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» της περιόδου της χούντας με πρωτοβουλία του Γιάννη Νικολόπουλου. Ας το παρακολουθήσουμε από τη δική του αφήγηση.
Τιμώντας τη μνήμη του σ. ΓΙΑΝΝΗ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ, δίνω για δημοσίευση από μαρτυρία του, για να μάθουν οι νέοι μας μερικά ιστορικά στοιχεία για την έκδοση του «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» στην παρανομία στην περίοδο της δικτατορίας.
Το ιστορικό αυτό διαδραματίζεται αρχές του 1968, αμέσως μετά τη 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ και την αποχώρηση της δεξιάς αναθεωρητικής ομάδας που δρούσε για πολλά χρόνια στο Κόμμα, αναπτύσσοντας φραξιονιστική δράση με σκοπό την αλλοίωση του χαρακτήρα του ΚΚΕ, ως κόμματος της εργατικής τάξης και τη μετατροπή του σε ένα δεξιό οπορτουνιστικό κόμμα σοσιαλδημοκρατικής υφής. Ηταν η εποχή που στη Δυτική Ευρώπη αναπτυσσόταν και απλωνόταν ο λεγόμενος ευρωκομμουνισμός που ως δεξιό οπορτουνιστικό ιδεολογικό ρεύμα, έβλαψε τα μέγιστα το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Στη 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, το Φλεβάρη του 1968, το Κόμμα με τις αποφάσεις της έθετε τέρμα και στη φραξιονιστική αυτή δράση, αλλά άνοιγε το δρόμο για να ξεμπερδεύει με τον οπορτουνισμό που αναπτυσσόταν στις γραμμές του, μέσα στο ίδιο το ΠΓ και την ΚΕ.
Προκειμένου ο αναγνώστης να έχει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την τεράστια σημασία που είχε για το ΚΚΕ και το ελληνικό εργατικό κίνημα η συγκεκριμένη περίοδος σχετικά με τις εσωκομματικές εξελίξεις, αλλά και της σημασίας του ιστορικού της έκδοσης του «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» και της πρωτοβουλίας του συντρόφου Γιάννη Νικολόπουλου, θα κάνουμε μια σύντομη ανασκόπηση στη συγκεκριμένη περίοδο που οδήγησε ως τη διάσπαση του ΚΚΕ. Αλλωστε αυτή την αναθεωρητική ομάδα που έφυγε από το ΚΚΕ, αφού δεν μπόρεσε να το αλώσει και να το μετατρέψει σε εξάρτημα του συστήματος σε μια από τις πλέον δύσκολες περιόδους του λαϊκού κινήματος μέσα στη χούντα, έγινε η αιχμή του δόρατος του αντικομμουνισμού, έχει ρίζες ο σημερινός ΣΥΝ.
Η 12 Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ - Ας παρακολουθήσουμε τα ίδια τα γεγονότα.
Στις 16 του Φλεβάρη 1968 συνήλθε η 12η Ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ με δύο θέματα:
1. Η πολιτική κατάσταση της χώρας και τα καθήκοντα του Κόμματος.
2. Εσωκομματικά ζητήματα.
Στο πρώτο θέμα, η 12η Ολομέλεια, αφού τόνισε ότι για να πέσει η δικτατορία χρειάζεται η κοινή πάλη του λαού και των αντιδικτατορικών δυνάμεων του στρατού, ψήφισε ένα πρόγραμμα μίνιμουμ γύρω από το όποιο μπορούν να συγκεντρωθούν οι αντιδικτατορικές δυνάμεις.
Στο δεύτερο θέμα, η Ολομέλεια αντιμετώπισε τη φραξιονιστική επίθεση στη γραμμή και την καθοδήγηση του Κόμματος της ομάδας Μήτσου Παρτσαλίδη, Ζήση Ζωγράφου και Πάνου Δημητρίου, μέλη του ΠΓ της ΚΕ, με δεξιά οπορτουνιστική γραμμή, γραμμή πού οδηγούσε αντικειμενικά στη διάλυση του ΚΚΕ και τη μετατροπή του σε ουρά της αστικής τάξης.
Η 12η Ολομέλεια της ΚΕ, αφού καταδίκασε με τον πιο αυστηρό τρόπο τη δεξιά οπορτουνιστική πλατφόρμα και τη φραξιονιστική δράση της ομάδας αυτής, που, όπως αποκαλύφτηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών της Ολομέλειας, δρούσε συστηματικά για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθαίρεσε από το ΠΓ τους παραπάνω τρεις και τους κάλεσε να πειθαρχήσουν στη γραμμή και στις αποφάσεις του Κόμματος. Η 12η Ολομέλεια εξουσιοδότησε το ΠΓ, για την περιφρούρηση της ενότητας του Κόμματος, να πάρει τα μέτρα που θα χρειαστούν αν συνεχιστεί η φραξιονιστική δράση.
Η φράξια (κλίκα) οδηγεί στη διάσπαση
Αμέσως μετά την καθαίρεσή τους, αυτοί οι τρεις, όχι μόνο δεν πειθάρχησαν στο Κόμμα, αλλά προχώρησαν σε ανοιχτή διασπαστική δράση. Κατέλαβαν το ραδιοσταθμό του ΚΚΕ «Φωνή της Αλήθειας» απ' όπου απευθύνονταν στα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ καλώντας να μην πειθαρχήσουν με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας. Και στη συνέχεια συγκρότησαν τη λεγόμενη «Ενωτική Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ», σε αντιπαράθεση με την ΚΕ του Κόμματος και με μέσο την παραπληροφόρηση σχετικά με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας και σκοπό αντικειμενικά τη διάλυση του ΚΚΕ, οδηγούσαν το Κόμμα στη διάσπαση.
Το Κόμμα συσπειρώνεται
Βεβαίως οι αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας συζητήθηκαν σε ολόκληρο το Κόμμα, μέσα σ' αυτές τις αντίξοες συνθήκες και η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών και των μελών του τάχτηκαν με τις αποφάσεις της. Και συζητήθηκαν παντού, στην παρανομία, στις ομάδες κρατουμένων στις φυλακές και τις εξορίες. Στην Ελλάδα τότε, τη δουλιά του Κόμματος καθοδηγούσε κλιμάκιο της ΚΕ που ονομαζόταν Γραφείο του Εσωτερικού. Το «Γραφείο Εσωτερικού» όμως τάχτηκε με την αναθεωρητική ομάδα και ενάντια στις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας. Αλλά οι οργανώσεις του Κόμματος, με πρώτη απ' όλες την Κομματική Οργάνωση Αθήνας, τάχτηκαν με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας, δηλαδή με το Κόμμα και την ΚΕ και όχι με τη διασπαστική οπορτουνιστική ομάδα, η οποία αμέσως μετά και αφού δεν έπιασε το κόλπο της λεγόμενης «Ενωτικής ΚΕ», προχώρησε στη συγκρότηση κόμματος καπηλευόμενη τον τίτλο του ΚΚΕ, με την ονομασία «ΚΚΕ Εσωτερικού», παίρνοντας το προσωνύμιο από το «Γραφείο Εσωτερικού».
Ηταν ονομασία με προβοκατόρικη διάσταση, αφού μεγάλο τμήμα του ΚΚΕ συνέχιζε να βρίσκεται στις τότε σοσιαλιστικές χώρες και την ΕΣΣΔ από το τέλος του εμφυλίου πολέμου μετά την ήττα του ΔΣΕ.
Ετσι οι ίδιοι προσκόλλησαν το «Εσωτερικού» στην οπορτουνιστική τους ομάδα για να ξεχωρίζει από το ΚΚΕ στο οποίο προσκόλλησαν οι ίδιοι το προσωνύμιο «Εξωτερικού» και συνέβαλαν έτσι στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα περί ξενοκίνητου ΚΚΕ.
Και ταυτόχρονα, επιδίωκαν να περάσουν στις λαϊκές συνειδήσεις ότι αυτοί εκπροσωπούν το κόμμα της εργατικής τάξης της Ελλάδας σε αντίθεση με το ΚΚΕ. Ο αντικομμουνιστικός και αντισοβιετικός τους κατήφορος δεν είχε όρια. Και βεβαίως η άρχουσα τάξη τους καλοδέχτηκε και τους χρησιμοποίησε, όπως αυτή ξέρει να χρησιμοποιεί τον οπορτουνισμό για να χτυπήσει το εργατικό και το κομμουνιστικό κίνημα. Αλλά και η σύγχρονη ιστορία του κινήματός μας τους έχει κατατάξει εκεί που τους αξίζει, ως ουρά της αστικής τάξης. Είναι μια ιστορία που επιβεβαιώνει την αναγκαιότητα του μονίμως σταθερού ανοιχτού ιδεολογικοπολιτικού μετώπου στον οπορτουνισμό και τους φορείς του ως αποφασιστικό παράγοντα για το δυνάμωμα της επαναστατικής πάλης.
Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες εκδόθηκε το πρώτο φύλλο του παράνομου «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» της περιόδου της χούντας με πρωτοβουλία του Γιάννη Νικολόπουλου. Ας το παρακολουθήσουμε από τη δική του αφήγηση.
ΜΙΑ ΑΓΝΩΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ»
Ο Γιάννης Νικολόπουλος αφηγείται
Το Φλεβάρη του 1968 έγινε στο εξωτερικό η 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ.Στις εργασίες της εκδηλώθηκε ανοιχτά η σύγκρουση μέσα στην ΚΕ και σε όλο το Κόμμα των φραξιονιστών, αναθεωρητών με τη μαρξιστική - λενινιστική πλειοψηφία στην ΚΕ του Κόμματος.
Η σύγκρουση αυτή πρωτοεκδηλώθηκε με τη μορφή του αναθεωρητισμού στην 10η Ολομέλεια, καθώς και στην 11η Ολομέλεια και κορυφώθηκε στη 12η Ολομέλεια.
Οι αναθεωρητές με επικεφαλής τον Παρτσαλίδη αποσπάστηκαν και έφτιαξαν την «Ενωτική Κεντρική Επιτροπή», η οποία με γράμμα της καλούσε να συμπαραταχτεί μαζί της η πλειοψηφία του «Γραφείου Εσωτερικού», που ευνόησε τη διάσπαση, ξεχώρισε τη θέση του και προσπαθούσε να περάσει στις οργανώσεις του Κόμματος στο εσωτερικό της χώρας το φραξιονισμό και αναθεωρητισμό της.
Ο πονηρός όμως και έμπειρος Δ. Παρτσαλίδης στο επαίσχυντο αυτό γράμμα του, έδινε και άλλη λύση.
Έγραφε πως : εάν οι συνθήκες δεν το επέτρεπαν μέσα στην Ελλάδα να συμπαραταχτεί το «Γραφείο Εσωτερικού» με την «Ενωτική Κεντρική Επιτροπή», δηλαδή δεν μπορούσε να καταγγείλει τις θέσεις της 12ης Ολομέλειας και ταυτόχρονα να εκφράσει εκείνη τη στιγμή τη συμπαράστασή του με την «Ενωτική Κ.Ε.» (του Παρτσαλίδη), τότε να εξέφραζε μόνο τη διαφωνία του και ας κρατούσε «ουδετερότητα».
Το «Γραφείο του Εσωτερικού» το αποτελούσαν Δρακόπουλος, Καρράς, Μπριλάκης (ο Βέττας λούφαξε από την πρώτη μέρα της δικτατορίας).
Ετσι διαμορφώθηκε μια άνευ προηγουμένου κατάσταση, τραγική για τις ΚΟ στο εσωτερικό της χώρας.
Το γράμμα που αναφέρω πιο πάνω, του Παρτσαλίδη προς τον Δρακόπουλο, είχε πέσει στα χέρια του Γ. Γιάνναρη. Οταν το πήρε συναντηθήκαμε και μου το διάβασε. Του είπα ότι πρέπει να το στείλει έξω στο ΠΓ.
Η «Φωνή της Αλήθειας», παρά το κλείσιμο του Σταθμού στο Βουκουρέστι από τους Ρουμάνους, λειτούργησε σε μερικές μέρες στο έδαφος της Λαοκρατικής Γερμανίας. Εμείς από δω στέλναμε την «Αδούλωτη Αθήνα» και ο Ρ/Σ της «Φωνής της Αλήθειας» μετέδιδε τα υλικά της.
Στο φύλλο, μετά την 12η Ολομέλεια, της «Αδούλωτης Αθήνας» είχε και τις θέσεις της ΚΟΑ για αποδοχή των αποφάσεων της 12ης Ολομέλειας και συμπαράταξη με την ΚΕ του Κόμματος και το ΠΓ, που αναγνώριζε ως μόνα καθοδηγητικά όργανά της, με βάση το Καταστατικό του Κόμματος που επισημαίνει το γεγονός ότι το ΠΓ καθοδηγεί απευθείας την ΚΟΑ.
Ετσι, επήλθε και ανοιχτή σύγκρουση της ΚΟΑ με το «Γραφείο Εσωτερικού» και η αγνόηση της «Ενωτικής ΚΕ».
Αρχίζει η μάχη
Κάτω από τις νέες αυτές δύσκολες συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά τη 12η Ολομέλεια και τη διάσπαση των αναθεωρητών, με την παράλληλη κάλυψη της καθοδήγησης (ΚΕ και ΠΓ) του Κόμματος από την ΚΟΑ και την «Αδούλωτη Αθήνα», ποια θα ήταν η εξέλιξη στον κομματικό χώρο μέσα στην Ελλάδα;
Τι θα έκανε το «Γραφείο Εσωτερικού» για να αντιμετωπίσει τη δύσκολη θέση στην οποία το έφερε η ΚΟΑ και η «Αδούλωτη Αθήνα», με την καταγγελία της στάσης του «Γραφείου Εσωτερικού» και τη διάθεσή της στο πλευρό του Πολιτικού Γραφείου;
Ποιες θα 'ναι οι επόμενες οργανωμένες «κομματικές» κινήσεις του «Γραφείου Εσωτερικού», το οποίο είχε ανάγκη από ένα κομματικό έντυπο, αφού αυτό που διέθετε, δεν ήταν κομματικό όργανο, αλλά έντυπο του ΠΑΜ;
Ολες οι σκέψεις που έκανα οδηγούσαν στη μοναδική υποψία, ότι θα επιδίωκε ο Δρακόπουλος και η παρέα του να έβγαζαν το «Ριζοσπάστη».
Η υποψία αυτή συνοδεύτηκε από μια ανατριχίλα που διαπέρασε όλο μου το σώμα και με περιέλουσε μ' έναν κρύο ιδρώτα. Μονόδρομος για το «Γραφείο Εσωτερικού», για να βγει από τη δύσκολη θέση που είχε έρθει από τις αγωνιστικές ενέργειες της ΚΟΑ και της «Αδούλωτης Αθήνας», ήταν να βγάλει το «Ριζοσπάστη» στο εσωτερικό της Ελλάδας. Τη σκέψη αυτή τη δούλεψα όλη τη νύχτα, προσπαθώντας να σχεδιάσω ένα απλό και τολμηρό σχέδιο, για να βγάλω πριν από το Γραφείο Εσωτερικού το «Ριζοσπάστη».
Την άλλη μέρα το βράδυ πήγα μόνος μου και βρήκα στο σπίτι του τον Μ. Γκατζούνη και του εξήγησα το σκεπτικό και το σχέδιο της έκδοσης. Η απάντησή του ήταν ότι «βάζω στη διάθεση του Κόμματος για την ιστορική αυτή υπόθεση και τον εαυτό μου και την οικογένειά μου (γυναίκα και δύο παιδιά)».
Του απάντησα ότι «από αυτή τη στιγμή το σπίτι σου θα είναι η γιάφκα, όπου σε μερικές μέρες θα βγει ο "Ρ". Να μεγαλώσεις τη νόμιμη κάλυψή σου». Και έφυγα το ίδιο βράδυ.
Μια αποστολή
Ειδοποίησα και συνάντησα την άλλη μέρα, που ψιλόβρεχε, την Α., μια πανέξυπνη κοπέλα, αγωνίστρια, μεγάλωσε με σημαντική μόρφωση και γεωγραφική γνώση όλης της Ευρώπης, με συχνά και πολλά ταξίδια σε όλες τις χώρες, στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και το κυριότερο με οικονομική άνεση.
Της εξήγησα γιατί τη ζήτησα να τη δω τόσο ξαφνικά. Της είπα να πάει στην Ευρώπη να συναντήσει τον Κολιγιάννη ή κάποιο άλλο μέλος του ΠΓ.
Της εξήγησα το δρομολόγιο. Της υπέδειξα τρόπους νόμιμης κάλυψης κατά το ταξίδι και κλείσαμε ανοιχτό ραντεβού σε 15 μέρες και εφεδρικά άλλες δύο συναντήσεις σε διαφορετικά σημεία. Ως τότε νόμιμη κάλυψη στη ζωή της και τσιμουδιά σε κανέναν.
Το ίδιο βράδυ, άρχισα και χτυπούσα τις μεμβράνες στον «πολύγραφο» του «Ριζοσπάστη». Το άλλο βράδυ πήγα στο σπίτι του σ. Μ. και συμφωνήσαμε την άλλη μέρα, Κυριακή νομίζω, να τυπώσουμε το πρώτο 6σέλιδο φύλλο του «Ρ» του μήνα Μάρτη 1968.
Την άλλη μέρα λοιπόν, αφού η γυναίκα του σ. πήγε βόλτα με τα παιδιά, μείναμε μόνοι οι δυο μας, κλειδώσαμε το σπίτι και αρχίσαμε να τυπώνουμε τον πρώτο εξασέλιδο «Ριζοσπάστη». Γεμίσαμε το δωμάτιο με απλωμένα τα φύλλα του «Ρίζου» για να στεγνώσουν πιο γρήγορα. Στο τέλος αποφασίσαμε να κάψουμε και να πολτοποιήσουμε τις μεμβράνες. Αλλά το κάψιμο δεν έφερε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Φλομώσαμε πολύ και μύριζε και ο φωταγωγός, υπήρχε κίνδυνος η μυρουδιά να μας αποκαλύψει. Το σταματήσαμε και πολτοποιήσαμε όσο μπορούσαμε τις μεμβράνες που ανέλαβε να τις πετάξει στα σκουπίδια ο σ. Μήτσος.
Να σημειώσω μόνο ότι, κάτω από τις δύσκολες εκείνες συνθήκες και τη βιασύνη που αυτές επέβαλαν να βγει ο «Ριζοσπάστης», το βγάλαμε αποκλειστικά και μόνο με προσωπική μου ευθύνη, χωρίς να ξέρουν τίποτα τα άλλα μέλη του Γραφείου της ΚΟΑ, μιας και δεν ήταν εύκολο να τους βρω.Τη νύχτα πήρα δυο - τρία φύλλα του «Ρίζου» και έφυγα για το σπίτι για να προετοιμάσω τα υλικά για την Α. και να τα δώσω στο αυριανό ραντεβού μας, ώστε να έφευγε το συντομότερο στην Ευρώπη προς αναζήτηση του ΠΓ του Κόμματος.
Μαζί με τα υλικά του «Ρίζου» έστειλα και ένα σημείωμα, μέσα στο οποίο έδινα μερικές χρήσιμες πληροφορίες για την όλη κατάσταση και τη γνώμη μου, ότι η βασική αιτία του διχασμού του Κόμματος από τους διασπαστές ήταν το γεγονός της αλλοίωσης της ΚΕ και όλου του Κόμματος, της κοινωνικής σύνθεσής του και της επικράτησης μέσα στην ΚΕ των μικροαστικής προέλευσης και νοοτροπίας μελών της.
Η ΚΕ και το Κόμμα είχαν χάσει τον προλεταριακό χαρακτήρα τους, γιατί τουλάχιστο το πρόβλημα των στελεχών του Κόμματος είχε αντιμετωπιστεί όχι με μαρξιστικά - λενινιστικά κριτήρια, αλλά με σοσιαλδημοκρατικά - μικροαστικά, ξεχνώντας ότι ο Λένιν μας άφησε την υποθήκη ότι ο μπολσεβικισμός ανδρώθηκε στην πάλη του ενάντια στο μικροαστισμό.
Και η επιτυχία της
Σε δυο μέρες η Α. έφυγε για τη Ρώμη, πήγε στη Ρώμη, βρήκε τον Παγέτα, του έδωσε τα υλικά και «Ριζοσπάστη» καθώς και ένα σημείωμα. Του ζήτησε να τη φέρει σε επαφή με το ΚΚΕ. Αυτός τη δέχτηκε ψυχρά και της είπε να ξαναπεράσει την επομένη. Και όταν αυτή τον ξανασυνάντησε, της επέστρεψε τα υλικά και της είπε πως δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.
Ο Παγέτα ήδη είχε επαφή στην Ιταλία με τους αναθεωρητές, όπως έμαθα αργότερα.
Τελικά η Α. πήρε τα υλικά και έφυγε. Την άλλη κιόλας μέρα έφυγε για το Παρίσι και πήγε κατευθείαν στην «Ουμανιτέ». Την υποδέχτηκαν με συγκίνηση και την έφεραν σε επαφή, πολύ σύντομα, με αντιπρόσωπο του ΚΚΕ, ο οποίος αμέσως φρόντισε και την έστειλε στη Βουδαπέστη και συνάντησε τον Κ. Κολιγιάννη, το Λ. Στρίγκο, κλπ. Το ΠΓ τη δέχτηκε με συγκίνηση. Οταν είδαν το «Ριζοσπάστη» δεν μπόρεσαν να κρατήσουν τα δάκρυά τους.
Η αποστολή της Α. παρά την αποτυχία στη Ρώμη, είχε στεφθεί με πλήρη επιτυχία.
Στο σημείωμα που είχα στείλει στο ΠΓ, ζητούσα να δοθεί ο «Ριζοσπάστης» στο Ρ/Σ «Φωνή της Αλήθειας» για να βεβαιωθούμε για την επιτυχία της αποστολής και την τύχη της κοπέλας.
Ο «Ριζοσπάστης» στη «Φωνή της Αλήθειας»
Ο Ρ/Σ από την επόμενη της επαφής της Α. με το ΠΓ, άρχισε να μεταδίδει και την είδηση της παράνομης κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη» στην Ελλάδα και το περιεχόμενό του, που ομολογουμένως ορισμένα σημεία του ήταν πολύ αιχμηρά ενάντια στην προβοκατόρικη συμπεριφορά απέναντι στο Κόμμα από τους φραξιονιστές - αναθεωρητές.
Για το ζήτημα αυτό, στο σημείωμα - με την απάντηση που μας έστειλε το ΠΓ - μας έκανε την υπόδειξη να μην είμαστε τόσο αιχμηροί απέναντί τους. Ας τους αφήσουμε να εκδηλωθούν πρώτα. Ομως να εγκαταλείψουμε όλα τα σπίτια που χρησιμοποιούμε και τα γνωρίζουν οι αναθεωρητές. Το δυάρι που κρατούσαμε στην περίοδο του 1967 με το σ. Νίκο, το διατήρησα 8-9 μήνες μέχρι που ζήτησαν οι αστυνομικές αρχές τα ονόματα των ενοικιαστών και ιδιοκτητών της πολυκατοικίας. Τότε το εγκατέλειψα γιατί η σπιτονοικοκυρά ήθελε να το δηλώσει - ως όφειλε - στην αστυνομία.
Το σημείωμα αυτό εκτός αυτών, μας πληροφορούσε ότι ο Γιάννης, ο Γιώργος κι εγώ θα αποτελούμε από δω και εμπρός την «προσωρινή συντακτική επιτροπή» του «Ριζοσπάστη». Και ότι σύντομα θα μας έστελναν χρήματα από τους εράνους που γίνονταν για τον αντιδικτατορικό αγώνα σε όλη την Ευρώπη.
Στο μεταξύ, οι σύντροφοι, ο Μήτσος και η γυναίκα του είχαν κρεμαστεί κυριολεκτικά από τον Ρ/Σ για να ακούσουν τα αναμενόμενα νέα για το «Ριζοσπάστη».
Οι δύο ακριβοί μου σύντροφοι μόλις πέρασα το βράδυ το κατώφλι της πόρτας, με αγκάλιασαν και μου είπαν ότι όλη μέρα ο σταθμός μεταδίδει την είδηση για το «Ριζοσπάστη». Ενώ εγώ το είχα ακούσει μόνο στην πρωινή εκπομπή, γιατί ο νέος παράνομος «Ριζοσπάστης» σε νέο πια στιλ και με τυπογραφικά στοιχεία, άρχισε να βγαίνει μετά τα γεγονότα της Πράγας, το Σεπτέμβρη του 1968.
Με την Α. και το σημείωμα του ΠΓ ειδοποιήθηκα να ετοιμάζομαι για έξοδό μου από την Ελλάδα. Και ότι τη δουλιά μου θα την παρέδιδα σε σύντροφο που θα ερχόταν απ' έξω, πράγμα που έγινε αργότερα όταν ήρθε στην Αθήνα ο σ. Αντώνης και ανέλαβε την ευθύνη του «Ριζοσπάστη», ενώ εγώ και ο Γιώργος μείναμε μέλη της Συντακτικής Επιτροπής με συγκεκριμένες αρμοδιότητες ο καθένας.
Εγώ στο μεταξύ άρχισα να προετοιμάζομαι για την έξοδό μου από την Ελλάδα.
Υστερα από τη γνωστοποίηση σε όλη την Ευρώπη της κυκλοφορίας του παράνομου «Ριζοσπάστη», μέσα και έξω από την Ελλάδα, ήρθε η πρώτη αντίδραση του «ΚΚΕ Εσωτερικού».
Κυκλοφόρησαν το «Ριζοσπάστη Μαχητή» με σαφώς αντικουκουέ και αντισοβιετικό περιεχόμενο.
Μια άλλη κατάπτυστη και χαφιέδικη προβοκατόρικη δουλιά που έκανε η ηγεσία των αναθεωρητών και ιδιαίτερα ο Δρακόπουλος: Διέδιδε ότι την «Αδούλωτη Αθήνα» και το «Ριζοσπάστη» έβγαζε κάποιος Νικολόπουλος που είχε κλέψει το μηχανισμό από το «Γραφείο Εσωτερικού» και τώρα βγάζει την «Αδούλωτη Αθήνα» και το «Ριζοσπάστη». Ενώ ο Δρακόπουλος δε βρέθηκε με μηχανισμό στη φάση της δικτατορίας. Αυτή η αισχρή πληροφόρηση με ανησυχούσε πολύ, γιατί η Ασφάλεια ενέτεινε ασφυχτικά τη δραστηριότητά της και πολιορκούσε και ταλαιπωρούσε τις οικογένειές μας, τους κουβαλούσαν στην Ασφάλεια και τις πίεζαν να μας αποκηρύξουν. Αλλά δεν έβγαζαν τίποτα.
Τη νύχτα προς τις 30 Νοέμβρη η Ασφάλεια έσπασε την πόρτα, μ' έπιασε, με κακοποίησε και με κουβάλησε στο άντρο της Μπουμπουλίνας.
Η σύγκρουση αυτή πρωτοεκδηλώθηκε με τη μορφή του αναθεωρητισμού στην 10η Ολομέλεια, καθώς και στην 11η Ολομέλεια και κορυφώθηκε στη 12η Ολομέλεια.
Οι αναθεωρητές με επικεφαλής τον Παρτσαλίδη αποσπάστηκαν και έφτιαξαν την «Ενωτική Κεντρική Επιτροπή», η οποία με γράμμα της καλούσε να συμπαραταχτεί μαζί της η πλειοψηφία του «Γραφείου Εσωτερικού», που ευνόησε τη διάσπαση, ξεχώρισε τη θέση του και προσπαθούσε να περάσει στις οργανώσεις του Κόμματος στο εσωτερικό της χώρας το φραξιονισμό και αναθεωρητισμό της.
Ο πονηρός όμως και έμπειρος Δ. Παρτσαλίδης στο επαίσχυντο αυτό γράμμα του, έδινε και άλλη λύση.
Έγραφε πως : εάν οι συνθήκες δεν το επέτρεπαν μέσα στην Ελλάδα να συμπαραταχτεί το «Γραφείο Εσωτερικού» με την «Ενωτική Κεντρική Επιτροπή», δηλαδή δεν μπορούσε να καταγγείλει τις θέσεις της 12ης Ολομέλειας και ταυτόχρονα να εκφράσει εκείνη τη στιγμή τη συμπαράστασή του με την «Ενωτική Κ.Ε.» (του Παρτσαλίδη), τότε να εξέφραζε μόνο τη διαφωνία του και ας κρατούσε «ουδετερότητα».
Το «Γραφείο του Εσωτερικού» το αποτελούσαν Δρακόπουλος, Καρράς, Μπριλάκης (ο Βέττας λούφαξε από την πρώτη μέρα της δικτατορίας).
Ετσι διαμορφώθηκε μια άνευ προηγουμένου κατάσταση, τραγική για τις ΚΟ στο εσωτερικό της χώρας.
Το γράμμα που αναφέρω πιο πάνω, του Παρτσαλίδη προς τον Δρακόπουλο, είχε πέσει στα χέρια του Γ. Γιάνναρη. Οταν το πήρε συναντηθήκαμε και μου το διάβασε. Του είπα ότι πρέπει να το στείλει έξω στο ΠΓ.
Η «Φωνή της Αλήθειας», παρά το κλείσιμο του Σταθμού στο Βουκουρέστι από τους Ρουμάνους, λειτούργησε σε μερικές μέρες στο έδαφος της Λαοκρατικής Γερμανίας. Εμείς από δω στέλναμε την «Αδούλωτη Αθήνα» και ο Ρ/Σ της «Φωνής της Αλήθειας» μετέδιδε τα υλικά της.
Στο φύλλο, μετά την 12η Ολομέλεια, της «Αδούλωτης Αθήνας» είχε και τις θέσεις της ΚΟΑ για αποδοχή των αποφάσεων της 12ης Ολομέλειας και συμπαράταξη με την ΚΕ του Κόμματος και το ΠΓ, που αναγνώριζε ως μόνα καθοδηγητικά όργανά της, με βάση το Καταστατικό του Κόμματος που επισημαίνει το γεγονός ότι το ΠΓ καθοδηγεί απευθείας την ΚΟΑ.
Ετσι, επήλθε και ανοιχτή σύγκρουση της ΚΟΑ με το «Γραφείο Εσωτερικού» και η αγνόηση της «Ενωτικής ΚΕ».
Αρχίζει η μάχη
Κάτω από τις νέες αυτές δύσκολες συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά τη 12η Ολομέλεια και τη διάσπαση των αναθεωρητών, με την παράλληλη κάλυψη της καθοδήγησης (ΚΕ και ΠΓ) του Κόμματος από την ΚΟΑ και την «Αδούλωτη Αθήνα», ποια θα ήταν η εξέλιξη στον κομματικό χώρο μέσα στην Ελλάδα;
Τι θα έκανε το «Γραφείο Εσωτερικού» για να αντιμετωπίσει τη δύσκολη θέση στην οποία το έφερε η ΚΟΑ και η «Αδούλωτη Αθήνα», με την καταγγελία της στάσης του «Γραφείου Εσωτερικού» και τη διάθεσή της στο πλευρό του Πολιτικού Γραφείου;
Ποιες θα 'ναι οι επόμενες οργανωμένες «κομματικές» κινήσεις του «Γραφείου Εσωτερικού», το οποίο είχε ανάγκη από ένα κομματικό έντυπο, αφού αυτό που διέθετε, δεν ήταν κομματικό όργανο, αλλά έντυπο του ΠΑΜ;
Ολες οι σκέψεις που έκανα οδηγούσαν στη μοναδική υποψία, ότι θα επιδίωκε ο Δρακόπουλος και η παρέα του να έβγαζαν το «Ριζοσπάστη».
Η υποψία αυτή συνοδεύτηκε από μια ανατριχίλα που διαπέρασε όλο μου το σώμα και με περιέλουσε μ' έναν κρύο ιδρώτα. Μονόδρομος για το «Γραφείο Εσωτερικού», για να βγει από τη δύσκολη θέση που είχε έρθει από τις αγωνιστικές ενέργειες της ΚΟΑ και της «Αδούλωτης Αθήνας», ήταν να βγάλει το «Ριζοσπάστη» στο εσωτερικό της Ελλάδας. Τη σκέψη αυτή τη δούλεψα όλη τη νύχτα, προσπαθώντας να σχεδιάσω ένα απλό και τολμηρό σχέδιο, για να βγάλω πριν από το Γραφείο Εσωτερικού το «Ριζοσπάστη».
Την άλλη μέρα το βράδυ πήγα μόνος μου και βρήκα στο σπίτι του τον Μ. Γκατζούνη και του εξήγησα το σκεπτικό και το σχέδιο της έκδοσης. Η απάντησή του ήταν ότι «βάζω στη διάθεση του Κόμματος για την ιστορική αυτή υπόθεση και τον εαυτό μου και την οικογένειά μου (γυναίκα και δύο παιδιά)».
Του απάντησα ότι «από αυτή τη στιγμή το σπίτι σου θα είναι η γιάφκα, όπου σε μερικές μέρες θα βγει ο "Ρ". Να μεγαλώσεις τη νόμιμη κάλυψή σου». Και έφυγα το ίδιο βράδυ.
Μια αποστολή
Ειδοποίησα και συνάντησα την άλλη μέρα, που ψιλόβρεχε, την Α., μια πανέξυπνη κοπέλα, αγωνίστρια, μεγάλωσε με σημαντική μόρφωση και γεωγραφική γνώση όλης της Ευρώπης, με συχνά και πολλά ταξίδια σε όλες τις χώρες, στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και το κυριότερο με οικονομική άνεση.
Της εξήγησα γιατί τη ζήτησα να τη δω τόσο ξαφνικά. Της είπα να πάει στην Ευρώπη να συναντήσει τον Κολιγιάννη ή κάποιο άλλο μέλος του ΠΓ.
Της εξήγησα το δρομολόγιο. Της υπέδειξα τρόπους νόμιμης κάλυψης κατά το ταξίδι και κλείσαμε ανοιχτό ραντεβού σε 15 μέρες και εφεδρικά άλλες δύο συναντήσεις σε διαφορετικά σημεία. Ως τότε νόμιμη κάλυψη στη ζωή της και τσιμουδιά σε κανέναν.
Το ίδιο βράδυ, άρχισα και χτυπούσα τις μεμβράνες στον «πολύγραφο» του «Ριζοσπάστη». Το άλλο βράδυ πήγα στο σπίτι του σ. Μ. και συμφωνήσαμε την άλλη μέρα, Κυριακή νομίζω, να τυπώσουμε το πρώτο 6σέλιδο φύλλο του «Ρ» του μήνα Μάρτη 1968.
Την άλλη μέρα λοιπόν, αφού η γυναίκα του σ. πήγε βόλτα με τα παιδιά, μείναμε μόνοι οι δυο μας, κλειδώσαμε το σπίτι και αρχίσαμε να τυπώνουμε τον πρώτο εξασέλιδο «Ριζοσπάστη». Γεμίσαμε το δωμάτιο με απλωμένα τα φύλλα του «Ρίζου» για να στεγνώσουν πιο γρήγορα. Στο τέλος αποφασίσαμε να κάψουμε και να πολτοποιήσουμε τις μεμβράνες. Αλλά το κάψιμο δεν έφερε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Φλομώσαμε πολύ και μύριζε και ο φωταγωγός, υπήρχε κίνδυνος η μυρουδιά να μας αποκαλύψει. Το σταματήσαμε και πολτοποιήσαμε όσο μπορούσαμε τις μεμβράνες που ανέλαβε να τις πετάξει στα σκουπίδια ο σ. Μήτσος.
Να σημειώσω μόνο ότι, κάτω από τις δύσκολες εκείνες συνθήκες και τη βιασύνη που αυτές επέβαλαν να βγει ο «Ριζοσπάστης», το βγάλαμε αποκλειστικά και μόνο με προσωπική μου ευθύνη, χωρίς να ξέρουν τίποτα τα άλλα μέλη του Γραφείου της ΚΟΑ, μιας και δεν ήταν εύκολο να τους βρω.Τη νύχτα πήρα δυο - τρία φύλλα του «Ρίζου» και έφυγα για το σπίτι για να προετοιμάσω τα υλικά για την Α. και να τα δώσω στο αυριανό ραντεβού μας, ώστε να έφευγε το συντομότερο στην Ευρώπη προς αναζήτηση του ΠΓ του Κόμματος.
Μαζί με τα υλικά του «Ρίζου» έστειλα και ένα σημείωμα, μέσα στο οποίο έδινα μερικές χρήσιμες πληροφορίες για την όλη κατάσταση και τη γνώμη μου, ότι η βασική αιτία του διχασμού του Κόμματος από τους διασπαστές ήταν το γεγονός της αλλοίωσης της ΚΕ και όλου του Κόμματος, της κοινωνικής σύνθεσής του και της επικράτησης μέσα στην ΚΕ των μικροαστικής προέλευσης και νοοτροπίας μελών της.
Η ΚΕ και το Κόμμα είχαν χάσει τον προλεταριακό χαρακτήρα τους, γιατί τουλάχιστο το πρόβλημα των στελεχών του Κόμματος είχε αντιμετωπιστεί όχι με μαρξιστικά - λενινιστικά κριτήρια, αλλά με σοσιαλδημοκρατικά - μικροαστικά, ξεχνώντας ότι ο Λένιν μας άφησε την υποθήκη ότι ο μπολσεβικισμός ανδρώθηκε στην πάλη του ενάντια στο μικροαστισμό.
Και η επιτυχία της
Σε δυο μέρες η Α. έφυγε για τη Ρώμη, πήγε στη Ρώμη, βρήκε τον Παγέτα, του έδωσε τα υλικά και «Ριζοσπάστη» καθώς και ένα σημείωμα. Του ζήτησε να τη φέρει σε επαφή με το ΚΚΕ. Αυτός τη δέχτηκε ψυχρά και της είπε να ξαναπεράσει την επομένη. Και όταν αυτή τον ξανασυνάντησε, της επέστρεψε τα υλικά και της είπε πως δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.
Ο Παγέτα ήδη είχε επαφή στην Ιταλία με τους αναθεωρητές, όπως έμαθα αργότερα.
Τελικά η Α. πήρε τα υλικά και έφυγε. Την άλλη κιόλας μέρα έφυγε για το Παρίσι και πήγε κατευθείαν στην «Ουμανιτέ». Την υποδέχτηκαν με συγκίνηση και την έφεραν σε επαφή, πολύ σύντομα, με αντιπρόσωπο του ΚΚΕ, ο οποίος αμέσως φρόντισε και την έστειλε στη Βουδαπέστη και συνάντησε τον Κ. Κολιγιάννη, το Λ. Στρίγκο, κλπ. Το ΠΓ τη δέχτηκε με συγκίνηση. Οταν είδαν το «Ριζοσπάστη» δεν μπόρεσαν να κρατήσουν τα δάκρυά τους.
Η αποστολή της Α. παρά την αποτυχία στη Ρώμη, είχε στεφθεί με πλήρη επιτυχία.
Στο σημείωμα που είχα στείλει στο ΠΓ, ζητούσα να δοθεί ο «Ριζοσπάστης» στο Ρ/Σ «Φωνή της Αλήθειας» για να βεβαιωθούμε για την επιτυχία της αποστολής και την τύχη της κοπέλας.
Ο «Ριζοσπάστης» στη «Φωνή της Αλήθειας»
Ο Ρ/Σ από την επόμενη της επαφής της Α. με το ΠΓ, άρχισε να μεταδίδει και την είδηση της παράνομης κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη» στην Ελλάδα και το περιεχόμενό του, που ομολογουμένως ορισμένα σημεία του ήταν πολύ αιχμηρά ενάντια στην προβοκατόρικη συμπεριφορά απέναντι στο Κόμμα από τους φραξιονιστές - αναθεωρητές.
Για το ζήτημα αυτό, στο σημείωμα - με την απάντηση που μας έστειλε το ΠΓ - μας έκανε την υπόδειξη να μην είμαστε τόσο αιχμηροί απέναντί τους. Ας τους αφήσουμε να εκδηλωθούν πρώτα. Ομως να εγκαταλείψουμε όλα τα σπίτια που χρησιμοποιούμε και τα γνωρίζουν οι αναθεωρητές. Το δυάρι που κρατούσαμε στην περίοδο του 1967 με το σ. Νίκο, το διατήρησα 8-9 μήνες μέχρι που ζήτησαν οι αστυνομικές αρχές τα ονόματα των ενοικιαστών και ιδιοκτητών της πολυκατοικίας. Τότε το εγκατέλειψα γιατί η σπιτονοικοκυρά ήθελε να το δηλώσει - ως όφειλε - στην αστυνομία.
Το σημείωμα αυτό εκτός αυτών, μας πληροφορούσε ότι ο Γιάννης, ο Γιώργος κι εγώ θα αποτελούμε από δω και εμπρός την «προσωρινή συντακτική επιτροπή» του «Ριζοσπάστη». Και ότι σύντομα θα μας έστελναν χρήματα από τους εράνους που γίνονταν για τον αντιδικτατορικό αγώνα σε όλη την Ευρώπη.
Στο μεταξύ, οι σύντροφοι, ο Μήτσος και η γυναίκα του είχαν κρεμαστεί κυριολεκτικά από τον Ρ/Σ για να ακούσουν τα αναμενόμενα νέα για το «Ριζοσπάστη».
Οι δύο ακριβοί μου σύντροφοι μόλις πέρασα το βράδυ το κατώφλι της πόρτας, με αγκάλιασαν και μου είπαν ότι όλη μέρα ο σταθμός μεταδίδει την είδηση για το «Ριζοσπάστη». Ενώ εγώ το είχα ακούσει μόνο στην πρωινή εκπομπή, γιατί ο νέος παράνομος «Ριζοσπάστης» σε νέο πια στιλ και με τυπογραφικά στοιχεία, άρχισε να βγαίνει μετά τα γεγονότα της Πράγας, το Σεπτέμβρη του 1968.
Με την Α. και το σημείωμα του ΠΓ ειδοποιήθηκα να ετοιμάζομαι για έξοδό μου από την Ελλάδα. Και ότι τη δουλιά μου θα την παρέδιδα σε σύντροφο που θα ερχόταν απ' έξω, πράγμα που έγινε αργότερα όταν ήρθε στην Αθήνα ο σ. Αντώνης και ανέλαβε την ευθύνη του «Ριζοσπάστη», ενώ εγώ και ο Γιώργος μείναμε μέλη της Συντακτικής Επιτροπής με συγκεκριμένες αρμοδιότητες ο καθένας.
Εγώ στο μεταξύ άρχισα να προετοιμάζομαι για την έξοδό μου από την Ελλάδα.
Υστερα από τη γνωστοποίηση σε όλη την Ευρώπη της κυκλοφορίας του παράνομου «Ριζοσπάστη», μέσα και έξω από την Ελλάδα, ήρθε η πρώτη αντίδραση του «ΚΚΕ Εσωτερικού».
Κυκλοφόρησαν το «Ριζοσπάστη Μαχητή» με σαφώς αντικουκουέ και αντισοβιετικό περιεχόμενο.
Μια άλλη κατάπτυστη και χαφιέδικη προβοκατόρικη δουλιά που έκανε η ηγεσία των αναθεωρητών και ιδιαίτερα ο Δρακόπουλος: Διέδιδε ότι την «Αδούλωτη Αθήνα» και το «Ριζοσπάστη» έβγαζε κάποιος Νικολόπουλος που είχε κλέψει το μηχανισμό από το «Γραφείο Εσωτερικού» και τώρα βγάζει την «Αδούλωτη Αθήνα» και το «Ριζοσπάστη». Ενώ ο Δρακόπουλος δε βρέθηκε με μηχανισμό στη φάση της δικτατορίας. Αυτή η αισχρή πληροφόρηση με ανησυχούσε πολύ, γιατί η Ασφάλεια ενέτεινε ασφυχτικά τη δραστηριότητά της και πολιορκούσε και ταλαιπωρούσε τις οικογένειές μας, τους κουβαλούσαν στην Ασφάλεια και τις πίεζαν να μας αποκηρύξουν. Αλλά δεν έβγαζαν τίποτα.
Τη νύχτα προς τις 30 Νοέμβρη η Ασφάλεια έσπασε την πόρτα, μ' έπιασε, με κακοποίησε και με κουβάλησε στο άντρο της Μπουμπουλίνας.
Ανακοίνωση της ΚΟΑ του ΚΚΕ για τη 12η Ολομέλεια
Η Κομματική Οργάνωση της Αθήνας του ΚΚΕ, θεωρεί ύψιστο κομματικό χρέος αυτή τη στιγμή να δώσει στη δημοσιότητα την παρούσα ανακοίνωση, σχετικά με τις αποφάσεις της 12ης Ευρείας Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ.
1) Θεωρεί ορθές και εγκρίνει τις αποφάσεις της 12ης Ευρείας Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ σε ό,τι αφορά και το πολιτικό θέμα και τα εσωκομματικά ζητήματα.
2) Διαβεβαιώνει την ΚΕ και το ΠΓ του κόμματός μας, ότι θα δουλέψει δραστήρια, παρά τις δυσκολίες, για την εκπλήρωση των καθηκόντων, που απορρέουν από τις αποφάσεις της 12ης Ευρείας Ολομέλειας.
3) Διαβεβαιώνει την ΚΕ και το ΠΓ, ότι θα περιφρουρήσει την καθαρότητα της γραμμής του κόμματος και τη συσπείρωσης όλων των μελών και στελεχών γύρω από την ΚΕ.
4) Αποκρούει και καταδικάζει την οπορτουνιστική γραμμή και φραξιονιστική δράση, καθώς και τη συκοφαντική επίθεση της ομάδας Παρτσαλίδη, Ζωγράφου, Δημητρίου ενάντια στο Κόμμα, την ηγεσία του και τη 12η Ολομέλεια.
- Καταδικάζει ανοιχτά τα διασπαστικά κηρύγματα και τις διασπαστικές ενέργειές τους.
- Εγκρίνει την καθαίρεσή τους από το ΠΓ και τη διαγραφή τους από το κόμμα.
5) Απευθύνει έκκληση προς τα μέλη του κόμματος, στην Ελλάδα και το εξωτερικό
- Να παραμείνουν συσπειρωμένα, γύρω από την ΚΕ και τη γραμμή του κόμματος.
- Να περιφρουρήσουν και να δυναμώσουν την ενότητα του κόμματος.
- Να δουλέψουν για την αφομοίωση και την εφαρμογή των αποφάσεων της 12ης Ευρείας Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ.
- Να ανεβάσουν το ιδεολογικό μέτωπο και πάλη μέσα στο κόμμα, ενάντια σε τυχόν αντικομματικές, διασπαστικές ενέργειες, απ' οπουδήποτε και αν προέρχονται.
- Να περιφρουρήσουν και να διατηρήσουν την καθαρότητα της γραμμής του κόμματος.
Αυτή είναι η αξίωση της Εργατικής Τάξης και του Αγωνιζόμενου Λαού μας.
Αυτή είναι η αξίωση των Φυλακισμένων Αγωνιστών.
Αυτό απαιτεί το συμφέρον του Δημοκρατικού Αντιδικτατορικού Αγώνα.
Φλεβάρης 1968
Η Κομματική Οργάνωση Αθήνας του ΚΚΕ
Αναδημοσιεύεται από το βιβλίο του Γιώργη Μωραΐτη «Κόντρα στη χούντα».
Δημοσιεύτηκε στο παράνομο φύλλο Νο 7, έκτακτο, της εφημερίδας «Αδούλωτη Αθήνα»,(Φλεβάρης 1968), οργάνου της ΚΟΑ και αναδημοσιεύτηκε στο πρώτο παράνομο φύλλο του «Ριζοσπάστη».
1) Θεωρεί ορθές και εγκρίνει τις αποφάσεις της 12ης Ευρείας Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ σε ό,τι αφορά και το πολιτικό θέμα και τα εσωκομματικά ζητήματα.
2) Διαβεβαιώνει την ΚΕ και το ΠΓ του κόμματός μας, ότι θα δουλέψει δραστήρια, παρά τις δυσκολίες, για την εκπλήρωση των καθηκόντων, που απορρέουν από τις αποφάσεις της 12ης Ευρείας Ολομέλειας.
3) Διαβεβαιώνει την ΚΕ και το ΠΓ, ότι θα περιφρουρήσει την καθαρότητα της γραμμής του κόμματος και τη συσπείρωσης όλων των μελών και στελεχών γύρω από την ΚΕ.
4) Αποκρούει και καταδικάζει την οπορτουνιστική γραμμή και φραξιονιστική δράση, καθώς και τη συκοφαντική επίθεση της ομάδας Παρτσαλίδη, Ζωγράφου, Δημητρίου ενάντια στο Κόμμα, την ηγεσία του και τη 12η Ολομέλεια.
- Καταδικάζει ανοιχτά τα διασπαστικά κηρύγματα και τις διασπαστικές ενέργειές τους.
- Εγκρίνει την καθαίρεσή τους από το ΠΓ και τη διαγραφή τους από το κόμμα.
5) Απευθύνει έκκληση προς τα μέλη του κόμματος, στην Ελλάδα και το εξωτερικό
- Να παραμείνουν συσπειρωμένα, γύρω από την ΚΕ και τη γραμμή του κόμματος.
- Να περιφρουρήσουν και να δυναμώσουν την ενότητα του κόμματος.
- Να δουλέψουν για την αφομοίωση και την εφαρμογή των αποφάσεων της 12ης Ευρείας Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ.
- Να ανεβάσουν το ιδεολογικό μέτωπο και πάλη μέσα στο κόμμα, ενάντια σε τυχόν αντικομματικές, διασπαστικές ενέργειες, απ' οπουδήποτε και αν προέρχονται.
- Να περιφρουρήσουν και να διατηρήσουν την καθαρότητα της γραμμής του κόμματος.
Αυτή είναι η αξίωση της Εργατικής Τάξης και του Αγωνιζόμενου Λαού μας.
Αυτή είναι η αξίωση των Φυλακισμένων Αγωνιστών.
Αυτό απαιτεί το συμφέρον του Δημοκρατικού Αντιδικτατορικού Αγώνα.
Φλεβάρης 1968
Η Κομματική Οργάνωση Αθήνας του ΚΚΕ
Αναδημοσιεύεται από το βιβλίο του Γιώργη Μωραΐτη «Κόντρα στη χούντα».
Δημοσιεύτηκε στο παράνομο φύλλο Νο 7, έκτακτο, της εφημερίδας «Αδούλωτη Αθήνα»,(Φλεβάρης 1968), οργάνου της ΚΟΑ και αναδημοσιεύτηκε στο πρώτο παράνομο φύλλο του «Ριζοσπάστη».
Η οπορτουνιστική ομάδα και η διάσπαση του ΚΚΕ το 1968
Την περασμένη Κυριακή απ' αυτήν εδώ τη στήλη αναφερθήκαμε στην άγνωστη ιστορία της έκδοσης του πρώτου παράνομου φύλλου του «Ριζοσπάστη» στην περίοδο της δικτατορίας. Η μεγάλη σημασία της πρωτοβουλίας του συντρόφου Γιάννη Νικολόπουλου είναι ότι με την έκδοση του πρώτου φύλλου του «Ριζοσπάστη» απέτρεψε στην πράξη την έκδοσή του από την αναθεωρητική ομάδα, η οποία αποσπάστηκε από το ΚΚΕ , επιτέθηκε στο Κόμμα σε μια από τις πλέον δύσκολες περιόδους της ιστορίας του, όπως και της ιστορίας του λαϊκού κινήματος της Ελλάδας, αφού η δικτατορία είχε καταργήσει την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, δηλαδή την πολιτική δράση, τη συνδικαλιστική, αλλά και κάθε μαζική λαϊκή δράση, τις αστικοδημοκρατικές ελευθερίες, έχοντας στις φυλακές και τις εξορίες χιλιάδες αγωνιστές μαζί με τους κομμουνιστές.
Η έκφραση έστω και της παραμικρής αντίθεσης με τη χούντα δημόσια επέσυρε φυλακίσεις, εξορίες, βασανισμούς κλπ.
Η συγκεκριμένη αυτή οπορτουνιστική ομάδα εναντιώθηκε στο Κόμμα, στόχευε στη διάλυσή του, ενώ διασπώντας το δυσκόλεψε τα μέγιστα την αντιδικτατορική πάλη του ελληνικού λαού, συνολικά την αντιιμπεριαλιστική πάλη. Αναφερθήκαμε ταυτόχρονα με συντομία στις συγκεκριμένες συνθήκες με σταθμό τη 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ και στην απόφασή της να καθαιρέσει από το ΠΓ τους Μήτσο Παρτσαλίδη, Ζήση Ζωγράφο και Πάνο Δημητρίου, για φραξιονιστική δράση και επίθεση στη γραμμή και την καθοδήγηση του Κόμματος από δεξιές οπορτουνιστικές θέσεις.
Πολλοί αναγνώστες του «Ριζοσπάστη» επικοινώνησαν με την εφημερίδα, ζητώντας να μάθουν περισσότερα γι' αυτή την περίοδο και κυρίως για τη συγκεκριμένη ομάδα οπορτουνιστών, τις αιτίες εμφάνισής της, τη δράση της κλπ.
Στα πλαίσια του χώρου που έχουμε, θα προσπαθήσουμε μέσα από τα ντοκουμέντα του Κόμματος, να δώσουμε ορισμένα στοιχεία και εκτιμήσεις σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα.
Η αντιΚΚΕ πορεία των φραξιονιστών
Οπως είχαμε αναφέρει, η 12η Ολομέλεια της ΚΕ (Φλεβάρης 1968), μετά την καθαίρεση των τριών μελών του ΠΓ, αφού καταδίκασε με τον πιο αυστηρό τρόπο τη δεξιά οπορτουνιστική πλατφόρμα και τη φραξιονιστική δράση της ομάδας αυτής, που, όπως αποκαλύφτηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών της Ολομέλειας, δρούσε συστηματικά για μεγάλο χρονικό διάστημα, εξουσιοδότησε το ΠΓ, για την περιφρούρηση της ενότητας του Κόμματος, να πάρει τα μέτρα που θα χρειαστούν, αν συνεχιστεί η φραξιονιστική δράση.
Η συνέχεια της δράσης αυτών των πρώην κομμουνιστών και μετέπειτα αντιπάλων του ΚΚΕ, απέδειξε την ορθότητα της απόφασης της Ολομέλειας της ΚΕ για την ποινή που τους επέβαλε, αφού συνέχισαν έξω πλέον από τις γραμμές του ΚΚΕ την προσπάθεια να το αφοπλίσουν, να το διαλύσουν, εκμεταλλευόμενοι και τις συνθήκες δράσης του, δηλαδή τη βαριά παρανομία και το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν υπήρχαν για πολλά χρόνια Κομματικές Οργανώσεις.
Η ανοιχτή διασπαστική τους δράση, ως έναρξη της επιδίωξης διάλυσης του ΚΚΕ , έγινε με την κατάληψη του ραδιοσταθμού του ΚΚΕ «Φωνή της Αλήθειας», απ' όπου καλούσαν τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ να μην πειθαρχήσουν με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας και να εναντιωθούν σ' αυτές. Στη συνέχεια συγκρότησαν τη λεγόμενη Ενωτική Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ , σε αντιπαράθεση με την ΚΕ του Κόμματος και με μέσο την παραπληροφόρηση σχετικά με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας, καλούσαν τους κομμουνιστές να συσπειρωθούν στην οπορτουνιστική τους ιδεολογικοπολιτική πλατφόρμα και οργανωτικά στην ομάδα τους.
Αλλά οι οργανώσεις του Κόμματος, η συντριπτική πλειοψηφία των μελών και των στελεχών του υπερψήφισαν τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας και συσπειρώθηκαν στο Κόμμα και την ΚΕ και όχι στη διασπαστική οπορτουνιστική ομάδα, η οποία αμέσως μετά - και αφού δεν έπιασε το κόλπο της λεγόμενης Ενωτικής ΚΕ - προχώρησε στη συγκρότηση κόμματος καπηλευόμενη τον τίτλο του ΚΚΕ , με την ονομασία «ΚΚΕ Εσωτερικού», παίρνοντας το προσωνύμιο από το «Γραφείο Εσωτερικού», το οποίο και τάχτηκε με τους οπορτουνιστές και την ομάδα τους (Μπάμπης Δρακόπουλος ο μετέπειτα γραμματέας του λεγόμενου ΚΚΕ εσ., ο Αντώνης Μπριλλάκης που μετά «το ΚΚΕ εσ.» κατέληξε στο ΠΑΣΟΚ και Σταύρος Καρράς, μέλος αργότερα της ΚΕ του λεγόμενου ΚΚΕ εσ. Μάλιστα ο Μπάμπης Δρακόπουλος έγινε Γραμματέας της ΚΕ αυτού του μορφώματος, ενώ πρωταγωνιστικό ρόλο σ' αυτή την ιστορία διαδραμάτιζε ο Λεωνίδας Κύρκος από τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΝ).
Το λεγόμενο ΚΚΕ εσ. ήταν ονομασία με προβοκατόρικη διάσταση, αφού μεγάλο τμήμα του ΚΚΕ συνέχιζε να βρίσκεται στις τότε σοσιαλιστικές χώρες και την ΕΣΣΔ από το τέλος του εμφυλίου πολέμου μετά την ήττα του ΔΣΕ.
Έτσι, οι ίδιοι προσκόλλησαν το «Εσωτερικού» στην οπορτουνιστική τους ομάδα για να ξεχωρίζει από το ΚΚΕ , στο οποίο προσκόλλησαν οι ίδιοι το προσωνύμιο «Εξωτερικού» και συνέβαλαν έτσι στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα περί ξενοκίνητου ΚΚΕ . Τα περί ξενοκίνητου ΚΚΕ , οργάνου της ΕΣΣΔ, ήταν μια από τις βασικές αιχμές της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας της άρχουσας τάξης στη διάρκεια του εμφυλίου και μετά ως τη νομιμοποίηση του Κόμματος στα 1974, στην οποία οι οπορτουνιστές προσέδωσαν κύρος με την ονομασία του κόμματος το οποίο συγκρότησαν και συνέβαλαν τα μέγιστα να περάσει και στις συνειδήσεις του ελληνικού λαού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ή για να γνωρίσουν οι νεότεροι ότι στο όνομα του ξενοκίνητου ΚΚΕ , στελέχη του στήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα σαν κατάσκοποι της ΕΣΣΔ.
Η αντικομμουνιστική και αντιΚΚΕ δράση τους, συνοδευόταν και από την αντισοβιετική και γενικότερα την αντισοσιαλιστική τους προπαγάνδα. Ετσι ήταν η αιχμή του δόρατος στην προπαγάνδα του κεφαλαίου κατά του ΚΚΕ , της ΕΣΣΔ, του σοσιαλισμού.
Η έκφραση έστω και της παραμικρής αντίθεσης με τη χούντα δημόσια επέσυρε φυλακίσεις, εξορίες, βασανισμούς κλπ.
Η συγκεκριμένη αυτή οπορτουνιστική ομάδα εναντιώθηκε στο Κόμμα, στόχευε στη διάλυσή του, ενώ διασπώντας το δυσκόλεψε τα μέγιστα την αντιδικτατορική πάλη του ελληνικού λαού, συνολικά την αντιιμπεριαλιστική πάλη. Αναφερθήκαμε ταυτόχρονα με συντομία στις συγκεκριμένες συνθήκες με σταθμό τη 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ και στην απόφασή της να καθαιρέσει από το ΠΓ τους Μήτσο Παρτσαλίδη, Ζήση Ζωγράφο και Πάνο Δημητρίου, για φραξιονιστική δράση και επίθεση στη γραμμή και την καθοδήγηση του Κόμματος από δεξιές οπορτουνιστικές θέσεις.
Πολλοί αναγνώστες του «Ριζοσπάστη» επικοινώνησαν με την εφημερίδα, ζητώντας να μάθουν περισσότερα γι' αυτή την περίοδο και κυρίως για τη συγκεκριμένη ομάδα οπορτουνιστών, τις αιτίες εμφάνισής της, τη δράση της κλπ.
Στα πλαίσια του χώρου που έχουμε, θα προσπαθήσουμε μέσα από τα ντοκουμέντα του Κόμματος, να δώσουμε ορισμένα στοιχεία και εκτιμήσεις σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα.
Η αντιΚΚΕ πορεία των φραξιονιστών
Οπως είχαμε αναφέρει, η 12η Ολομέλεια της ΚΕ (Φλεβάρης 1968), μετά την καθαίρεση των τριών μελών του ΠΓ, αφού καταδίκασε με τον πιο αυστηρό τρόπο τη δεξιά οπορτουνιστική πλατφόρμα και τη φραξιονιστική δράση της ομάδας αυτής, που, όπως αποκαλύφτηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών της Ολομέλειας, δρούσε συστηματικά για μεγάλο χρονικό διάστημα, εξουσιοδότησε το ΠΓ, για την περιφρούρηση της ενότητας του Κόμματος, να πάρει τα μέτρα που θα χρειαστούν, αν συνεχιστεί η φραξιονιστική δράση.
Η συνέχεια της δράσης αυτών των πρώην κομμουνιστών και μετέπειτα αντιπάλων του ΚΚΕ, απέδειξε την ορθότητα της απόφασης της Ολομέλειας της ΚΕ για την ποινή που τους επέβαλε, αφού συνέχισαν έξω πλέον από τις γραμμές του ΚΚΕ την προσπάθεια να το αφοπλίσουν, να το διαλύσουν, εκμεταλλευόμενοι και τις συνθήκες δράσης του, δηλαδή τη βαριά παρανομία και το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν υπήρχαν για πολλά χρόνια Κομματικές Οργανώσεις.
Η ανοιχτή διασπαστική τους δράση, ως έναρξη της επιδίωξης διάλυσης του ΚΚΕ , έγινε με την κατάληψη του ραδιοσταθμού του ΚΚΕ «Φωνή της Αλήθειας», απ' όπου καλούσαν τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ να μην πειθαρχήσουν με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας και να εναντιωθούν σ' αυτές. Στη συνέχεια συγκρότησαν τη λεγόμενη Ενωτική Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ , σε αντιπαράθεση με την ΚΕ του Κόμματος και με μέσο την παραπληροφόρηση σχετικά με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας, καλούσαν τους κομμουνιστές να συσπειρωθούν στην οπορτουνιστική τους ιδεολογικοπολιτική πλατφόρμα και οργανωτικά στην ομάδα τους.
Αλλά οι οργανώσεις του Κόμματος, η συντριπτική πλειοψηφία των μελών και των στελεχών του υπερψήφισαν τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας και συσπειρώθηκαν στο Κόμμα και την ΚΕ και όχι στη διασπαστική οπορτουνιστική ομάδα, η οποία αμέσως μετά - και αφού δεν έπιασε το κόλπο της λεγόμενης Ενωτικής ΚΕ - προχώρησε στη συγκρότηση κόμματος καπηλευόμενη τον τίτλο του ΚΚΕ , με την ονομασία «ΚΚΕ Εσωτερικού», παίρνοντας το προσωνύμιο από το «Γραφείο Εσωτερικού», το οποίο και τάχτηκε με τους οπορτουνιστές και την ομάδα τους (Μπάμπης Δρακόπουλος ο μετέπειτα γραμματέας του λεγόμενου ΚΚΕ εσ., ο Αντώνης Μπριλλάκης που μετά «το ΚΚΕ εσ.» κατέληξε στο ΠΑΣΟΚ και Σταύρος Καρράς, μέλος αργότερα της ΚΕ του λεγόμενου ΚΚΕ εσ. Μάλιστα ο Μπάμπης Δρακόπουλος έγινε Γραμματέας της ΚΕ αυτού του μορφώματος, ενώ πρωταγωνιστικό ρόλο σ' αυτή την ιστορία διαδραμάτιζε ο Λεωνίδας Κύρκος από τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΝ).
Το λεγόμενο ΚΚΕ εσ. ήταν ονομασία με προβοκατόρικη διάσταση, αφού μεγάλο τμήμα του ΚΚΕ συνέχιζε να βρίσκεται στις τότε σοσιαλιστικές χώρες και την ΕΣΣΔ από το τέλος του εμφυλίου πολέμου μετά την ήττα του ΔΣΕ.
Έτσι, οι ίδιοι προσκόλλησαν το «Εσωτερικού» στην οπορτουνιστική τους ομάδα για να ξεχωρίζει από το ΚΚΕ , στο οποίο προσκόλλησαν οι ίδιοι το προσωνύμιο «Εξωτερικού» και συνέβαλαν έτσι στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα περί ξενοκίνητου ΚΚΕ . Τα περί ξενοκίνητου ΚΚΕ , οργάνου της ΕΣΣΔ, ήταν μια από τις βασικές αιχμές της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας της άρχουσας τάξης στη διάρκεια του εμφυλίου και μετά ως τη νομιμοποίηση του Κόμματος στα 1974, στην οποία οι οπορτουνιστές προσέδωσαν κύρος με την ονομασία του κόμματος το οποίο συγκρότησαν και συνέβαλαν τα μέγιστα να περάσει και στις συνειδήσεις του ελληνικού λαού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ή για να γνωρίσουν οι νεότεροι ότι στο όνομα του ξενοκίνητου ΚΚΕ , στελέχη του στήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα σαν κατάσκοποι της ΕΣΣΔ.
Η αντικομμουνιστική και αντιΚΚΕ δράση τους, συνοδευόταν και από την αντισοβιετική και γενικότερα την αντισοσιαλιστική τους προπαγάνδα. Ετσι ήταν η αιχμή του δόρατος στην προπαγάνδα του κεφαλαίου κατά του ΚΚΕ , της ΕΣΣΔ, του σοσιαλισμού.
Πολιτική ουράς στην αστική τάξη
Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτό το μόρφωμα που δρούσε με τον τίτλο «ΚΚΕ εσ.» συμφώνησε και υπερθεμάτισε με την προσπάθεια της χούντας των συνταγματαρχών το 1973 να προσδώσει χαρακτηριστικά αστικού εκδημοκρατισμού και λαϊκών ελευθεριών στο καθεστώς των φυλακών και της εξορίας, των βασανιστηρίων στους αγωνιστές που πάλευαν ενάντια στη δικτατορία και της απαγόρευσης με βαριές ποινές κάθε συνδικαλιστικής και μαζικής λαϊκής δράσης, αλλά και πολιτικής δράσης.
Τότε στα 1973, η χούντα προχώρησε στο λεγόμενο πείραμα Μαρκεζίνη. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης ήταν ένας αστός πολιτικός που εμφανίστηκε ως υπουργός Συντονισμού (το σημερινό υπουργείο Εθνικής Οικονομίας) της κυβέρνησης Συναγερμού του Παπάγου αρχές της δεκαετίας του 1950, δηλαδή κυβέρνησης που υπηρετούσε το μετεμφυλιοπολεμικό καθεστώς της άρχουσας τάξης, ενώ αργότερα ο ίδιος ίδρυσε το «Κόμμα των Προοδευτικών», χωρίς ουσιαστικό λαϊκό έρεισμα.
Αυτόν τον δικό τους άνθρωπο λοιπόν, επέλεξαν οι συνταγματάρχες της δικτατορίας, τον «έχρισαν» πρωθυπουργό μαζί με άλλα πολιτικά στελέχη αστικών κομμάτων ως μέλη της κυβέρνησης, προκειμένου να προσδώσουν αστικοδημοκρατική χροιά στο στρατοκρατικό καθεστώς τους. Η ουσία βεβαίως παρέμενε η ίδια.
Νομιμοποίηση της δικτατορίας επιζητούσαν και μάλιστα μέσω εκλογών, τις οποίες και είχαν προκαθορίσει για να βαφτίσουν τη χούντα τους «δημοκρατία».
Ηρθε βεβαίως ο ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του 1973 και έθεσε τέρμα στο πείραμα μασκαρέματος της χούντας με μάσκα τον Μαρκεζίνη.
Αλλά, το λεγόμενο ΚΚΕ εσ. προετοιμάστηκε να πάρει μέρος στις εκλογές, νομιμοποιώντας το πολιτικό προσωπείο του στρατοκρατικού καθεστώτος, όταν ο λαός και η νεολαία κορύφωνε την πάλη για την ανατροπή της δικτατορίας.
Το ΚΚΕ, από την πρώτη στιγμή αποκάλυψε την απάτη των συνταγματαρχών με το πείραμα Μαρκεζίνη, κάλεσε το λαό όχι μόνο να μην το νομιμοποιήσει, αλλά να εντείνει τον αγώνα ανατροπής της δικτατορίας. Στις 9 Οκτώβρη 1973 σε ανακοίνωσή του το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ , που καθόριζε τη στάση του απέναντι στην «πολιτικοποίηση» της χούντας και τις εκλογές που είχε προαναγγείλει ο Μαρκεζίνης, τόνιζε:
«Ο δρόμος του συμβιβασμού στον οποίο καλεί ο Μαρκεζίνης με τη χουντική δικτατορία και τα όργανά της είναι ο δρόμος που εξυπηρετεί τα συμφέροντα της ολιγαρχίας και των ιμπεριαλιστών και παρατείνει το τυραννικό καθεστώς της χούντας... είναι ο δρόμος προδοσίας των λαϊκών εθνικών συμφερόντων. Ο σχηματισμός της κυβέρνησης Μαρκεζίνη αποτελεί συνέχιση του ελιγμού της χούντας για μεταμφίεσή της στη λεγόμενη Προεδρική Δημοκρατία. Αποβλέπει στο να παραπλανήσει τον ελληνικό λαό, τη διεθνή κοινή γνώμη και ταυτόχρονα να επηρεάσει και να παρασύρει λαϊκές μάζες για να διασπάσει τις αντιδικτατορικές και αντιχουντικές δυνάμεις... για να παρατείνει έτσι τη δικτατορική εξουσία της».
Αυτή λοιπόν τη μεταμφίεση για παράταση της δικτατορίας, ετοιμάστηκαν να νομιμοποιήσουν με την προετοιμασία τους για συμμετοχή στις εκλογές, οι αναβαπτισμένοι στην κολυμπήθρα του οπορτουνισμού «κομμουνιστές» του λεγόμενου ΚΚΕ εσ.
Μα και όταν αργότερα η 13η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ καθαίρεσε τους Δρακόπουλο, Μπριλάκη, γιατί τάχτηκαν ενάντια το ΚΚΕ και τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας, συνεχίζοντας από κοινού με τους άλλους της ομάδας τη φραξιονιστική δράση, αυτοί έστειλαν δικό τους γραφτό στους φυλακισμένους κομμουνιστές αντί των αποφάσεων της 13ης Ολομέλειας για να τους στρέψουν ενάντια στο Κόμμα.
Ετσι δεν έχασε την ευκαιρία η εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος», ανεπίσημο όργανο της χούντας, να δημοσιεύσει το γραφτό τους, προβάλλοντας τη δράση τους, γεγονός που αξιοποίησε η «Ασφάλεια» για να παραπλανήσει άλλους κρατούμενους σε απομόνωση στα κρατητήρια της «Μπουμπουλίνας» κομμουνιστές που υπεράσπιζαν το Κόμμα και να τους αναγκάσει και μ' αυτό τον τρόπο να λυγίσουν. Ετσι αξιοποίησε η δικτατορία την τότε δράση τους. (Πιο αναλυτικά βλέπε: Γιώργη Μωραΐτη, «Κόντρα στη Χούντα» εκδόσεις «Εντός», σελ.159-172)
Και μετά τη δικτατορία
Μα δεν ήταν μόνο αυτά. Μετά το συμβιβασμό του Ιούλη του 1974 ανάμεσα στη χούντα, τον αστικό πολιτικό κόσμο και τους Αμερικανούς για το πέρασμα από τη δικτατορία στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, και ενώ το λαϊκό κίνημα ήταν σε άνοδο με αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό προσανατολισμό και κατεύθυνση και έντονο αντιαμερικανισμό, λόγω συμβολής -συμμετοχής των ΗΠΑ στην εγκαθίδρυση της δικτατορίας, στο πραξικόπημα στην Κύπρο, την ανατροπή της κυβέρνησής της και την εισβολή της Τουρκίας, το οπορτουνιστικό μόρφωμα πρόβαλε την πολιτική της «Εθνικής Αντι-Δικτατορικής Ενότητας» της περίφημης «ΕΑΔΕ».
Αντί, δηλαδή, να συμβάλει στην αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή πάλη, στον αγώνα κατά της πλουτοκρατίας, πρότεινε τη συσπείρωση του λαού στο αστικό καθεστώς, δηλαδή στην εξουσία της πλουτοκρατίας, προκειμένου να μη γίνει δικτατορία! Δηλαδή, στην υποταγή του λαού στο κεφάλαιο και τους ιμπεριαλιστές.
Αλλά και η σύγχρονη ιστορία του κινήματός μας τους έχει κατατάξει εκεί που τους αξίζει, ως ουρά της αστικής τάξης. Στην πορεία αυτό το «κόμμα» συρρικνώθηκε, άλλαξε ονομασία. Από «ΚΚΕ εσ.» μετονομάστηκε ΕΑΡ) και διαχύθηκε στο σημερινό ΣΥΝ που εκφράζει τη συνέχεια του οπορτουνισμού στο εργατικό κίνημα. Οπως αναφέραμε παραπάνω, η 12η Ολομέλεια της ΚΕ του Φλεβάρη του 1968, εκτιμούσε ότι η φραξιονιστική ομάδα δρούσε συστηματικά για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Οι εκτιμήσεις του 9ου Συνεδρίου του ΚΚΕ
Το 9ο Συνέδριο του ΚΚΕ συζητώντας για την κατάσταση στο Κόμμα πριν και μετά τη 12η Ολομέλεια του Φλεβάρη του 1968, για την ύπαρξη και δράση στις γραμμές του της συγκεκριμένης φραξιονιστικής οπορτουνιστικής ομάδας κατέληξε σε εκτιμήσεις ως προς τις αιτίες της εμφάνισης και ανάπτυξής της στις γραμμές του Κόμματος, παίρνοντας ως αφετηρία την 8η Ολομέλεια της ΚΕ του 1958 και την απόφασή της να διαλύσει τις παράνομες κομματικές οργανώσεις στην Ελλάδα και να διαχυθούν μέσα στην ΕΔΑ.
Ας παρακολουθήσουμε τις εκτιμήσεις αυτές από την Πολιτική Απόφαση του 9ου Συνεδρίου.
«Πριν περάσουμε στη δράση του κόμματός μας και στη δράση της Κεντρικής Επιτροπής από το 8ο Συνέδριο μέχρι σήμερα, θα θέλαμε να πούμε λίγα λόγια για το ίδιο το συνέδριο, στις αποφάσεις του οποίου στηρίχτηκε όλη η δράση του κόμματός μας.
Η σύγκληση του 8ου Συνεδρίου του κόμματός μας παρουσιάζει ένα σοβαρότατο κενό. Συνήλθε χωρίς να υπάρχουν κομματικές οργανώσεις. Το γεγονός αυτό είχε την επίδρασή του στη σύνθεση του συνεδρίου, στις εκτιμήσεις του, καθώς και στη σύνθεση των καθοδηγητικών Οργάνων που εκλέχτηκαν απ' αυτό...
Η 8η Ολομέλεια της ΚΕ του 1958 πήρε την παρακάτω απόφαση για την Οργάνωση του κόμματος:
"Όλοι οι κομμουνιστές και οι συμπαθούντες πρέπει να μπουν στην ΕΔΑ για να δουλέψουν μέσα στις γραμμές της για να τη μετατρέψουν σε μαζικό κόμμα, ικανό να οργανώσει τις δυνάμεις και να καθοδηγήσει τον αγώνα της εργατικής τάξης, της αγροτιάς και των άλλων εργαζομένων στρωμάτων.
Δεν πρέπει να επιδιώξουμε να οργανωθούν οι κομμουνιστές ιδιαίτερα μέσα στην ΕΔΑ, γιατί αυτό θα μπορούσε να διευκολύνει τα χτυπήματα της ασφάλειας ενάντια στους κομμουνιστές και θα έβαζε σε κίνδυνο την ίδια τη νόμιμη ύπαρξη της ΕΔΑ».
Και σε συνέχεια: «Για την επεξεργασία και εφαρμογή της τρέχουσας πολιτικής του κόμματος, για την εξασφάλιση της σύνδεσης, μέσω ενός περιορισμένου αριθμού δοκιμασμένων συντρόφων, με τα κομματικά στελέχη που δουλεύουν στην ΕΔΑ, με σκοπό τον ιδεολογικό και πολιτικό τους προσανατολισμό, να ιδρυθεί το συντομότερο στην Ελλάδα στενό κομματικό κέντρο, με επικεφαλής κλιμάκιο της ΚΕ, που να διαθέτει τον απαραίτητο παράνομο τεχνικό μηχανισμό, για να μπορεί να εκπληρώσει τον καθοδηγητικό του ρόλο".
Το 8ο Συνέδριο του ΚΚΕ (1961), υιοθετώντας την απόφαση της 8ης Ολομέλειας του 1958, τόνιζε επίσης, ότι "θα ήταν μεγάλο λάθος αν δεν εκμεταλλευόμασταν, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, αυτή τη θαυμάσια δυνατότητα που δημιούργησε η λαϊκή πάλη και συνεχίζαμε να παλαίβουμε για την Οργάνωση των μελών του κόμματος σε παράνομες κομματικές Οργανώσεις", και ότι η δουλιά πρέπει "να προχωρήσει στην ανάπτυξη του κομματικού κέντρου και στη δημιουργία κομματικών στηριγμάτων στους βασικούς τομείς και περιοχές με αποστολή την εξασφάλιση στον τομέα ή περιοχή τους της σωστής εφαρμογής της γραμμής του κόμματος και στον πολιτικό και στον οργανωτικό τομέα, καθώς και στη δημιουργία ενός στοιχειώδικου δικού μας (του ΚΚΕ ) μηχανισμού, ώστε να μπορούν να δρουν σε οποιαδήποτε δύσκολη κατάσταση".
Τόσο η απόφαση της 8ης Ολομέλειας (1958), όσο και η απόφαση του 8ου Συνεδρίου (1961) στο κομματικό πρόβλημα, αποτελούν θεμελιακό λάθος. Σήμαιναν τη διάλυση των κομματικών οργανώσεων. Με τις αποφάσεις αυτές το κόμμα διαλύθηκε μέσα στην ΕΔΑ, που ήταν συνασπισμός αριστερών δυνάμεων.
Η απόφαση της 8ης Ολομέλειας του 1965, με το μέτρο που πρόβλεπε: "επέκταση των κομματικών ομάδων σε όλες τις πόλεις, στις συνοικίες των μεγάλων πόλεων, σε βασικά εργοστάσια, σ' όλους τους βασικούς τομείς και κρίκους της δουλιάς του κόμματος", δεν καταργούσε στην ουσία τις παραπάνω αποφάσεις. Καθόριζε, ουσιαστικά, μια ορισμένη αριθμητική επέκταση των ομάδων στελεχών και όχι τη δημιουργία κομματικών οργανώσεων.
Η διάλυση και η μακρόχρονη απουσία κομματικών οργανώσεων, είχε σοβαρότατες συνέπειες σ' όλους τους τομείς της δράσης, ιδεολογικό, πολιτικό και οργανωτικό, στην ανάπτυξη του εργατικού και δημοκρατικού κινήματος, στην ίδια την οικοδόμηση του κόμματος.
Χωρίς κομματικές οργανώσεις στην Ελλάδα, η ΚΕ δεν μπορούσε να ενημερώνεται έγκαιρα και σωστά για τις αλλαγές και τις εξελίξεις, να επεξεργάζεται σωστά την πολιτική και τακτική του κόμματος και να εξασφαλίζει με συνέπεια την εφαρμογή των αποφάσεών του.
Η απουσία κομματικών οργανώσεων στα εργοστάσια, στις επιχειρήσεις, στα δημόσια ιδρύματα, στις ένοπλες δυνάμεις, δεν επέτρεπε στο κόμμα να δημιουργεί στενούς δεσμούς με την εργατική τάξη και τους άλλους εργαζόμενους, να προωθεί τις θέσεις του στις μαζικές οργανώσεις, και να πραγματοποιεί συμμαχίες με ευρύτερες δημοκρατικές δυνάμεις από ισχυρότερες θέσεις.
Η έλλειψη κομματικών οργανώσεων, έκανε ευκολότερη τη διείσδυση και ανάπτυξη αναθεωρητικών και άλλων οπορτουνιστικών απόψεων στις γραμμές μας. Αλλοίωσε το χαρακτήρα και το ρόλο της ΕΔΑ, υπέσκαψε την πολιτική επιρροή του κόμματός μας. Στάθηκε μια από τις βασικές αιτίες, που δεν μπόρεσε να προβάλει αποτελεσματική αντίσταση στη φασιστική επίθεση.
Η μακρόχρονη απουσία κομματικών οργανώσεων και οργανωμένης κομματικής ζωής, είχαν σαν αποτέλεσμα να εξασθενίσουν οι κομματικές αρετές, να μειωθεί η κομματικότητα, το πνεύμα της ευθύνης και η κομματική πειθαρχία σε μέλη και στελέχη του ΚΚΕ . Αντί να ανεβαίνουν πολιτικά, ιδεολογικά, πολλά μέλη και στελέχη του κόμματος επηρεάζονταν, ή και ορισμένα αφομοιώνονταν από ξένες προς το κόμμα ιδεολογίες.
Με την εξασθένηση της κομματικής ιδεολογικοπολιτικής δουλιάς, και το σταμάτημα της στρατολογίας νέων μελών γενικότερα, διακόπηκε η ανανέωση του κόμματος, η φυσιολογική ανάδειξη νέων στελεχών, η ανανέωση της ίδιας της καθοδήγησής του. Πολλές σοβαρές αδυναμίες στην ιδεολογικοπολιτική κατάσταση στο κόμμα έχουν την αρχική πηγή τους σ' αυτό το θεμελιακό λάθος.
Από την ανάλυση και κριτική της γραμμής και δράσης του κόμματός μας, από το 8ο Συνέδριο μέχρι τη 12η Ολομέλεια βγαίνει το συμπέρασμα ότι στη δουλιά του κόμματος στο διάστημα αυτό κυριαρχούσε βασικά δεξιά οπορτουνιστική παρέκκλιση. Αυτό έχει την αφετηρία του στα σοβαρά δεξιά λάθη της γενικής γραμμής και συγκεκριμένα στη θέση για το ειρηνικό πέρασμα, στη θέση για την εθνική αστική τάξη και τη διασπαστική απόφαση για τη διάλυση των παράνομων κομματικών οργανώσεων. Είναι επίσης συνδεμένο με το γεγονός ότι στην ΚΕ και στον ίδιο τον καθοδηγητικό πυρήνα είχε αναδειχτεί σημαντικός αριθμός στελεχών με ανοιχτά δεξιές οπορτουνιστικές αντιλήψεις...
Οι αιτίες που κυριάρχησε αυτή η παρέκκλιση είναι:
α) Η ανεπάρκεια της καθοδήγησης του κόμματος.
β) Η λειψή αφομοίωση και η μη δημιουργική εφαρμογή της μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας.
γ) Οι παραβιάσεις βασικών λενινιστικών αρχών, σε πρώτη γραμμή της συλλογικότητας της δουλιάς και της κοινωνικής σύνθεσης του κόμματος.
δ) Οι σοβαρές δυσκολίες που δημιουργήθηκαν για το ΚΚΕ και το κίνημα γενικότερα ύστερα από τις δυο αλλεπάλληλες ήττες, ιδιαίτερα οι δυσκολίες για την ανασυγκρότηση των κομματικών οργανώσεων μέσα στις συνθήκες της βαριάς παρανομίας, και γενικότερα η πολύπλευρη πίεση του εχθρού, σε συνδυασμό με τη μακρόχρονη απουσία από την Ελλάδα σημαντικού τμήματος στελεχών και μελών του κόμματος, καθώς και της ίδιας της καθοδήγησής του.
ε) Οι δυσκολίες του συνδυασμού της παράνομης με τη νόμιμη δουλιά, πράγμα που διευκόλυνε να δημιουργούνται αυταπάτες για τις επιτυχίες που σημείωνε η νόμιμη δουλιά».
Αλλά και η απόφαση της 8ης Ολομέλειας, δεν ήταν ξαφνική. Ηταν αποτέλεσμα της επικράτησης οπορτουνιστικών αντιλήψεων μετά από οξύτατη εσωκομματική διαπάλη αμέσως μετά την ήττα του ΔΣΕ στον εμφύλιο και την υποχώρηση του κινήματος, αλλά και κάτω από τις επιδράσεις του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ, οι αποφάσεις του οποίου είχαν συμβολή ως και στη διάσπαση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.
Η ενίσχυση των οπορτουνιστικών απόψεων
Το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ πραγματοποιείται στα 1956. Ως προς τις αποφάσεις του επιδρά και σ' άλλα κομμουνιστικά κόμματα, στα οποία οξύνεται η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη στο εσωτερικό τους.
Επίσης, στην εισήγηση της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ στη Συνδιάσκεψη, με θέμα «Προβληματισμοί για τους παράγοντες που καθόρισαν την ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη - η επικαιρότητα και αναγκαιότητα του σοσιαλισμού», (η οποία δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη» την Κυριακή 16 Ιούλη 1995), αναφέρονται σχετικά με το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ τα εξής:
«Σοβαρό ρόλο στην αλλοίωση της φυσιογνωμίας και της ιδεολογικής σταθερότητας των κομμουνιστικών κομμάτων έπαιξαν λαθεμένες αντιλήψεις και κατευθυντήριες ιδέες που αναπτύχθηκαν την περίοδο του 20ού Συνεδρίου. Οπως η άποψη για γρήγορη μετάβαση στον αναπτυγμένο σοσιαλισμό και στον κομμουνισμό, η οποία παραγνώριζε το σύνθετο και μακροχρόνιο χαρακτήρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Οι κατευθύνσεις για "ποικιλία μορφών μετάβασης στο σοσιαλισμό κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις", αξιοποιήθηκαν στα πλαίσια του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος από ορισμένες κομματικές ηγεσίες για αναθεώρηση των νομοτελειών της σοσιαλιστικής επανάστασης στο όνομα των εθνικών ιδιομορφιών...».
Οι εκτιμήσεις αυτές ουσιαστικά έθεταν το ζήτημα του ειρηνικού ακόμη και κοινοβουλευτικού περάσματος στο σοσιαλισμό, υπερεκτιμώντας το διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, αλλά και τη δυνατότητα του καπιταλισμού και της αντεπαναστατικής του δράσης για την υπονόμευση των σοσιαλιστικών χωρών και την κατάπνιξη των επαναστατικών κινημάτων. Ουσιαστικά αφόπλιζαν το εργατικό κίνημα από την επαναστατική προοπτική.
Η επίδραση αυτών των επεξεργασιών στο ΚΚΕ , οξύνει τη διαπάλη που προϋπήρχε στο εσωτερικό του αμέσως μετά την ήττα του ένοπλου αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, στον Εμφύλιο, την ίδια περίοδο, (1956). Η διαπάλη αυτή έχει την αντανάκλασή της και στις μετέπειτα εξελίξεις στο Κόμμα.
Ετσι στις 11 - 12 Μάρτη του 1956 συνέρχεται στη Ρουμανία η 6η πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ , ύστερα από πρόταση της «Διεθνούς Επιτροπής» που συγκροτήθηκε κατά τη διάρκεια του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ, από τα 6 κομμουνιστικά κόμματα των χωρών όπου ζούσαν Ελληνες πολιτικοί πρόσφυγες. Δηλαδή, από τα ΚΚ Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Ρουμανίας, Σοβιετικής Ενωσης και Τσεχοσλοβακίας.
Στην Ολομέλεια, πήραν μέρος τα μέλη της ΚΕ και της ΚΕΕ του ΚΚΕ που βρίσκονταν στο εξωτερικό καθώς και μέλη της ΚΕ εκλεγμένα από το 7ο Συνέδριο και την 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ που κατά καιρούς είχαν καθαιρεθεί ή διαγραφεί. Επίσης, παρακολούθησαν τις εργασίες αντιπροσωπείες των οργανώσεων του Κόμματος από τις χώρες όπου ζούσαν πολιτικοί πρόσφυγες από την Ελλάδα.
Επιδίωξή τους, όπως εισηγήθηκε η Διεθνής Επιτροπή των 6 κομμάτων στην Ολομέλεια, ήταν να συμβάλουν στην αντιμετώπιση του οξύτατου προβλήματος μέσα στο ΚΚΕ .
Είναι η πρώτη Ολομέλεια στην ιστορία του ΚΚΕ που δε συγκαλείται από το ίδιο το Κόμμα ή άλλο εκλεγμένο όργανο, (Πολιτικό Γραφείο, Κεντρική Επιτροπή), αλλά από άλλα κόμματα.
Πίσω βεβαίως από τη διαπάλη στο Κόμμα, ουσιαστικά υπάρχει ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση που εδράζεται κυρίως στις αποφάσεις του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ και στην προσαρμογή της πολιτικής του ΚΚΕ σ' αυτές.
Στην Ολομέλεια, την εισήγηση έκανε ο Γραμματέας του Ρουμάνικου Κομμουνιστικού Κόμματος Γκεόργκε Γκεοργκίου Ντεζ, ως «πρόεδρος της Διεθνούς επιτροπής των 6 Κομμουνιστικών Κομμάτων».
Μετά από την εισήγησή του, η Ολομέλεια πήρε αποφάσεις για την εσωκομματική κατάσταση και για τη σύγκληση του 8ου Συνεδρίου.
Η 6η Ολομέλεια αποφάσισε την καθαίρεση του Νίκου Ζαχαριάδη από τη θέση του Γενικού Γραμματέα της ΚΕ και από μέλος του ΠΓ. Επίσης, καθαιρεί τον Βασίλη Μπαρτζώτα, ενώ αποκαθιστά στο Κόμμα και στην ΚΕ τον Μήτσο Παρτσαλίδη, τον Ζήση Ζωγράφο και άλλους, αυτούς δηλαδή που ηγήθηκαν της αναθεωρητικής ομάδας στο Κόμμα, που οδήγησαν στη διάσπασή του το 1968.
Αλλά υπάρχει και συνέχεια.
Σε λιγότερο από ένα χρόνο, στις 18 - 24 Φλεβάρη του 1957 συγκαλείται η 7η πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ , όπου ο Ζαχαριάδης καθαιρείται τελικά και από μέλος της ΚΕ και διαγράφεται από το Κόμμα.
Στην ίδια Ολομέλεια αποκαθίσταται στην ΚΕ ο Μάρκος Βαφειάδης που είχε καθαιρεθεί και διαγραφεί από το Κόμμα.
Ετσι αποκαταστάθηκαν στο Κόμμα όλοι οι φορείς του οπορτουνισμού, οι οποίοι είχαν καθαιρεθεί και ορισμένοι διαγραφεί, για φραξιονιστική δράση.
Το 8ο Συνέδριο του ΚΚΕ συνήλθε τον Αύγουστο του 1961 στο εξωτερικό. Το Κόμμα συνέχιζε να δρα στην παρανομία, αλλά και μέλη και στελέχη του δρούσαν στα πλαίσια της ΕΔΑ. Στην Ελλάδα, ύστερα από τη διαλυτική απόφαση της 8ης Ολομέλειας της ΚΕ του 1958, δεν υπήρχαν κομματικές οργανώσεις. Αυτό είχε επίδραση και στη σύνθεσή του αλλά και στη σύνθεση των οργάνων που εξέλεξε και στις αποφάσεις του. Το Συνέδριο καλούνταν να εξετάσει τη δράση του Κόμματος σε μια περίοδο δεκαέξι ολόκληρων χρόνων που μεσολάβησαν από το προηγούμενο 7ο Συνέδριο του 1945 και να καθορίσει τα καθήκοντα του Κόμματος και του λαϊκού δημοκρατικού κινήματος, καθώς και να επεξεργαστεί και να ψηφίσει το Πρόγραμμα του Κόμματος.
Στο Πρόγραμμα, που ψήφισε το 8ο Συνέδριο, καθοριζόταν ότι «η επικείμενη επανάσταση στην Ελλάδα θα είναι αντιιμπεριαλιστική - δημοκρατική». Στις κινητήριες δυνάμεις της αντιιμπεριαλιστικής δημοκρατικής επανάστασης συμπεριλαμβανόταν και η μη μονοπωλιακή αστική τάξη, η οποία χαρακτηριζόταν σαν «εθνική αστική τάξη».Το λάθος αυτό «οδήγησε σε οπορτουνιστικές στρεβλώσεις που πρακτικά βρήκαν την έκφρασή τους κυρίως σε μια πολιτική συνεργασίας χωρίς όρους με την Ένωση Κέντρου», εκτιμά το 9ο Συνέδριο του Κόμματος.
Επίσης το 9ο Συνέδριο εκτίμησε ότι «Στο πρόγραμμα καθορίζονταν επίσης λαθεμένα ότι το πέρασμα στη δημοκρατική - αντιιμπεριαλιστική επανάσταση θα γινόταν κυρίως με ειρηνικό δρόμο, πράγμα που, εκτός από τις άλλες συνέπειες έτρεφε το λεγκαλισμό» και συνεχίζει ως εξής: «Τα λάθη αυτά ήταν λάθη δεξιού - διαλυτικού, χαρακτήρα».
Ολόκληρη αυτή η περίοδος επιβεβαιώνει την αναγκαιότητα του μονίμως σταθερού ανοιχτού ιδεολογικοπολιτικού μετώπου στον οπορτουνισμό και τους φορείς του ως αποφασιστικού παράγοντα για το δυνάμωμα της επαναστατικής πάλης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτό το μόρφωμα που δρούσε με τον τίτλο «ΚΚΕ εσ.» συμφώνησε και υπερθεμάτισε με την προσπάθεια της χούντας των συνταγματαρχών το 1973 να προσδώσει χαρακτηριστικά αστικού εκδημοκρατισμού και λαϊκών ελευθεριών στο καθεστώς των φυλακών και της εξορίας, των βασανιστηρίων στους αγωνιστές που πάλευαν ενάντια στη δικτατορία και της απαγόρευσης με βαριές ποινές κάθε συνδικαλιστικής και μαζικής λαϊκής δράσης, αλλά και πολιτικής δράσης.
Τότε στα 1973, η χούντα προχώρησε στο λεγόμενο πείραμα Μαρκεζίνη. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης ήταν ένας αστός πολιτικός που εμφανίστηκε ως υπουργός Συντονισμού (το σημερινό υπουργείο Εθνικής Οικονομίας) της κυβέρνησης Συναγερμού του Παπάγου αρχές της δεκαετίας του 1950, δηλαδή κυβέρνησης που υπηρετούσε το μετεμφυλιοπολεμικό καθεστώς της άρχουσας τάξης, ενώ αργότερα ο ίδιος ίδρυσε το «Κόμμα των Προοδευτικών», χωρίς ουσιαστικό λαϊκό έρεισμα.
Αυτόν τον δικό τους άνθρωπο λοιπόν, επέλεξαν οι συνταγματάρχες της δικτατορίας, τον «έχρισαν» πρωθυπουργό μαζί με άλλα πολιτικά στελέχη αστικών κομμάτων ως μέλη της κυβέρνησης, προκειμένου να προσδώσουν αστικοδημοκρατική χροιά στο στρατοκρατικό καθεστώς τους. Η ουσία βεβαίως παρέμενε η ίδια.
Νομιμοποίηση της δικτατορίας επιζητούσαν και μάλιστα μέσω εκλογών, τις οποίες και είχαν προκαθορίσει για να βαφτίσουν τη χούντα τους «δημοκρατία».
Ηρθε βεβαίως ο ξεσηκωμός του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του 1973 και έθεσε τέρμα στο πείραμα μασκαρέματος της χούντας με μάσκα τον Μαρκεζίνη.
Αλλά, το λεγόμενο ΚΚΕ εσ. προετοιμάστηκε να πάρει μέρος στις εκλογές, νομιμοποιώντας το πολιτικό προσωπείο του στρατοκρατικού καθεστώτος, όταν ο λαός και η νεολαία κορύφωνε την πάλη για την ανατροπή της δικτατορίας.
Το ΚΚΕ, από την πρώτη στιγμή αποκάλυψε την απάτη των συνταγματαρχών με το πείραμα Μαρκεζίνη, κάλεσε το λαό όχι μόνο να μην το νομιμοποιήσει, αλλά να εντείνει τον αγώνα ανατροπής της δικτατορίας. Στις 9 Οκτώβρη 1973 σε ανακοίνωσή του το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ , που καθόριζε τη στάση του απέναντι στην «πολιτικοποίηση» της χούντας και τις εκλογές που είχε προαναγγείλει ο Μαρκεζίνης, τόνιζε:
«Ο δρόμος του συμβιβασμού στον οποίο καλεί ο Μαρκεζίνης με τη χουντική δικτατορία και τα όργανά της είναι ο δρόμος που εξυπηρετεί τα συμφέροντα της ολιγαρχίας και των ιμπεριαλιστών και παρατείνει το τυραννικό καθεστώς της χούντας... είναι ο δρόμος προδοσίας των λαϊκών εθνικών συμφερόντων. Ο σχηματισμός της κυβέρνησης Μαρκεζίνη αποτελεί συνέχιση του ελιγμού της χούντας για μεταμφίεσή της στη λεγόμενη Προεδρική Δημοκρατία. Αποβλέπει στο να παραπλανήσει τον ελληνικό λαό, τη διεθνή κοινή γνώμη και ταυτόχρονα να επηρεάσει και να παρασύρει λαϊκές μάζες για να διασπάσει τις αντιδικτατορικές και αντιχουντικές δυνάμεις... για να παρατείνει έτσι τη δικτατορική εξουσία της».
Αυτή λοιπόν τη μεταμφίεση για παράταση της δικτατορίας, ετοιμάστηκαν να νομιμοποιήσουν με την προετοιμασία τους για συμμετοχή στις εκλογές, οι αναβαπτισμένοι στην κολυμπήθρα του οπορτουνισμού «κομμουνιστές» του λεγόμενου ΚΚΕ εσ.
Μα και όταν αργότερα η 13η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ καθαίρεσε τους Δρακόπουλο, Μπριλάκη, γιατί τάχτηκαν ενάντια το ΚΚΕ και τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας, συνεχίζοντας από κοινού με τους άλλους της ομάδας τη φραξιονιστική δράση, αυτοί έστειλαν δικό τους γραφτό στους φυλακισμένους κομμουνιστές αντί των αποφάσεων της 13ης Ολομέλειας για να τους στρέψουν ενάντια στο Κόμμα.
Ετσι δεν έχασε την ευκαιρία η εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος», ανεπίσημο όργανο της χούντας, να δημοσιεύσει το γραφτό τους, προβάλλοντας τη δράση τους, γεγονός που αξιοποίησε η «Ασφάλεια» για να παραπλανήσει άλλους κρατούμενους σε απομόνωση στα κρατητήρια της «Μπουμπουλίνας» κομμουνιστές που υπεράσπιζαν το Κόμμα και να τους αναγκάσει και μ' αυτό τον τρόπο να λυγίσουν. Ετσι αξιοποίησε η δικτατορία την τότε δράση τους. (Πιο αναλυτικά βλέπε: Γιώργη Μωραΐτη, «Κόντρα στη Χούντα» εκδόσεις «Εντός», σελ.159-172)
Και μετά τη δικτατορία
Μα δεν ήταν μόνο αυτά. Μετά το συμβιβασμό του Ιούλη του 1974 ανάμεσα στη χούντα, τον αστικό πολιτικό κόσμο και τους Αμερικανούς για το πέρασμα από τη δικτατορία στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, και ενώ το λαϊκό κίνημα ήταν σε άνοδο με αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό προσανατολισμό και κατεύθυνση και έντονο αντιαμερικανισμό, λόγω συμβολής -συμμετοχής των ΗΠΑ στην εγκαθίδρυση της δικτατορίας, στο πραξικόπημα στην Κύπρο, την ανατροπή της κυβέρνησής της και την εισβολή της Τουρκίας, το οπορτουνιστικό μόρφωμα πρόβαλε την πολιτική της «Εθνικής Αντι-Δικτατορικής Ενότητας» της περίφημης «ΕΑΔΕ».
Αντί, δηλαδή, να συμβάλει στην αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή πάλη, στον αγώνα κατά της πλουτοκρατίας, πρότεινε τη συσπείρωση του λαού στο αστικό καθεστώς, δηλαδή στην εξουσία της πλουτοκρατίας, προκειμένου να μη γίνει δικτατορία! Δηλαδή, στην υποταγή του λαού στο κεφάλαιο και τους ιμπεριαλιστές.
Αλλά και η σύγχρονη ιστορία του κινήματός μας τους έχει κατατάξει εκεί που τους αξίζει, ως ουρά της αστικής τάξης. Στην πορεία αυτό το «κόμμα» συρρικνώθηκε, άλλαξε ονομασία. Από «ΚΚΕ εσ.» μετονομάστηκε ΕΑΡ) και διαχύθηκε στο σημερινό ΣΥΝ που εκφράζει τη συνέχεια του οπορτουνισμού στο εργατικό κίνημα. Οπως αναφέραμε παραπάνω, η 12η Ολομέλεια της ΚΕ του Φλεβάρη του 1968, εκτιμούσε ότι η φραξιονιστική ομάδα δρούσε συστηματικά για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Οι εκτιμήσεις του 9ου Συνεδρίου του ΚΚΕ
Το 9ο Συνέδριο του ΚΚΕ συζητώντας για την κατάσταση στο Κόμμα πριν και μετά τη 12η Ολομέλεια του Φλεβάρη του 1968, για την ύπαρξη και δράση στις γραμμές του της συγκεκριμένης φραξιονιστικής οπορτουνιστικής ομάδας κατέληξε σε εκτιμήσεις ως προς τις αιτίες της εμφάνισης και ανάπτυξής της στις γραμμές του Κόμματος, παίρνοντας ως αφετηρία την 8η Ολομέλεια της ΚΕ του 1958 και την απόφασή της να διαλύσει τις παράνομες κομματικές οργανώσεις στην Ελλάδα και να διαχυθούν μέσα στην ΕΔΑ.
Ας παρακολουθήσουμε τις εκτιμήσεις αυτές από την Πολιτική Απόφαση του 9ου Συνεδρίου.
«Πριν περάσουμε στη δράση του κόμματός μας και στη δράση της Κεντρικής Επιτροπής από το 8ο Συνέδριο μέχρι σήμερα, θα θέλαμε να πούμε λίγα λόγια για το ίδιο το συνέδριο, στις αποφάσεις του οποίου στηρίχτηκε όλη η δράση του κόμματός μας.
Η σύγκληση του 8ου Συνεδρίου του κόμματός μας παρουσιάζει ένα σοβαρότατο κενό. Συνήλθε χωρίς να υπάρχουν κομματικές οργανώσεις. Το γεγονός αυτό είχε την επίδρασή του στη σύνθεση του συνεδρίου, στις εκτιμήσεις του, καθώς και στη σύνθεση των καθοδηγητικών Οργάνων που εκλέχτηκαν απ' αυτό...
Η 8η Ολομέλεια της ΚΕ του 1958 πήρε την παρακάτω απόφαση για την Οργάνωση του κόμματος:
"Όλοι οι κομμουνιστές και οι συμπαθούντες πρέπει να μπουν στην ΕΔΑ για να δουλέψουν μέσα στις γραμμές της για να τη μετατρέψουν σε μαζικό κόμμα, ικανό να οργανώσει τις δυνάμεις και να καθοδηγήσει τον αγώνα της εργατικής τάξης, της αγροτιάς και των άλλων εργαζομένων στρωμάτων.
Δεν πρέπει να επιδιώξουμε να οργανωθούν οι κομμουνιστές ιδιαίτερα μέσα στην ΕΔΑ, γιατί αυτό θα μπορούσε να διευκολύνει τα χτυπήματα της ασφάλειας ενάντια στους κομμουνιστές και θα έβαζε σε κίνδυνο την ίδια τη νόμιμη ύπαρξη της ΕΔΑ».
Και σε συνέχεια: «Για την επεξεργασία και εφαρμογή της τρέχουσας πολιτικής του κόμματος, για την εξασφάλιση της σύνδεσης, μέσω ενός περιορισμένου αριθμού δοκιμασμένων συντρόφων, με τα κομματικά στελέχη που δουλεύουν στην ΕΔΑ, με σκοπό τον ιδεολογικό και πολιτικό τους προσανατολισμό, να ιδρυθεί το συντομότερο στην Ελλάδα στενό κομματικό κέντρο, με επικεφαλής κλιμάκιο της ΚΕ, που να διαθέτει τον απαραίτητο παράνομο τεχνικό μηχανισμό, για να μπορεί να εκπληρώσει τον καθοδηγητικό του ρόλο".
Το 8ο Συνέδριο του ΚΚΕ (1961), υιοθετώντας την απόφαση της 8ης Ολομέλειας του 1958, τόνιζε επίσης, ότι "θα ήταν μεγάλο λάθος αν δεν εκμεταλλευόμασταν, κάτω από τις σημερινές συνθήκες, αυτή τη θαυμάσια δυνατότητα που δημιούργησε η λαϊκή πάλη και συνεχίζαμε να παλαίβουμε για την Οργάνωση των μελών του κόμματος σε παράνομες κομματικές Οργανώσεις", και ότι η δουλιά πρέπει "να προχωρήσει στην ανάπτυξη του κομματικού κέντρου και στη δημιουργία κομματικών στηριγμάτων στους βασικούς τομείς και περιοχές με αποστολή την εξασφάλιση στον τομέα ή περιοχή τους της σωστής εφαρμογής της γραμμής του κόμματος και στον πολιτικό και στον οργανωτικό τομέα, καθώς και στη δημιουργία ενός στοιχειώδικου δικού μας (του ΚΚΕ ) μηχανισμού, ώστε να μπορούν να δρουν σε οποιαδήποτε δύσκολη κατάσταση".
Τόσο η απόφαση της 8ης Ολομέλειας (1958), όσο και η απόφαση του 8ου Συνεδρίου (1961) στο κομματικό πρόβλημα, αποτελούν θεμελιακό λάθος. Σήμαιναν τη διάλυση των κομματικών οργανώσεων. Με τις αποφάσεις αυτές το κόμμα διαλύθηκε μέσα στην ΕΔΑ, που ήταν συνασπισμός αριστερών δυνάμεων.
Η απόφαση της 8ης Ολομέλειας του 1965, με το μέτρο που πρόβλεπε: "επέκταση των κομματικών ομάδων σε όλες τις πόλεις, στις συνοικίες των μεγάλων πόλεων, σε βασικά εργοστάσια, σ' όλους τους βασικούς τομείς και κρίκους της δουλιάς του κόμματος", δεν καταργούσε στην ουσία τις παραπάνω αποφάσεις. Καθόριζε, ουσιαστικά, μια ορισμένη αριθμητική επέκταση των ομάδων στελεχών και όχι τη δημιουργία κομματικών οργανώσεων.
Η διάλυση και η μακρόχρονη απουσία κομματικών οργανώσεων, είχε σοβαρότατες συνέπειες σ' όλους τους τομείς της δράσης, ιδεολογικό, πολιτικό και οργανωτικό, στην ανάπτυξη του εργατικού και δημοκρατικού κινήματος, στην ίδια την οικοδόμηση του κόμματος.
Χωρίς κομματικές οργανώσεις στην Ελλάδα, η ΚΕ δεν μπορούσε να ενημερώνεται έγκαιρα και σωστά για τις αλλαγές και τις εξελίξεις, να επεξεργάζεται σωστά την πολιτική και τακτική του κόμματος και να εξασφαλίζει με συνέπεια την εφαρμογή των αποφάσεών του.
Η απουσία κομματικών οργανώσεων στα εργοστάσια, στις επιχειρήσεις, στα δημόσια ιδρύματα, στις ένοπλες δυνάμεις, δεν επέτρεπε στο κόμμα να δημιουργεί στενούς δεσμούς με την εργατική τάξη και τους άλλους εργαζόμενους, να προωθεί τις θέσεις του στις μαζικές οργανώσεις, και να πραγματοποιεί συμμαχίες με ευρύτερες δημοκρατικές δυνάμεις από ισχυρότερες θέσεις.
Η έλλειψη κομματικών οργανώσεων, έκανε ευκολότερη τη διείσδυση και ανάπτυξη αναθεωρητικών και άλλων οπορτουνιστικών απόψεων στις γραμμές μας. Αλλοίωσε το χαρακτήρα και το ρόλο της ΕΔΑ, υπέσκαψε την πολιτική επιρροή του κόμματός μας. Στάθηκε μια από τις βασικές αιτίες, που δεν μπόρεσε να προβάλει αποτελεσματική αντίσταση στη φασιστική επίθεση.
Η μακρόχρονη απουσία κομματικών οργανώσεων και οργανωμένης κομματικής ζωής, είχαν σαν αποτέλεσμα να εξασθενίσουν οι κομματικές αρετές, να μειωθεί η κομματικότητα, το πνεύμα της ευθύνης και η κομματική πειθαρχία σε μέλη και στελέχη του ΚΚΕ . Αντί να ανεβαίνουν πολιτικά, ιδεολογικά, πολλά μέλη και στελέχη του κόμματος επηρεάζονταν, ή και ορισμένα αφομοιώνονταν από ξένες προς το κόμμα ιδεολογίες.
Με την εξασθένηση της κομματικής ιδεολογικοπολιτικής δουλιάς, και το σταμάτημα της στρατολογίας νέων μελών γενικότερα, διακόπηκε η ανανέωση του κόμματος, η φυσιολογική ανάδειξη νέων στελεχών, η ανανέωση της ίδιας της καθοδήγησής του. Πολλές σοβαρές αδυναμίες στην ιδεολογικοπολιτική κατάσταση στο κόμμα έχουν την αρχική πηγή τους σ' αυτό το θεμελιακό λάθος.
Από την ανάλυση και κριτική της γραμμής και δράσης του κόμματός μας, από το 8ο Συνέδριο μέχρι τη 12η Ολομέλεια βγαίνει το συμπέρασμα ότι στη δουλιά του κόμματος στο διάστημα αυτό κυριαρχούσε βασικά δεξιά οπορτουνιστική παρέκκλιση. Αυτό έχει την αφετηρία του στα σοβαρά δεξιά λάθη της γενικής γραμμής και συγκεκριμένα στη θέση για το ειρηνικό πέρασμα, στη θέση για την εθνική αστική τάξη και τη διασπαστική απόφαση για τη διάλυση των παράνομων κομματικών οργανώσεων. Είναι επίσης συνδεμένο με το γεγονός ότι στην ΚΕ και στον ίδιο τον καθοδηγητικό πυρήνα είχε αναδειχτεί σημαντικός αριθμός στελεχών με ανοιχτά δεξιές οπορτουνιστικές αντιλήψεις...
Οι αιτίες που κυριάρχησε αυτή η παρέκκλιση είναι:
α) Η ανεπάρκεια της καθοδήγησης του κόμματος.
β) Η λειψή αφομοίωση και η μη δημιουργική εφαρμογή της μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας.
γ) Οι παραβιάσεις βασικών λενινιστικών αρχών, σε πρώτη γραμμή της συλλογικότητας της δουλιάς και της κοινωνικής σύνθεσης του κόμματος.
δ) Οι σοβαρές δυσκολίες που δημιουργήθηκαν για το ΚΚΕ και το κίνημα γενικότερα ύστερα από τις δυο αλλεπάλληλες ήττες, ιδιαίτερα οι δυσκολίες για την ανασυγκρότηση των κομματικών οργανώσεων μέσα στις συνθήκες της βαριάς παρανομίας, και γενικότερα η πολύπλευρη πίεση του εχθρού, σε συνδυασμό με τη μακρόχρονη απουσία από την Ελλάδα σημαντικού τμήματος στελεχών και μελών του κόμματος, καθώς και της ίδιας της καθοδήγησής του.
ε) Οι δυσκολίες του συνδυασμού της παράνομης με τη νόμιμη δουλιά, πράγμα που διευκόλυνε να δημιουργούνται αυταπάτες για τις επιτυχίες που σημείωνε η νόμιμη δουλιά».
Αλλά και η απόφαση της 8ης Ολομέλειας, δεν ήταν ξαφνική. Ηταν αποτέλεσμα της επικράτησης οπορτουνιστικών αντιλήψεων μετά από οξύτατη εσωκομματική διαπάλη αμέσως μετά την ήττα του ΔΣΕ στον εμφύλιο και την υποχώρηση του κινήματος, αλλά και κάτω από τις επιδράσεις του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ, οι αποφάσεις του οποίου είχαν συμβολή ως και στη διάσπαση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.
Η ενίσχυση των οπορτουνιστικών απόψεων
Το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ πραγματοποιείται στα 1956. Ως προς τις αποφάσεις του επιδρά και σ' άλλα κομμουνιστικά κόμματα, στα οποία οξύνεται η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη στο εσωτερικό τους.
Επίσης, στην εισήγηση της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ στη Συνδιάσκεψη, με θέμα «Προβληματισμοί για τους παράγοντες που καθόρισαν την ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη - η επικαιρότητα και αναγκαιότητα του σοσιαλισμού», (η οποία δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη» την Κυριακή 16 Ιούλη 1995), αναφέρονται σχετικά με το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ τα εξής:
«Σοβαρό ρόλο στην αλλοίωση της φυσιογνωμίας και της ιδεολογικής σταθερότητας των κομμουνιστικών κομμάτων έπαιξαν λαθεμένες αντιλήψεις και κατευθυντήριες ιδέες που αναπτύχθηκαν την περίοδο του 20ού Συνεδρίου. Οπως η άποψη για γρήγορη μετάβαση στον αναπτυγμένο σοσιαλισμό και στον κομμουνισμό, η οποία παραγνώριζε το σύνθετο και μακροχρόνιο χαρακτήρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Οι κατευθύνσεις για "ποικιλία μορφών μετάβασης στο σοσιαλισμό κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις", αξιοποιήθηκαν στα πλαίσια του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος από ορισμένες κομματικές ηγεσίες για αναθεώρηση των νομοτελειών της σοσιαλιστικής επανάστασης στο όνομα των εθνικών ιδιομορφιών...».
Οι εκτιμήσεις αυτές ουσιαστικά έθεταν το ζήτημα του ειρηνικού ακόμη και κοινοβουλευτικού περάσματος στο σοσιαλισμό, υπερεκτιμώντας το διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, αλλά και τη δυνατότητα του καπιταλισμού και της αντεπαναστατικής του δράσης για την υπονόμευση των σοσιαλιστικών χωρών και την κατάπνιξη των επαναστατικών κινημάτων. Ουσιαστικά αφόπλιζαν το εργατικό κίνημα από την επαναστατική προοπτική.
Η επίδραση αυτών των επεξεργασιών στο ΚΚΕ , οξύνει τη διαπάλη που προϋπήρχε στο εσωτερικό του αμέσως μετά την ήττα του ένοπλου αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, στον Εμφύλιο, την ίδια περίοδο, (1956). Η διαπάλη αυτή έχει την αντανάκλασή της και στις μετέπειτα εξελίξεις στο Κόμμα.
Ετσι στις 11 - 12 Μάρτη του 1956 συνέρχεται στη Ρουμανία η 6η πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ , ύστερα από πρόταση της «Διεθνούς Επιτροπής» που συγκροτήθηκε κατά τη διάρκεια του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ, από τα 6 κομμουνιστικά κόμματα των χωρών όπου ζούσαν Ελληνες πολιτικοί πρόσφυγες. Δηλαδή, από τα ΚΚ Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Ρουμανίας, Σοβιετικής Ενωσης και Τσεχοσλοβακίας.
Στην Ολομέλεια, πήραν μέρος τα μέλη της ΚΕ και της ΚΕΕ του ΚΚΕ που βρίσκονταν στο εξωτερικό καθώς και μέλη της ΚΕ εκλεγμένα από το 7ο Συνέδριο και την 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ που κατά καιρούς είχαν καθαιρεθεί ή διαγραφεί. Επίσης, παρακολούθησαν τις εργασίες αντιπροσωπείες των οργανώσεων του Κόμματος από τις χώρες όπου ζούσαν πολιτικοί πρόσφυγες από την Ελλάδα.
Επιδίωξή τους, όπως εισηγήθηκε η Διεθνής Επιτροπή των 6 κομμάτων στην Ολομέλεια, ήταν να συμβάλουν στην αντιμετώπιση του οξύτατου προβλήματος μέσα στο ΚΚΕ .
Είναι η πρώτη Ολομέλεια στην ιστορία του ΚΚΕ που δε συγκαλείται από το ίδιο το Κόμμα ή άλλο εκλεγμένο όργανο, (Πολιτικό Γραφείο, Κεντρική Επιτροπή), αλλά από άλλα κόμματα.
Πίσω βεβαίως από τη διαπάλη στο Κόμμα, ουσιαστικά υπάρχει ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση που εδράζεται κυρίως στις αποφάσεις του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ και στην προσαρμογή της πολιτικής του ΚΚΕ σ' αυτές.
Στην Ολομέλεια, την εισήγηση έκανε ο Γραμματέας του Ρουμάνικου Κομμουνιστικού Κόμματος Γκεόργκε Γκεοργκίου Ντεζ, ως «πρόεδρος της Διεθνούς επιτροπής των 6 Κομμουνιστικών Κομμάτων».
Μετά από την εισήγησή του, η Ολομέλεια πήρε αποφάσεις για την εσωκομματική κατάσταση και για τη σύγκληση του 8ου Συνεδρίου.
Η 6η Ολομέλεια αποφάσισε την καθαίρεση του Νίκου Ζαχαριάδη από τη θέση του Γενικού Γραμματέα της ΚΕ και από μέλος του ΠΓ. Επίσης, καθαιρεί τον Βασίλη Μπαρτζώτα, ενώ αποκαθιστά στο Κόμμα και στην ΚΕ τον Μήτσο Παρτσαλίδη, τον Ζήση Ζωγράφο και άλλους, αυτούς δηλαδή που ηγήθηκαν της αναθεωρητικής ομάδας στο Κόμμα, που οδήγησαν στη διάσπασή του το 1968.
Αλλά υπάρχει και συνέχεια.
Σε λιγότερο από ένα χρόνο, στις 18 - 24 Φλεβάρη του 1957 συγκαλείται η 7η πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ , όπου ο Ζαχαριάδης καθαιρείται τελικά και από μέλος της ΚΕ και διαγράφεται από το Κόμμα.
Στην ίδια Ολομέλεια αποκαθίσταται στην ΚΕ ο Μάρκος Βαφειάδης που είχε καθαιρεθεί και διαγραφεί από το Κόμμα.
Ετσι αποκαταστάθηκαν στο Κόμμα όλοι οι φορείς του οπορτουνισμού, οι οποίοι είχαν καθαιρεθεί και ορισμένοι διαγραφεί, για φραξιονιστική δράση.
Το 8ο Συνέδριο του ΚΚΕ συνήλθε τον Αύγουστο του 1961 στο εξωτερικό. Το Κόμμα συνέχιζε να δρα στην παρανομία, αλλά και μέλη και στελέχη του δρούσαν στα πλαίσια της ΕΔΑ. Στην Ελλάδα, ύστερα από τη διαλυτική απόφαση της 8ης Ολομέλειας της ΚΕ του 1958, δεν υπήρχαν κομματικές οργανώσεις. Αυτό είχε επίδραση και στη σύνθεσή του αλλά και στη σύνθεση των οργάνων που εξέλεξε και στις αποφάσεις του. Το Συνέδριο καλούνταν να εξετάσει τη δράση του Κόμματος σε μια περίοδο δεκαέξι ολόκληρων χρόνων που μεσολάβησαν από το προηγούμενο 7ο Συνέδριο του 1945 και να καθορίσει τα καθήκοντα του Κόμματος και του λαϊκού δημοκρατικού κινήματος, καθώς και να επεξεργαστεί και να ψηφίσει το Πρόγραμμα του Κόμματος.
Στο Πρόγραμμα, που ψήφισε το 8ο Συνέδριο, καθοριζόταν ότι «η επικείμενη επανάσταση στην Ελλάδα θα είναι αντιιμπεριαλιστική - δημοκρατική». Στις κινητήριες δυνάμεις της αντιιμπεριαλιστικής δημοκρατικής επανάστασης συμπεριλαμβανόταν και η μη μονοπωλιακή αστική τάξη, η οποία χαρακτηριζόταν σαν «εθνική αστική τάξη».Το λάθος αυτό «οδήγησε σε οπορτουνιστικές στρεβλώσεις που πρακτικά βρήκαν την έκφρασή τους κυρίως σε μια πολιτική συνεργασίας χωρίς όρους με την Ένωση Κέντρου», εκτιμά το 9ο Συνέδριο του Κόμματος.
Επίσης το 9ο Συνέδριο εκτίμησε ότι «Στο πρόγραμμα καθορίζονταν επίσης λαθεμένα ότι το πέρασμα στη δημοκρατική - αντιιμπεριαλιστική επανάσταση θα γινόταν κυρίως με ειρηνικό δρόμο, πράγμα που, εκτός από τις άλλες συνέπειες έτρεφε το λεγκαλισμό» και συνεχίζει ως εξής: «Τα λάθη αυτά ήταν λάθη δεξιού - διαλυτικού, χαρακτήρα».
Ολόκληρη αυτή η περίοδος επιβεβαιώνει την αναγκαιότητα του μονίμως σταθερού ανοιχτού ιδεολογικοπολιτικού μετώπου στον οπορτουνισμό και τους φορείς του ως αποφασιστικού παράγοντα για το δυνάμωμα της επαναστατικής πάλης.
Οι οπορτουνιστές και η διάσπαση του 1991
Η δικαίωση των κομμουνιστών μέσα από τη δίνη των γεγονότων
Δεκατέσσερα χρόνια πριν ο κόσμος συγκλονιζόταν από τις ανατροπές των σοσιαλιστικών καθεστώτων στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Τις μέρες αυτές, συμπληρώνονται, επίσης, 14 χρόνια από τη διάσπαση του ΚΚΕ, με την αποχώρηση των μισών σχεδόν μελών της ΚΕ που είχε εκλεγεί στο 13ο Συνέδριό του. Ηταν η εποχή των επονομαζόμενων «κοσμογονικών αλλαγών» σε παγκόσμιο επίπεδο, η εποχή κατάργησης του λεγόμενου διπολισμού, που θα άνοιγε το δρόμο της δημοκρατίας και της ειρήνης στον κόσμο, σύμφωνα με τους θιασώτες του καπιταλισμού. Ηταν η περίοδος που τα ιδεολογικοπολιτικά και προπαγανδιστικά επιτελεία του διεθνούς ιμπεριαλισμού, προπαγάνδιζαν το «τέλος της ιστορίας», «το τέλος των ιδεολογιών», αφού ο καπιταλισμός αρνούμενος υποτίθεται τον εαυτό του, άνοιγε το δρόμο μετεξέλιξής του σε μια νέα κοινωνία, νέα εποχή. Αυτό ήταν το πλαίσιο, το ιδεολογικοπολιτικό υπόβαθρο του διεθνούς κεφαλαίου, προκειμένου, αξιοποιώντας την ανατροπή του σοσιαλισμού και την προσωρινή ήττα από τον καπιταλισμό, να δημιουργεί το εφαλτήριο μιας καθολικής επίθεσης ενάντια στην εργατική τάξη και τους λαούς. Αυτές οι συνθήκες, κλόνισαν σταθερές πεποιθήσεις στο εργατικό κίνημα, επέδρασαν αρνητικά στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και στα κόμματα της εργατικής τάξης, συνέβαλλαν στην εκδήλωση τάσεων συμβιβασμού, υποταγής στη συγκεκριμένη πραγματικότητα, ενδυνάμωσαν τάσεις μοιρολατρίας.
Αλλά οι επιδράσεις στα συγκεκριμένα καθοδηγητικά στελέχη του ΚΚΕ, τα οποία στράφηκαν ενάντια στο ίδιο τους το Κόμμα, δηλαδή ενάντια στον ως τότε εαυτό τους, αυτοδιαμορφώθηκαν ως αιχμή του δόρατος του αντικομμουνισμού -συνειδητά ή ασυνείδητα δεν έχει σημασία- δύσκολα μπορούν να δικαιολογηθούν αιτίες όπως «κλονισμός πεποιθήσεων», ως αδυναμία κατανόησης των συγκεκριμένων εξελίξεων...
Αλλά ανεξάρτητα απ' αυτό, η τότε αστική προπαγάνδα περί «κοσμογονικών αλλαγών», περί κατάρρευσης ενός κοινωνικοοικονομικού συστήματος γιατί δεν ήταν σοσιαλισμός, ότι δεν υπήρξε ως τέτοιος ποτέ γιατί η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση ήταν «βιασμός της ιστορίας», βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του αντικομμουνιστικού οπλοστασίου των συγκεκριμένων στελεχών.
Που από το δρόμο της ταξικής πάλης της εργατικής τάξης τον οποίο ακολουθούσαν, πέρασαν στο δρόμο της ταξικής πάλης του κεφαλαίου ενάντια στο εργατικό κίνημα και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Κάτι χειρότερο. Προετοίμαζαν το έδαφος της επίθεσης, όντας στελέχη του ΚΚΕ, προκειμένου η επίθεση αυτή να είναι όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματική. Και αξιοποίησαν και τις ανατροπές των σοσιαλιστικών καθεστώτων.
Στόχος ο χαρακτήρας του ΚΚΕ
Τη συγκεκριμένη περίοδο το ΚΚΕ προετοίμαζε το 13ο Συνέδριό του, μέσα σε οξύτατη εσωκομματική διαπάλη απ' αυτά τα στελέχη, μέλη της ΚΕ του Κόμματος. Η αντιπαράθεσή τους με το Κόμμα εστιαζόταν στην άρνηση του χαρακτήρα του κόμματος, ως επαναστατικού λενινιστικού κόμματος νέου τύπου και επιδίωκαν τη διάχυσή του μέσα στο ΣΥΝ, σε συνδυασμό, από κοινού με άλλες δυνάμεις του τότε Συνασπισμού, για τη μετατροπή του από συνασπισμό κομμάτων σε ενιαίο πολυτασικό κόμμα.
Αρνούνταν την ταξική πάλη και την προοπτική του σοσιαλισμού, αρνούνταν την ύπαρξη εργατικής τάξης και διεξήγαγαν οξύτατη φραξιονιστική πάλη μέσα στο κόμμα.
Είχε προηγηθεί η κρίση του '89, οπότε είχε αποχωρήσει μια ομάδα στελεχών της ΚΕ και η διάσπαση της ΚΝΕ, δημιουργώντας άλλο πολιτικό φορέα, το ΝΑΡ.
Η διαπάλη με την οπορτουνιστική τάση που επιδίωκε τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση ή και τη διάλυση του Κόμματος, επικεντρώθηκε σε θεμελιακά θεωρητικά, ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα, για το χαρακτήρα, τη στρατηγική και την ταχτική του ΚΚΕ.
Απαιτούσαν από το ΚΚΕ να αυτοδιαλυθεί! Το αποτέλεσμα, βέβαια, ήταν να δρομολογήσουν τη μετατροπή του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου -που είχε δημιουργηθεί με πρωτοβουλία του ίδιου το ΚΚΕ υλοποιώντας σχετική κατεύθυνση του 12ου Συνεδρίου του Κόμματος- από συμμαχία κομμάτων σε ενιαίο κόμμα.
Η επιβεβαίωση μέσα από την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα
Πέρασαν 14 χρόνια απ' αυτή την περίοδο. Σε αυτά χρόνια - αν και πολύ σύντομη ιστορικά περίοδος - η ίδια η ζωή, οι ίδιες οι κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές εξελίξεις, στην Ελλάδα και διεθνώς, επιβεβαιώνουν τις θέσεις του ΚΚΕ, την πολιτική και τη στρατηγική του, την αναγκαιότητα της ύπαρξης και δράσης του. Δικαιώνει την επιλογή της ηγεσίας του Κόμματος και της συντριπτικής πλειοψηφίας των μελών του να υπερασπιστούν τις αρχές λειτουργίας του Κόμματος και το χαρακτήρα του ως επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα.
Ταυτόχρονα, διαψεύδονται οριστικά τα ιδεολογήματα «περί του τέλους της ιστορίας και των ιδεολογιών». Και, βεβαίως, οι εξελίξεις κατέδειξαν ολοφάνερα, όχι μόνον το ρόλο και τις ευθύνες της ομάδας αυτών των στελεχών της «αναθεωρητικής ομάδας» στη διάσπαση του ΚΚΕ, αλλά κυρίως έδειξαν τη χρεοκοπία των αναθεωρητικών τους απόψεων: για το ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας και την προσαρμογή της απόλυτα, στις νέες συνθήκες της ιμπεριαλιστικής τάξης και της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης.
Σ' αυτά τα χρόνια εντάθηκαν οι ωμές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και οι περιφερειακοί πόλεμοι, με τρανταχτό παράδειγμα το ΝΑΤΟικό πόλεμο στα Βαλκάνια και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Η άρχουσα τάξη της Ελλάδας και οι κυβερνήσεις της συμμετέχουν ενεργά στην ιμπεριαλιστική τάξη, προσδοκώντας ψίχουλα από το μοίρασμα της λείας.
Λαοί ολόκληροι καταδικάζονται στην πείνα και την ανέχεια, πρώτ' απ' όλα των πρώην σοσιαλιστικών χωρών, ενώ ληστεύεται ασύδοτα ο παραγωγικός πλούτος των φτωχών χωρών από τα διεθνικά μονοπώλια. Η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, εντείνεται με την κατάργηση εργατικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων, όπως η κατάργηση του 8ωρου και του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου, η ανατροπή και διάλυση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, του δημόσιου συστήματος υγείας - πρόνοιας, οι αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, οι ιδιωτικοποιήσεις κρατικής ιδιοκτησίας επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, για να αυξάνονται τα κέρδη των μονοπωλίων, του μεγάλου κεφαλαίου. Ενα πλέγμα αυταρχικών μέτρων κατασταλτικού χαρακτήρα απλώνεται ως μοχλός τσακίσματος της λαϊκής κοινωνικοπολιτικής δράσης (π.χ., τρομονόμοι κλπ.), ως το απαραίτητο εργαλείο επιβολής της πολιτικής της άρχουσας τάξης.
Ταυτόχρονα, διευρύνονται οι ζώνες φτώχειας και εξαθλίωσης εκατομμυρίων και εκατομμυρίων εργαζομένων σ' όλες τις χώρες και στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Το επιβεβαιώνει η νέα επιθετική δομή του ΝΑΤΟ και οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις όπου Γης, τα νέα σχέδια των ΗΠΑ για την αντιπυραυλική άμυνα.
Οι ίδιες οι εξελίξεις στην ιμπεριαλιστική Ευρωπαική Ενωση επιβεβαιώνουν τον ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας και των κεντροαριστερών κυβερνήσεων που, ακριβώς, προωθούν τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις σε βάρος των λαών. Που συμμετέχουν, από κοινού με τις ΗΠΑ, στις ωμές επεμβάσεις και τους πολέμους ενάντια στους λαούς που αντιστέκονται. Που προωθούν αντιδημοκρατικές - τρομοκρατικές διατάξεις και νόμους (Σένγκεν, δορυφορικό σύστημα παρακολούθησης ΕΣΕΛΟΝ κλπ.), δυνάμεις ταχείας επέμβασης κατά των λαών κλπ.
Ολες αυτές οι εξελίξεις, σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες αντιλαϊκές - αντιδημοκρατικές πολιτικές που εφαρμόζονται στο εσωτερικό της χώρας μας, από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ - ΝΔ, με «αριστερό» στήριγμα τον ΣΥΝ, επιβεβαιώνουν ακριβώς, την αναγκαιότητα της ανασυγκρότησης και δράσης του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, ως διακριτού πόλου στο παγκόσμιο αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, προκειμένου να υπάρξει ενιαία στρατηγική ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Επιβεβαιώνουν ως θεμελιακό ζήτημα για την εργατική τάξη και το λαό της Ελλάδας την αναγκαιότητα της ύπαρξης, δράσης και ενίσχυσης του ΚΚΕ. Γιατί ο καπιταλισμός, έχοντας περάσει οριστικά στην αντίδραση ιστορικά είναι ξεπερασμένος. Μόνο που δεν πρόκειται να καταρρεύσει το κοινωνικοοικονομικό σύστημα απλά ως χάρτινος πύργος, αλλά ανατρέπεται από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, προκειμένου η κοινωνική εξέλιξη να περάσει στο ανώτερο της στάδιο, το σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό.
Στο φόντο αυτών των εξελίξεων, έχει σημασία να θυμίσουμε τι έγινε πριν 14 χρόνια. Πώς φτάσαμε στο 1991 στη διάσπαση του ΚΚΕ. Για να δοθεί η ευκαιρία, στο φόντο της διαμορφούμενης σήμερα πραγματικότητας, και παρουσιάζοντας τις εκτιμήσεις και τα συμπεράσματα του Κόμματος, να συμβάλλουμε στην ενδυνάμωση της ενότητας δράσης της εργατικής τάξης, στην κοινή δράση με τ' άλλα λαϊκά στρώματα, στην κοινωνικοπολιτική συσπείρωση μέσα από τους διεκδικητικούς μαζικούς λαϊκούς αγώνες.
Ετσι, από σήμερα, ο «Ριζοσπάστης» με σειρά δημοσιευμάτων θα αναφερθεί σε κείνα τα γεγονότα, πιστεύοντας ότι συμβάλλει στην καλύτερη κατανόησή τους και στην ανάγκη για ολόπλευρη ενίσχυση του ΚΚΕ για τη δημιουργία του Αντιμονοπωλιακού Αντιιμπεριαλιστικού Δημοκρατικού Μετώπου πάλης του Λαού για τη λαϊκή εξουσία και τη λαϊκή οικονομία.
Αλλά οι επιδράσεις στα συγκεκριμένα καθοδηγητικά στελέχη του ΚΚΕ, τα οποία στράφηκαν ενάντια στο ίδιο τους το Κόμμα, δηλαδή ενάντια στον ως τότε εαυτό τους, αυτοδιαμορφώθηκαν ως αιχμή του δόρατος του αντικομμουνισμού -συνειδητά ή ασυνείδητα δεν έχει σημασία- δύσκολα μπορούν να δικαιολογηθούν αιτίες όπως «κλονισμός πεποιθήσεων», ως αδυναμία κατανόησης των συγκεκριμένων εξελίξεων...
Αλλά ανεξάρτητα απ' αυτό, η τότε αστική προπαγάνδα περί «κοσμογονικών αλλαγών», περί κατάρρευσης ενός κοινωνικοοικονομικού συστήματος γιατί δεν ήταν σοσιαλισμός, ότι δεν υπήρξε ως τέτοιος ποτέ γιατί η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση ήταν «βιασμός της ιστορίας», βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του αντικομμουνιστικού οπλοστασίου των συγκεκριμένων στελεχών.
Που από το δρόμο της ταξικής πάλης της εργατικής τάξης τον οποίο ακολουθούσαν, πέρασαν στο δρόμο της ταξικής πάλης του κεφαλαίου ενάντια στο εργατικό κίνημα και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Κάτι χειρότερο. Προετοίμαζαν το έδαφος της επίθεσης, όντας στελέχη του ΚΚΕ, προκειμένου η επίθεση αυτή να είναι όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματική. Και αξιοποίησαν και τις ανατροπές των σοσιαλιστικών καθεστώτων.
Στόχος ο χαρακτήρας του ΚΚΕ
Τη συγκεκριμένη περίοδο το ΚΚΕ προετοίμαζε το 13ο Συνέδριό του, μέσα σε οξύτατη εσωκομματική διαπάλη απ' αυτά τα στελέχη, μέλη της ΚΕ του Κόμματος. Η αντιπαράθεσή τους με το Κόμμα εστιαζόταν στην άρνηση του χαρακτήρα του κόμματος, ως επαναστατικού λενινιστικού κόμματος νέου τύπου και επιδίωκαν τη διάχυσή του μέσα στο ΣΥΝ, σε συνδυασμό, από κοινού με άλλες δυνάμεις του τότε Συνασπισμού, για τη μετατροπή του από συνασπισμό κομμάτων σε ενιαίο πολυτασικό κόμμα.
Αρνούνταν την ταξική πάλη και την προοπτική του σοσιαλισμού, αρνούνταν την ύπαρξη εργατικής τάξης και διεξήγαγαν οξύτατη φραξιονιστική πάλη μέσα στο κόμμα.
Είχε προηγηθεί η κρίση του '89, οπότε είχε αποχωρήσει μια ομάδα στελεχών της ΚΕ και η διάσπαση της ΚΝΕ, δημιουργώντας άλλο πολιτικό φορέα, το ΝΑΡ.
Η διαπάλη με την οπορτουνιστική τάση που επιδίωκε τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση ή και τη διάλυση του Κόμματος, επικεντρώθηκε σε θεμελιακά θεωρητικά, ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα, για το χαρακτήρα, τη στρατηγική και την ταχτική του ΚΚΕ.
Απαιτούσαν από το ΚΚΕ να αυτοδιαλυθεί! Το αποτέλεσμα, βέβαια, ήταν να δρομολογήσουν τη μετατροπή του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου -που είχε δημιουργηθεί με πρωτοβουλία του ίδιου το ΚΚΕ υλοποιώντας σχετική κατεύθυνση του 12ου Συνεδρίου του Κόμματος- από συμμαχία κομμάτων σε ενιαίο κόμμα.
Η επιβεβαίωση μέσα από την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα
Πέρασαν 14 χρόνια απ' αυτή την περίοδο. Σε αυτά χρόνια - αν και πολύ σύντομη ιστορικά περίοδος - η ίδια η ζωή, οι ίδιες οι κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές εξελίξεις, στην Ελλάδα και διεθνώς, επιβεβαιώνουν τις θέσεις του ΚΚΕ, την πολιτική και τη στρατηγική του, την αναγκαιότητα της ύπαρξης και δράσης του. Δικαιώνει την επιλογή της ηγεσίας του Κόμματος και της συντριπτικής πλειοψηφίας των μελών του να υπερασπιστούν τις αρχές λειτουργίας του Κόμματος και το χαρακτήρα του ως επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα.
Ταυτόχρονα, διαψεύδονται οριστικά τα ιδεολογήματα «περί του τέλους της ιστορίας και των ιδεολογιών». Και, βεβαίως, οι εξελίξεις κατέδειξαν ολοφάνερα, όχι μόνον το ρόλο και τις ευθύνες της ομάδας αυτών των στελεχών της «αναθεωρητικής ομάδας» στη διάσπαση του ΚΚΕ, αλλά κυρίως έδειξαν τη χρεοκοπία των αναθεωρητικών τους απόψεων: για το ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας και την προσαρμογή της απόλυτα, στις νέες συνθήκες της ιμπεριαλιστικής τάξης και της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης.
Σ' αυτά τα χρόνια εντάθηκαν οι ωμές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και οι περιφερειακοί πόλεμοι, με τρανταχτό παράδειγμα το ΝΑΤΟικό πόλεμο στα Βαλκάνια και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Η άρχουσα τάξη της Ελλάδας και οι κυβερνήσεις της συμμετέχουν ενεργά στην ιμπεριαλιστική τάξη, προσδοκώντας ψίχουλα από το μοίρασμα της λείας.
Λαοί ολόκληροι καταδικάζονται στην πείνα και την ανέχεια, πρώτ' απ' όλα των πρώην σοσιαλιστικών χωρών, ενώ ληστεύεται ασύδοτα ο παραγωγικός πλούτος των φτωχών χωρών από τα διεθνικά μονοπώλια. Η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, εντείνεται με την κατάργηση εργατικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων, όπως η κατάργηση του 8ωρου και του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου, η ανατροπή και διάλυση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, του δημόσιου συστήματος υγείας - πρόνοιας, οι αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, οι ιδιωτικοποιήσεις κρατικής ιδιοκτησίας επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, για να αυξάνονται τα κέρδη των μονοπωλίων, του μεγάλου κεφαλαίου. Ενα πλέγμα αυταρχικών μέτρων κατασταλτικού χαρακτήρα απλώνεται ως μοχλός τσακίσματος της λαϊκής κοινωνικοπολιτικής δράσης (π.χ., τρομονόμοι κλπ.), ως το απαραίτητο εργαλείο επιβολής της πολιτικής της άρχουσας τάξης.
Ταυτόχρονα, διευρύνονται οι ζώνες φτώχειας και εξαθλίωσης εκατομμυρίων και εκατομμυρίων εργαζομένων σ' όλες τις χώρες και στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Το επιβεβαιώνει η νέα επιθετική δομή του ΝΑΤΟ και οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις όπου Γης, τα νέα σχέδια των ΗΠΑ για την αντιπυραυλική άμυνα.
Οι ίδιες οι εξελίξεις στην ιμπεριαλιστική Ευρωπαική Ενωση επιβεβαιώνουν τον ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας και των κεντροαριστερών κυβερνήσεων που, ακριβώς, προωθούν τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις σε βάρος των λαών. Που συμμετέχουν, από κοινού με τις ΗΠΑ, στις ωμές επεμβάσεις και τους πολέμους ενάντια στους λαούς που αντιστέκονται. Που προωθούν αντιδημοκρατικές - τρομοκρατικές διατάξεις και νόμους (Σένγκεν, δορυφορικό σύστημα παρακολούθησης ΕΣΕΛΟΝ κλπ.), δυνάμεις ταχείας επέμβασης κατά των λαών κλπ.
Ολες αυτές οι εξελίξεις, σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες αντιλαϊκές - αντιδημοκρατικές πολιτικές που εφαρμόζονται στο εσωτερικό της χώρας μας, από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ - ΝΔ, με «αριστερό» στήριγμα τον ΣΥΝ, επιβεβαιώνουν ακριβώς, την αναγκαιότητα της ανασυγκρότησης και δράσης του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, ως διακριτού πόλου στο παγκόσμιο αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, προκειμένου να υπάρξει ενιαία στρατηγική ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Επιβεβαιώνουν ως θεμελιακό ζήτημα για την εργατική τάξη και το λαό της Ελλάδας την αναγκαιότητα της ύπαρξης, δράσης και ενίσχυσης του ΚΚΕ. Γιατί ο καπιταλισμός, έχοντας περάσει οριστικά στην αντίδραση ιστορικά είναι ξεπερασμένος. Μόνο που δεν πρόκειται να καταρρεύσει το κοινωνικοοικονομικό σύστημα απλά ως χάρτινος πύργος, αλλά ανατρέπεται από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, προκειμένου η κοινωνική εξέλιξη να περάσει στο ανώτερο της στάδιο, το σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό.
Στο φόντο αυτών των εξελίξεων, έχει σημασία να θυμίσουμε τι έγινε πριν 14 χρόνια. Πώς φτάσαμε στο 1991 στη διάσπαση του ΚΚΕ. Για να δοθεί η ευκαιρία, στο φόντο της διαμορφούμενης σήμερα πραγματικότητας, και παρουσιάζοντας τις εκτιμήσεις και τα συμπεράσματα του Κόμματος, να συμβάλλουμε στην ενδυνάμωση της ενότητας δράσης της εργατικής τάξης, στην κοινή δράση με τ' άλλα λαϊκά στρώματα, στην κοινωνικοπολιτική συσπείρωση μέσα από τους διεκδικητικούς μαζικούς λαϊκούς αγώνες.
Ετσι, από σήμερα, ο «Ριζοσπάστης» με σειρά δημοσιευμάτων θα αναφερθεί σε κείνα τα γεγονότα, πιστεύοντας ότι συμβάλλει στην καλύτερη κατανόησή τους και στην ανάγκη για ολόπλευρη ενίσχυση του ΚΚΕ για τη δημιουργία του Αντιμονοπωλιακού Αντιιμπεριαλιστικού Δημοκρατικού Μετώπου πάλης του Λαού για τη λαϊκή εξουσία και τη λαϊκή οικονομία.
ΧΡΟΝΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Από το 12ο Συνέδριο του ΚΚΕ στο 13ο
Ξεκινώντας την υπενθύμιση και την κριτική αποτίμηση των γεγονότων της περιόδου του 1991, για το ΚΚΕ και τις εξελίξεις στην Ελλάδα, αρχίζουμε με ένα μικρό ιστορικό χρονικό για το τι προηγήθηκε της διάσπασης. Αλλωστε, αυτή δεν προέκυψε ξαφνικά. Ετσι, θα μπούμε και στο κλίμα της εποχής, προκειμένου έπειτα από δέκα χρόνια να μπορούμε αντικειμενικά να προσεγγίσουμε την πραγματικότητα που διαμορφώθηκε στη συγκεκριμένη περίοδο.Είμαστε στα 1987, λοιπόν. Μια δεκαετία εκπνέει, μια άλλη ετοιμάζεται να ανατείλει. Κανείς δε φαντάζεται ακόμη τις δραματικές αλλαγές που επιφυλάσσει. Συγκλονιστικά τραγικές συνολικά για τους λαούς του κόσμου και με αλυσιδωτές συνταρακτικές επιπτώσεις στο εθνικό επίπεδο.
Οι ανατροπές στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες δε σηματοδότησαν μόνο τη ραγδαία χειροτέρευση του επιπέδου ζωής, ως συνάρτηση του επιπέδου κατακτήσεων, των εργαζομένων της χώρας. Αλλά ενδυνάμωσαν οπορτουνιστικές τάσεις στα Κομμουνιστικά Κόμματα και στο ΚΚΕ, που οδηγήθηκε στην κόψη του ξυραφιού, στη δίνη μιας κρίσης, η οποία παραλίγο θα κόστιζε την ίδια τη φυσιογνωμία του ως επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης, βασισμένου στις αρχές, στην κοσμοθεωρία του μαρξισμού - λενινισμού και, κατά συνέπεια, την ίδια την ύπαρξή του.
Εχει, όμως, αξία να σκύψουμε στο χρονικό των εξελίξεων εκείνης της περιόδου, οριοθετώντας την από το 12ο έως το 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ.
Πίσω στο 1987, έπειτα από εφτά περίπου χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, εφτά χρόνια δημαγωγίας και καπηλείας των αντιιμπεριαλιστικών συνθημάτων, η πραγματική του φύση έχει ήδη ξεσκεπαστεί. Η πολιτική του κινείται σταθερά σε συντηρητική κατεύθυνση, προσαρμόζοντας την κοινωνικοοικονομική ζωή στις απαιτήσεις του μεγάλου κεφαλαίου, οξύνοντας τα λαϊκά προβλήματα, δημιουργώντας όλες τις προϋποθέσεις για να εμφανιστούν, πλάι στα παλιά, και «νέα τζάκια», που διεκδικούν μερίδιο από την «πίτα» που δημιουργείται.
Ο «κιτρινισμός», η διαφθορά, τα σκάνδαλα ταλαιπωρούν την πολιτική ζωή του τόπου, ενώ η αρρώστια του Α. Παπανδρέου θα γίνει αφορμή να πέσει «λάδι στη φωτιά».
Μπροστά σε νέες επεξεργασίες
Το 1987, στο διάστημα από 12 έως 16 του Μάη, το ΚΚΕ πραγματοποιεί το 12ο Συνέδριό του, απ' το βήμα του οποίου εκτιμά: «Βαθύτερη προσαρμογή στην ΕΟΚ και στο σύστημα του ιμπεριαλισμού, ενίσχυση της μονοπωλιακής συγκέντρωσης και διεθνοποίησης του κεφαλαίου, επιθέσεις ενάντια στις κατακτήσεις των εργαζομένων, βίαιη προσαρμογή της οικονομίας στις κατευθύνσεις της ΕΟΚ και στις δυνάμεις του άνισου καπιταλιστικού ανταγωνισμού, νέες εξαρτήσεις και μορφές εκμετάλλευσης, ακόμα πιο μαζική ανεργία, μεγαλύτερο στράγγισμα της δημοκρατίας, περιορισμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων».
Θα επιβεβαιωθεί πανηγυρικά από την ίδια τη ζωή.
Απέναντι σ' αυτήν την κατάσταση, το Συνέδριο θα επεξεργαστεί και θα αποφασίσει την πρόταση για αλλαγή, για μια νέου τύπου ανάπτυξη, με κατεύθυνση το σοσιαλισμό. Θα εκτιμήσει ότι η επίτευξη του στόχου περνά μέσα από τη συγκρότηση ενός κοινωνικοπολιτικού συνασπισμού. Το εγχείρημα πρωτόγνωρο, εξαρχής επισημαίνονται οι δυσκολίες και η ανάγκη να δοθεί βάρος στην «ανάπτυξη ενός τέτοιου μαζικού λαϊκού κινήματος, που θα είναι ικανό να αχρηστεύει τις υπονομευτικές ενέργειες των αντιπάλων και να υπερασπίζεται τη δημοκρατικά εκφρασμένη θέληση της πλειοψηφίας του λαού».
Η ΚΕ εκτιμά ότι η αλλαγή «δεν αποτελεί μια νομοτέλεια για το πέρασμα στην επαναστατική διαδικασία μετάβασης στο σοσιαλισμό», αλλά, ωστόσο, «πηγάζει από πραγματικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, αποτελεί ριζοσπαστική λύση στα εκρηκτικά προβλήματα του λαού, προσφέρει την εναλλακτική λύση ενάντια στο δικομματισμό, διευκολύνει την παραπέρα συσπείρωση των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, της ίδιας της αλλαγής και του σοσιαλισμού. Ταυτόχρονα, μπορεί να αποτελέσει το πέρασμα στην ενιαία επαναστατική διαδικασία μετάβασης στο σοσιαλισμό. Η κατεύθυνσή της είναι αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή».
Το Συνέδριο ξεκαθαρίζει ότι δεν προκαθορίζει την έκταση και τη σύνθεση του συνασπισμού. Επιδιώκει σχέσεις με όλες τις δυνάμεις, βασισμένες στην ισοτιμία, στο σεβασμό της αυτοτέλειάς τους, στην αναγνώριση της διαφορετικότητάς τους, στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, ενάντια σε κάθε πνεύμα ηγεμονισμού ή παραγνώρισης της επιρροής κάθε ξεχωριστής δύναμης. Υπογραμμίζει ακόμη ότι είναι στρατηγικής σημασίας η συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά, τα μικρομεσαία στρώματα, τη διανόηση, τη νεολαία κ.ά. Και τονίζει πως η ενότητα της εργατικής τάξης αποτελεί τη βάση για την προώθηση της κοινωνικής συμμαχίας. Ταυτόχρονα, το Συνέδριο εκτιμά ότι συντελούνται νέες ποιοτικές αλλαγές στην κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα και αποφασίζει το επόμενο, 13ο, Συνέδριό του να είναι Προγραμματικό.
Πρωτοβουλίες για το συνασπισμό
Το Μάη του 1988, το ΚΚΕ δίνει στη δημοσιότητα τις κατευθύνσεις - πλαίσιο για μια πολιτική συμφωνία των δυνάμεων της Αριστεράς και της προόδου, στη βάση του σχεδιασμού της ανάπτυξης με νέα κριτήρια, ενός προγράμματος ριζοσπαστικών δημοκρατικών αλλαγών και εξυγίανσης της πολιτικής, οικονομικής, δημόσιας ζωής, μιας ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής, στην κατεύθυνση της παγκόσμιας ύφεσης και συνεργασίας. Για μια νέα κοινωνική πολιτική για την Εκπαίδευση, την Υγεία, την Κοινωνική Ασφάλιση κ.ά. Ακόμα προτείνει η πολιτική συμφωνία να ριζώνει στο λαϊκό κίνημα και στα επιμέρους μέτωπα πάλης. Επαναφέρει το πλαίσιο των σχέσεων ανάμεσα στις συνεργαζόμενες δυνάμεις και προτείνει δημιουργία επιτροπής πολιτικής συνεργασίας και διαλόγου.
Ακολουθούν διαδοχικές συναντήσεις με άλλες δυνάμεις και το Δεκέμβρη του 1988 η Ολομέλεια της ΚΕ εκτιμά ότι «η ανάγκη του συνασπισμού έγινε υπόθεση του ίδιου του κόσμου της Αριστεράς».
Προάγγελος του Συνασπισμού ήταν το κοινό πόρισμα ΚΚΕ - ΕΑΡ, το Δεκέμβρη του 1988, όπου είναι εμφανείς οι υποχωρήσεις του ΚΚΕ από πάγιες θέσεις του (π.χ. για την ΕΟΚ). Την ίδια χρονική περίοδο, στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, έχει ήδη αρχίσει να γράφεται η αρχή του τέλους. Σταθερά υποσκάπτεται και το σοσιαλιστικό οικοδόμημα στη Σοβιετική Ένωση, όπου βρίσκονται σε εξέλιξη τα «μεταρρυθμιστικά» σχέδια του Γκορμπατσόφ και των δυνάμεων της αντεπανάστασης.
Τη δημοσιοποίηση του κοινού πορίσματος ακολουθούν τους πρώτους μήνες του 1989 κοινές συγκεντρώσεις, ανά την Ελλάδα, ΚΚΕ και ΕΑΡ, που διοργανώνονται από επιτροπές πρωτοβουλίας για το Συνασπισμό της Αριστεράς. Στις 3 Φλεβάρη του 1989, πραγματοποιείται κοινή σύσκεψη αντιπροσωπειών των κομμάτων ΚΚΕ, ΕΑΡ, ΕΔΑ, ΕΣΠΕ, ΑΚΕ, με τη συμμετοχή και των Στ. Γιώτα, Μ. Δρεττάκη, Στ. Νέστωρ και Ν. Κωνσταντόπουλου. Εκεί αποφασίστηκε η έκδοση πολιτικής δήλωσης, που προσδιορίζει την ταυτότητα του Συνασπισμού και τους στόχους του, καθώς και η συγκρότηση επταμελούς προσωρινής επιτροπής, που θα συντονίζει το έργο του και θα εποπτεύει την εκπόνηση του κοινού προγράμματος.
Το σκάνδαλο Κοσκωτά και η προκήρυξη εκλογών
Στις 7/3/1989, το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ παρεμβαίνει στις εξελίξεις που σημειώνονται με τις αποκαλύψεις για ανάμειξη κυβερνητικών παραγόντων στο σκάνδαλο Κοσκωτά, κάνοντας λόγο για βαθιά πολιτική κρίση που εγκυμονεί κινδύνους για το λαό και τη χώρα. Καλεί τον πρωθυπουργό να αποχωρήσει, διευκολύνοντας την ομαλή διέξοδο από την κρίση και το σχηματισμό νέας κυβέρνησης. Καλεί ακόμη το λαό να πάρει τη δημοκρατική λύση στα χέρια του, συμβάλλοντας αγωνιστικά στην κάθαρση και τη δημοκρατική διέξοδο από την κρίση.
Στις 7 Απρίλη του 1989, σε συνάντηση εκπροσώπων των κομμάτων και των προσωπικοτήτων του ΣΥΝ, αποφασίζεται η συγκρότηση των κεντρικών του οργάνων, δηλαδή 28μελούς Πολιτικής Επιτροπής και 8μελούς Γραμματείας. Πρόεδρος αναδεικνύεται ο Χ. Φλωράκης. Γραμματέας ο Λ. Κύρκος.
Τη Γραμματεία απαρτίζουν οι Ανδρουλάκης, Γιάνναρος, Γιώτας, Δρεττάκης, Καραγκουλές, Λεντάκης, Νέστωρ και Πιτσιόρλας.
Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αναγκάζεται να προκηρύξει εκλογές στις 18 Ιούνη του 1989, στις οποίες το ΚΚΕ μετέχει μέσα από το Συνασπισμό. Κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα δεν αποσπά την αυτοδυναμία. Όμως, ο σχηματισμός κυβέρνησης επιβάλλεται από το αίτημα για κάθαρση και από τον κίνδυνο παραγραφής των αδικημάτων όσων εμπλέκονταν στο σκάνδαλο «Κοσκωτά». Το ΚΚΕ κρίνει ως επείγουσα τη σημασία της κάθαρσης, της μη παραγραφής και της δημοκρατικής διεξόδου.
Η Ολομέλεια της ΚΕ, εκφράζει την υποστήριξή της στην πρόταση της Γραμματείας του Συνασπισμού για το σχηματισμό κυβέρνησης ευρύτατης δυνατής αποδοχής, η οποία θα αναλάβει να προωθήσει τη διαδικασία της κάθαρσης και να οδηγήσει τη χώρα σε αδιάβλητες εκλογές. Παράλληλα, απορρίπτεται η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για κυβέρνηση του ιδίου και του Συνασπισμού. Στα πλαίσια αυτά, προκύπτει η κυβέρνηση Τζαννετάκη. Το ΠΑΣΟΚ αρνείται τη συμμετοχή. Στη Βουλή, με δημόσια δήλωσή του και χωρίς καμιά ενημέρωση -συνεννόηση με το Κόμμα, ο Κ. Κάππος δηλώνει δημόσια τη διαφωνία του. Ηταν η αρχή της αποχώρησης και αντιπαράθεσής του με το Κόμμα.
Στις 11 Ιούλη του 1989, η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ κάνει δεκτό το αίτημα του Χ. Φλωράκη να αντικατασταθεί στη θέση του Γενικού Γραμματέα. Η ΚΕ αποφασίζει την αντικατάστασή του από τον Γ. Φαράκο στη θέση του Γ. Γραμματέα και ταυτόχρονα την ανάδειξή του Χ. Φλωράκη στη θέση του Προέδρου του Κόμματος.
Τα πρώτα διασπαστικά μηνύματα
Τον Αύγουστο του '89, σημειώνεται η πρώτη - περιορισμένη για το ΚΚΕ, τεράστια για την ΚΝΕ - διάσπαση, με την παραίτηση από την ΚΕ των Ν. Κοτζιά και Κ. Μπατίκα. Η ΚΝΕ δέχεται μεγάλο πλήγμα και το Σεπτέμβρη του 1989 το ΠΓ του Κόμματος συζητά για την κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει η Οργάνωση. Το ΠΓ καταγγέλλει τη στάση μελών του ΚΣ της ΚΝΕ, τα οποία, με επικεφαλής τον τότε Γραμματέα της ΚΝΕ και μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ Γ. Γράψα, περνούν σε ανοιχτή αντιπαράθεση με το Κόμμα και εξουσιοδοτεί την ΚΕ να προβεί σε άμεση λύση του προβλήματος.
Η ΚΕ, λίγες μέρες μετά, αποφασίζει έκτακτο συνέδριο της Οργάνωσης και ορίζει προσυνεδριακή επιτροπή με υπεύθυνο τον Σήφη Κωτσαντή, η οποία αναλαμβάνει την καθοδήγηση της Οργάνωσης. Τότε αποχωρούν από την ΚΕ 15 μέλη της, συμπαρασύροντας μεγάλο μέρος του δυναμικού της ΚΝΕ.
Τον Οκτώβρη του 1989, η χώρα ξαναμπαίνει σε ρυθμούς εκλογών. Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ εκτιμά ότι η κυβέρνηση Τζαννετάκη προώθησε τις δεσμεύσεις της σε ό,τι αφορούσε στην κάθαρση, καθώς και ότι τα νομοθετικά μέτρα που πήρε προώθησαν τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων. Οι εκλογές διεξάγονται στις 5 Νοέμβρη του 1989, αλλά και πάλι δεν προκύπτει αυτοδυναμία. Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ συζητά τις τρέχουσες εξελίξεις και την πορεία των διερευνητικών εντολών για το σχηματισμό κυβέρνησης. Δηλώνει πως στηρίζει την πρόταση του ΣΥΝ για συγκρότηση κυβέρνησης κοινής αποδοχής.
Πράγματι, περί τα τέλη του Νοέμβρη, συγκροτείται κυβέρνηση με τη συμμετοχή και των τριών πολιτικών δυνάμεων, ΣΥΝ, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, για την αποφυγή μιας νέας απανωτής εκλογικής μάχης, με πρωθυπουργό τον Ξ. Ζολώτα.
Γενάρης 1990. Η κυβέρνηση Ζολώτα δεν έχει δώσει δείγματα γραφής σε ό,τι αφορά στην προώθηση των δεσμεύσεών της. Η χώρα ετοιμάζεται για τη νέα εκλογική αναμέτρηση, στις 8 Απρίλη, από την οποία αναδεικνύεται στην κυβέρνηση η ΝΔ.
Μπροστά στο 13ο Συνέδριο
Το ΚΚΕ, παράλληλα, μπαίνει στην τροχιά του 13ου Συνεδρίου του, στο φόντο των ανατροπών, που έχουν ήδη συντελεστεί σε χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, οι οποίες επέδρασαν, σύμφωνα με την εκτίμηση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, και στο εκλογικό αποτέλεσμα, μια και «ενίσχυσαν την προπαγάνδα των συντηρητικών δυνάμεων, προκάλεσαν συγχύσεις και απογοητεύσεις στις γραμμές μας, εντείνανε τα φαινόμενα αμφισβήτησης της Αριστεράς από μέρος της εκλογικής της επιρροής, ενώ μείωσαν τον ενθουσιασμό των μελών και οπαδών του Κόμματος».
Οι ανατροπές, όμως, επέδρασαν και στο ίδιο το Κόμμα, ενισχύοντας οπορτουνιστικές αντιλήψεις που προϋπήρχαν, οι οποίες αρχίζουν να εκδηλώνονται πιο έντονα από τις αρχές του '90, καθόλη την πορεία προς το 13ο Συνέδριο, αλλά και μετά, δουλεύοντας σταθερά στην κατεύθυνση διάλυσης του Κόμματος, διάχυσής του μέσα στο Συνασπισμό και τη μετατροπή αυτού σε Κόμμα. Παράλληλα, το ίδιο διάστημα παρουσιάζονται τα πρώτα προβλήματα εντός του Συνασπισμού και καταγράφονται οι πρώτες διαφωνίες σε ζητήματα τακτικής και στρατηγικής.
Η κρίση φαίνεται πιο καθαρά τον Ιούνη του 1990 (16, 17, 18/6), οπότε και συνήλθε η πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ για να συζητήσει το προσχέδιο Θέσεων για το 13ο Συνέδριο του Κόμματος. Η πλειοψηφία του ΠΓ και η πλειοψηφία της ΚΕ εκφράζουν τη διαφωνία τους σε βασικά ζητήματα των Θέσεων, όπως τα έχει επεξεργαστεί η αρμόδια Επιτροπή. Κι αυτό παρότι είχε προηγηθεί και «σύνθεση» απόψεων. Ενδεικτικό της κατάστασης είναι το γεγονός ότι στις 2 Ιούλη συνέρχεται εκ νέου η ΚΕ και αναθέτει στο ΠΓ πλέον να διαμορφώσει το τελικό σχέδιο Θέσεων.
Η προσυνεδριακή διαδικασία αρχίζει και συνεχίζεται σε κλίμα πόλωσης και οξύτατης εσωκομματικής διαπάλης από μερίδα στελεχών, που αρνούνται καθαρά πια το χαρακτήρα του ΚΚΕ ως επαναστατικού κόμματος, πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, αρνούνται την ταξική πάλη και την προοπτική του σοσιαλισμού και διεξάγουν οξύτατη φραξιονιστική πάλη μέσα στο Κόμμα.
Σ' αυτές τις συνθήκες, συνήλθε το 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ, στην Αθήνα, από τις 19 έως τις 24 Φλεβάρη 1991. Η διαπάλη με την οπορτουνιστική τάση, που επιδίωκε τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση ή και τη διάλυση του Κόμματος, δεν έληξε μέσα στο συνέδριο, αν και αντιπαρατέθηκαν θεωρητικά, ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα. Παρ' όλα αυτά, η πλειοψηφία πάλεψε για τη διατήρηση του ΚΚΕ, για τον επαναστατικό του χαρακτήρα και το ρόλο του ως οργανωμένης συνειδητής πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης.
Οι ανατροπές στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες δε σηματοδότησαν μόνο τη ραγδαία χειροτέρευση του επιπέδου ζωής, ως συνάρτηση του επιπέδου κατακτήσεων, των εργαζομένων της χώρας. Αλλά ενδυνάμωσαν οπορτουνιστικές τάσεις στα Κομμουνιστικά Κόμματα και στο ΚΚΕ, που οδηγήθηκε στην κόψη του ξυραφιού, στη δίνη μιας κρίσης, η οποία παραλίγο θα κόστιζε την ίδια τη φυσιογνωμία του ως επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης, βασισμένου στις αρχές, στην κοσμοθεωρία του μαρξισμού - λενινισμού και, κατά συνέπεια, την ίδια την ύπαρξή του.
Εχει, όμως, αξία να σκύψουμε στο χρονικό των εξελίξεων εκείνης της περιόδου, οριοθετώντας την από το 12ο έως το 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ.
Πίσω στο 1987, έπειτα από εφτά περίπου χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, εφτά χρόνια δημαγωγίας και καπηλείας των αντιιμπεριαλιστικών συνθημάτων, η πραγματική του φύση έχει ήδη ξεσκεπαστεί. Η πολιτική του κινείται σταθερά σε συντηρητική κατεύθυνση, προσαρμόζοντας την κοινωνικοοικονομική ζωή στις απαιτήσεις του μεγάλου κεφαλαίου, οξύνοντας τα λαϊκά προβλήματα, δημιουργώντας όλες τις προϋποθέσεις για να εμφανιστούν, πλάι στα παλιά, και «νέα τζάκια», που διεκδικούν μερίδιο από την «πίτα» που δημιουργείται.
Ο «κιτρινισμός», η διαφθορά, τα σκάνδαλα ταλαιπωρούν την πολιτική ζωή του τόπου, ενώ η αρρώστια του Α. Παπανδρέου θα γίνει αφορμή να πέσει «λάδι στη φωτιά».
Μπροστά σε νέες επεξεργασίες
Το 1987, στο διάστημα από 12 έως 16 του Μάη, το ΚΚΕ πραγματοποιεί το 12ο Συνέδριό του, απ' το βήμα του οποίου εκτιμά: «Βαθύτερη προσαρμογή στην ΕΟΚ και στο σύστημα του ιμπεριαλισμού, ενίσχυση της μονοπωλιακής συγκέντρωσης και διεθνοποίησης του κεφαλαίου, επιθέσεις ενάντια στις κατακτήσεις των εργαζομένων, βίαιη προσαρμογή της οικονομίας στις κατευθύνσεις της ΕΟΚ και στις δυνάμεις του άνισου καπιταλιστικού ανταγωνισμού, νέες εξαρτήσεις και μορφές εκμετάλλευσης, ακόμα πιο μαζική ανεργία, μεγαλύτερο στράγγισμα της δημοκρατίας, περιορισμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων».
Θα επιβεβαιωθεί πανηγυρικά από την ίδια τη ζωή.
Απέναντι σ' αυτήν την κατάσταση, το Συνέδριο θα επεξεργαστεί και θα αποφασίσει την πρόταση για αλλαγή, για μια νέου τύπου ανάπτυξη, με κατεύθυνση το σοσιαλισμό. Θα εκτιμήσει ότι η επίτευξη του στόχου περνά μέσα από τη συγκρότηση ενός κοινωνικοπολιτικού συνασπισμού. Το εγχείρημα πρωτόγνωρο, εξαρχής επισημαίνονται οι δυσκολίες και η ανάγκη να δοθεί βάρος στην «ανάπτυξη ενός τέτοιου μαζικού λαϊκού κινήματος, που θα είναι ικανό να αχρηστεύει τις υπονομευτικές ενέργειες των αντιπάλων και να υπερασπίζεται τη δημοκρατικά εκφρασμένη θέληση της πλειοψηφίας του λαού».
Η ΚΕ εκτιμά ότι η αλλαγή «δεν αποτελεί μια νομοτέλεια για το πέρασμα στην επαναστατική διαδικασία μετάβασης στο σοσιαλισμό», αλλά, ωστόσο, «πηγάζει από πραγματικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, αποτελεί ριζοσπαστική λύση στα εκρηκτικά προβλήματα του λαού, προσφέρει την εναλλακτική λύση ενάντια στο δικομματισμό, διευκολύνει την παραπέρα συσπείρωση των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, της ίδιας της αλλαγής και του σοσιαλισμού. Ταυτόχρονα, μπορεί να αποτελέσει το πέρασμα στην ενιαία επαναστατική διαδικασία μετάβασης στο σοσιαλισμό. Η κατεύθυνσή της είναι αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή».
Το Συνέδριο ξεκαθαρίζει ότι δεν προκαθορίζει την έκταση και τη σύνθεση του συνασπισμού. Επιδιώκει σχέσεις με όλες τις δυνάμεις, βασισμένες στην ισοτιμία, στο σεβασμό της αυτοτέλειάς τους, στην αναγνώριση της διαφορετικότητάς τους, στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, ενάντια σε κάθε πνεύμα ηγεμονισμού ή παραγνώρισης της επιρροής κάθε ξεχωριστής δύναμης. Υπογραμμίζει ακόμη ότι είναι στρατηγικής σημασίας η συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά, τα μικρομεσαία στρώματα, τη διανόηση, τη νεολαία κ.ά. Και τονίζει πως η ενότητα της εργατικής τάξης αποτελεί τη βάση για την προώθηση της κοινωνικής συμμαχίας. Ταυτόχρονα, το Συνέδριο εκτιμά ότι συντελούνται νέες ποιοτικές αλλαγές στην κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα και αποφασίζει το επόμενο, 13ο, Συνέδριό του να είναι Προγραμματικό.
Πρωτοβουλίες για το συνασπισμό
Το Μάη του 1988, το ΚΚΕ δίνει στη δημοσιότητα τις κατευθύνσεις - πλαίσιο για μια πολιτική συμφωνία των δυνάμεων της Αριστεράς και της προόδου, στη βάση του σχεδιασμού της ανάπτυξης με νέα κριτήρια, ενός προγράμματος ριζοσπαστικών δημοκρατικών αλλαγών και εξυγίανσης της πολιτικής, οικονομικής, δημόσιας ζωής, μιας ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής, στην κατεύθυνση της παγκόσμιας ύφεσης και συνεργασίας. Για μια νέα κοινωνική πολιτική για την Εκπαίδευση, την Υγεία, την Κοινωνική Ασφάλιση κ.ά. Ακόμα προτείνει η πολιτική συμφωνία να ριζώνει στο λαϊκό κίνημα και στα επιμέρους μέτωπα πάλης. Επαναφέρει το πλαίσιο των σχέσεων ανάμεσα στις συνεργαζόμενες δυνάμεις και προτείνει δημιουργία επιτροπής πολιτικής συνεργασίας και διαλόγου.
Ακολουθούν διαδοχικές συναντήσεις με άλλες δυνάμεις και το Δεκέμβρη του 1988 η Ολομέλεια της ΚΕ εκτιμά ότι «η ανάγκη του συνασπισμού έγινε υπόθεση του ίδιου του κόσμου της Αριστεράς».
Προάγγελος του Συνασπισμού ήταν το κοινό πόρισμα ΚΚΕ - ΕΑΡ, το Δεκέμβρη του 1988, όπου είναι εμφανείς οι υποχωρήσεις του ΚΚΕ από πάγιες θέσεις του (π.χ. για την ΕΟΚ). Την ίδια χρονική περίοδο, στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, έχει ήδη αρχίσει να γράφεται η αρχή του τέλους. Σταθερά υποσκάπτεται και το σοσιαλιστικό οικοδόμημα στη Σοβιετική Ένωση, όπου βρίσκονται σε εξέλιξη τα «μεταρρυθμιστικά» σχέδια του Γκορμπατσόφ και των δυνάμεων της αντεπανάστασης.
Τη δημοσιοποίηση του κοινού πορίσματος ακολουθούν τους πρώτους μήνες του 1989 κοινές συγκεντρώσεις, ανά την Ελλάδα, ΚΚΕ και ΕΑΡ, που διοργανώνονται από επιτροπές πρωτοβουλίας για το Συνασπισμό της Αριστεράς. Στις 3 Φλεβάρη του 1989, πραγματοποιείται κοινή σύσκεψη αντιπροσωπειών των κομμάτων ΚΚΕ, ΕΑΡ, ΕΔΑ, ΕΣΠΕ, ΑΚΕ, με τη συμμετοχή και των Στ. Γιώτα, Μ. Δρεττάκη, Στ. Νέστωρ και Ν. Κωνσταντόπουλου. Εκεί αποφασίστηκε η έκδοση πολιτικής δήλωσης, που προσδιορίζει την ταυτότητα του Συνασπισμού και τους στόχους του, καθώς και η συγκρότηση επταμελούς προσωρινής επιτροπής, που θα συντονίζει το έργο του και θα εποπτεύει την εκπόνηση του κοινού προγράμματος.
Το σκάνδαλο Κοσκωτά και η προκήρυξη εκλογών
Στις 7/3/1989, το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ παρεμβαίνει στις εξελίξεις που σημειώνονται με τις αποκαλύψεις για ανάμειξη κυβερνητικών παραγόντων στο σκάνδαλο Κοσκωτά, κάνοντας λόγο για βαθιά πολιτική κρίση που εγκυμονεί κινδύνους για το λαό και τη χώρα. Καλεί τον πρωθυπουργό να αποχωρήσει, διευκολύνοντας την ομαλή διέξοδο από την κρίση και το σχηματισμό νέας κυβέρνησης. Καλεί ακόμη το λαό να πάρει τη δημοκρατική λύση στα χέρια του, συμβάλλοντας αγωνιστικά στην κάθαρση και τη δημοκρατική διέξοδο από την κρίση.
Στις 7 Απρίλη του 1989, σε συνάντηση εκπροσώπων των κομμάτων και των προσωπικοτήτων του ΣΥΝ, αποφασίζεται η συγκρότηση των κεντρικών του οργάνων, δηλαδή 28μελούς Πολιτικής Επιτροπής και 8μελούς Γραμματείας. Πρόεδρος αναδεικνύεται ο Χ. Φλωράκης. Γραμματέας ο Λ. Κύρκος.
Τη Γραμματεία απαρτίζουν οι Ανδρουλάκης, Γιάνναρος, Γιώτας, Δρεττάκης, Καραγκουλές, Λεντάκης, Νέστωρ και Πιτσιόρλας.
Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αναγκάζεται να προκηρύξει εκλογές στις 18 Ιούνη του 1989, στις οποίες το ΚΚΕ μετέχει μέσα από το Συνασπισμό. Κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα δεν αποσπά την αυτοδυναμία. Όμως, ο σχηματισμός κυβέρνησης επιβάλλεται από το αίτημα για κάθαρση και από τον κίνδυνο παραγραφής των αδικημάτων όσων εμπλέκονταν στο σκάνδαλο «Κοσκωτά». Το ΚΚΕ κρίνει ως επείγουσα τη σημασία της κάθαρσης, της μη παραγραφής και της δημοκρατικής διεξόδου.
Η Ολομέλεια της ΚΕ, εκφράζει την υποστήριξή της στην πρόταση της Γραμματείας του Συνασπισμού για το σχηματισμό κυβέρνησης ευρύτατης δυνατής αποδοχής, η οποία θα αναλάβει να προωθήσει τη διαδικασία της κάθαρσης και να οδηγήσει τη χώρα σε αδιάβλητες εκλογές. Παράλληλα, απορρίπτεται η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για κυβέρνηση του ιδίου και του Συνασπισμού. Στα πλαίσια αυτά, προκύπτει η κυβέρνηση Τζαννετάκη. Το ΠΑΣΟΚ αρνείται τη συμμετοχή. Στη Βουλή, με δημόσια δήλωσή του και χωρίς καμιά ενημέρωση -συνεννόηση με το Κόμμα, ο Κ. Κάππος δηλώνει δημόσια τη διαφωνία του. Ηταν η αρχή της αποχώρησης και αντιπαράθεσής του με το Κόμμα.
Στις 11 Ιούλη του 1989, η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ κάνει δεκτό το αίτημα του Χ. Φλωράκη να αντικατασταθεί στη θέση του Γενικού Γραμματέα. Η ΚΕ αποφασίζει την αντικατάστασή του από τον Γ. Φαράκο στη θέση του Γ. Γραμματέα και ταυτόχρονα την ανάδειξή του Χ. Φλωράκη στη θέση του Προέδρου του Κόμματος.
Τα πρώτα διασπαστικά μηνύματα
Τον Αύγουστο του '89, σημειώνεται η πρώτη - περιορισμένη για το ΚΚΕ, τεράστια για την ΚΝΕ - διάσπαση, με την παραίτηση από την ΚΕ των Ν. Κοτζιά και Κ. Μπατίκα. Η ΚΝΕ δέχεται μεγάλο πλήγμα και το Σεπτέμβρη του 1989 το ΠΓ του Κόμματος συζητά για την κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει η Οργάνωση. Το ΠΓ καταγγέλλει τη στάση μελών του ΚΣ της ΚΝΕ, τα οποία, με επικεφαλής τον τότε Γραμματέα της ΚΝΕ και μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ Γ. Γράψα, περνούν σε ανοιχτή αντιπαράθεση με το Κόμμα και εξουσιοδοτεί την ΚΕ να προβεί σε άμεση λύση του προβλήματος.
Η ΚΕ, λίγες μέρες μετά, αποφασίζει έκτακτο συνέδριο της Οργάνωσης και ορίζει προσυνεδριακή επιτροπή με υπεύθυνο τον Σήφη Κωτσαντή, η οποία αναλαμβάνει την καθοδήγηση της Οργάνωσης. Τότε αποχωρούν από την ΚΕ 15 μέλη της, συμπαρασύροντας μεγάλο μέρος του δυναμικού της ΚΝΕ.
Τον Οκτώβρη του 1989, η χώρα ξαναμπαίνει σε ρυθμούς εκλογών. Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ εκτιμά ότι η κυβέρνηση Τζαννετάκη προώθησε τις δεσμεύσεις της σε ό,τι αφορούσε στην κάθαρση, καθώς και ότι τα νομοθετικά μέτρα που πήρε προώθησαν τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων. Οι εκλογές διεξάγονται στις 5 Νοέμβρη του 1989, αλλά και πάλι δεν προκύπτει αυτοδυναμία. Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ συζητά τις τρέχουσες εξελίξεις και την πορεία των διερευνητικών εντολών για το σχηματισμό κυβέρνησης. Δηλώνει πως στηρίζει την πρόταση του ΣΥΝ για συγκρότηση κυβέρνησης κοινής αποδοχής.
Πράγματι, περί τα τέλη του Νοέμβρη, συγκροτείται κυβέρνηση με τη συμμετοχή και των τριών πολιτικών δυνάμεων, ΣΥΝ, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, για την αποφυγή μιας νέας απανωτής εκλογικής μάχης, με πρωθυπουργό τον Ξ. Ζολώτα.
Γενάρης 1990. Η κυβέρνηση Ζολώτα δεν έχει δώσει δείγματα γραφής σε ό,τι αφορά στην προώθηση των δεσμεύσεών της. Η χώρα ετοιμάζεται για τη νέα εκλογική αναμέτρηση, στις 8 Απρίλη, από την οποία αναδεικνύεται στην κυβέρνηση η ΝΔ.
Μπροστά στο 13ο Συνέδριο
Το ΚΚΕ, παράλληλα, μπαίνει στην τροχιά του 13ου Συνεδρίου του, στο φόντο των ανατροπών, που έχουν ήδη συντελεστεί σε χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, οι οποίες επέδρασαν, σύμφωνα με την εκτίμηση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, και στο εκλογικό αποτέλεσμα, μια και «ενίσχυσαν την προπαγάνδα των συντηρητικών δυνάμεων, προκάλεσαν συγχύσεις και απογοητεύσεις στις γραμμές μας, εντείνανε τα φαινόμενα αμφισβήτησης της Αριστεράς από μέρος της εκλογικής της επιρροής, ενώ μείωσαν τον ενθουσιασμό των μελών και οπαδών του Κόμματος».
Οι ανατροπές, όμως, επέδρασαν και στο ίδιο το Κόμμα, ενισχύοντας οπορτουνιστικές αντιλήψεις που προϋπήρχαν, οι οποίες αρχίζουν να εκδηλώνονται πιο έντονα από τις αρχές του '90, καθόλη την πορεία προς το 13ο Συνέδριο, αλλά και μετά, δουλεύοντας σταθερά στην κατεύθυνση διάλυσης του Κόμματος, διάχυσής του μέσα στο Συνασπισμό και τη μετατροπή αυτού σε Κόμμα. Παράλληλα, το ίδιο διάστημα παρουσιάζονται τα πρώτα προβλήματα εντός του Συνασπισμού και καταγράφονται οι πρώτες διαφωνίες σε ζητήματα τακτικής και στρατηγικής.
Η κρίση φαίνεται πιο καθαρά τον Ιούνη του 1990 (16, 17, 18/6), οπότε και συνήλθε η πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ για να συζητήσει το προσχέδιο Θέσεων για το 13ο Συνέδριο του Κόμματος. Η πλειοψηφία του ΠΓ και η πλειοψηφία της ΚΕ εκφράζουν τη διαφωνία τους σε βασικά ζητήματα των Θέσεων, όπως τα έχει επεξεργαστεί η αρμόδια Επιτροπή. Κι αυτό παρότι είχε προηγηθεί και «σύνθεση» απόψεων. Ενδεικτικό της κατάστασης είναι το γεγονός ότι στις 2 Ιούλη συνέρχεται εκ νέου η ΚΕ και αναθέτει στο ΠΓ πλέον να διαμορφώσει το τελικό σχέδιο Θέσεων.
Η προσυνεδριακή διαδικασία αρχίζει και συνεχίζεται σε κλίμα πόλωσης και οξύτατης εσωκομματικής διαπάλης από μερίδα στελεχών, που αρνούνται καθαρά πια το χαρακτήρα του ΚΚΕ ως επαναστατικού κόμματος, πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, αρνούνται την ταξική πάλη και την προοπτική του σοσιαλισμού και διεξάγουν οξύτατη φραξιονιστική πάλη μέσα στο Κόμμα.
Σ' αυτές τις συνθήκες, συνήλθε το 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ, στην Αθήνα, από τις 19 έως τις 24 Φλεβάρη 1991. Η διαπάλη με την οπορτουνιστική τάση, που επιδίωκε τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση ή και τη διάλυση του Κόμματος, δεν έληξε μέσα στο συνέδριο, αν και αντιπαρατέθηκαν θεωρητικά, ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα. Παρ' όλα αυτά, η πλειοψηφία πάλεψε για τη διατήρηση του ΚΚΕ, για τον επαναστατικό του χαρακτήρα και το ρόλο του ως οργανωμένης συνειδητής πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης.
Το Κόμμα προετοιμάζεται για το 13ο Συνέδριό του
Είναι γεγονός ότι το δίχρονο 1989 -1990 διαδραματίστηκαν γεγονότα και εξελίξεις σαν χιονοστιβάδα, με κυρίαρχα αυτά των ανατροπών των σοσιαλιστικών καθεστώτων. Οι συγκεκριμένες εξελίξεις, κάτω και από την προπαγανδιστική επίδραση των εννοιών «περεστρόικα» και «γκλάσνοστ», (ανασυγκρότηση και διαφάνεια), που ως συνθηματικές καθιερώθηκαν από την τότε κομματική και κρατική ηγεσία της ΕΣΣΔ, για να προσδιορίσουν την πολιτική του ΚΚΕ τα τελευταία πέντε χρόνια.
Πολιτική που επιδίωκε την ανανέωση του σοσιαλισμού, και χαρακτηρίζονταν ως «επανάσταση μέσα στην επανάσταση», ως δύναμη ώθησης από τη «στασιμότητα», ως «πνοή ανέμου δημοκρατίας» στο σοσιαλισμό και πολλά άλλα τότε εύηχα συνθήματα. Ολ' αυτά θεωρούνταν ως «επαναστατική ανανέωση του σοσιαλισμού». Και, βεβαίως, στο επίπεδο της οικονομίας άρχισαν να εμφανίζονται καπιταλιστικές σχέσεις, (νόμος για την πούληση της γης και τη δημιουργία φάρμερς, δηλαδή ιδιοκτητών κατά τα πρότυπα των ΗΠΑ, στο όνομα της αύξησης της αγροτικής παραγωγής), ενώ στο εποικοδόμημα, το σοβιετικό σύστημα μετατρεπόταν σε «προεδρικό» και καταργούνταν από το Σύνταγμα ο καθοδηγητικός ρόλος του ΚΚΣΕ, (στην πράξη ουσιαστικά είχε καταργηθεί, από την ίδια την ηγεσία του). Σε πολλές σοσιαλιστικές χώρες είχαν αρχίσει οι διαδηλώσεις από αντισοσιαλιστικά στοιχεία, οι οποίες και πιστοποιούσαν τον «άνεμο της δημοκρατίας», εμφανίστηκαν διάφορα πολιτικά κόμματα, ενώ τα κομμουνιστικά κόμματα αυτομεταρρυθμίζονταν προς τη σοσιαλδημοκρατία. Στην ουσία, κάτω από το σύνθημα για περισσότερη δημοκρατία, ελευθερία και διαφάνεια, προωθούνταν η καπιταλιστική παλινόρθωση.
Οι επιδράσεις των εξελίξεων στις σοσιαλιστικές χώρες
Η ΚΕ του ΚΚΕ το Γενάρη του 1990, κάτω από την επίδραση αυτών των γεγονότων εκτιμά:
«Σε τελευταία ανάλυση, οι εξελίξεις αυτές, που εμφανίζονται με ποικιλία μορφών σε κάθε χώρα, εκφράζουν την ανοιχτή, οξεία κρίση ενός συγκεκριμένου τύπου ανάπτυξης και των κοινωνιών αυτών, την ανατροπή των διοικητικών, γραφειοκρατικών τους γνωρισμάτων και το άνοιγμα, μέσα από συγκρούσεις, του δρόμου για μια δημοκρατική αναγέννηση του σοσιαλισμού και το πέρασμά του σ' ένα νέο, ανώτερο στάδιο, που ανταποκρίνεται στην ανθρώπινή του ουσία».
Το ότι υπήρχαν προβλήματα στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού και μάλιστα οξυμένα αυτό ήταν γεγονός. Αλλά, εδώ φαίνεται όχι μόνο η επίδραση των γεγονότων και η ερμηνεία τους σύμφωνα με την ερμηνεία που έδιναν τότε τα κομμουνιστικά κόμματα αυτών των χωρών, αλλά και η αδύνατη θεωρητική προσέγγιση και μελέτη τους, γεγονός που εκτίμησε και το 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ , αλλά και όλη η μετέπειτα θεωρητικά δουλιά μελέτης από το Κόμμα, που εκφράστηκε με την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη με τους προβληματισμούς για τους παράγοντες που καθόρισαν τις ανατροπές. Η βασική εκτίμηση ότι φορείς της αντεπανάστασης ήταν οι κομματικές και κρατικές ηγεσίες, με όχημα την πολιτική της «περεστρόικα και της γκλάσνοστ», απαντά πραγματικά ολοκληρωμένα στο κύριο αυτών των εξελίξεων.
Βεβαίως, η ΚΕ του ΚΚΕ , στην ίδια ολομέλεια του Γενάρη του 1990, κάνει και την εκτίμηση:
«Σε ορισμένες σοσιαλιστικές χώρες γίνεται όχι απλώς μια αποκατάσταση πιο ανοιχτής πολιτικής ζωής, αλλά κι ανάπτυξη μιας οξύτατης πολιτικής διαπάλης για την εξουσία και τον προσανατολισμό της κοινωνίας... Το πρόβλημα προς τα πού θα εξελιχτεί τελικά η κατάσταση δεν είναι εκ των προτέρων λυμένο».
Εδώ εκτιμιέται ότι γίνεται διαπάλη ανάμεσα στη διατήρηση του σοσιαλισμού καπιταλισμού και στην καπιταλιστική παλινόρθωση. Αλλά, σχετικά με την πολιτική της «Περεστρόικα» διαπιστώνεται ότι «η πιο ολοκληρωμένη σοσιαλιστική μεταρρύθμιση άρχισε στη Σοβιετική Ενωση με πρωτοβουλία του ΚΚΣΕ».
Και σε άλλο σημείο, η ολομέλεια σημειώνει: «Το ΚΚΕ πρέπει... να απαντήσει στις θεωρίες που εμφανίζουν τις σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις ως σύγκλιση με τον καπιταλισμό...».
Η ζωή και η μετέπειτα θεωρητική μελέτη, απέδειξε ότι οι μεταρρυθμίσεις άνοιξαν το δρόμο στην καπιταλιστική παλινόρθωση.
Το προσχέδιο θέσεων για το Συνέδριο
Με δεδομένη αυτή την εξελισσόμενη πραγματικότητα το ΚΚΕ προετοιμάζεται για το 13ο Συνέδριό του.
Η επίδραση, όμως, αυτών των γεγονότων γίνεται φανερή, όχι μόνο από την κρίση του 1989 και τη διάσπαση της ΚΝΕ, αλλά και στις εκλογοαπολογιστικές διαδικασίες στο Κόμμα αρχές του 1990. Το 14ο Συνέδριο κάνει τη διαπίστωση ότι τότε «εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα κρίσης». (Ντοκουμέντα, σελ.154).
Το 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ , σύμφωνα με την απόφαση του 12ου Συνεδρίου έπρεπε να προχωρήσει στην αλλαγή του Προγράμματος του ΚΚΕ , με δεδομένες τις εκτιμήσεις του Συνεδρίου για εξελίξεις στην κοινωνικοοικονομική και πολιτική πραγματικότητα στη χώρα και διεθνώς, οι οποίες απαιτούσαν προγραμματικές αλλαγές.
Ετσι τον Ιούνη του 1990, συγκαλείται η ευρεία ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ , με συμμετοχή στελεχών των Επιτροπών Πόλεων και Περιοχών, μελών των Τμημάτων της ΚΕ, άλλων στελεχών του Κόμματος, για να συζητήσει το Προσχέδιο Θέσεων για το 13ο Συνέδριο. Το Προσχέδιο, βεβαίως, δημοσιεύτηκε ολόκληρο στο «Ριζοσπάστη» την ίδια μέρα που συνήλθε η Ολομέλεια, αλλά είχε διαρρεύσει στον αστικό Τύπο, από τα στελέχη που επιδίωκαν την αλλαγή του χαρακτήρα του ΚΚΕ .
Ετσι, ο Τύπος της ίδιας μέρας ασχολήθηκε με την Ευρεία Ολομέλεια, κάνοντας λόγο για διαφωνίες, σκληρές κόντρες στο ΚΚΕ , ανάμεσα σε «συντηρητικούς» και «ανανεωτικούς», προσφιλείς χαρακτηρισμοί και αυτών των στελεχών που έκφραζαν τις οπορτουνιστικές απόψεις στο Κόμμα, οι οποίοι βεβαίως αυτοαποκαλούνταν «ανανεωτικοί».
Το Προσχέδιο Θέσεων, ουσιαστικά ήταν προγραμματικό κείμενο, και ταυτόχρονα πρότεινε μια σειρά θεμελιακές αλλαγές στο καταστατικό, των οποίων το ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο και η θεωρητική τους βάση είχαν ως πηγή τη σοσιαλδημοκρατία. 'Ενα, επίσης, χαρακτηριστικό του ήταν ότι για πρώτη φορά σε κείμενο του Κόμματος εμφανίζονται, σε ζητήματα που υπήρχαν διαφορετικές προσεγγίσεις, δυο απόψεις σε τρία καίριας σημασίας ζητήματα.
Το ένα, είχε σχέση με τη διατύπωση και την ουσία της επιστημονικής κοσμοθεωρίας, ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΤΑ ΣΤΕΛΕΧΗ ΤΗΣ αντικομματικής ομάδας θεωρούσαν τον Μαρξισμό - Λενινισμό «σχηματική αναφορά», ΚΑΙ «κλειστό κωδικοποιημένο σύστημα αντιλήψεων που στραγγίζει τη ζωντάνια της μαρξιστικής και λενινιστικής σκέψης» ΚΑΙ ΟΤΙ «η αναφορά αυτή, (σ.σ. στον Μαρξισμό - Λενινισμό), δυσκολεύει να γίνει αντιληπτό στο Κόμμα το βάθος της ανάπτυξης και ανανέωσης των θεωρητικών του βάσεων.
Δηλαδή, ΕΛΕΓΑΝ ΟΤΙ Η ΙΔΙΑ, Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑ, ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΝΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΕΙ ΣΤΙΣ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ.
Ετσι, πρότειναν την εξής διατύπωση: «Θεμελιακή βάση της ιδεολογίας του Κόμματος είναι οι ιδέες των Μαρξ - Ενγκελς και Λένιν, που αποτελούν τη μόνιμη πηγή ανάπτυξης του διαλεχτικού και του ιστορικού υλισμού, ανανέωσης της θεωρίας του και άντλησης πολύτιμων μεθοδολογικών εργαλείων ανάλυσης».
ΑΥΤΟ ΣΗΜΑΙΝΕ, ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ, ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ. Η ''ΣΚΕΨΗ'' ΔΕ ΛΕΕΙ ΤΙΠΟΤΑ.
Ταυτόχρονα, στο Προσχέδιο ήταν διατυπωμένη ως δεύτερη, η σωστή άποψη:
«Το ΚΚΕ βασίζεται στη μαρξιστική - λενινιστική θεωρία, Η ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΟΓΜΑ, ΑΛΛΑ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ ΓΙΑ ΔΡΑΣΗ».
Σε σχέση με τη θεμελιακή αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, υπήρχε διατυπωμένη η άποψη που έλεγε ότι «ο όρος δημοκρατικός συγκεντρωτισμός δεν είναι ο πιο κατάλληλος να εκφράσει σήμερα τη βασική οργανωτική μας αντίληψη, την αναγκαία δημοκρατική ενότητα δράσης και τη διαλεχτική αποτελεσματικότητας και δημοκρατίας».
Ετσι πρότειναν την κατάργηση της θεμελιακής λενινιστικής αρχής λειτουργίας και δράσης του επαναστατικού Κόμματος Νέου Τύπου, αφού επιδίωκαν την αλλαγή του χαρακτήρα του ΚΚΕ .
Ταυτόχρονα, ως δεύτερη, σωστή άποψη ήταν διατυπωμένη η εξής: «Ο όρος δημοκρατικός συγκεντρωτισμός πρέπει να διατηρηθεί, γιατί εκφράζει με ακρίβεια τη θεμελιακή οργανωτική αρχή του Κόμματος».
Επίσης, σχετικά με τον «Προλεταριακό Διεθνισμό», το προσχέδιο διατύπωνε την άποψη της αλλαγής του όρου, γιατί υπήρξε «τυποποίηση του περιεχομένου του προλεταριακού διεθνισμού», και «ταύτιση των ιδεών και των αξιών του σοσιαλισμού με τον "υπαρκτό σοσιαλισμό"».
Ουσιαστικά, υπάρχει εδώ άρνηση του διεθνισμού σε συνδυασμό με την άρνηση του σοσιαλισμού, αφού εμμέσως θεωρείται ότι ο σοσιαλισμός που οικοδομούνταν τον 20ό αιώνα δεν ήταν σοσιαλισμός. Βεβαίως, διατύπωνε ως δεύτερη τη σωστή άποψη: «Ο διεθνισμός των Κομμουνιστικών Κομμάτων στις σύγχρονες συνθήκες συμπυκνώνεται στο όρο του Προλεταριακού διεθνισμού».
Ορισμένα στρατηγικά ζητήματα
Το Προσχέδιο, έκανε μια σειρά οπορτουνιστικές προσεγγίσεις στη σύγχρονη πραγματικότητα σοσιαλδημοκρατικής υφής όπως: «Ο σοσιαλισμός δεν πρέπει να κατανοείται ως μοντέλο, αλλά ως κοινωνικοί μετασχηματισμοί σε εθνική και διεθνή κλίμακα...».
Δηλαδή, εμμέσως, θέτει ζήτημα αδυναμίας σοσιαλισμού σε μια χώρα.
Επίσης, ενώ διατυπώνει το ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας, μιλά για «προώθηση μεταρρυθμίσεων» και μάλιστα ως εξής:
«Προϋπόθεση για να έχουν πραγματικά δομικό χαρακτήρα οι μεταρρυθμίσεις αυτές και συνεπώς να οδηγούν σε ποιοτικούς μετασχηματισμούς, και σε μεταβολές επαναστατικού χαρακτήρα, είναι η επέκτασή τους στο σύνολο των πολιτικών οικονομικών και κοινωνικών δομών, ώστε να μην απορροφώνται στο υπάρχον σύστημα».
Πώς, αφού υπάρχει κατάκτηση της εξουσίας οι μεταρρυθμίσεις μπορούν να απορροφηθούν στο υπάρχον σύστημα, δηλαδή στον καπιταλισμό;
Αρα, εμμέσως πλην σαφώς, διατυπώνεται η άποψη ότι το πέρασμα στο σοσιαλισμό θα γίνεται με μεταρρυθμίσεις, ακυρώνοντας στην πράξη το ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας, ως προϋπόθεσης για το πέρασμα στο σοσιαλισμό.
Αυτό, άλλωστε, φαίνεται και από την άρνηση της δικτατορίας του προλεταριάτου, αφού το προσχέδιο διατύπωνε την άποψη ότι «ο ιστορικός - θεωρητικός όρος της δικτατορίας του προλεταριάτου... δεν μπορεί να εκφράσει τους στόχους και τις αξίες του Κόμματος για το σοσιαλισμό», σε συνδυασμό με την αταξική ή, πιο σωστά, αστική αντίληψη ότι «το ΚΚΕ θεωρεί οικουμενική την αξία της δημοκρατίας». Δηλαδή, θεωρούσε ότι δεν υπάρχει η αστική δημοκρατία και η προλεταριακή δημοκρατία, αλλά η δημοκρατία γενικά.
Σχετικά με την ΕΟΚ, το Προσχέδιο διατύπωνε την άποψη της αλλαγής της θέσης του Κόμματος για αποδέσμευση. «Με το δυνάμωμα της αλληλεξάρτησης στην Ευρώπη, με τη συμπλήρωση της δεκαετίας σχεδόν ενσωμάτωσης της χώρας μας στην Κοινότητα, η λογική της εξόδου δεν μπορεί πια να προσφέρει στις σημερινές συνθήκες αποτελεσματικές και ρεαλιστικές λύσεις στα ζητήματα της ενεργητικής συμμετοχής στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας», διατύπωνε το προσχέδιο.
Και, μάλιστα, σε μια περίοδο που η ΕΟΚ όδευε για τη μετατροπή της σε Ευρωπαϊκή Ενωση και ενίσχυση του ιμπεριαλιστικού της χαρακτήρα.
Αυτά είναι μερικά παραδείγματα, ενδεικτικά όμως για τον προσανατολισμό των στελεχών της επιτροπής, τα οποία έκαναν την εν λόγω επεξεργασία, με την ενεργή συμμετοχή του τότε Γραμματέα της ΚΕ Γρ. Φαράκου και ορισμένων μελών του ΠΓ και της ΚΕ. Ολα δε αυτά στο όνομα της ανανέωσης του Κόμματος.
Η υπεράσπιση του Κόμματος
Κατά τη συζήτηση στην Ευρεία Ολομέλεια έγινε οξύτατη αντιπαράθεση, αφού είχαν τεθεί σε αμφισβήτηση θεμελιακές αρχές της Κοσμοθεωρίας του Μαρξισμού - Λενινισμού, τόσο στα ζητήματα στρατηγικής και ταχτικής όσο και στα ζητήματα λειτουργίας και δράσης του Κόμματος.
Η πλειοψηφία των μελών του ΠΓ και της ΚΕ, αντιτάχθηκε από σωστές θεωρητικά θέσεις στο προσχέδιο και υπερασπίστηκε το Κόμμα, τη θεωρία, την ιδεολογία του και τις αρχές του, όπως επίσης και πολλά από τα άλλα στελέχη που συμμετείχαν και πήραν το λόγο. Επίσης, η ομιλία του Προέδρου τότε του Κόμματος Χαρ. Φλωράκη, (δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη», την επομένη της λήξης των εργασιών της Ολομέλειας), είχε μεγάλη συμβολή στην υπεράσπιση του χαρακτήρα και των αρχών του Κόμματος, στην οξύτατη διαπάλη που ήδη είχε πάρει ανοιχτό χαρακτήρα, ο οποίος τάχθηκε ενάντια στο προσχέδιο.
«Κατά τη γνώμη μου το προσχέδιο αυτό εκφράζει θα 'λεγα μια άλλη φιλοσοφία. Ιδιαίτερα στα βασικά χαρακτηριστικά που χαρακτηρίζουν ένα Κομμουνιστικό Κόμμα. Η φιλοσοφία είναι, επαναλαμβάνω, διαφορετική από τα κύρια χαρακτηριστικά που πρέπει να σημαδεύουν, που πρέπει να θεμελιώνουν ένα Κομμουνιστικό Κόμμα. Και όπως καταλαβαίνετε είναι φυσικό να μη συμφωνώ με αυτή τη φιλοσοφία του προσχεδίου», είπε ανάμεσα σ' άλλα ο Χαρ. Φλωράκης.
Βεβαίως, όπως είπαμε πιο πάνω ο αστικός Τύπος, τον οποίο χρησιμοποιούσαν τα στελέχη της αντικομματικής ομάδας ενάντια στο Κόμμα, επενέβαινε ήδη στα εσωτερικά του ΚΚΕ . Το Κόμμα όδευε προς το 13ο Συνέδριο με μια ανοιχτή, πλέον, κρίση εν μέσω οξύτατης ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης.
Πολιτική που επιδίωκε την ανανέωση του σοσιαλισμού, και χαρακτηρίζονταν ως «επανάσταση μέσα στην επανάσταση», ως δύναμη ώθησης από τη «στασιμότητα», ως «πνοή ανέμου δημοκρατίας» στο σοσιαλισμό και πολλά άλλα τότε εύηχα συνθήματα. Ολ' αυτά θεωρούνταν ως «επαναστατική ανανέωση του σοσιαλισμού». Και, βεβαίως, στο επίπεδο της οικονομίας άρχισαν να εμφανίζονται καπιταλιστικές σχέσεις, (νόμος για την πούληση της γης και τη δημιουργία φάρμερς, δηλαδή ιδιοκτητών κατά τα πρότυπα των ΗΠΑ, στο όνομα της αύξησης της αγροτικής παραγωγής), ενώ στο εποικοδόμημα, το σοβιετικό σύστημα μετατρεπόταν σε «προεδρικό» και καταργούνταν από το Σύνταγμα ο καθοδηγητικός ρόλος του ΚΚΣΕ, (στην πράξη ουσιαστικά είχε καταργηθεί, από την ίδια την ηγεσία του). Σε πολλές σοσιαλιστικές χώρες είχαν αρχίσει οι διαδηλώσεις από αντισοσιαλιστικά στοιχεία, οι οποίες και πιστοποιούσαν τον «άνεμο της δημοκρατίας», εμφανίστηκαν διάφορα πολιτικά κόμματα, ενώ τα κομμουνιστικά κόμματα αυτομεταρρυθμίζονταν προς τη σοσιαλδημοκρατία. Στην ουσία, κάτω από το σύνθημα για περισσότερη δημοκρατία, ελευθερία και διαφάνεια, προωθούνταν η καπιταλιστική παλινόρθωση.
Οι επιδράσεις των εξελίξεων στις σοσιαλιστικές χώρες
Η ΚΕ του ΚΚΕ το Γενάρη του 1990, κάτω από την επίδραση αυτών των γεγονότων εκτιμά:
«Σε τελευταία ανάλυση, οι εξελίξεις αυτές, που εμφανίζονται με ποικιλία μορφών σε κάθε χώρα, εκφράζουν την ανοιχτή, οξεία κρίση ενός συγκεκριμένου τύπου ανάπτυξης και των κοινωνιών αυτών, την ανατροπή των διοικητικών, γραφειοκρατικών τους γνωρισμάτων και το άνοιγμα, μέσα από συγκρούσεις, του δρόμου για μια δημοκρατική αναγέννηση του σοσιαλισμού και το πέρασμά του σ' ένα νέο, ανώτερο στάδιο, που ανταποκρίνεται στην ανθρώπινή του ουσία».
Το ότι υπήρχαν προβλήματα στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού και μάλιστα οξυμένα αυτό ήταν γεγονός. Αλλά, εδώ φαίνεται όχι μόνο η επίδραση των γεγονότων και η ερμηνεία τους σύμφωνα με την ερμηνεία που έδιναν τότε τα κομμουνιστικά κόμματα αυτών των χωρών, αλλά και η αδύνατη θεωρητική προσέγγιση και μελέτη τους, γεγονός που εκτίμησε και το 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ , αλλά και όλη η μετέπειτα θεωρητικά δουλιά μελέτης από το Κόμμα, που εκφράστηκε με την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη με τους προβληματισμούς για τους παράγοντες που καθόρισαν τις ανατροπές. Η βασική εκτίμηση ότι φορείς της αντεπανάστασης ήταν οι κομματικές και κρατικές ηγεσίες, με όχημα την πολιτική της «περεστρόικα και της γκλάσνοστ», απαντά πραγματικά ολοκληρωμένα στο κύριο αυτών των εξελίξεων.
Βεβαίως, η ΚΕ του ΚΚΕ , στην ίδια ολομέλεια του Γενάρη του 1990, κάνει και την εκτίμηση:
«Σε ορισμένες σοσιαλιστικές χώρες γίνεται όχι απλώς μια αποκατάσταση πιο ανοιχτής πολιτικής ζωής, αλλά κι ανάπτυξη μιας οξύτατης πολιτικής διαπάλης για την εξουσία και τον προσανατολισμό της κοινωνίας... Το πρόβλημα προς τα πού θα εξελιχτεί τελικά η κατάσταση δεν είναι εκ των προτέρων λυμένο».
Εδώ εκτιμιέται ότι γίνεται διαπάλη ανάμεσα στη διατήρηση του σοσιαλισμού καπιταλισμού και στην καπιταλιστική παλινόρθωση. Αλλά, σχετικά με την πολιτική της «Περεστρόικα» διαπιστώνεται ότι «η πιο ολοκληρωμένη σοσιαλιστική μεταρρύθμιση άρχισε στη Σοβιετική Ενωση με πρωτοβουλία του ΚΚΣΕ».
Και σε άλλο σημείο, η ολομέλεια σημειώνει: «Το ΚΚΕ πρέπει... να απαντήσει στις θεωρίες που εμφανίζουν τις σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις ως σύγκλιση με τον καπιταλισμό...».
Η ζωή και η μετέπειτα θεωρητική μελέτη, απέδειξε ότι οι μεταρρυθμίσεις άνοιξαν το δρόμο στην καπιταλιστική παλινόρθωση.
Το προσχέδιο θέσεων για το Συνέδριο
Με δεδομένη αυτή την εξελισσόμενη πραγματικότητα το ΚΚΕ προετοιμάζεται για το 13ο Συνέδριό του.
Η επίδραση, όμως, αυτών των γεγονότων γίνεται φανερή, όχι μόνο από την κρίση του 1989 και τη διάσπαση της ΚΝΕ, αλλά και στις εκλογοαπολογιστικές διαδικασίες στο Κόμμα αρχές του 1990. Το 14ο Συνέδριο κάνει τη διαπίστωση ότι τότε «εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα κρίσης». (Ντοκουμέντα, σελ.154).
Το 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ , σύμφωνα με την απόφαση του 12ου Συνεδρίου έπρεπε να προχωρήσει στην αλλαγή του Προγράμματος του ΚΚΕ , με δεδομένες τις εκτιμήσεις του Συνεδρίου για εξελίξεις στην κοινωνικοοικονομική και πολιτική πραγματικότητα στη χώρα και διεθνώς, οι οποίες απαιτούσαν προγραμματικές αλλαγές.
Ετσι τον Ιούνη του 1990, συγκαλείται η ευρεία ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ , με συμμετοχή στελεχών των Επιτροπών Πόλεων και Περιοχών, μελών των Τμημάτων της ΚΕ, άλλων στελεχών του Κόμματος, για να συζητήσει το Προσχέδιο Θέσεων για το 13ο Συνέδριο. Το Προσχέδιο, βεβαίως, δημοσιεύτηκε ολόκληρο στο «Ριζοσπάστη» την ίδια μέρα που συνήλθε η Ολομέλεια, αλλά είχε διαρρεύσει στον αστικό Τύπο, από τα στελέχη που επιδίωκαν την αλλαγή του χαρακτήρα του ΚΚΕ .
Ετσι, ο Τύπος της ίδιας μέρας ασχολήθηκε με την Ευρεία Ολομέλεια, κάνοντας λόγο για διαφωνίες, σκληρές κόντρες στο ΚΚΕ , ανάμεσα σε «συντηρητικούς» και «ανανεωτικούς», προσφιλείς χαρακτηρισμοί και αυτών των στελεχών που έκφραζαν τις οπορτουνιστικές απόψεις στο Κόμμα, οι οποίοι βεβαίως αυτοαποκαλούνταν «ανανεωτικοί».
Το Προσχέδιο Θέσεων, ουσιαστικά ήταν προγραμματικό κείμενο, και ταυτόχρονα πρότεινε μια σειρά θεμελιακές αλλαγές στο καταστατικό, των οποίων το ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο και η θεωρητική τους βάση είχαν ως πηγή τη σοσιαλδημοκρατία. 'Ενα, επίσης, χαρακτηριστικό του ήταν ότι για πρώτη φορά σε κείμενο του Κόμματος εμφανίζονται, σε ζητήματα που υπήρχαν διαφορετικές προσεγγίσεις, δυο απόψεις σε τρία καίριας σημασίας ζητήματα.
Το ένα, είχε σχέση με τη διατύπωση και την ουσία της επιστημονικής κοσμοθεωρίας, ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΤΑ ΣΤΕΛΕΧΗ ΤΗΣ αντικομματικής ομάδας θεωρούσαν τον Μαρξισμό - Λενινισμό «σχηματική αναφορά», ΚΑΙ «κλειστό κωδικοποιημένο σύστημα αντιλήψεων που στραγγίζει τη ζωντάνια της μαρξιστικής και λενινιστικής σκέψης» ΚΑΙ ΟΤΙ «η αναφορά αυτή, (σ.σ. στον Μαρξισμό - Λενινισμό), δυσκολεύει να γίνει αντιληπτό στο Κόμμα το βάθος της ανάπτυξης και ανανέωσης των θεωρητικών του βάσεων.
Δηλαδή, ΕΛΕΓΑΝ ΟΤΙ Η ΙΔΙΑ, Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑ, ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΝΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΕΙ ΣΤΙΣ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ.
Ετσι, πρότειναν την εξής διατύπωση: «Θεμελιακή βάση της ιδεολογίας του Κόμματος είναι οι ιδέες των Μαρξ - Ενγκελς και Λένιν, που αποτελούν τη μόνιμη πηγή ανάπτυξης του διαλεχτικού και του ιστορικού υλισμού, ανανέωσης της θεωρίας του και άντλησης πολύτιμων μεθοδολογικών εργαλείων ανάλυσης».
ΑΥΤΟ ΣΗΜΑΙΝΕ, ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ, ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ. Η ''ΣΚΕΨΗ'' ΔΕ ΛΕΕΙ ΤΙΠΟΤΑ.
Ταυτόχρονα, στο Προσχέδιο ήταν διατυπωμένη ως δεύτερη, η σωστή άποψη:
«Το ΚΚΕ βασίζεται στη μαρξιστική - λενινιστική θεωρία, Η ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΟΓΜΑ, ΑΛΛΑ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ ΓΙΑ ΔΡΑΣΗ».
Σε σχέση με τη θεμελιακή αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, υπήρχε διατυπωμένη η άποψη που έλεγε ότι «ο όρος δημοκρατικός συγκεντρωτισμός δεν είναι ο πιο κατάλληλος να εκφράσει σήμερα τη βασική οργανωτική μας αντίληψη, την αναγκαία δημοκρατική ενότητα δράσης και τη διαλεχτική αποτελεσματικότητας και δημοκρατίας».
Ετσι πρότειναν την κατάργηση της θεμελιακής λενινιστικής αρχής λειτουργίας και δράσης του επαναστατικού Κόμματος Νέου Τύπου, αφού επιδίωκαν την αλλαγή του χαρακτήρα του ΚΚΕ .
Ταυτόχρονα, ως δεύτερη, σωστή άποψη ήταν διατυπωμένη η εξής: «Ο όρος δημοκρατικός συγκεντρωτισμός πρέπει να διατηρηθεί, γιατί εκφράζει με ακρίβεια τη θεμελιακή οργανωτική αρχή του Κόμματος».
Επίσης, σχετικά με τον «Προλεταριακό Διεθνισμό», το προσχέδιο διατύπωνε την άποψη της αλλαγής του όρου, γιατί υπήρξε «τυποποίηση του περιεχομένου του προλεταριακού διεθνισμού», και «ταύτιση των ιδεών και των αξιών του σοσιαλισμού με τον "υπαρκτό σοσιαλισμό"».
Ουσιαστικά, υπάρχει εδώ άρνηση του διεθνισμού σε συνδυασμό με την άρνηση του σοσιαλισμού, αφού εμμέσως θεωρείται ότι ο σοσιαλισμός που οικοδομούνταν τον 20ό αιώνα δεν ήταν σοσιαλισμός. Βεβαίως, διατύπωνε ως δεύτερη τη σωστή άποψη: «Ο διεθνισμός των Κομμουνιστικών Κομμάτων στις σύγχρονες συνθήκες συμπυκνώνεται στο όρο του Προλεταριακού διεθνισμού».
Ορισμένα στρατηγικά ζητήματα
Το Προσχέδιο, έκανε μια σειρά οπορτουνιστικές προσεγγίσεις στη σύγχρονη πραγματικότητα σοσιαλδημοκρατικής υφής όπως: «Ο σοσιαλισμός δεν πρέπει να κατανοείται ως μοντέλο, αλλά ως κοινωνικοί μετασχηματισμοί σε εθνική και διεθνή κλίμακα...».
Δηλαδή, εμμέσως, θέτει ζήτημα αδυναμίας σοσιαλισμού σε μια χώρα.
Επίσης, ενώ διατυπώνει το ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας, μιλά για «προώθηση μεταρρυθμίσεων» και μάλιστα ως εξής:
«Προϋπόθεση για να έχουν πραγματικά δομικό χαρακτήρα οι μεταρρυθμίσεις αυτές και συνεπώς να οδηγούν σε ποιοτικούς μετασχηματισμούς, και σε μεταβολές επαναστατικού χαρακτήρα, είναι η επέκτασή τους στο σύνολο των πολιτικών οικονομικών και κοινωνικών δομών, ώστε να μην απορροφώνται στο υπάρχον σύστημα».
Πώς, αφού υπάρχει κατάκτηση της εξουσίας οι μεταρρυθμίσεις μπορούν να απορροφηθούν στο υπάρχον σύστημα, δηλαδή στον καπιταλισμό;
Αρα, εμμέσως πλην σαφώς, διατυπώνεται η άποψη ότι το πέρασμα στο σοσιαλισμό θα γίνεται με μεταρρυθμίσεις, ακυρώνοντας στην πράξη το ζήτημα της κατάκτησης της εξουσίας, ως προϋπόθεσης για το πέρασμα στο σοσιαλισμό.
Αυτό, άλλωστε, φαίνεται και από την άρνηση της δικτατορίας του προλεταριάτου, αφού το προσχέδιο διατύπωνε την άποψη ότι «ο ιστορικός - θεωρητικός όρος της δικτατορίας του προλεταριάτου... δεν μπορεί να εκφράσει τους στόχους και τις αξίες του Κόμματος για το σοσιαλισμό», σε συνδυασμό με την αταξική ή, πιο σωστά, αστική αντίληψη ότι «το ΚΚΕ θεωρεί οικουμενική την αξία της δημοκρατίας». Δηλαδή, θεωρούσε ότι δεν υπάρχει η αστική δημοκρατία και η προλεταριακή δημοκρατία, αλλά η δημοκρατία γενικά.
Σχετικά με την ΕΟΚ, το Προσχέδιο διατύπωνε την άποψη της αλλαγής της θέσης του Κόμματος για αποδέσμευση. «Με το δυνάμωμα της αλληλεξάρτησης στην Ευρώπη, με τη συμπλήρωση της δεκαετίας σχεδόν ενσωμάτωσης της χώρας μας στην Κοινότητα, η λογική της εξόδου δεν μπορεί πια να προσφέρει στις σημερινές συνθήκες αποτελεσματικές και ρεαλιστικές λύσεις στα ζητήματα της ενεργητικής συμμετοχής στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας», διατύπωνε το προσχέδιο.
Και, μάλιστα, σε μια περίοδο που η ΕΟΚ όδευε για τη μετατροπή της σε Ευρωπαϊκή Ενωση και ενίσχυση του ιμπεριαλιστικού της χαρακτήρα.
Αυτά είναι μερικά παραδείγματα, ενδεικτικά όμως για τον προσανατολισμό των στελεχών της επιτροπής, τα οποία έκαναν την εν λόγω επεξεργασία, με την ενεργή συμμετοχή του τότε Γραμματέα της ΚΕ Γρ. Φαράκου και ορισμένων μελών του ΠΓ και της ΚΕ. Ολα δε αυτά στο όνομα της ανανέωσης του Κόμματος.
Η υπεράσπιση του Κόμματος
Κατά τη συζήτηση στην Ευρεία Ολομέλεια έγινε οξύτατη αντιπαράθεση, αφού είχαν τεθεί σε αμφισβήτηση θεμελιακές αρχές της Κοσμοθεωρίας του Μαρξισμού - Λενινισμού, τόσο στα ζητήματα στρατηγικής και ταχτικής όσο και στα ζητήματα λειτουργίας και δράσης του Κόμματος.
Η πλειοψηφία των μελών του ΠΓ και της ΚΕ, αντιτάχθηκε από σωστές θεωρητικά θέσεις στο προσχέδιο και υπερασπίστηκε το Κόμμα, τη θεωρία, την ιδεολογία του και τις αρχές του, όπως επίσης και πολλά από τα άλλα στελέχη που συμμετείχαν και πήραν το λόγο. Επίσης, η ομιλία του Προέδρου τότε του Κόμματος Χαρ. Φλωράκη, (δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη», την επομένη της λήξης των εργασιών της Ολομέλειας), είχε μεγάλη συμβολή στην υπεράσπιση του χαρακτήρα και των αρχών του Κόμματος, στην οξύτατη διαπάλη που ήδη είχε πάρει ανοιχτό χαρακτήρα, ο οποίος τάχθηκε ενάντια στο προσχέδιο.
«Κατά τη γνώμη μου το προσχέδιο αυτό εκφράζει θα 'λεγα μια άλλη φιλοσοφία. Ιδιαίτερα στα βασικά χαρακτηριστικά που χαρακτηρίζουν ένα Κομμουνιστικό Κόμμα. Η φιλοσοφία είναι, επαναλαμβάνω, διαφορετική από τα κύρια χαρακτηριστικά που πρέπει να σημαδεύουν, που πρέπει να θεμελιώνουν ένα Κομμουνιστικό Κόμμα. Και όπως καταλαβαίνετε είναι φυσικό να μη συμφωνώ με αυτή τη φιλοσοφία του προσχεδίου», είπε ανάμεσα σ' άλλα ο Χαρ. Φλωράκης.
Βεβαίως, όπως είπαμε πιο πάνω ο αστικός Τύπος, τον οποίο χρησιμοποιούσαν τα στελέχη της αντικομματικής ομάδας ενάντια στο Κόμμα, επενέβαινε ήδη στα εσωτερικά του ΚΚΕ . Το Κόμμα όδευε προς το 13ο Συνέδριο με μια ανοιχτή, πλέον, κρίση εν μέσω οξύτατης ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης.
Προς το 13ο Συνέδριο
Το Κόμμα στις νέες συνθήκες
Το ΚΚΕ μελετώντας την πείρα από τη δράση του και την εμπειρία από την κρίση, αλλά και στα πλαίσια της διεθνούς και εσωτερικής, στην Ελλάδα, πραγματικότητας, που διαμορφώνεται στα τέλη της δεκαετίας του '80, αρχές της δεκαετίας του '90, επεξεργάστηκε τη στρατηγική και την τακτική του στο 15ο Συνέδριο του Κόμματος, το οποίο και ενέκρινε το Πρόγραμμά του και τα ανέπτυξε παραπέρα στο 16ο Συνέδριό του. Δίνει δε μεγάλη προσοχή στο ξεπέρασμα δυσκολιών και αδυναμιών που έχουν άμεση σχέση με τον προσανατολισμό στη δράση, την ολόπλευρη ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση στην εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα και μέσα στους αγώνες τους, έτσι που ολόκληρο το Κόμμα να είναι σε θέση να δρα αποτελεσματικά, με βάση το Πρόγραμμά του, την πολιτική που επεξεργάστηκαν τα δύο τελευταία Συνέδριά του, έτσι που να επιτυγχάνεται η διαλεκτική σύνδεση τακτικής - στρατηγικής.
Η διαλεκτική σχέση της στρατηγικής με την τακτική, όπως την επεξεργάστηκε το 15ο Συνέδριο στο Πρόγραμμα του Κόμματος, συμπυκνώνεται στη δράση για τη συγκρότηση του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου πάλης για το σοσιαλισμό. Το 16ο Συνέδριο την ανέπτυξε παραπέρα. Η πάλη λαϊκού κοινωνικοπολιτικού μετώπου πάλης έχει αντανάκλαση και στο ζήτημα της εξουσίας, το μέτωπο διεκδικεί τη λαϊκή εξουσία. Ταυτόχρονα η διαλεκτική σχέση στρατηγικής -τακτικής προσδιορίζει και την πολιτική συμμαχιών του ΚΚΕ. Το Κόμμα δρα με προσανατολισμό την οργάνωση της συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα και ως βάση της συμμαχίας θέτει το πρόγραμμα της λαϊκής οικονομίας, οι στόχοι του οποίου απαντούν στα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, σήμερα, συνδέοντας την πάλη γι' αυτά με την προοπτική της λαϊκής εξουσίας ως της μοναδικής που μπορεί να εφαρμόσει πολιτική προς όφελός τους. Ο στόχος και το περιεχόμενο της λαϊκής οικονομίας, της μοναδικής απάντησης που μπορεί να δοθεί στην καλπάζουσα ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, αποτελεί αντικειμενικά κρίκο σύνδεσης της κοινής πάλης της εργατικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα. Από την άλλη βοηθάει τη συσπείρωση των κομμουνιστών με τις πιο πρωτοποριακές εργατικές και άλλες δυνάμεις σε διάφορα μέτωπα, αφού απαντάει π.χ. στο ζήτημα ότι για να υπάρχει δημόσια δωρεάν εκπαίδευση, υγεία, κοινωνική ασφάλιση, απαιτείται δημόσιος τομέας οικονομίας που να τον διαχειρίζεται ο ίδιος ο λαός.
Η απαίτηση να τεθεί στην ημερήσια διάταξη η αντίθεση - ρήξη με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό δεν είναι αυθαίρετη τοποθέτηση του ΚΚΕ. Πηγάζει από την αντικειμενική πραγματικότητα που καθορίζεται από την ανάπτυξη του κρατικο-μονοπωλιακού καπιταλισμού στην Ελλάδα, την ενίσχυση των διακρατικο-μονοπωλιακών ρυθμίσεων, την επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού, την ολοένα και πιο βαθιά ενσωμάτωση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα και μέσω διεθνών και περιφερειακών οργανισμών και ενώσεών του (π.χ. ΝΑΤΟ, Ευρωπαϊκή Ενωση). Γι' αυτό επιλέγεται ο δρόμος του Μετώπου, που μπορεί να οδηγήσει στην κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Αυτή είναι και η γραμμή συσπείρωσης, πάνω σ' αυτήν το Κόμμα επεξεργάζεται στόχους πάλης στα διάφορα μέτωπα, επιδιώκοντας την κοινή δράση με άλλες δυνάμεις. Σε αντίθεση με τα μονοπώλια, την πολιτική τους στην Ελλάδα.
Στην κατεύθυνση αυτή το Κόμμα δρα μέσα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα για τον ταξικό του προσανατολισμό, προωθώντας σ' αυτή τη βάση την ενότητα δράσης της εργατικής τάξης. Ο ρόλος του ΠΑΜΕ είναι καθοριστικός γι' αυτό το καθήκον, το ίδιο και η δουλιά των κομμουνιστών σ' αυτό το μέτωπο μαζί με τις άλλες δυνάμεις που συμμετέχουν. Είναι επίσης σημαντικός από την άποψη της δημιουργίας προϋποθέσεων κοινής δράσης της εργατικής τάξης με τ' άλλα λαϊκά στρώματα, σ' όλα τα μεγάλα μέτωπα πάλης. Αλλά αντίστοιχη δράση αναπτύσσεται και στους συμμάχους της εργατικής τάξης.
Το παράδειγμα των κινητοποιήσεων στο μέτωπο της κοινωνικής ασφάλισης, μέτωπο που αντικειμενικά συνέβαλε στην κοινή δράση των εργατών με τ' άλλα λαϊκά στρώματα, είναι χαρακτηριστικό για το πώς πρέπει να δουλεύουμε ως Κόμμα. Η κοινή δράση εκφράστηκε και με τη δραστήρια συμβολή του ΚΚΕ, αφού από τα πριν δημιουργούσε ανάλογες προϋποθέσεις (επεξεργασία θέσεων, αποκάλυψη των επιδιώξεων της άρχουσας τάξης και της κυβέρνησης, των άλλων κομμάτων, ιδεολογικοπολιτική δουλιά για όλα αυτά), ενώ με την τακτική της συγκρότησης επιτροπών αγώνα συνέβαλε στην κοινή δράση διαφορετικών δυνάμεων ενάντια στην αντιασφαλιστική πολιτική.
Μέτωπο στις αδυναμίες
Το γεγονός ότι το ΚΚΕ υποτάσσει ολόκληρη τη δράση του στην προσπάθεια οικοδόμησης του Μετώπου σημαίνει - πρώτα απ' όλα - ότι το ίδιο πρέπει να ανέβει στο αναγκαίο επίπεδο που επιβάλλει αυτό το καθήκον.
Το 16ο Συνέδριο εντόπισε μια σειρά αδυναμίες, το ξεπέρασμα των οποίων είναι υπόθεση του ίδιου του Κόμματος, προκειμένου να δρα αποτελεσματικά, να εξασφαλίζει το αναγκαίο επίπεδο που επιβάλλει το καθήκον της οικοδόμησης του Μετώπου.
Για παράδειγμα, οι Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 16ο Συνέδριο εντόπιζαν μια σειρά αδυναμίες στη δράση του Κόμματος, όπως: «Τη μη κατάκτηση σε όλη την κλίμακα του Κόμματος ενιαίου και σταθερού προσανατολισμού δράσης στο βασικό μέτωπο πάλης, στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Την ανεπαρκή διαπάλη με τον οπορτουνισμό όχι μόνο πολιτικοϊδεολογικά, αλλά και στο οργανωτικό επίπεδο. Την ποιότητα των δεσμών του Κόμματος με το λαό. Την απόσπαση της θεωρίας από τη δράση, γεγονός που οδηγεί στον πρακτικισμό, στον εμπειρισμό και στον οργανωτισμό. Την ιδεολογικοπολιτική δραστηριότητα με βάση τα μεγάλα προβλήματα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, στις σημερινές συνθήκες, που απαιτούν να τεθεί στην ημερήσια διάταξη η αντίθεση - ρήξη με τα μονοπώλια, τον ιμπεριαλισμό, ο αγώνας για την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, για το σοσιαλισμό».
Η επιμονή του Κόμματος, για το ξεπέρασμα τέτοιων αδυναμιών στη δουλιά του, εκφράζεται στην απόφαση του 16ου Συνεδρίου για «Τα καθήκοντα του Κόμματος μέχρι το 17ο Συνέδριο» σε ειδικό κεφάλαιο με τίτλο «Η καθοδηγητική μας ικανότητα να φτάσει στο ύψος των απαιτήσεων».
Ο εντοπισμός τέτοιων αδυναμιών, η υλοποίηση της απόφασης για το ξεπέρασμά τους, μας βάζουν μπροστά σε καθήκοντα όπως: Την ανάπτυξη θεωρητικής, ιδεολογικής δουλιάς μέσα στην εργατική τάξη γύρω από τα ζητήματα της εκμετάλλευσης, της θέσης της εργατικής τάξης στο καπιταλιστικό σύστημα, της αναγκαιότητας του σοσιαλισμού, της ιστορικής πείρας του κομμουνιστικού κινήματος, των αιτιών που ανατράπηκε το σοσιαλιστικό σύστημα στην Ευρώπη, του Προγράμματος του ΚΚΕ κ.ά.
Χρειάζεται να μιλάμε στην εργατική τάξη για την υπεραξία, το κέρδος. Διαφορετικά δεν μπορούμε όχι μόνο να εξηγούμε πειστικά την ουσία των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, το γιατί αλλάζουν οι εργασιακές σχέσεις, γιατί ιδιωτικοποιείται η υγεία, γιατί κατεδαφίζεται η κοινωνική ασφάλιση, αλλά γιατί η ανάλογη τέτοια δουλιά συμβάλλει στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης για διεκδικήσεις σύμφωνα με τις σύγχρονες ανάγκες. Αλλά συμβάλλει αποφασιστικά στη συνειδητοποίηση της ανάγκης αυτή η πάλη να συνδέεται με την προοπτική της λαϊκής εξουσίας. Θα συμβάλει στην ευρύτερη διάδοση και μελέτη των κλασικών του μαρξισμού - λενινισμού, στην πνευματική ανάταση, στην πλατύτατη κυκλοφορία επιστημονικών βιβλίων, στον θεωρητικό εξοπλισμό των κομμουνιστών και άλλων εργατών. Θα δημιουργήσει στέρεα θεωρητικά υπόβαθρα για την αφομοίωση της πολιτικής του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού μετώπου και της σχέσης του με την εξουσία.
Το ΚΚΕ μελετώντας την πείρα από τη δράση του και την εμπειρία από την κρίση, αλλά και στα πλαίσια της διεθνούς και εσωτερικής, στην Ελλάδα, πραγματικότητας, που διαμορφώνεται στα τέλη της δεκαετίας του '80, αρχές της δεκαετίας του '90, επεξεργάστηκε τη στρατηγική και την τακτική του στο 15ο Συνέδριο του Κόμματος, το οποίο και ενέκρινε το Πρόγραμμά του και τα ανέπτυξε παραπέρα στο 16ο Συνέδριό του. Δίνει δε μεγάλη προσοχή στο ξεπέρασμα δυσκολιών και αδυναμιών που έχουν άμεση σχέση με τον προσανατολισμό στη δράση, την ολόπλευρη ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση στην εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα και μέσα στους αγώνες τους, έτσι που ολόκληρο το Κόμμα να είναι σε θέση να δρα αποτελεσματικά, με βάση το Πρόγραμμά του, την πολιτική που επεξεργάστηκαν τα δύο τελευταία Συνέδριά του, έτσι που να επιτυγχάνεται η διαλεκτική σύνδεση τακτικής - στρατηγικής.
Η διαλεκτική σχέση της στρατηγικής με την τακτική, όπως την επεξεργάστηκε το 15ο Συνέδριο στο Πρόγραμμα του Κόμματος, συμπυκνώνεται στη δράση για τη συγκρότηση του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου πάλης για το σοσιαλισμό. Το 16ο Συνέδριο την ανέπτυξε παραπέρα. Η πάλη λαϊκού κοινωνικοπολιτικού μετώπου πάλης έχει αντανάκλαση και στο ζήτημα της εξουσίας, το μέτωπο διεκδικεί τη λαϊκή εξουσία. Ταυτόχρονα η διαλεκτική σχέση στρατηγικής -τακτικής προσδιορίζει και την πολιτική συμμαχιών του ΚΚΕ. Το Κόμμα δρα με προσανατολισμό την οργάνωση της συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα και ως βάση της συμμαχίας θέτει το πρόγραμμα της λαϊκής οικονομίας, οι στόχοι του οποίου απαντούν στα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, σήμερα, συνδέοντας την πάλη γι' αυτά με την προοπτική της λαϊκής εξουσίας ως της μοναδικής που μπορεί να εφαρμόσει πολιτική προς όφελός τους. Ο στόχος και το περιεχόμενο της λαϊκής οικονομίας, της μοναδικής απάντησης που μπορεί να δοθεί στην καλπάζουσα ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, αποτελεί αντικειμενικά κρίκο σύνδεσης της κοινής πάλης της εργατικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα. Από την άλλη βοηθάει τη συσπείρωση των κομμουνιστών με τις πιο πρωτοποριακές εργατικές και άλλες δυνάμεις σε διάφορα μέτωπα, αφού απαντάει π.χ. στο ζήτημα ότι για να υπάρχει δημόσια δωρεάν εκπαίδευση, υγεία, κοινωνική ασφάλιση, απαιτείται δημόσιος τομέας οικονομίας που να τον διαχειρίζεται ο ίδιος ο λαός.
Η απαίτηση να τεθεί στην ημερήσια διάταξη η αντίθεση - ρήξη με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό δεν είναι αυθαίρετη τοποθέτηση του ΚΚΕ. Πηγάζει από την αντικειμενική πραγματικότητα που καθορίζεται από την ανάπτυξη του κρατικο-μονοπωλιακού καπιταλισμού στην Ελλάδα, την ενίσχυση των διακρατικο-μονοπωλιακών ρυθμίσεων, την επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού, την ολοένα και πιο βαθιά ενσωμάτωση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα και μέσω διεθνών και περιφερειακών οργανισμών και ενώσεών του (π.χ. ΝΑΤΟ, Ευρωπαϊκή Ενωση). Γι' αυτό επιλέγεται ο δρόμος του Μετώπου, που μπορεί να οδηγήσει στην κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της. Αυτή είναι και η γραμμή συσπείρωσης, πάνω σ' αυτήν το Κόμμα επεξεργάζεται στόχους πάλης στα διάφορα μέτωπα, επιδιώκοντας την κοινή δράση με άλλες δυνάμεις. Σε αντίθεση με τα μονοπώλια, την πολιτική τους στην Ελλάδα.
Στην κατεύθυνση αυτή το Κόμμα δρα μέσα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα για τον ταξικό του προσανατολισμό, προωθώντας σ' αυτή τη βάση την ενότητα δράσης της εργατικής τάξης. Ο ρόλος του ΠΑΜΕ είναι καθοριστικός γι' αυτό το καθήκον, το ίδιο και η δουλιά των κομμουνιστών σ' αυτό το μέτωπο μαζί με τις άλλες δυνάμεις που συμμετέχουν. Είναι επίσης σημαντικός από την άποψη της δημιουργίας προϋποθέσεων κοινής δράσης της εργατικής τάξης με τ' άλλα λαϊκά στρώματα, σ' όλα τα μεγάλα μέτωπα πάλης. Αλλά αντίστοιχη δράση αναπτύσσεται και στους συμμάχους της εργατικής τάξης.
Το παράδειγμα των κινητοποιήσεων στο μέτωπο της κοινωνικής ασφάλισης, μέτωπο που αντικειμενικά συνέβαλε στην κοινή δράση των εργατών με τ' άλλα λαϊκά στρώματα, είναι χαρακτηριστικό για το πώς πρέπει να δουλεύουμε ως Κόμμα. Η κοινή δράση εκφράστηκε και με τη δραστήρια συμβολή του ΚΚΕ, αφού από τα πριν δημιουργούσε ανάλογες προϋποθέσεις (επεξεργασία θέσεων, αποκάλυψη των επιδιώξεων της άρχουσας τάξης και της κυβέρνησης, των άλλων κομμάτων, ιδεολογικοπολιτική δουλιά για όλα αυτά), ενώ με την τακτική της συγκρότησης επιτροπών αγώνα συνέβαλε στην κοινή δράση διαφορετικών δυνάμεων ενάντια στην αντιασφαλιστική πολιτική.
Μέτωπο στις αδυναμίες
Το γεγονός ότι το ΚΚΕ υποτάσσει ολόκληρη τη δράση του στην προσπάθεια οικοδόμησης του Μετώπου σημαίνει - πρώτα απ' όλα - ότι το ίδιο πρέπει να ανέβει στο αναγκαίο επίπεδο που επιβάλλει αυτό το καθήκον.
Το 16ο Συνέδριο εντόπισε μια σειρά αδυναμίες, το ξεπέρασμα των οποίων είναι υπόθεση του ίδιου του Κόμματος, προκειμένου να δρα αποτελεσματικά, να εξασφαλίζει το αναγκαίο επίπεδο που επιβάλλει το καθήκον της οικοδόμησης του Μετώπου.
Για παράδειγμα, οι Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 16ο Συνέδριο εντόπιζαν μια σειρά αδυναμίες στη δράση του Κόμματος, όπως: «Τη μη κατάκτηση σε όλη την κλίμακα του Κόμματος ενιαίου και σταθερού προσανατολισμού δράσης στο βασικό μέτωπο πάλης, στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Την ανεπαρκή διαπάλη με τον οπορτουνισμό όχι μόνο πολιτικοϊδεολογικά, αλλά και στο οργανωτικό επίπεδο. Την ποιότητα των δεσμών του Κόμματος με το λαό. Την απόσπαση της θεωρίας από τη δράση, γεγονός που οδηγεί στον πρακτικισμό, στον εμπειρισμό και στον οργανωτισμό. Την ιδεολογικοπολιτική δραστηριότητα με βάση τα μεγάλα προβλήματα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, στις σημερινές συνθήκες, που απαιτούν να τεθεί στην ημερήσια διάταξη η αντίθεση - ρήξη με τα μονοπώλια, τον ιμπεριαλισμό, ο αγώνας για την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, για το σοσιαλισμό».
Η επιμονή του Κόμματος, για το ξεπέρασμα τέτοιων αδυναμιών στη δουλιά του, εκφράζεται στην απόφαση του 16ου Συνεδρίου για «Τα καθήκοντα του Κόμματος μέχρι το 17ο Συνέδριο» σε ειδικό κεφάλαιο με τίτλο «Η καθοδηγητική μας ικανότητα να φτάσει στο ύψος των απαιτήσεων».
Ο εντοπισμός τέτοιων αδυναμιών, η υλοποίηση της απόφασης για το ξεπέρασμά τους, μας βάζουν μπροστά σε καθήκοντα όπως: Την ανάπτυξη θεωρητικής, ιδεολογικής δουλιάς μέσα στην εργατική τάξη γύρω από τα ζητήματα της εκμετάλλευσης, της θέσης της εργατικής τάξης στο καπιταλιστικό σύστημα, της αναγκαιότητας του σοσιαλισμού, της ιστορικής πείρας του κομμουνιστικού κινήματος, των αιτιών που ανατράπηκε το σοσιαλιστικό σύστημα στην Ευρώπη, του Προγράμματος του ΚΚΕ κ.ά.
Χρειάζεται να μιλάμε στην εργατική τάξη για την υπεραξία, το κέρδος. Διαφορετικά δεν μπορούμε όχι μόνο να εξηγούμε πειστικά την ουσία των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, το γιατί αλλάζουν οι εργασιακές σχέσεις, γιατί ιδιωτικοποιείται η υγεία, γιατί κατεδαφίζεται η κοινωνική ασφάλιση, αλλά γιατί η ανάλογη τέτοια δουλιά συμβάλλει στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης για διεκδικήσεις σύμφωνα με τις σύγχρονες ανάγκες. Αλλά συμβάλλει αποφασιστικά στη συνειδητοποίηση της ανάγκης αυτή η πάλη να συνδέεται με την προοπτική της λαϊκής εξουσίας. Θα συμβάλει στην ευρύτερη διάδοση και μελέτη των κλασικών του μαρξισμού - λενινισμού, στην πνευματική ανάταση, στην πλατύτατη κυκλοφορία επιστημονικών βιβλίων, στον θεωρητικό εξοπλισμό των κομμουνιστών και άλλων εργατών. Θα δημιουργήσει στέρεα θεωρητικά υπόβαθρα για την αφομοίωση της πολιτικής του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού μετώπου και της σχέσης του με την εξουσία.
Μετά την Ευρεία Ολομέλεια οξύνεται η κρίση
Μετά την Ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ τον Ιούνη του 1990 και με δεδομένη την απόρριψη του Προσχεδίου των Θέσεων από την πλειοψηφία της ΚΕ, στις 2 Ιούλη συνέρχεται εκ νέου η ΚΕ και αναθέτει στο ΠΓ να διαμορφώσει το τελικό σχέδιο θέσεων.
Ήδη, όμως, έχουν ανοίξει «οι ασκοί του Αιόλου» από την αντικομματική ομάδα, η δράση της οποίας οδηγεί το ΚΚΕ σε λειτουργία ουσιαστικά χωρίς αρχές, αφού προσπαθούσε σε συνδυασμό με την ανοιχτή φραξιονιστική δουλιά, να επιβάλει τις αντιλήψεις της στην πράξη. Η εσωκομματική ζωή συνεχίζεται σε κλίμα πόλωσης και οξύτατης διαπάλης. Μάλιστα, τα στελέχη που αρνούνταν τον επαναστατικό χαρακτήρα του ΚΚΕ , φρόντιζαν να διατυμπανίζουν ότι ο μόνος δρόμος προς το Συνέδριο, είναι «να πάμε συντεταγμένα με ενότητα μέσα στη διαφορετικότητα».
Την ίδια περίοδο υπάρχει προετοιμασία του Κόμματος και του ΣΥΝ για τις δημοτικές εκλογές, οι οποίες επρόκειτο να διεξαχθούν τον Οκτώβρη του 1990. Η ταχτική που διαμόρφωσε ο ΣΥΝ και την οποία εφάρμοζε εντελώς άκριτα, ή πιο σωστά χωρίς αρχές, χωρίς πρόγραμμα, ήταν συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ σ' όλους τους δήμους. Έτσι το Κόμμα δίνει και αυτή τη μάχη εν μέσω διενεξιών.
Ουσιαστικά, εδώ δοκιμάζεται πλέον από το ΣΥΝ η ταχτική της «προοδευτικής συνεργασίας», λες και το ΠΑΣΟΚ έγινε ξαφνικά προοδευτικό κόμμα!
Στόχος και ο «Ριζοσπάστης»
Ήδη από το Σεπτέμβρη του 1990, η ΚΕ του ΚΚΕ αρχίζει να δίνει στη δημοσιότητα τα επεξεργασμένα από το ΠΓ και την ΚΕ προσυνεδριακά κείμενά της ως βάση για να ανοίξει, πάνω σ' αυτά, ο εσωκομματικός και δημόσιος διάλογος.
Πριν απ' αυτό, ο «Ριζοσπάστης» με απόφαση της τότε διεύθυνσής του, έχει ανοίξει στήλες «διαλόγου» και «γνώμης», στις οποίες γράφονται άρθρα επί παντός επιστητού, λες και είχε ανοίξει επίσημα προσυνεδριακός διάλογος. Ήταν κι αυτή μια συμβολή «δημοκρατία» μέσα στο Κόμμα, που πρέσβευαν οι αυτοαποκαλούμενοι ανανεωτές, στους οποίους ανήκε, η τότε διεύθυνση της εφημερίδας.
Μόνο που εδώ, είχαν πλέον καταργηθεί οι αρχές που διέπουν μια εφημερίδα - όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ . Δεν ήταν τυχαίες αυτές οι επιλογές.
Αφ' ενός προετοίμαζαν το έδαφος, ώστε να επιβληθεί στην πράξη η αλλοίωση, μέσω της κατάργησης των αρχών λειτουργίας και φυσικά αν τα κατάφερναν, θα τη θεσμοθετούσαν μέσω αλλαγών στο Καταστατικό στο 13ο Συνέδριο.
Είναι γεγονός πως για την εφημερίδα, ο τότε διευθυντής της Θ. Καρτερός πρότεινε στο 13ο Συνέδριο, ο «Ριζοσπάστης» να γίνει από όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ , εφημερίδα των μελών του Κόμματος (!!!).
Δηλαδή σε ό,τι αφορά την εφημερίδα του Κόμματος :
ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ Ο ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΣΜΟΣ
ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΘΟΔΗΓΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ Κ.Ε.
ΝΑ ΜΕΤΑΤΡΑΠΕΙ ΑΠΟ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΣ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΙΣΤΗΣ & ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ-ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΚΑΘΟΔΗΓΗΤΗΣ ΜΕ ΕΝΙΑΙΑ ΓΡΑΜΜΗ, ΤΟΥ ΚΚΕ ....ΣΕ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΓΝΩΜΗΣ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ, ΟΠΟΥ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΎΣΕ ΝΑ ΕΚΦΡΑΖΕΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ, ΠΕΡΑ ΚΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ (!!!).
Ηταν πρόταση που η εφαρμογή της θα οδηγούσε σε εκφυλιστικά, διαλυτικά από την άποψη της πολιτικής φαινόμενα στην εφημερίδα. ΜΙΑ ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΡΑΜΠΙΝΑΤΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ. ΕΥΤΥΧΩΣ, η πρόταση αυτή καταψηφίστηκε από το Συνέδριο και έτσι υπερασπίστηκε και διατηρήθηκε ο χαρακτήρας του «Ριζοσπάστη», ως οργάνου της ΚΕ του ΚΚΕ .
Ήδη, όμως, έχουν ανοίξει «οι ασκοί του Αιόλου» από την αντικομματική ομάδα, η δράση της οποίας οδηγεί το ΚΚΕ σε λειτουργία ουσιαστικά χωρίς αρχές, αφού προσπαθούσε σε συνδυασμό με την ανοιχτή φραξιονιστική δουλιά, να επιβάλει τις αντιλήψεις της στην πράξη. Η εσωκομματική ζωή συνεχίζεται σε κλίμα πόλωσης και οξύτατης διαπάλης. Μάλιστα, τα στελέχη που αρνούνταν τον επαναστατικό χαρακτήρα του ΚΚΕ , φρόντιζαν να διατυμπανίζουν ότι ο μόνος δρόμος προς το Συνέδριο, είναι «να πάμε συντεταγμένα με ενότητα μέσα στη διαφορετικότητα».
Την ίδια περίοδο υπάρχει προετοιμασία του Κόμματος και του ΣΥΝ για τις δημοτικές εκλογές, οι οποίες επρόκειτο να διεξαχθούν τον Οκτώβρη του 1990. Η ταχτική που διαμόρφωσε ο ΣΥΝ και την οποία εφάρμοζε εντελώς άκριτα, ή πιο σωστά χωρίς αρχές, χωρίς πρόγραμμα, ήταν συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ σ' όλους τους δήμους. Έτσι το Κόμμα δίνει και αυτή τη μάχη εν μέσω διενεξιών.
Ουσιαστικά, εδώ δοκιμάζεται πλέον από το ΣΥΝ η ταχτική της «προοδευτικής συνεργασίας», λες και το ΠΑΣΟΚ έγινε ξαφνικά προοδευτικό κόμμα!
Στόχος και ο «Ριζοσπάστης»
Ήδη από το Σεπτέμβρη του 1990, η ΚΕ του ΚΚΕ αρχίζει να δίνει στη δημοσιότητα τα επεξεργασμένα από το ΠΓ και την ΚΕ προσυνεδριακά κείμενά της ως βάση για να ανοίξει, πάνω σ' αυτά, ο εσωκομματικός και δημόσιος διάλογος.
Πριν απ' αυτό, ο «Ριζοσπάστης» με απόφαση της τότε διεύθυνσής του, έχει ανοίξει στήλες «διαλόγου» και «γνώμης», στις οποίες γράφονται άρθρα επί παντός επιστητού, λες και είχε ανοίξει επίσημα προσυνεδριακός διάλογος. Ήταν κι αυτή μια συμβολή «δημοκρατία» μέσα στο Κόμμα, που πρέσβευαν οι αυτοαποκαλούμενοι ανανεωτές, στους οποίους ανήκε, η τότε διεύθυνση της εφημερίδας.
Μόνο που εδώ, είχαν πλέον καταργηθεί οι αρχές που διέπουν μια εφημερίδα - όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ . Δεν ήταν τυχαίες αυτές οι επιλογές.
Αφ' ενός προετοίμαζαν το έδαφος, ώστε να επιβληθεί στην πράξη η αλλοίωση, μέσω της κατάργησης των αρχών λειτουργίας και φυσικά αν τα κατάφερναν, θα τη θεσμοθετούσαν μέσω αλλαγών στο Καταστατικό στο 13ο Συνέδριο.
Είναι γεγονός πως για την εφημερίδα, ο τότε διευθυντής της Θ. Καρτερός πρότεινε στο 13ο Συνέδριο, ο «Ριζοσπάστης» να γίνει από όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ , εφημερίδα των μελών του Κόμματος (!!!).
Δηλαδή σε ό,τι αφορά την εφημερίδα του Κόμματος :
ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ Ο ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΣΜΟΣ
ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΘΟΔΗΓΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ Κ.Ε.
ΝΑ ΜΕΤΑΤΡΑΠΕΙ ΑΠΟ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΣ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΙΣΤΗΣ & ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ-ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΚΑΘΟΔΗΓΗΤΗΣ ΜΕ ΕΝΙΑΙΑ ΓΡΑΜΜΗ, ΤΟΥ ΚΚΕ ....ΣΕ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΓΝΩΜΗΣ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ, ΟΠΟΥ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΎΣΕ ΝΑ ΕΚΦΡΑΖΕΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ, ΠΕΡΑ ΚΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ (!!!).
Ηταν πρόταση που η εφαρμογή της θα οδηγούσε σε εκφυλιστικά, διαλυτικά από την άποψη της πολιτικής φαινόμενα στην εφημερίδα. ΜΙΑ ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΡΑΜΠΙΝΑΤΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ. ΕΥΤΥΧΩΣ, η πρόταση αυτή καταψηφίστηκε από το Συνέδριο και έτσι υπερασπίστηκε και διατηρήθηκε ο χαρακτήρας του «Ριζοσπάστη», ως οργάνου της ΚΕ του ΚΚΕ .
Διάδοση προσωπικών απόψεων μέσω του Ριζοσπάστη
Και μετά το 13ο Συνέδριο, έγινε προσπάθεια να αλλοιωθεί στην πράξη ο χαρακτήρας της εφημερίδας, αφού η διεύθυνση, η συντακτική της επιτροπή και οι συντάκτες, επειδή δε συμφώνησαν με την απόφαση της ΚΕ να αναλάβει την καθοδήγησή της από την ΚΕ μέλος του ΠΓ, προσπάθησαν να επιβάλλουν τη δική τους γνώμη στην ΚΕ για την εφημερίδα, δημιουργώντας κρίση και μέσα στην ίδια την εφημερίδα.
Η ουσία βρισκόταν στο γεγονός ότι, δε δέχονταν τον έλεγχο από την ΚΕ στην πολιτική γραμμή της εφημερίδας, τις πολιτικές κατευθύνσεις στη βάση των αποφάσεων της ΚΕ.
Απαιτούσαν πλήρη ελευθερία άποψης στο δημοσιογραφικό τους έργο για να γράφουν, σύμφωνα με τις απόψεις της αντικομματικής ομάδας και να διαμορφώνουν οι ίδιοι την πολιτική γραμμή του «Ριζοσπάστη».
Ουσιαστικά, εδώ έκαναν προσπάθεια να επιβάλουν στην πράξη την άποψη ότι ο «Ριζοσπάστης», και παρά την αντίθετη απόφαση του Συνεδρίου, έπρεπε να πάψει στην πράξη να είναι αυτό που έπρεπε να είναι, όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ .
Αυτή η κατάσταση στην εφημερίδα, και ανάλογη στον «902», οξύνθηκε ακόμη περισσότερο μετά τα γεγονότα στην ΕΣΣΔ τον Αύγουστο του 1991, με αφορμή τη θέση της ΚΕ του Κόμματος γι' αυτά τα γεγονότα.
Το 14ο Συνέδριο χαρακτήρισε ως εξής αυτή την πορεία :
«Χρησιμοποίησαν, (σ.σ. η αντικομματική ομάδα), τον "Ριζοσπάστη", όργανο της ΚΕ, και το Ρ/Σ "902 ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΤΑ FM" για να διαδώσουν τις προσωπικές τους απόψεις, με αποτέλεσμα για μεγάλο χρονικό διάστημα προσυνεδριακά και για ένα διάστημα μετά το 13ο Συνέδριο, να παρεμποδίζεται η προβολή των απόψεων της συλλογικά επεξεργασμένης πολιτικής του Κόμματος».
Τα προσυνεδριακά κείμενα
Αλλά ας ξαναεπανέλθουμε μετά απ' αυτή την παρένθεση στην προσυνεδριακή περίοδο. Η ΚΕ επεξεργάστηκε και έδωσε στη δημοσιότητα τρία προσυνεδριακά κείμενα.
Το πρώτο με τίτλο «Οι θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 13ο Συνέδριο», κείμενο βασικά απολογισμού δράσης και άμεσων πολιτικών καθηκόντων συμπεριλαμβανομένης και πρότασης για οργανωτική ανασυγκρότησης, προκειμένου να μειωθούν τα ενδιάμεσα καθοδηγητικά όργανα κρίνοντας ότι θα υπάρξει βελτίωση της καθοδηγητικής δουλιάς προς τις ΚΟΒ.
Το δεύτερο προσυνεδριακό κείμενο με τίτλο «Σχέδιο προγραμματικής διακήρυξης του ΚΚΕ », που ουσιαστικά επεξεργαζόταν τις προγραμματικές αλλαγές στις συγκεκριμένες συνθήκες με βάση την απόφαση του 12ου Συνεδρίου για την αναγκαιότητα να προχωρήσει το Κόμμα σε νέες προγραμματικές επεξεργασίες.
Και το τρίτο κείμενο, με τίτλο «Σχέδιο καταστατικού του ΚΚΕ », με αλλαγές στο μέχρι τότε καταστατικό του Κόμματος, και με δεδομένη την πρόταση για οργανωτικές αλλαγές.
Τα κρίσιμα κείμενα ήταν το «Σχέδιο προγραμματικής διακήρυξης» και το «Σχέδιο καταστατικού», από την άποψη ότι στο περιεχόμενο του πρώτου ήταν επεξεργασμένη η στρατηγική και η ταχτική του ΚΚΕ , ενώ στο δεύτερο, οι αρχές συγκρότησης και λειτουργίας του Κόμματος, χωρίς βεβαίως να υστερούν σε σπουδαιότητα οι θέσεις. Αλλά με δεδομένη την οξύτατη ιδεολογική διαπάλη σε στρατηγικά ζητήματα και σε ζητήματα αρχών που καθορίζουν το χαρακτήρα του ΚΚΕ , το βάρος έπεφτε κυρίως σ' αυτά τα δύο κείμενα.
Στην εισαγωγή του «Σχεδίου προγραμματικής διακήρυξης» γίνεται λόγος για την επαναστατική ανανέωση του ΚΚΕ , ως εξής:
«Βασικό περιεχόμενο της επαναστατικής ανανέωσης, είναι ο εκσυγχρονισμός του ίδιου του Κόμματος, της συγκρότησης και λειτουργίας του. Η αποφασιστική ανάπτυξη της δημοκρατίας στη λειτουργία του με διεύρυνση των δικαιωμάτων, της πρωτοβουλίας και του αποφασιστικού ρόλου των μελών του... Σ' αυτή την κατεύθυνση πρέπει να αντιμετωπίζονται φαινόμενα παθητικότητας και αδράνειας που παρατηρήθηκαν το τελευταίο διάστημα». Ετσι, εντοπίζεται η αδράνεια και η αποστράτευση όχι στη φραξιονιστική δράση της αντικομματικής ομάδας, αλλά στη μη ύπαρξη διευρυμένων δικαιωμάτων των μελών λες και αυτά δεν καθορίζοντα από το καταστατικό. Και βεβαίως, δε σημαίνει ότι ανάλογες τέτοιες αδυναμίες στην εσωκομματική δουλιά ήταν ανύπαρκτες, αλλά το κύριο βρισκόταν στην κατάσταση που είχε διαμορφώσει η αντικομματική ομάδα, σε συνδυασμό με τις τότε εξελίξεις στις σοσιαλιστικές χώρες. Οι οποίες βεβαίως επέδρασαν στον κλονισμό πεποιθήσεων κάτω και από χαμηλό ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο των μελών και στελεχών. Αλλωστε και τη ζήτημα της αδράνειας στην ιδεολογική δουλιά, ήταν ένα απ' αυτά που το 14ο Συνέδριο εντόπισε ως βασική αιτία που συνέβαλε στην όξυνση της κρίσης στο Κόμμα. Αλλά εδώ δεν πρόκειται για το ίδιο ζήτημα. Πρόκειται για συνθήματα των αυτοαποκαλούμενων ανανεωτών όπως «να γίνει το ΚΚΕ , Κόμμα των μελών του», επιδιώκοντας περίτεχνα τη δημιουργία αντιπαραθέσεων ανάμεσα στη βάση και την καθοδήγηση.
Χτύπημα στην ουσία του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Η έννοια «δημοκρατία στο Κόμμα», ήταν ένα από τα προσφιλή τους συνθήματα. Και βεβαίως τα κείμενα ερμηνεύονταν από τους ίδιους κατά το δοκούν. Η λογική της διεύρυνσης των δικαιωμάτων των μελών έγινε προσπάθεια να περάσει και στο Σχέδιο Καταστατικού.
Αλλά για τα κείμενα αυτά θα μιλήσουμε στη συνέχεια. Αντικειμενικά, εντάσσονται στην εκτίμηση του 14ου Συνεδρίου ότι «η ένταση και η έκταση της κρίσης στο Κόμμα θα ήταν πολύ μικρότερη, αν η προηγούμενη ΚΕ εξασφάλιζε σωστή προετοιμασία του ίδιου του 13ου Συνεδρίου και διαμόρφωνε όρους συζήτησης των διαφορετικών απόψεων στην ουσία των διαφορών με βάση τις αρχές και τους κανόνες λειτουργίας του Κόμματος». (Ντοκουμέντα, σελ.158).
Η ουσία βρισκόταν στο γεγονός ότι, δε δέχονταν τον έλεγχο από την ΚΕ στην πολιτική γραμμή της εφημερίδας, τις πολιτικές κατευθύνσεις στη βάση των αποφάσεων της ΚΕ.
Απαιτούσαν πλήρη ελευθερία άποψης στο δημοσιογραφικό τους έργο για να γράφουν, σύμφωνα με τις απόψεις της αντικομματικής ομάδας και να διαμορφώνουν οι ίδιοι την πολιτική γραμμή του «Ριζοσπάστη».
Ουσιαστικά, εδώ έκαναν προσπάθεια να επιβάλουν στην πράξη την άποψη ότι ο «Ριζοσπάστης», και παρά την αντίθετη απόφαση του Συνεδρίου, έπρεπε να πάψει στην πράξη να είναι αυτό που έπρεπε να είναι, όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ .
Αυτή η κατάσταση στην εφημερίδα, και ανάλογη στον «902», οξύνθηκε ακόμη περισσότερο μετά τα γεγονότα στην ΕΣΣΔ τον Αύγουστο του 1991, με αφορμή τη θέση της ΚΕ του Κόμματος γι' αυτά τα γεγονότα.
Το 14ο Συνέδριο χαρακτήρισε ως εξής αυτή την πορεία :
«Χρησιμοποίησαν, (σ.σ. η αντικομματική ομάδα), τον "Ριζοσπάστη", όργανο της ΚΕ, και το Ρ/Σ "902 ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΤΑ FM" για να διαδώσουν τις προσωπικές τους απόψεις, με αποτέλεσμα για μεγάλο χρονικό διάστημα προσυνεδριακά και για ένα διάστημα μετά το 13ο Συνέδριο, να παρεμποδίζεται η προβολή των απόψεων της συλλογικά επεξεργασμένης πολιτικής του Κόμματος».
Τα προσυνεδριακά κείμενα
Αλλά ας ξαναεπανέλθουμε μετά απ' αυτή την παρένθεση στην προσυνεδριακή περίοδο. Η ΚΕ επεξεργάστηκε και έδωσε στη δημοσιότητα τρία προσυνεδριακά κείμενα.
Το πρώτο με τίτλο «Οι θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 13ο Συνέδριο», κείμενο βασικά απολογισμού δράσης και άμεσων πολιτικών καθηκόντων συμπεριλαμβανομένης και πρότασης για οργανωτική ανασυγκρότησης, προκειμένου να μειωθούν τα ενδιάμεσα καθοδηγητικά όργανα κρίνοντας ότι θα υπάρξει βελτίωση της καθοδηγητικής δουλιάς προς τις ΚΟΒ.
Το δεύτερο προσυνεδριακό κείμενο με τίτλο «Σχέδιο προγραμματικής διακήρυξης του ΚΚΕ », που ουσιαστικά επεξεργαζόταν τις προγραμματικές αλλαγές στις συγκεκριμένες συνθήκες με βάση την απόφαση του 12ου Συνεδρίου για την αναγκαιότητα να προχωρήσει το Κόμμα σε νέες προγραμματικές επεξεργασίες.
Και το τρίτο κείμενο, με τίτλο «Σχέδιο καταστατικού του ΚΚΕ », με αλλαγές στο μέχρι τότε καταστατικό του Κόμματος, και με δεδομένη την πρόταση για οργανωτικές αλλαγές.
Τα κρίσιμα κείμενα ήταν το «Σχέδιο προγραμματικής διακήρυξης» και το «Σχέδιο καταστατικού», από την άποψη ότι στο περιεχόμενο του πρώτου ήταν επεξεργασμένη η στρατηγική και η ταχτική του ΚΚΕ , ενώ στο δεύτερο, οι αρχές συγκρότησης και λειτουργίας του Κόμματος, χωρίς βεβαίως να υστερούν σε σπουδαιότητα οι θέσεις. Αλλά με δεδομένη την οξύτατη ιδεολογική διαπάλη σε στρατηγικά ζητήματα και σε ζητήματα αρχών που καθορίζουν το χαρακτήρα του ΚΚΕ , το βάρος έπεφτε κυρίως σ' αυτά τα δύο κείμενα.
Στην εισαγωγή του «Σχεδίου προγραμματικής διακήρυξης» γίνεται λόγος για την επαναστατική ανανέωση του ΚΚΕ , ως εξής:
«Βασικό περιεχόμενο της επαναστατικής ανανέωσης, είναι ο εκσυγχρονισμός του ίδιου του Κόμματος, της συγκρότησης και λειτουργίας του. Η αποφασιστική ανάπτυξη της δημοκρατίας στη λειτουργία του με διεύρυνση των δικαιωμάτων, της πρωτοβουλίας και του αποφασιστικού ρόλου των μελών του... Σ' αυτή την κατεύθυνση πρέπει να αντιμετωπίζονται φαινόμενα παθητικότητας και αδράνειας που παρατηρήθηκαν το τελευταίο διάστημα». Ετσι, εντοπίζεται η αδράνεια και η αποστράτευση όχι στη φραξιονιστική δράση της αντικομματικής ομάδας, αλλά στη μη ύπαρξη διευρυμένων δικαιωμάτων των μελών λες και αυτά δεν καθορίζοντα από το καταστατικό. Και βεβαίως, δε σημαίνει ότι ανάλογες τέτοιες αδυναμίες στην εσωκομματική δουλιά ήταν ανύπαρκτες, αλλά το κύριο βρισκόταν στην κατάσταση που είχε διαμορφώσει η αντικομματική ομάδα, σε συνδυασμό με τις τότε εξελίξεις στις σοσιαλιστικές χώρες. Οι οποίες βεβαίως επέδρασαν στον κλονισμό πεποιθήσεων κάτω και από χαμηλό ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο των μελών και στελεχών. Αλλωστε και τη ζήτημα της αδράνειας στην ιδεολογική δουλιά, ήταν ένα απ' αυτά που το 14ο Συνέδριο εντόπισε ως βασική αιτία που συνέβαλε στην όξυνση της κρίσης στο Κόμμα. Αλλά εδώ δεν πρόκειται για το ίδιο ζήτημα. Πρόκειται για συνθήματα των αυτοαποκαλούμενων ανανεωτών όπως «να γίνει το ΚΚΕ , Κόμμα των μελών του», επιδιώκοντας περίτεχνα τη δημιουργία αντιπαραθέσεων ανάμεσα στη βάση και την καθοδήγηση.
Χτύπημα στην ουσία του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Η έννοια «δημοκρατία στο Κόμμα», ήταν ένα από τα προσφιλή τους συνθήματα. Και βεβαίως τα κείμενα ερμηνεύονταν από τους ίδιους κατά το δοκούν. Η λογική της διεύρυνσης των δικαιωμάτων των μελών έγινε προσπάθεια να περάσει και στο Σχέδιο Καταστατικού.
Αλλά για τα κείμενα αυτά θα μιλήσουμε στη συνέχεια. Αντικειμενικά, εντάσσονται στην εκτίμηση του 14ου Συνεδρίου ότι «η ένταση και η έκταση της κρίσης στο Κόμμα θα ήταν πολύ μικρότερη, αν η προηγούμενη ΚΕ εξασφάλιζε σωστή προετοιμασία του ίδιου του 13ου Συνεδρίου και διαμόρφωνε όρους συζήτησης των διαφορετικών απόψεων στην ουσία των διαφορών με βάση τις αρχές και τους κανόνες λειτουργίας του Κόμματος». (Ντοκουμέντα, σελ.158).
Με τη δημοσίευση των προσυνεδριακών, για το 13ο Συνέδριο, κειμένων (το Σεπτέμβρη του 1990 οι Θέσεις της ΚΕ, τον Οκτώβρη το Σχέδιο Προγραμματικής Διακήρυξης και το Νοέμβρη το Σχέδιο Καταστατικού), αρχίζει και η προσυνεδριακή διαδικασία. Η διεξαγωγή της γίνεται με δεδομένη την κρίση στο Κόμμα, τις βαθύτατες διαφωνίες και την επιδίωξη της αντικομματικής ομάδας, η οποία αρνούνταν τον επαναστατικό χαρακτήρα του Κόμματος, αρνούνταν την αναγκαιότητα ύπαρξης Κομμουνιστικού Κόμματος, με πρόθεση να επιβάλει τις απόψεις της. Ηδη από την ευρεία Ολομέλεια και μετά, οι διαφωνίες είχαν εκφραστεί δημόσια, και αυτή η ομάδα στελεχών με την οποία είχε ταυτιστεί και ο τότε ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Γρ. Φαράκος, χρησιμοποιούσε τον αστικό Τύπο, αλλά και δυνάμεις από τον ΣΥΝ ενάντια στο Κόμμα.
Ετσι, μια εσωκομματική υπόθεση του ΚΚΕ και μάλιστα τέτοια που αφορούσε την ύπαρξή του, έγινε υπόθεση αντιΚΚΕ αντιπάλων μέσα και έξω από το Κόμμα.
Στο 14ο Συνέδριο, γίνεται η εκτίμηση: «Το Πολιτικό Γραφείο έπρεπε να ετοιμάσει με δική του ευθύνη κείμενο θέσεων για συζήτηση στην ΚΕ πριν από την ευρεία Ολομέλεια. Ετσι και την πόλωση θα εμπόδιζε και συζήτηση επί της ουσίας των διαφορών θα γινόταν. Και το κυριότερο, η ΚΕ θα είχε την ευκαιρία να επεξεργαστεί έγκαιρα, σε βάθος και από την πρώτη στιγμή τις θέσεις. Να υπερασπιστεί πειστικά την ανάγκη να επαναβεβαιωθεί ο χαρακτήρας και οι θεμελιακές αρχές του Κόμματος στις σύγχρονες συνθήκες. Να φανεί ο πραγματικός χαρακτήρας των διαφωνιών και να μη συγκαλυφτεί πίσω από χαρακτηρισμούς και αφορισμούς.
Η προσπάθεια που έκανε η πλειοψηφία της ΚΕ, να συντεθούν οι διαφορετικές απόψεις, ξεκινούσε από τη θέληση να αποτραπεί η ρήξη και η διάσπαση . Η όλη μετασυνεδριακή πορεία (σ.σ. μετά το 13ο Συνέδριο), απέδειξε ότι η σύνθεση μπορεί να γίνει μόνο στο βαθμό που υπάρχει κοινή αφετηρία, ενιαία ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική αντίληψη.
Οι διαφορές όμως ήταν βαθύτατες και σε τελευταία ανάλυση αφορούσαν την αναγκαιότητα ύπαρξης Κομμουνιστικού Κόμματος στην εποχή μας. Γι' αυτό και η κρίση δεν μπόρεσε να αποφευχθεί».
Διαφορετικές αφετηρίες σε στρατηγικά ζητήματα
Τα προσυνεδριακά κείμενα παρουσιάστηκαν ως αποτέλεσμα σύνθεσης απόψεων. Αλλά η παραπάνω εκτίμηση του 14ου Συνεδρίου, σχετικά με τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες μπορεί να υπάρξει σύνθεση, ήταν φανερή από τα ίδια τα κείμενα. Ουσιαστικά υπήρχαν αντιφάσεις οι οποίες εξέφραζαν τις αντίθετες θεωρητικές αντιλήψεις, για το θεμελιακό ζήτημα του χαρακτήρα και των αρχών του Κόμματος. Ας δούμε πώς.
Στο σχέδιο προγραμματικής διακήρυξης υπήρχε ιδιαίτερη παράγραφος στο κεφάλαιο για το σοσιαλισμό, με τίτλο «Επανάσταση και μεταρρυθμίσεις». Το θέμα λοιπόν της σχέσης «μεταρρύθμισης - επανάστασης» τοποθετούνταν ως εξής: «Οι μεταρρυθμίσεις, πέρα από τα άμεσα αποτελέσματά τους, μπορούν κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις και με ευνοϊκό συσχετισμό των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων να αποκτούν δομικό χαρακτήρα και να οδηγούν σε ποιοτικούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς. Αυτό εξαρτάται από το χαρακτήρα της εξουσίας και απαιτεί οι μεταρρυθμίσεις να επεκτείνονται στο σύνολο των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων. Το σημαντικότερο όμως είναι στηριζόμενες στα κοινωνικά κινήματα να προχωρούν μέχρι τις ρίζες της κοινωνικής αδικίας και εκμετάλλευσης, του συντηρητισμού και της καθυστέρησης.
Ετσι είναι δυνατόν οι μεταρρυθμίσεις να μην απορροφώνται στο υπάρχον σύστημα, να μην υποβοηθούν απλώς την προσαρμοστική του ικανότητα, αλλά να οδηγούν σε ρήξεις μ' αυτό, σε μετασχηματισμό δομών και θεσμών και να φέρνουν τον κόσμο της εργασίας στα κέντρα λήψης των αποφάσεων».
Αυτή ακριβώς η προσέγγιση αυτού του θεμελιακού για το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό θεωρητικού ζητήματος, ΑΝΑΙΡΕΙ ΤΗ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ-ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑ, η οποία διδάσκει ότι είναι νομοτέλεια για το πέρασμα στο σοσιαλισμό η επαναστατική κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.
Στη συγκεκριμένη προσέγγιση, γίνεται λόγος για μεταρρυθμίσεις που θα αποκτούν «δομικό χαρακτήρα», δε θα «απορροφώνται από το σύστημα», και θα «φέρνουν τον κόσμο της εργασίας στα κέντρα λήψης των αποφάσεων».
Αυτό δείχνει εξελιχτική πορεία μέσα στον καπιταλισμό, ο οποίος υποτίθεται θα αδυνατεί (αν είναι δυνατόν να το επιτρέψει η κυρίαρχη τάξη!) να αφομοιώνει τις μεταρρυθμίσεις και έτσι με τις λεγόμενες «δομικές αλλαγές» θα λυθεί το ζήτημα της εξουσίας!
Ετσι λοιπόν επικεντρώνεται η δράση του Κόμματος στην πάλη για μεταρρυθμίσεις, για δομικές αλλαγές.
Βεβαίως, πιο κάτω το σχέδιο προγραμματικής διακήρυξης αναφέρει: «Το ΚΚΕ αντιμετωπίζει το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων με ριζικά διαφορετικό τρόπο σε σχέση με τη σοσιαλδημοκρατία... Η πάλη για μεταρρυθμίσεις δεν υποκαθιστά την ανάγκη της κοινωνικής επανάστασης, μπορεί όμως να αποτελέσει τρόπο προσέγγισής της». Αλλά ήδη η πιο πάνω προσέγγιση του ζητήματος έρχεται σε αντίθεση μ' αυτά.
Το θέμα αυτό λύθηκε στο 15ο Συνέδριο του Κόμματος, στο Πρόγραμμά του και αναπτύχθηκε παραπέρα στο 16ο Συνέδριο με την επεξεργασία στρατηγικής και ταχτικής και το ζήτημα του χαρακτήρα της επανάστασης. Ολη η δράση του Κόμματος, επικεντρώνεται στη συγκρότηση του αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού, δημοκρατικού μετώπου πάλης, για τη λαϊκή εξουσία, το σοσιαλισμό.
Και στις αρχές συγκρότησης και λειτουργίας
Στο σχέδιο Καταστατικού, στην εισαγωγή, χαρακτηρίζεται το ΚΚΕ ως «κόμμα της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων». Πιο κάτω βεβαίως, η εισαγωγή αναφέρει: «Το ΚΚΕ , συνειδητή πρωτοπορία της εργατικής τάξης...». Το πρόβλημα εδώ, πέρα από την αντίφαση, έχει θεμελιακή σημασία, από την άποψη ότι δεν ανήκουν όλοι οι εργαζόμενοι στην εργατική τάξη. Επομένως, τα ταξικά συμφέροντα τμημάτων των εργαζομένων διαφέρουν απ' αυτά της εργατικής τάξης, η οποία είναι η μόνη χωρίς ιδιοκτησία σε μέσα παραγωγής. Εργαζόμενος είναι και κάποιος ο οποίος ανήκει στα μικροαστικά στρώματα, που είναι σύμμαχα στην εργατική τάξη.
Αντικειμενικά λοιπόν, ο χαρακτηρισμός του ΚΚΕ ως «κόμμα όλων των εργαζομένων», αλλοιώνει το χαρακτήρα του.
Αλλά στο σχέδιο Καταστατικού έγινε προσπάθεια σύνθεσης απόψεων και στη θεμελιακή αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, επίσης κρίσιμο ζήτημα για το χαρακτήρα του Κόμματος. Στο άρθρο για το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, αναφέρεται ορθότατα, ότι «η ύπαρξη και δράση οργανωμένων ομάδων στο εσωτερικό του Κόμματος είναι ασυμβίβαστη με τη λειτουργία του». Πιο πάνω όμως γίνεται αναφορά σε μειοψηφούσες απόψεις, ως εξής: «Οι κάθε φορά μειοψηφούσες απόψεις μπορούν να συμβάλουν στη συνολική σκέψη του Κόμματος. Είναι θεμιτό να διεκδικούν την επικράτησή τους μέσα στα καταστατικά πλαίσια. Η εκάστοτε μειοψηφούσα άποψη έχει δικαίωμα να υπερασπίζεται τις θέσεις της, να καταγράφεται η άποψή της, να ενημερώνεται γι' αυτήν το Κόμμα, να απαιτεί την επανεξέταση επίμαχων ζητημάτων. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι ισχύουν για όλους οι αποφάσεις».
Από τη στιγμή που επιτρέπεται για τις μειοψηφούσες απόψεις να ενημερώνεται το Κόμμα, σημαίνει ότι η μειοψηφούσα άποψη γίνεται μέρος της δουλιάς, έτσι που μαζί με τις αποφάσεις των οργάνων το Κόμμα να ενημερώνεται και με απόψεις πάνω στις αποφάσεις που μειοψήφησαν. Εμμέσως πλην σαφώς άνοιγε ο δρόμος να συζητά ολόκληρο το Κόμμα, όχι μόνο τις αποφάσεις και πώς με βάση αυτές θα δρα ενιαία, πειθαρχημένα, άρα και αποτελεσματικά, αλλά και τις μειοψηφούσες απόψεις. Αυτή η διαδικασία όμως υποσκάπτει αντικειμενικά το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, την ίδια τη λειτουργία και δράση του Κόμματος.
Βεβαίως, οι διαφορετικές απόψεις συζητούνται στα όργανα που εμφανίζονται στα πλαίσια του Καταστατικού. Αλλά και αυτό δε σημαίνει ότι μπορούν να συζητούνται μονίμως και πάντα. Το να διεκδικούν την επικράτησή τους οι μειοψηφούσες απόψεις, σημαίνει συστηματική διαφωνία σε ζητήματα, αποφάσεις και επιλογές, συλλογικά επεξεργασμένες που απορρέουν από τη γενική πολιτική του Κόμματος. Δεν εννοούνται διαφορετικές προτάσεις ή σκέψεις για ζητήματα της τρέχουσας δουλιάς, περιορισμένης σημασίας. Η συστηματική διαφωνία όταν εμφανίζεται σε στελέχη, πολύ περισσότερο όταν συζητιέται μονίμως σ' ολόκληρο το Κόμμα, επιδρά αρνητικά στη λειτουργία και τη δράση.
Αυτά και μόνο τα παραδείγματα από τα δύο προσυνεδριακά κείμενα είναι αρκετά για να επιβεβαιώσουν την εκτίμηση του 14ου Συνεδρίου που προαναφέραμε σχετικά με τη «σύνθεση απόψεων», όταν αυτή δεν ξεκινά από την ίδια ιδεολογική και οργανωτική άποψη.
Η διαπάλη συνεχίζεται
Οπως γίνεται φανερό, αντικειμενικά και ο προσυνεδριακός διάλογος και η εσωκομματική διαδικασία για το Συνέδριο, το ίδιο το Συνέδριο, διεξήχθησαν μέσα σε συνθήκες οξύτατης διαπάλης, που στο επίκεντρό της είχε το χαρακτήρα του ΚΚΕ , την ίδια την ύπαρξή του. Η διαπάλη με την οπορτουνιστική τάση που επιδίωκε τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση ή και τη διάλυση του Κόμματος δεν έληξε στο Συνέδριο. Παρ' όλα αυτά, η πλειοψηφία του Συνεδρίου πάλεψε για τη διατήρηση του ΚΚΕ , για τον επαναστατικό του χαρακτήρα και το ρόλο του ως οργανωμένη συνειδητή πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Και σ' αυτό συνέβαλε η πλειοψηφία των μελών της απερχόμενης ΚΕ. Συνέβαλε η πλειοψηφία των μελών του Κόμματος που συνειδητοποίησαν τον κίνδυνο, υπερασπίστηκαν τα θεμελιακά του γνωρίσματα και την ιστορική προσφορά του.
Το 13ο Συνέδριο, ανέδειξε σε πλειοψηφία της ΚΕ στελέχη που τάσσονταν υπέρ της διατήρησης του κομμουνιστικού χαρακτήρα του Κόμματος, αλλά δεν έβαλε τέρμα στην εσωκομματική πάλη. Η οποία συνεχίστηκε ως τη διάσπαση τον Ιούλη του 1991.
Αμέσως μετά, το Κόμμα μέσα σε δύσκολες συνθήκες οξύτατης επίθεσης και κατασυκοφάντησής του από τα πρώην στελέχη του (έγιναν η αιχμή του δόρατος του αντικομμουνισμού) αλλά και σε αρνητικό διεθνές κλίμα, λόγω των ανατροπών των σοσιαλιστικών καθεστώτων, σε συνθήκες υποχώρησης του κομμουνιστικού κινήματος, καταπιάνεται με την ανασυγκρότησή του. Δίνει αυτή τη μάχη, ταυτόχρονα με πλατιά εξόρμηση στο λαό, με προσπάθεια για ανάπτυξη δράσης στο μαζικό κίνημα και προετοιμάζεται για το 14ο Συνέδριό του.
Ετσι, μια εσωκομματική υπόθεση του ΚΚΕ και μάλιστα τέτοια που αφορούσε την ύπαρξή του, έγινε υπόθεση αντιΚΚΕ αντιπάλων μέσα και έξω από το Κόμμα.
Στο 14ο Συνέδριο, γίνεται η εκτίμηση: «Το Πολιτικό Γραφείο έπρεπε να ετοιμάσει με δική του ευθύνη κείμενο θέσεων για συζήτηση στην ΚΕ πριν από την ευρεία Ολομέλεια. Ετσι και την πόλωση θα εμπόδιζε και συζήτηση επί της ουσίας των διαφορών θα γινόταν. Και το κυριότερο, η ΚΕ θα είχε την ευκαιρία να επεξεργαστεί έγκαιρα, σε βάθος και από την πρώτη στιγμή τις θέσεις. Να υπερασπιστεί πειστικά την ανάγκη να επαναβεβαιωθεί ο χαρακτήρας και οι θεμελιακές αρχές του Κόμματος στις σύγχρονες συνθήκες. Να φανεί ο πραγματικός χαρακτήρας των διαφωνιών και να μη συγκαλυφτεί πίσω από χαρακτηρισμούς και αφορισμούς.
Η προσπάθεια που έκανε η πλειοψηφία της ΚΕ, να συντεθούν οι διαφορετικές απόψεις, ξεκινούσε από τη θέληση να αποτραπεί η ρήξη και η διάσπαση . Η όλη μετασυνεδριακή πορεία (σ.σ. μετά το 13ο Συνέδριο), απέδειξε ότι η σύνθεση μπορεί να γίνει μόνο στο βαθμό που υπάρχει κοινή αφετηρία, ενιαία ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική αντίληψη.
Οι διαφορές όμως ήταν βαθύτατες και σε τελευταία ανάλυση αφορούσαν την αναγκαιότητα ύπαρξης Κομμουνιστικού Κόμματος στην εποχή μας. Γι' αυτό και η κρίση δεν μπόρεσε να αποφευχθεί».
Διαφορετικές αφετηρίες σε στρατηγικά ζητήματα
Τα προσυνεδριακά κείμενα παρουσιάστηκαν ως αποτέλεσμα σύνθεσης απόψεων. Αλλά η παραπάνω εκτίμηση του 14ου Συνεδρίου, σχετικά με τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες μπορεί να υπάρξει σύνθεση, ήταν φανερή από τα ίδια τα κείμενα. Ουσιαστικά υπήρχαν αντιφάσεις οι οποίες εξέφραζαν τις αντίθετες θεωρητικές αντιλήψεις, για το θεμελιακό ζήτημα του χαρακτήρα και των αρχών του Κόμματος. Ας δούμε πώς.
Στο σχέδιο προγραμματικής διακήρυξης υπήρχε ιδιαίτερη παράγραφος στο κεφάλαιο για το σοσιαλισμό, με τίτλο «Επανάσταση και μεταρρυθμίσεις». Το θέμα λοιπόν της σχέσης «μεταρρύθμισης - επανάστασης» τοποθετούνταν ως εξής: «Οι μεταρρυθμίσεις, πέρα από τα άμεσα αποτελέσματά τους, μπορούν κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις και με ευνοϊκό συσχετισμό των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων να αποκτούν δομικό χαρακτήρα και να οδηγούν σε ποιοτικούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς. Αυτό εξαρτάται από το χαρακτήρα της εξουσίας και απαιτεί οι μεταρρυθμίσεις να επεκτείνονται στο σύνολο των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων. Το σημαντικότερο όμως είναι στηριζόμενες στα κοινωνικά κινήματα να προχωρούν μέχρι τις ρίζες της κοινωνικής αδικίας και εκμετάλλευσης, του συντηρητισμού και της καθυστέρησης.
Ετσι είναι δυνατόν οι μεταρρυθμίσεις να μην απορροφώνται στο υπάρχον σύστημα, να μην υποβοηθούν απλώς την προσαρμοστική του ικανότητα, αλλά να οδηγούν σε ρήξεις μ' αυτό, σε μετασχηματισμό δομών και θεσμών και να φέρνουν τον κόσμο της εργασίας στα κέντρα λήψης των αποφάσεων».
Αυτή ακριβώς η προσέγγιση αυτού του θεμελιακού για το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό θεωρητικού ζητήματος, ΑΝΑΙΡΕΙ ΤΗ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ-ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑ, η οποία διδάσκει ότι είναι νομοτέλεια για το πέρασμα στο σοσιαλισμό η επαναστατική κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.
Στη συγκεκριμένη προσέγγιση, γίνεται λόγος για μεταρρυθμίσεις που θα αποκτούν «δομικό χαρακτήρα», δε θα «απορροφώνται από το σύστημα», και θα «φέρνουν τον κόσμο της εργασίας στα κέντρα λήψης των αποφάσεων».
Αυτό δείχνει εξελιχτική πορεία μέσα στον καπιταλισμό, ο οποίος υποτίθεται θα αδυνατεί (αν είναι δυνατόν να το επιτρέψει η κυρίαρχη τάξη!) να αφομοιώνει τις μεταρρυθμίσεις και έτσι με τις λεγόμενες «δομικές αλλαγές» θα λυθεί το ζήτημα της εξουσίας!
Ετσι λοιπόν επικεντρώνεται η δράση του Κόμματος στην πάλη για μεταρρυθμίσεις, για δομικές αλλαγές.
Βεβαίως, πιο κάτω το σχέδιο προγραμματικής διακήρυξης αναφέρει: «Το ΚΚΕ αντιμετωπίζει το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων με ριζικά διαφορετικό τρόπο σε σχέση με τη σοσιαλδημοκρατία... Η πάλη για μεταρρυθμίσεις δεν υποκαθιστά την ανάγκη της κοινωνικής επανάστασης, μπορεί όμως να αποτελέσει τρόπο προσέγγισής της». Αλλά ήδη η πιο πάνω προσέγγιση του ζητήματος έρχεται σε αντίθεση μ' αυτά.
Το θέμα αυτό λύθηκε στο 15ο Συνέδριο του Κόμματος, στο Πρόγραμμά του και αναπτύχθηκε παραπέρα στο 16ο Συνέδριο με την επεξεργασία στρατηγικής και ταχτικής και το ζήτημα του χαρακτήρα της επανάστασης. Ολη η δράση του Κόμματος, επικεντρώνεται στη συγκρότηση του αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού, δημοκρατικού μετώπου πάλης, για τη λαϊκή εξουσία, το σοσιαλισμό.
Και στις αρχές συγκρότησης και λειτουργίας
Στο σχέδιο Καταστατικού, στην εισαγωγή, χαρακτηρίζεται το ΚΚΕ ως «κόμμα της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων». Πιο κάτω βεβαίως, η εισαγωγή αναφέρει: «Το ΚΚΕ , συνειδητή πρωτοπορία της εργατικής τάξης...». Το πρόβλημα εδώ, πέρα από την αντίφαση, έχει θεμελιακή σημασία, από την άποψη ότι δεν ανήκουν όλοι οι εργαζόμενοι στην εργατική τάξη. Επομένως, τα ταξικά συμφέροντα τμημάτων των εργαζομένων διαφέρουν απ' αυτά της εργατικής τάξης, η οποία είναι η μόνη χωρίς ιδιοκτησία σε μέσα παραγωγής. Εργαζόμενος είναι και κάποιος ο οποίος ανήκει στα μικροαστικά στρώματα, που είναι σύμμαχα στην εργατική τάξη.
Αντικειμενικά λοιπόν, ο χαρακτηρισμός του ΚΚΕ ως «κόμμα όλων των εργαζομένων», αλλοιώνει το χαρακτήρα του.
Αλλά στο σχέδιο Καταστατικού έγινε προσπάθεια σύνθεσης απόψεων και στη θεμελιακή αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, επίσης κρίσιμο ζήτημα για το χαρακτήρα του Κόμματος. Στο άρθρο για το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, αναφέρεται ορθότατα, ότι «η ύπαρξη και δράση οργανωμένων ομάδων στο εσωτερικό του Κόμματος είναι ασυμβίβαστη με τη λειτουργία του». Πιο πάνω όμως γίνεται αναφορά σε μειοψηφούσες απόψεις, ως εξής: «Οι κάθε φορά μειοψηφούσες απόψεις μπορούν να συμβάλουν στη συνολική σκέψη του Κόμματος. Είναι θεμιτό να διεκδικούν την επικράτησή τους μέσα στα καταστατικά πλαίσια. Η εκάστοτε μειοψηφούσα άποψη έχει δικαίωμα να υπερασπίζεται τις θέσεις της, να καταγράφεται η άποψή της, να ενημερώνεται γι' αυτήν το Κόμμα, να απαιτεί την επανεξέταση επίμαχων ζητημάτων. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι ισχύουν για όλους οι αποφάσεις».
Από τη στιγμή που επιτρέπεται για τις μειοψηφούσες απόψεις να ενημερώνεται το Κόμμα, σημαίνει ότι η μειοψηφούσα άποψη γίνεται μέρος της δουλιάς, έτσι που μαζί με τις αποφάσεις των οργάνων το Κόμμα να ενημερώνεται και με απόψεις πάνω στις αποφάσεις που μειοψήφησαν. Εμμέσως πλην σαφώς άνοιγε ο δρόμος να συζητά ολόκληρο το Κόμμα, όχι μόνο τις αποφάσεις και πώς με βάση αυτές θα δρα ενιαία, πειθαρχημένα, άρα και αποτελεσματικά, αλλά και τις μειοψηφούσες απόψεις. Αυτή η διαδικασία όμως υποσκάπτει αντικειμενικά το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, την ίδια τη λειτουργία και δράση του Κόμματος.
Βεβαίως, οι διαφορετικές απόψεις συζητούνται στα όργανα που εμφανίζονται στα πλαίσια του Καταστατικού. Αλλά και αυτό δε σημαίνει ότι μπορούν να συζητούνται μονίμως και πάντα. Το να διεκδικούν την επικράτησή τους οι μειοψηφούσες απόψεις, σημαίνει συστηματική διαφωνία σε ζητήματα, αποφάσεις και επιλογές, συλλογικά επεξεργασμένες που απορρέουν από τη γενική πολιτική του Κόμματος. Δεν εννοούνται διαφορετικές προτάσεις ή σκέψεις για ζητήματα της τρέχουσας δουλιάς, περιορισμένης σημασίας. Η συστηματική διαφωνία όταν εμφανίζεται σε στελέχη, πολύ περισσότερο όταν συζητιέται μονίμως σ' ολόκληρο το Κόμμα, επιδρά αρνητικά στη λειτουργία και τη δράση.
Αυτά και μόνο τα παραδείγματα από τα δύο προσυνεδριακά κείμενα είναι αρκετά για να επιβεβαιώσουν την εκτίμηση του 14ου Συνεδρίου που προαναφέραμε σχετικά με τη «σύνθεση απόψεων», όταν αυτή δεν ξεκινά από την ίδια ιδεολογική και οργανωτική άποψη.
Η διαπάλη συνεχίζεται
Οπως γίνεται φανερό, αντικειμενικά και ο προσυνεδριακός διάλογος και η εσωκομματική διαδικασία για το Συνέδριο, το ίδιο το Συνέδριο, διεξήχθησαν μέσα σε συνθήκες οξύτατης διαπάλης, που στο επίκεντρό της είχε το χαρακτήρα του ΚΚΕ , την ίδια την ύπαρξή του. Η διαπάλη με την οπορτουνιστική τάση που επιδίωκε τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση ή και τη διάλυση του Κόμματος δεν έληξε στο Συνέδριο. Παρ' όλα αυτά, η πλειοψηφία του Συνεδρίου πάλεψε για τη διατήρηση του ΚΚΕ , για τον επαναστατικό του χαρακτήρα και το ρόλο του ως οργανωμένη συνειδητή πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Και σ' αυτό συνέβαλε η πλειοψηφία των μελών της απερχόμενης ΚΕ. Συνέβαλε η πλειοψηφία των μελών του Κόμματος που συνειδητοποίησαν τον κίνδυνο, υπερασπίστηκαν τα θεμελιακά του γνωρίσματα και την ιστορική προσφορά του.
Το 13ο Συνέδριο, ανέδειξε σε πλειοψηφία της ΚΕ στελέχη που τάσσονταν υπέρ της διατήρησης του κομμουνιστικού χαρακτήρα του Κόμματος, αλλά δεν έβαλε τέρμα στην εσωκομματική πάλη. Η οποία συνεχίστηκε ως τη διάσπαση τον Ιούλη του 1991.
Αμέσως μετά, το Κόμμα μέσα σε δύσκολες συνθήκες οξύτατης επίθεσης και κατασυκοφάντησής του από τα πρώην στελέχη του (έγιναν η αιχμή του δόρατος του αντικομμουνισμού) αλλά και σε αρνητικό διεθνές κλίμα, λόγω των ανατροπών των σοσιαλιστικών καθεστώτων, σε συνθήκες υποχώρησης του κομμουνιστικού κινήματος, καταπιάνεται με την ανασυγκρότησή του. Δίνει αυτή τη μάχη, ταυτόχρονα με πλατιά εξόρμηση στο λαό, με προσπάθεια για ανάπτυξη δράσης στο μαζικό κίνημα και προετοιμάζεται για το 14ο Συνέδριό του.
Η αντι-ΚΚΕ προπαγάνδα των οπορτουνιστών
Οι Θέσεις της ΚΕ και οι Αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ για τα καθήκοντα του Κόμματος και την αντίληψή μας για το σοσιαλισμό αποτελούν μετρήσιμο βήμα προόδου και ωριμότητας που έχει κάνει το Κόμμα μας, της ιδεολογικής και πολιτικής ισχυροποίησής του, στο επίπεδο της ταξικής πάλης, για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, τη συγκρότηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου (ΑΑΔΜ), την πάλη για τη Λαϊκή Εξουσία και Οικονομία, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.Τα δύο ζητήματα του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, διαλεκτικά δεμένα μεταξύ τους, συμβάλλουν στην ανάπτυξη της Μαρξιστικής - Λενινιστικής θεωρίας, εμπλουτίζουν την προγραμματική αντίληψη του ΚΚΕ για το Σοσιαλισμό, την επικαιρότητα και αναγκαιότητά του, καθώς αποτελούν και συμβολή του ΚΚΕ στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα για την ανασύνταξη του αντιιμπεριαλιστικού - αντιμονοπωλιακού κινήματος.
Τα δύο κείμενα περιέχουν πολύτιμα εφόδια στην ιδεολογικοπολιτική διαπάλη του ΚΚΕ με την αστική τάξη, το ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό - τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, το ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, και τους ακραιφνείς εθνικιστές και συντηρητικούς, τον ΛΑ.Ο.Σ.
Eίναι πολύ σημαντικό ότι το ΚΚΕ κάνει μια ουσιαστική συζήτηση για ένα τόσο δύσκολο θέμα, για την αντίληψή μας για το Σοσιαλισμό. Και το σημαντικότερο είναι ότι στη συζήτηση συμμετέχουν χιλιάδες μέλη του ΚΚΕ και συναγωνιστές στη χώρα μας, με έντονο ενδιαφέρον και συμμετοχή από 90 Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα, ενώ την ίδια ώρα οι δυνάμεις του ΚΚΕ βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα, ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική της ΕΕ, της ΝΔ και των άλλων κομμάτων του ευρωμονόδρομου.
Συζητάμε για τη στρατηγική μας εμπλουτισμένη από την πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης από τα μεγάλα επιτεύγματα, αλλά και τις αδυναμίες, τα λάθη και την οπορτουνιστική επίδραση στο κομμουνιστικό κίνημα.
Η κριτική αποτίμηση από το ΚΚΕ γίνεται με δεδομένη την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ και στις άλλες χώρες.
Μια από τις πιο επικίνδυνες μεθόδους διαστρέβλωσης της Μαρξιστικής - Λενινιστικής θεωρίας είναι ο εκλεκτικισμός, η συρραφή αποσπασμάτων των κλασικών, πολύ περισσότερο γίνεται επικίνδυνη η χρησιμοποίηση «τσιτάτων» - χαρακτηριστικό γνώρισμα των αστών, των ρεφορμιστών και των οπορτουνιστών - για να αποδομήσουν, να διαστρεβλώσουν και να συκοφαντήσουν την ουσία της σκέψης, την επαναστατική γραμμή για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.
Η πολεμική στο ΚΚΕ
Το ΚΚΕ δεν αιφνιδιάστηκε από την πολεμική που εξαπέλυσαν από κοινού η αστική τάξη, με τους ρεφορμιστές και τους οπορτουνιστές. Στόχευση αυτής της πολεμικής είναι η αποδόμηση της αναγκαιότητας της σοσιαλιστικής επανάστασης και «της δικτατορίας του προλεταριάτου», δηλαδή της επαναστατικής εργατικής εξουσίας.
Είναι γεγονός ότι η πλουτοκρατία, ρεφορμιστές και οπορτουνιστές, δεν τόλμησαν ουσιαστικά να δημοσιεύσουν και να αντιπαρατεθούν με τις Θέσεις και τις Αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ και αυτό αποκαλύπτει την αδυναμία τους.
Με «κονσέρβες» σημειώματα και εκπομπές, μέσα από τα ιδιωτικά και κρατικά έντυπα και ραδιοτηλεοπτικά ΜΜΕ που ανέσυραν από το μουχλιασμένο μπαούλο, συμμετέχουν στην αντικομμουνιστική εκστρατεία με όχημα τη «σταλινολογία», προβάλλοντας φαιδρά αντιεπιστημονικά - ανιστόρητα επιχειρήματα.
Οι οπορτουνιστές, με την οργανωμένη τους μορφή τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, συμμετέχουν στην αντικομμουνιστική εκστρατεία, εκτοξεύοντας ανυπόστατους χαρακτηρισμούς και κατηγορίες ενάντια στο ΚΚΕ.
Το σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, που ενέκρινε στο πρόσφατο συνέδριό του, στον πυρήνα του οποίου περιλαμβάνει και επαναλαμβάνει την πίστη του στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα της ΕΕ και στον εξανθρωπισμό δήθεν του καπιταλιστικού συστήματος, στα πλαίσια της διαχείρισης της σοσιαλδημοκρατίας με το ΠΑΣΟΚ, διεγείρει τα αντικομμουνιστικά του αντανακλαστικά και με φαιδρά επιχειρήματα επιτίθεται ενάντια στο ΚΚΕ, προκειμένου να ανακόψει τις αυξανόμενες φυγόκεντρες τάσεις της πολιτικής του επιρροής.
Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο στην Κυριακάτικη Αυγή της 22.2.09, σχετικά με το 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ, με τον τίτλο «Το τέλος της περιπλάνησης ενός αδέσποτου δορυφόρου», με το οποίο επιβεβαιώνεται ότι ο χυδαίος αντικομμουνισμός αποτελεί απαραίτητο συστατικό του οπορτουνισμού.
Ιστορικά, έχει καταγραφεί η αντικομμουνιστική υστερία των οπορτουνιστών ενάντια στο ΚΚΕ και γενικότερα στο κομμουνιστικό κίνημα.
Ετσι ο λιβελογράφος επικεντρώνει, όπως είναι αναμενόμενο, τα πυρά του στις θέσεις του ΚΚΕ για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ και τις αιτίες της ανατροπής της.
Βάζει πλάτη στην αντικομμουνιστική συνεργασία της αστικής τάξης και των κομμάτων της που βρίσκεται σε εξέλιξη με όχημα τη «σταλινολογία».
Ωστόσο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές του, δεν μπορεί να συναγωνιστεί μορφές όπως αυτή του Γ. Βότση, της «Ελευθεροτυπίας», που έχουν «ασπρίσει τα μαλλιά του» στον αντικομμουνισμό και την «πάλη κατά του σταλινισμού», στο «Βήμα», γενικότερα στο συγκρότημα Λαμπράκη κ.α. που λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία.
Απόρροια της έλλειψης ιδεολογικών - πολιτικών επιχειρημάτων
Δεν αποτελεί βέβαια έκπληξη η χρησιμοποίηση χυδαίων υβριστικών χαρακτηρισμών για το ΚΚΕ και την πολιτική του, από το λιβελογράφο, όπως αυτά περί «καθεστωτικής λογικής ...χαρακτηριστικό μόνο των χειρότερων στιγμών του κομμουνιστικού κινήματος» ή ότι «Το ΚΚΕ αποτελεί ένα δορυφορικό, καθεστωτικό και εξουσιαστικό κόμμα, το οποίο απώλεσε το κέντρο γύρω από το οποίο περιστρεφόταν (ΕΣΣΔ) και ...πλέον να βρίσκει τον εαυτό του περιστρεφόμενο πια γύρω από ένα νέο κέντρο αυτό της αστικής εξουσίας». Τέτοιου είδους βρώμικη πολεμική αποτελούσε πάντοτε ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των οπορτουνιστών, φυσική απόρροια της έλλειψης ιδεολογικών - πολιτικών επιχειρημάτων.
Προσπαθεί να αντιπαρατεθεί με την επιστημονική ανάλυση που κάνει το ΚΚΕ στις Θέσεις του για το σοσιαλισμό, με φαιδρότητες όπως με το να χρεώνει στο ΚΚΕ «ψυχολογικο-πολιτική άρνηση του συμβάντος», δηλαδή της ανατροπής του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ.
Καταλήγει στο αστείο αυτό συμπέρασμα, επειδή το ΚΚΕ μιλάει όχι για κατάρρευση αλλά για ανατροπή, επιδιώκοντας να χρεώσει στο ΚΚΕ την άποψη ότι η ανατροπή ήταν «από τα μέσα μεν, αλλά με εξωτερική παρέμβαση». Και τούτο τη στιγμή που το ΚΚΕ στη Θέση 10 της ΚΕ για το σοσιαλισμό διακηρύσσει ξεκάθαρα «δίνουμε προτεραιότητα στους εσωτερικούς παράγοντες (χωρίς να αγνοούμε την επίδραση των εξωτερικών) γιατί η αντεπαναστατική ανατροπή δεν προήλθε από ιμπεριαλιστική στρατιωτική επέμβαση, αλλά από τα μέσα και από τα πάνω, με την πολιτική του ΚΚ». Αυτή η κρυστάλλινη θέση μεταφράζεται από τον ΑΚ ως «από τα μέσα μεν, αλλά με εξωτερική παρέμβαση» !! Για τους οπορτουνιστές ισχύει πάντα η παλιά κλασική συνταγή: «Αν η αλήθεια δε συμφωνεί με μας, τόσο το χειρότερο για την αλήθεια».
Αντί να αντιμετωπίσει με ιδεολογικούς και πολιτικούς όρους τα ντοκουμέντα του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ που επιχειρούν επιστημονική, κοινωνική, ταξική, οικονομική ανάλυση της πορείας της ΕΣΣΔ στην πρώιμη - ανώριμη σοσιαλιστική βαθμίδα του κομμουνιστικού κοινωνικού - οικονομικού σχηματισμού, κατηγορεί το ΚΚΕ ότι διαχωρίζει τη σοβιετική ιστορία σε «σταλινική περίοδο» και «καταδικάζει» την «υπόλοιπη σοβιετική ιστορία ...για την αποκατάσταση της καθεστωτικής εξουσιαστικής λογικής που έπληξε το κομμουνιστικό κίνημα τον προηγούμενο αιώνα».
Είναι δυνατόν να προχωρήσει κανείς σε ιδεολογική αντιπαράθεση με τέτοιου είδους φληναφήματα, που προέρχονται από τη σχολή ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, όταν πετάει μία εφετζίδικη ατάκα για να μην πει τίποτε επί της ουσίας; Αλλά για να αντιληφθεί κανείς το ...βάθος της σκέψης του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ αρκεί να παραθέσουμε το συμπέρασμα της ...ιδεολογικής του ανάλυσης που καταλήγει στο ότι «Η διχοτόμηση των στοιχείων μιας εξέγερσης και η καταδίκη ενός μέρους επιτρέπει/δικαιολογεί στο κόμμα να ονοματίζει αυτό τι είναι και τι όχι εξέγερση».
Ενώ ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ που δε «διχοτομεί τα στοιχεία μιας εξέγερσης» ανακάλυψε την εξέγερση στους κουκουλοφόρους, έτσι μιλώντας για την «αριστερά», ότι πρέπει να «εντάξει στη συλλογική, βαθιά δημοκρατική και αγωνιστική σχεδιασμένη πολιτική δράση της, τις προσδοκίες και τις αγωνίες ακόμη και εκείνων που σήμερα μπορούν να αντιδρούν μόνο με όρους καταστροφής»*, όπως επί λέξει αναφέρεται στη διπλανή με το άρθρο στήλη της «Αυγής», «Ορθώς Κείμενα», στην οποία αναδημοσιεύεται άρθρο από την εφημερίδα «Η Εποχή». Ας μην καμώνεται λοιπόν πως θίγεται ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, όταν το ΚΚΕ ξεκάθαρα καταγγέλλει τον τυχοδιωκτισμό και τον καιροσκοπισμό του «να χαϊδεύει αυτιά κουκουλοφόρων».
Από τη σκοπιά του συμβιβασμού
Πάει πολύ να χαρακτηρίζει το «ιδεολογικό σύστημα αναφοράς του ΚΚΕ στενό και αφυδατωμένο σε σχέση με τον πλούτο της μαρξικής (sic της μαρξικής - αφού ο όρος μαρξισμός δεν περιλαμβάνεται στο λεξιλόγιο του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ), κομμουνιστικής και ευρύτερης αριστερής σκέψης και θεωρίας», να μέμφεται το ΚΚΕ ότι μεταθέτει «τη χειραφετική στιγμή (ναι, έτσι ακριβώς τη ...χειραφετική στιγμή) στο απώτερο μέλλον» και να εκτοξεύει τη χυδαία συκοφαντία ότι το ΚΚΕ περιστρέφεται γύρω από την αστική εξουσία.
Ποιος τα λέει αυτά;
Θαυμάστε την αντίληψη του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ για την κοινωνική αλλαγή, όπως την περιγράφει το στέλεχός του: «...η χειραφετητική διαδικασία απαιτεί διαρκή αυτοπαρατήρηση. Οι συλλογικότητες που προσπαθούν να ενισχύσουν εκείνα τα χαρακτηριστικά που υπερβαίνουν την εξουσιαστική λογική (αλληλεγγύη, δημοκρατία, ισότητα) δεν μπορούν να θεωρούν δεδομένη την υπέρβαση, αλλά διακύβευμα κάθε στιγμή». Οι άνθρωποι έχουν χάσει δύο ολόκληρους αιώνες!
Παρακάμπτουν τον αιώνα που γέννησε το μεγαλύτερο γεγονός της Ιστορίας, την Οχτωβριανή Επανάσταση, την πρώτη Σοσιαλιστική Επανάσταση, που δημιούργησε το πρώτο στον κόσμο εργατικό κράτος. Γυρνάνε πίσω στο 18ο αιώνα, στη Γαλλική Επανάσταση και προσπαθούν να πλασάρουν για νέες ιδέες τα συνθήματα της αστικής τάξης για ισότητα, αδελφότητα και ελευθερία, συνθήματα και ιδέες που η αστική τάξη ποδοπάτησε εδώ και αιώνες, περνώντας οριστικά και αμετάκλητα στο στάδιο της πιο βάρβαρης αντιδραστικότητας.
Οι λιβελογράφοι και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ που έχουν διαγράψει από το λεξιλόγιό τους, αποστρέφονται και δεν αντέχουν ούτε να προφέρουν τις λέξεις: επανάσταση, ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Που τις αντικαθιστούν με φληναφήματα και μπουρμπουλήθρες για «χειραφετική στιγμή», «χειραφετική διαδικασία», «αλληλεγγύη, δημοκρατία, ισότητα», έχουν το θράσος να εκτοξεύουν σε βάρος του ΚΚΕ τη λάσπη ότι «προσδένεται στο άρμα της σημερινής αστικής εξουσίας».
Είναι γεγονός ότι οι Θέσεις και οι Αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ κέντρισαν το ενδιαφέρον σε φίλους και εχθρούς - ταξικούς αντιπάλους.
Οι καπιταλιστές και τα μικρόφωνά τους ρεφορμιστές, οπορτουνιστές τόσο στο επίπεδο των αστικών κρατών όσο και στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις ΕΕ, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ, Παγκόσμια Τράπεζα, G7 κ.α. γνωρίζουν ότι η οικονομική κρίση επιδρά καταλυτικά στη ριζοσπαστικοποίηση της συνείδησης της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων, της νεολαίας και αυτήν την πορεία θέλουν να την ανακόψουν με την ένταση της ιδεολογικής τρομοκρατίας και τον αντικομμουνισμό.
Η πλουτοκρατία με τα κόμματα της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, του ΛΑ.Ο.Σ., αλλά και τους οπορτουνιστές ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, θεωρεί ότι ο πολιτικός χρόνος στη φάση όξυνσης της καπιταλιστικής κρίσης είναι κρίσιμος για τη χειραγώγηση του εργατικού κινήματος, για την επιτάχυνση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων προσβλέποντας στην επόμενη μέρα, για τη συνέχιση της απρόσκοπτης εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.
Το ΚΚΕ με τις Αποφάσεις του 18ουΣυνεδρίου του έβαλε στο επίκεντρό της προσοχής του, τόσο με τη συζήτηση για τον απολογισμό δράσης και τα καθήκοντά του για το επόμενο διάστημα, όσο και με τη συζήτηση για το σοσιαλισμό:
Την ολόπλευρη προετοιμασία και ισχυροποίησή του,
την ανασύνταξη του εργατικού και του γενικότερου λαϊκού κινήματος, ώστε να κάνει το σύνθημα της «Αντεπίθεσης» πράξη. Για να μη χαθεί άλλος χρόνος, να επισπευσθούν οι διεργασίες της συγκρότησης της μεγάλης κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό, που θα αναμετρηθεί νικηφόρα με την αστική τάξη, τις δυνάμεις του οπορτουνισμού, της υποταγής και του συμβιβασμού, για τη Λαϊκή Εξουσία και Οικονομία.
Η πλήρης απώλεια της ψυχραιμίας αστών και οπορτουνιστών δείχνει ότι βρισκόμαστε στο σωστό δρόμο. Εμπρός, με τη δράση μας, να τον ανοίξουμε διάπλατα.
*Αυγή 22.02.2009 : «Ενας κόσμος γεμάτος τυχοδιώκτες και προβοκάτορες», αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Η εποχή» 14.12.2008
Τα δύο κείμενα περιέχουν πολύτιμα εφόδια στην ιδεολογικοπολιτική διαπάλη του ΚΚΕ με την αστική τάξη, το ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό - τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, το ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, και τους ακραιφνείς εθνικιστές και συντηρητικούς, τον ΛΑ.Ο.Σ.
Eίναι πολύ σημαντικό ότι το ΚΚΕ κάνει μια ουσιαστική συζήτηση για ένα τόσο δύσκολο θέμα, για την αντίληψή μας για το Σοσιαλισμό. Και το σημαντικότερο είναι ότι στη συζήτηση συμμετέχουν χιλιάδες μέλη του ΚΚΕ και συναγωνιστές στη χώρα μας, με έντονο ενδιαφέρον και συμμετοχή από 90 Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα, ενώ την ίδια ώρα οι δυνάμεις του ΚΚΕ βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα, ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική της ΕΕ, της ΝΔ και των άλλων κομμάτων του ευρωμονόδρομου.
Συζητάμε για τη στρατηγική μας εμπλουτισμένη από την πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης από τα μεγάλα επιτεύγματα, αλλά και τις αδυναμίες, τα λάθη και την οπορτουνιστική επίδραση στο κομμουνιστικό κίνημα.
Η κριτική αποτίμηση από το ΚΚΕ γίνεται με δεδομένη την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ και στις άλλες χώρες.
Μια από τις πιο επικίνδυνες μεθόδους διαστρέβλωσης της Μαρξιστικής - Λενινιστικής θεωρίας είναι ο εκλεκτικισμός, η συρραφή αποσπασμάτων των κλασικών, πολύ περισσότερο γίνεται επικίνδυνη η χρησιμοποίηση «τσιτάτων» - χαρακτηριστικό γνώρισμα των αστών, των ρεφορμιστών και των οπορτουνιστών - για να αποδομήσουν, να διαστρεβλώσουν και να συκοφαντήσουν την ουσία της σκέψης, την επαναστατική γραμμή για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.
Η πολεμική στο ΚΚΕ
Το ΚΚΕ δεν αιφνιδιάστηκε από την πολεμική που εξαπέλυσαν από κοινού η αστική τάξη, με τους ρεφορμιστές και τους οπορτουνιστές. Στόχευση αυτής της πολεμικής είναι η αποδόμηση της αναγκαιότητας της σοσιαλιστικής επανάστασης και «της δικτατορίας του προλεταριάτου», δηλαδή της επαναστατικής εργατικής εξουσίας.
Είναι γεγονός ότι η πλουτοκρατία, ρεφορμιστές και οπορτουνιστές, δεν τόλμησαν ουσιαστικά να δημοσιεύσουν και να αντιπαρατεθούν με τις Θέσεις και τις Αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ και αυτό αποκαλύπτει την αδυναμία τους.
Με «κονσέρβες» σημειώματα και εκπομπές, μέσα από τα ιδιωτικά και κρατικά έντυπα και ραδιοτηλεοπτικά ΜΜΕ που ανέσυραν από το μουχλιασμένο μπαούλο, συμμετέχουν στην αντικομμουνιστική εκστρατεία με όχημα τη «σταλινολογία», προβάλλοντας φαιδρά αντιεπιστημονικά - ανιστόρητα επιχειρήματα.
Οι οπορτουνιστές, με την οργανωμένη τους μορφή τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, συμμετέχουν στην αντικομμουνιστική εκστρατεία, εκτοξεύοντας ανυπόστατους χαρακτηρισμούς και κατηγορίες ενάντια στο ΚΚΕ.
Το σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, που ενέκρινε στο πρόσφατο συνέδριό του, στον πυρήνα του οποίου περιλαμβάνει και επαναλαμβάνει την πίστη του στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα της ΕΕ και στον εξανθρωπισμό δήθεν του καπιταλιστικού συστήματος, στα πλαίσια της διαχείρισης της σοσιαλδημοκρατίας με το ΠΑΣΟΚ, διεγείρει τα αντικομμουνιστικά του αντανακλαστικά και με φαιδρά επιχειρήματα επιτίθεται ενάντια στο ΚΚΕ, προκειμένου να ανακόψει τις αυξανόμενες φυγόκεντρες τάσεις της πολιτικής του επιρροής.
Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο στην Κυριακάτικη Αυγή της 22.2.09, σχετικά με το 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ, με τον τίτλο «Το τέλος της περιπλάνησης ενός αδέσποτου δορυφόρου», με το οποίο επιβεβαιώνεται ότι ο χυδαίος αντικομμουνισμός αποτελεί απαραίτητο συστατικό του οπορτουνισμού.
Ιστορικά, έχει καταγραφεί η αντικομμουνιστική υστερία των οπορτουνιστών ενάντια στο ΚΚΕ και γενικότερα στο κομμουνιστικό κίνημα.
Ετσι ο λιβελογράφος επικεντρώνει, όπως είναι αναμενόμενο, τα πυρά του στις θέσεις του ΚΚΕ για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ και τις αιτίες της ανατροπής της.
Βάζει πλάτη στην αντικομμουνιστική συνεργασία της αστικής τάξης και των κομμάτων της που βρίσκεται σε εξέλιξη με όχημα τη «σταλινολογία».
Ωστόσο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές του, δεν μπορεί να συναγωνιστεί μορφές όπως αυτή του Γ. Βότση, της «Ελευθεροτυπίας», που έχουν «ασπρίσει τα μαλλιά του» στον αντικομμουνισμό και την «πάλη κατά του σταλινισμού», στο «Βήμα», γενικότερα στο συγκρότημα Λαμπράκη κ.α. που λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία.
Απόρροια της έλλειψης ιδεολογικών - πολιτικών επιχειρημάτων
Δεν αποτελεί βέβαια έκπληξη η χρησιμοποίηση χυδαίων υβριστικών χαρακτηρισμών για το ΚΚΕ και την πολιτική του, από το λιβελογράφο, όπως αυτά περί «καθεστωτικής λογικής ...χαρακτηριστικό μόνο των χειρότερων στιγμών του κομμουνιστικού κινήματος» ή ότι «Το ΚΚΕ αποτελεί ένα δορυφορικό, καθεστωτικό και εξουσιαστικό κόμμα, το οποίο απώλεσε το κέντρο γύρω από το οποίο περιστρεφόταν (ΕΣΣΔ) και ...πλέον να βρίσκει τον εαυτό του περιστρεφόμενο πια γύρω από ένα νέο κέντρο αυτό της αστικής εξουσίας». Τέτοιου είδους βρώμικη πολεμική αποτελούσε πάντοτε ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των οπορτουνιστών, φυσική απόρροια της έλλειψης ιδεολογικών - πολιτικών επιχειρημάτων.
Προσπαθεί να αντιπαρατεθεί με την επιστημονική ανάλυση που κάνει το ΚΚΕ στις Θέσεις του για το σοσιαλισμό, με φαιδρότητες όπως με το να χρεώνει στο ΚΚΕ «ψυχολογικο-πολιτική άρνηση του συμβάντος», δηλαδή της ανατροπής του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ.
Καταλήγει στο αστείο αυτό συμπέρασμα, επειδή το ΚΚΕ μιλάει όχι για κατάρρευση αλλά για ανατροπή, επιδιώκοντας να χρεώσει στο ΚΚΕ την άποψη ότι η ανατροπή ήταν «από τα μέσα μεν, αλλά με εξωτερική παρέμβαση». Και τούτο τη στιγμή που το ΚΚΕ στη Θέση 10 της ΚΕ για το σοσιαλισμό διακηρύσσει ξεκάθαρα «δίνουμε προτεραιότητα στους εσωτερικούς παράγοντες (χωρίς να αγνοούμε την επίδραση των εξωτερικών) γιατί η αντεπαναστατική ανατροπή δεν προήλθε από ιμπεριαλιστική στρατιωτική επέμβαση, αλλά από τα μέσα και από τα πάνω, με την πολιτική του ΚΚ». Αυτή η κρυστάλλινη θέση μεταφράζεται από τον ΑΚ ως «από τα μέσα μεν, αλλά με εξωτερική παρέμβαση» !! Για τους οπορτουνιστές ισχύει πάντα η παλιά κλασική συνταγή: «Αν η αλήθεια δε συμφωνεί με μας, τόσο το χειρότερο για την αλήθεια».
Αντί να αντιμετωπίσει με ιδεολογικούς και πολιτικούς όρους τα ντοκουμέντα του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ που επιχειρούν επιστημονική, κοινωνική, ταξική, οικονομική ανάλυση της πορείας της ΕΣΣΔ στην πρώιμη - ανώριμη σοσιαλιστική βαθμίδα του κομμουνιστικού κοινωνικού - οικονομικού σχηματισμού, κατηγορεί το ΚΚΕ ότι διαχωρίζει τη σοβιετική ιστορία σε «σταλινική περίοδο» και «καταδικάζει» την «υπόλοιπη σοβιετική ιστορία ...για την αποκατάσταση της καθεστωτικής εξουσιαστικής λογικής που έπληξε το κομμουνιστικό κίνημα τον προηγούμενο αιώνα».
Είναι δυνατόν να προχωρήσει κανείς σε ιδεολογική αντιπαράθεση με τέτοιου είδους φληναφήματα, που προέρχονται από τη σχολή ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, όταν πετάει μία εφετζίδικη ατάκα για να μην πει τίποτε επί της ουσίας; Αλλά για να αντιληφθεί κανείς το ...βάθος της σκέψης του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ αρκεί να παραθέσουμε το συμπέρασμα της ...ιδεολογικής του ανάλυσης που καταλήγει στο ότι «Η διχοτόμηση των στοιχείων μιας εξέγερσης και η καταδίκη ενός μέρους επιτρέπει/δικαιολογεί στο κόμμα να ονοματίζει αυτό τι είναι και τι όχι εξέγερση».
Ενώ ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ που δε «διχοτομεί τα στοιχεία μιας εξέγερσης» ανακάλυψε την εξέγερση στους κουκουλοφόρους, έτσι μιλώντας για την «αριστερά», ότι πρέπει να «εντάξει στη συλλογική, βαθιά δημοκρατική και αγωνιστική σχεδιασμένη πολιτική δράση της, τις προσδοκίες και τις αγωνίες ακόμη και εκείνων που σήμερα μπορούν να αντιδρούν μόνο με όρους καταστροφής»*, όπως επί λέξει αναφέρεται στη διπλανή με το άρθρο στήλη της «Αυγής», «Ορθώς Κείμενα», στην οποία αναδημοσιεύεται άρθρο από την εφημερίδα «Η Εποχή». Ας μην καμώνεται λοιπόν πως θίγεται ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, όταν το ΚΚΕ ξεκάθαρα καταγγέλλει τον τυχοδιωκτισμό και τον καιροσκοπισμό του «να χαϊδεύει αυτιά κουκουλοφόρων».
Από τη σκοπιά του συμβιβασμού
Πάει πολύ να χαρακτηρίζει το «ιδεολογικό σύστημα αναφοράς του ΚΚΕ στενό και αφυδατωμένο σε σχέση με τον πλούτο της μαρξικής (sic της μαρξικής - αφού ο όρος μαρξισμός δεν περιλαμβάνεται στο λεξιλόγιο του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ), κομμουνιστικής και ευρύτερης αριστερής σκέψης και θεωρίας», να μέμφεται το ΚΚΕ ότι μεταθέτει «τη χειραφετική στιγμή (ναι, έτσι ακριβώς τη ...χειραφετική στιγμή) στο απώτερο μέλλον» και να εκτοξεύει τη χυδαία συκοφαντία ότι το ΚΚΕ περιστρέφεται γύρω από την αστική εξουσία.
Ποιος τα λέει αυτά;
Θαυμάστε την αντίληψη του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ για την κοινωνική αλλαγή, όπως την περιγράφει το στέλεχός του: «...η χειραφετητική διαδικασία απαιτεί διαρκή αυτοπαρατήρηση. Οι συλλογικότητες που προσπαθούν να ενισχύσουν εκείνα τα χαρακτηριστικά που υπερβαίνουν την εξουσιαστική λογική (αλληλεγγύη, δημοκρατία, ισότητα) δεν μπορούν να θεωρούν δεδομένη την υπέρβαση, αλλά διακύβευμα κάθε στιγμή». Οι άνθρωποι έχουν χάσει δύο ολόκληρους αιώνες!
Παρακάμπτουν τον αιώνα που γέννησε το μεγαλύτερο γεγονός της Ιστορίας, την Οχτωβριανή Επανάσταση, την πρώτη Σοσιαλιστική Επανάσταση, που δημιούργησε το πρώτο στον κόσμο εργατικό κράτος. Γυρνάνε πίσω στο 18ο αιώνα, στη Γαλλική Επανάσταση και προσπαθούν να πλασάρουν για νέες ιδέες τα συνθήματα της αστικής τάξης για ισότητα, αδελφότητα και ελευθερία, συνθήματα και ιδέες που η αστική τάξη ποδοπάτησε εδώ και αιώνες, περνώντας οριστικά και αμετάκλητα στο στάδιο της πιο βάρβαρης αντιδραστικότητας.
Οι λιβελογράφοι και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ που έχουν διαγράψει από το λεξιλόγιό τους, αποστρέφονται και δεν αντέχουν ούτε να προφέρουν τις λέξεις: επανάσταση, ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Που τις αντικαθιστούν με φληναφήματα και μπουρμπουλήθρες για «χειραφετική στιγμή», «χειραφετική διαδικασία», «αλληλεγγύη, δημοκρατία, ισότητα», έχουν το θράσος να εκτοξεύουν σε βάρος του ΚΚΕ τη λάσπη ότι «προσδένεται στο άρμα της σημερινής αστικής εξουσίας».
Είναι γεγονός ότι οι Θέσεις και οι Αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ κέντρισαν το ενδιαφέρον σε φίλους και εχθρούς - ταξικούς αντιπάλους.
Οι καπιταλιστές και τα μικρόφωνά τους ρεφορμιστές, οπορτουνιστές τόσο στο επίπεδο των αστικών κρατών όσο και στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις ΕΕ, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ, Παγκόσμια Τράπεζα, G7 κ.α. γνωρίζουν ότι η οικονομική κρίση επιδρά καταλυτικά στη ριζοσπαστικοποίηση της συνείδησης της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων, της νεολαίας και αυτήν την πορεία θέλουν να την ανακόψουν με την ένταση της ιδεολογικής τρομοκρατίας και τον αντικομμουνισμό.
Η πλουτοκρατία με τα κόμματα της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, του ΛΑ.Ο.Σ., αλλά και τους οπορτουνιστές ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, θεωρεί ότι ο πολιτικός χρόνος στη φάση όξυνσης της καπιταλιστικής κρίσης είναι κρίσιμος για τη χειραγώγηση του εργατικού κινήματος, για την επιτάχυνση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων προσβλέποντας στην επόμενη μέρα, για τη συνέχιση της απρόσκοπτης εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.
Το ΚΚΕ με τις Αποφάσεις του 18ουΣυνεδρίου του έβαλε στο επίκεντρό της προσοχής του, τόσο με τη συζήτηση για τον απολογισμό δράσης και τα καθήκοντά του για το επόμενο διάστημα, όσο και με τη συζήτηση για το σοσιαλισμό:
Την ολόπλευρη προετοιμασία και ισχυροποίησή του,
την ανασύνταξη του εργατικού και του γενικότερου λαϊκού κινήματος, ώστε να κάνει το σύνθημα της «Αντεπίθεσης» πράξη. Για να μη χαθεί άλλος χρόνος, να επισπευσθούν οι διεργασίες της συγκρότησης της μεγάλης κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό, που θα αναμετρηθεί νικηφόρα με την αστική τάξη, τις δυνάμεις του οπορτουνισμού, της υποταγής και του συμβιβασμού, για τη Λαϊκή Εξουσία και Οικονομία.
Η πλήρης απώλεια της ψυχραιμίας αστών και οπορτουνιστών δείχνει ότι βρισκόμαστε στο σωστό δρόμο. Εμπρός, με τη δράση μας, να τον ανοίξουμε διάπλατα.
*Αυγή 22.02.2009 : «Ενας κόσμος γεμάτος τυχοδιώκτες και προβοκάτορες», αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Η εποχή» 14.12.2008
Είχαν περάσει προ πολλού σε αντιΚΚΕ θέσεις
Η κρίση που ξέσπασε στο ΚΚΕ πήρε τη μορφή ανοιχτής πλέον εσωκομματικής αντιπαράθεσης στη γνωστή πλατιά Ολομέλεια όπου συζητήθηκε το Προσχέδιο Θέσεων για το 13ο Συνέδριο, που είχε επεξεργαστεί επιτροπή στελεχών, η οποία είχε οριστεί με απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ, με επικεφαλής τον τότε ΓΓ του Κόμματος Γρ. Φαράκο, ο οποίος στην αρχή συγκαλυμμένα και στην πορεία ανοιχτά συντάχθηκε με την αντικομματική ομάδα. Στο κείμενο του Προσχεδίου Θέσεων, η πλειοψηφία του ΠΓ και της ΚΕ είχε εκφράσει τη διαφωνία της σε βασικά ζητήματα και είχε κάνει ουσιώδεις παρατηρήσεις στο αρχικό σχέδιο. Παρ' όλ' αυτά το ΠΓ επέτρεψε να εισηγηθεί στην πλατιά ολομέλεια η επιτροπή του Προσχέδιου Θέσεων και όχι το ίδιο το ΠΓ.
Στην πλατιά ολομέλεια (16,17 και 18/6/90) - αφού προηγούμενα με διαρροές και την επιλεκτική ενημέρωση που γίνονταν από την αντικομματική ομάδα μέσα από τα αστικά μέσα ενημέρωσης κυρίως, αλλά και το «Ρ» και τον «902» - τα στελέχη που αρνούνταν τον επαναστατικό χαρακτήρα του ΚΚΕ, είχαν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για παρέμβαση των αστικών ΜΜΕ, τα οποία βεβαίως τους βοήθησαν τα μέγιστα να ξεσηκώσουν κλίμα αντικομμουνιστικής επίθεσης, με αιχμή τις βασικές αρχές του Κόμματος τόσο στην κοσμοθεωρία του όσο και στη συγκρότηση και λειτουργία του. Αμφισβητήθηκε και ο Μαρξισμός - Λενινισμός και ο Προλεταριακός Διεθνισμός, αλλά και οι αρχές του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού, της συλλογικότητας κλπ. (αυτές τις είχαν ήδη καταργήσει στην πράξη). Και όλ' αυτά βεβαίως στο όνομα δήθεν της ανανέωσης του Κόμματος.
Ομολογίες για τις πραγματικές τους επιδιώξεις
Στις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 14ο Συνέδριό του που ακολούθησε (στις 18-21 Δεκέμβρη 1991), σχετικά με την εσωκομματική κρίση που απείλησε και την ίδια την ύπαρξη του ΚΚΕ («Η κρίση στο ΚΚΕ. Ο χαρακτήρας και το περιεχόμενο της ιδεολογικής αντιπαράθεσης» παρ. 28) τονίζεται σχετικά:
«Τα τελευταία τρία χρόνια στα πλαίσια της ΚΕ, ξέσπασε οξύτατη ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση. Από τη μια, οι απόψεις οι οποίες υπεράσπιζαν την ύπαρξη, τον εκσυγχρονισμό και την ανανέωση του Κόμματος στη βάση των θεμελιακών αρχών και γνωρισμάτων του ως κόμματος συνειδητής πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης που αγωνίζεται για τα συμφέροντα όλων των εργαζομένων. Από την άλλη, εκείνες που, στο όνομα της ανανέωσης, υποστήριζαν την υπέρβαση του χαρακτήρα του Κόμματος, τη σοσιαλδημοκρατικοποίησή του και τη διάχυσή του στα πλαίσια του Συνασπισμού.
Η αντιπαράθεση μεταδίδεται σε όλο το Κόμμα, εξελίσσεται σε βαθιά κρίση με φαινόμενα φραξιονισμού, ανοιχτής παραβίασης του καταστατικού, συκοφάντησης των στελεχών του Κόμματος. Τα στελέχη της ηγετικής ομάδας της φραξιονιστικής κίνησης χρησιμοποίησαν εξωκομματικά στηρίγματα, με στόχο την από τα έξω επέμβαση στις εσωτερικές διαφορές. Ο μηδενισμός, η λαθολογία, η απορριπτική στάση στην ιστορική πορεία του ΚΚΕ συγκαλύπτονταν και το όλο πρόβλημα παρουσιαζόταν σαν διαμάχη "συντηρητικών και ανανεωτικών". Τα στελέχη αυτά σκόπιμα μπλέκουν στην ιδεολογική αντιπαράθεση ακόμα και την οικονομική δραστηριότητα του Κόμματος, με στόχο να πληγεί και η ηθική του υπόσταση. Εγιναν πρωτεργάτες μιας αντιπαράθεσης χωρίς όρια και αρχές, που τραυμάτισε, ιδιαίτερα εξαιτίας των μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν, την εικόνα και το κύρος του ΚΚΕ».
Είναι γνωστές οι συνεντεύξεις Ανδρουλάκη και άλλων της ομάδας - πιο ανοιχτά τις έβαζαν μετά το 13ο Συνέδριο - οι οποίοι με «τον αέρα» της διάλυσης του συστήματος του υπαρκτού σοσιαλισμού, αλλά και της αλλαγής, επίσημα πια, του χαρακτήρα διαφόρων κομμουνιστικών κομμάτων, έβαζαν ακόμα και θέμα αλλαγής του τίτλου του ΚΚΕ και σε κάθε περίπτωση την προοπτική της... υπέρβασης του «Κ» και τη δημιουργία μιας «Νέας Αριστεράς» (συνέντευξη στο περιοδικό «Επτάμισι»), αλλά και θέσεις που περιέλαβαν στην ιδρυτική διακήρυξη του Συνασπισμού που έφτιαξαν μαζί με τους άλλους εταίρους της αναθεώρησης στα πλαίσια του Συνασπισμού, ερήμην και σε αντιπαράθεση με τις κομματικές αποφάσεις και θέσεις. Ο Γρ. Φαράκος πρόβαλε («Τα Νέα» 1.7.91) «ν' ανοίξουμε το δρόμο προς τη μεγάλη Αριστερά... ο ΣΥΝ να είναι ο εφαλτήρας γι' αυτήν την πορεία, προς την οποία κάνουμε τώρα ένα νέο ξεκίνημα».
Ενώ ο τελικός σκοπός τους ομολογείται πιο απροκάλυπτα από τον Μ. Ανδρουλάκη, που από την «Αυγή» της Κυριακής (30.6.91) αναλύει ότι «η σχέση (του ΣΥΝ) με το ΠΑΣΟΚ δεν τίθεται με τους κλασικούς όρους... Θέτει το αίτημα ενός αριστερόστροφου εκσυγχρονισμού, ενός διπλού μετασχηματισμού των δύο χώρων, προς ένα σύγχρονο "μπλοκ" κεντροαριστεράς - Αριστεράς, προς μια "ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ"». Είναι ακριβώς αυτό που επιδιώκει σήμερα ο ΣΥΝ, τη συγκρότηση της κεντροαριστεράς, τη συμμαχία με τη σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα, με το ΠΑΣΟΚ δηλαδή, τύπου Ντ' Αλέμα, Ζοσπέν κλπ.
Και μίσος για το σοσιαλισμό
Ταυτόχρονα, η αναθεωρητική ομάδα πρωτοστατεί σε αντικομμουνιστικές επιθέσεις, διοχετεύοντας στον αστικό Τύπο και τα άλλα ΜΜΕ διάφορα περί «δεινοσαύρων» και «συντηρητικών» για να συκοφαντήσει όσους από την ηγεσία του Κόμματος επέμεναν να υπερασπίζουν το ΚΚΕ.
Ενώ με δηλώσεις διαφόρων «αστέρων» σιγοντάριζαν τη λαθολογία και συκοφαντούσαν την ίδια την ιστορία του ΚΚΕ, μιλώντας για «Κρόνο που τρώει τα παιδιά του» και για... «γκρίζες και λευκές σελίδες» στην ηρωική ιστορία του ΚΚΕ.
«Μετά το 13ο Συνέδριο, στο οποίο απορρίφθηκαν με μεγάλη πλειοψηφία οι προτάσεις που με κραυγαλέο τρόπο σηματοδοτούσαν την πρόθεση υπέρβασης του χαρακτήρα του Κόμματος, επισημαίνει το 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ, οι αυτοαποκαλούμενοι ανανεωτές προχώρησαν σε νέα επίθεση για την ντε φάκτο επιβολή των απόψεών τους. Η προσχώρησή τους στο Συνασπισμό με τη μορφή της "Κίνησης για μια νέα Αριστερά" αποδείχνει ότι ο πραγματικός τους σκοπός δεν ήταν η ανανέωση του Κόμματος, αλλά η διάλυσή του».
Και προσθέτει:
«Με την ευκαιρία που τους δόθηκε μετά τις τελευταίες εξελίξεις στη Σοβιετική Ενωση και κάτω από την πίεση που διεθνώς ασκείται για "αποκομμουνιστικοποίηση", τα ηγετικά στελέχη της "Κίνησης για μια νέα Αριστερά" ΟΜΟΛΟΓΗΣΑΝ ΚΑΙ ΑΝΟΙΧΤΑ ΠΛΕΟΝ, ΟΤΙ ΑΠΟ ΠΑΛΙΟΤΕΡΑ ΕΠΙΔΙΩΚΑΝ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΚΑΙ ΟΤΙ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΑΝ ΝΑ ΤΟ ΕΠΙΒΑΛΟΥΝ ΑΥΤΟ ΜΕ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΤΩΝ ''ΜΙΚΡΩΝ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΩΝ'', ΩΣΤΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΣΤΑΔΙΑΚΑ ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΤΟΥΣ.
Ενας μεγάλος αριθμός τους, ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΕ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΥΣΤΕΡΙΑ.
Αντικειμενικά βρέθηκαν στην ίδια γραμμή, στο ίδιο μέτωπο δράσης με τις αντισοσιαλιστικές δυνάμεις που θέλουν την επιστροφή του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ενωση και τη διάλυση του ΚΚΣΕ».
Και πράγματι, όσον αφορά τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, με αφορμή τις ανατροπές, υιοθέτησαν όλη τη βρώμικη αντικομμουνιστική προπαγάνδα, συκοφαντώντας και το ίδιο το ΚΚΕ πως, τάχα, ήταν συνυπεύθυνο! Εφθασαν στο σημείο να ασπάζονται μαζί με άλλες συνιστώσες του Συνασπισμού - όπως η ΕΑΡ και στελέχη τους όπως ο Λ. Κύρκος, που θεωρούσε ότι δικαιώνονταν οι αντισοσιαλιστικές θέσεις του - αστικές αντιλήψεις και εκτιμήσεις για θετικές εξελίξεις με τις ανατροπές και την παλινόρθωση του καπιταλισμού στις χώρες αυτές και με τη διάλυση της ΕΣΣΔ! Η σημερινή πραγματικότητα, βέβαια, είναι συντριπτική και επιβεβαιώνει απόλυτα τις θέσεις του ΚΚΕ που υπερασπίζεται τις κατακτήσεις των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Στην πλατιά ολομέλεια (16,17 και 18/6/90) - αφού προηγούμενα με διαρροές και την επιλεκτική ενημέρωση που γίνονταν από την αντικομματική ομάδα μέσα από τα αστικά μέσα ενημέρωσης κυρίως, αλλά και το «Ρ» και τον «902» - τα στελέχη που αρνούνταν τον επαναστατικό χαρακτήρα του ΚΚΕ, είχαν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για παρέμβαση των αστικών ΜΜΕ, τα οποία βεβαίως τους βοήθησαν τα μέγιστα να ξεσηκώσουν κλίμα αντικομμουνιστικής επίθεσης, με αιχμή τις βασικές αρχές του Κόμματος τόσο στην κοσμοθεωρία του όσο και στη συγκρότηση και λειτουργία του. Αμφισβητήθηκε και ο Μαρξισμός - Λενινισμός και ο Προλεταριακός Διεθνισμός, αλλά και οι αρχές του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού, της συλλογικότητας κλπ. (αυτές τις είχαν ήδη καταργήσει στην πράξη). Και όλ' αυτά βεβαίως στο όνομα δήθεν της ανανέωσης του Κόμματος.
Ομολογίες για τις πραγματικές τους επιδιώξεις
Στις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 14ο Συνέδριό του που ακολούθησε (στις 18-21 Δεκέμβρη 1991), σχετικά με την εσωκομματική κρίση που απείλησε και την ίδια την ύπαρξη του ΚΚΕ («Η κρίση στο ΚΚΕ. Ο χαρακτήρας και το περιεχόμενο της ιδεολογικής αντιπαράθεσης» παρ. 28) τονίζεται σχετικά:
«Τα τελευταία τρία χρόνια στα πλαίσια της ΚΕ, ξέσπασε οξύτατη ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση. Από τη μια, οι απόψεις οι οποίες υπεράσπιζαν την ύπαρξη, τον εκσυγχρονισμό και την ανανέωση του Κόμματος στη βάση των θεμελιακών αρχών και γνωρισμάτων του ως κόμματος συνειδητής πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης που αγωνίζεται για τα συμφέροντα όλων των εργαζομένων. Από την άλλη, εκείνες που, στο όνομα της ανανέωσης, υποστήριζαν την υπέρβαση του χαρακτήρα του Κόμματος, τη σοσιαλδημοκρατικοποίησή του και τη διάχυσή του στα πλαίσια του Συνασπισμού.
Η αντιπαράθεση μεταδίδεται σε όλο το Κόμμα, εξελίσσεται σε βαθιά κρίση με φαινόμενα φραξιονισμού, ανοιχτής παραβίασης του καταστατικού, συκοφάντησης των στελεχών του Κόμματος. Τα στελέχη της ηγετικής ομάδας της φραξιονιστικής κίνησης χρησιμοποίησαν εξωκομματικά στηρίγματα, με στόχο την από τα έξω επέμβαση στις εσωτερικές διαφορές. Ο μηδενισμός, η λαθολογία, η απορριπτική στάση στην ιστορική πορεία του ΚΚΕ συγκαλύπτονταν και το όλο πρόβλημα παρουσιαζόταν σαν διαμάχη "συντηρητικών και ανανεωτικών". Τα στελέχη αυτά σκόπιμα μπλέκουν στην ιδεολογική αντιπαράθεση ακόμα και την οικονομική δραστηριότητα του Κόμματος, με στόχο να πληγεί και η ηθική του υπόσταση. Εγιναν πρωτεργάτες μιας αντιπαράθεσης χωρίς όρια και αρχές, που τραυμάτισε, ιδιαίτερα εξαιτίας των μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν, την εικόνα και το κύρος του ΚΚΕ».
Είναι γνωστές οι συνεντεύξεις Ανδρουλάκη και άλλων της ομάδας - πιο ανοιχτά τις έβαζαν μετά το 13ο Συνέδριο - οι οποίοι με «τον αέρα» της διάλυσης του συστήματος του υπαρκτού σοσιαλισμού, αλλά και της αλλαγής, επίσημα πια, του χαρακτήρα διαφόρων κομμουνιστικών κομμάτων, έβαζαν ακόμα και θέμα αλλαγής του τίτλου του ΚΚΕ και σε κάθε περίπτωση την προοπτική της... υπέρβασης του «Κ» και τη δημιουργία μιας «Νέας Αριστεράς» (συνέντευξη στο περιοδικό «Επτάμισι»), αλλά και θέσεις που περιέλαβαν στην ιδρυτική διακήρυξη του Συνασπισμού που έφτιαξαν μαζί με τους άλλους εταίρους της αναθεώρησης στα πλαίσια του Συνασπισμού, ερήμην και σε αντιπαράθεση με τις κομματικές αποφάσεις και θέσεις. Ο Γρ. Φαράκος πρόβαλε («Τα Νέα» 1.7.91) «ν' ανοίξουμε το δρόμο προς τη μεγάλη Αριστερά... ο ΣΥΝ να είναι ο εφαλτήρας γι' αυτήν την πορεία, προς την οποία κάνουμε τώρα ένα νέο ξεκίνημα».
Ενώ ο τελικός σκοπός τους ομολογείται πιο απροκάλυπτα από τον Μ. Ανδρουλάκη, που από την «Αυγή» της Κυριακής (30.6.91) αναλύει ότι «η σχέση (του ΣΥΝ) με το ΠΑΣΟΚ δεν τίθεται με τους κλασικούς όρους... Θέτει το αίτημα ενός αριστερόστροφου εκσυγχρονισμού, ενός διπλού μετασχηματισμού των δύο χώρων, προς ένα σύγχρονο "μπλοκ" κεντροαριστεράς - Αριστεράς, προς μια "ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ"». Είναι ακριβώς αυτό που επιδιώκει σήμερα ο ΣΥΝ, τη συγκρότηση της κεντροαριστεράς, τη συμμαχία με τη σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα, με το ΠΑΣΟΚ δηλαδή, τύπου Ντ' Αλέμα, Ζοσπέν κλπ.
Και μίσος για το σοσιαλισμό
Ταυτόχρονα, η αναθεωρητική ομάδα πρωτοστατεί σε αντικομμουνιστικές επιθέσεις, διοχετεύοντας στον αστικό Τύπο και τα άλλα ΜΜΕ διάφορα περί «δεινοσαύρων» και «συντηρητικών» για να συκοφαντήσει όσους από την ηγεσία του Κόμματος επέμεναν να υπερασπίζουν το ΚΚΕ.
Ενώ με δηλώσεις διαφόρων «αστέρων» σιγοντάριζαν τη λαθολογία και συκοφαντούσαν την ίδια την ιστορία του ΚΚΕ, μιλώντας για «Κρόνο που τρώει τα παιδιά του» και για... «γκρίζες και λευκές σελίδες» στην ηρωική ιστορία του ΚΚΕ.
«Μετά το 13ο Συνέδριο, στο οποίο απορρίφθηκαν με μεγάλη πλειοψηφία οι προτάσεις που με κραυγαλέο τρόπο σηματοδοτούσαν την πρόθεση υπέρβασης του χαρακτήρα του Κόμματος, επισημαίνει το 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ, οι αυτοαποκαλούμενοι ανανεωτές προχώρησαν σε νέα επίθεση για την ντε φάκτο επιβολή των απόψεών τους. Η προσχώρησή τους στο Συνασπισμό με τη μορφή της "Κίνησης για μια νέα Αριστερά" αποδείχνει ότι ο πραγματικός τους σκοπός δεν ήταν η ανανέωση του Κόμματος, αλλά η διάλυσή του».
Και προσθέτει:
«Με την ευκαιρία που τους δόθηκε μετά τις τελευταίες εξελίξεις στη Σοβιετική Ενωση και κάτω από την πίεση που διεθνώς ασκείται για "αποκομμουνιστικοποίηση", τα ηγετικά στελέχη της "Κίνησης για μια νέα Αριστερά" ΟΜΟΛΟΓΗΣΑΝ ΚΑΙ ΑΝΟΙΧΤΑ ΠΛΕΟΝ, ΟΤΙ ΑΠΟ ΠΑΛΙΟΤΕΡΑ ΕΠΙΔΙΩΚΑΝ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΚΑΙ ΟΤΙ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΑΝ ΝΑ ΤΟ ΕΠΙΒΑΛΟΥΝ ΑΥΤΟ ΜΕ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΤΩΝ ''ΜΙΚΡΩΝ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΩΝ'', ΩΣΤΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΣΤΑΔΙΑΚΑ ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΤΟΥΣ.
Ενας μεγάλος αριθμός τους, ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΕ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΥΣΤΕΡΙΑ.
Αντικειμενικά βρέθηκαν στην ίδια γραμμή, στο ίδιο μέτωπο δράσης με τις αντισοσιαλιστικές δυνάμεις που θέλουν την επιστροφή του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ενωση και τη διάλυση του ΚΚΣΕ».
Και πράγματι, όσον αφορά τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, με αφορμή τις ανατροπές, υιοθέτησαν όλη τη βρώμικη αντικομμουνιστική προπαγάνδα, συκοφαντώντας και το ίδιο το ΚΚΕ πως, τάχα, ήταν συνυπεύθυνο! Εφθασαν στο σημείο να ασπάζονται μαζί με άλλες συνιστώσες του Συνασπισμού - όπως η ΕΑΡ και στελέχη τους όπως ο Λ. Κύρκος, που θεωρούσε ότι δικαιώνονταν οι αντισοσιαλιστικές θέσεις του - αστικές αντιλήψεις και εκτιμήσεις για θετικές εξελίξεις με τις ανατροπές και την παλινόρθωση του καπιταλισμού στις χώρες αυτές και με τη διάλυση της ΕΣΣΔ! Η σημερινή πραγματικότητα, βέβαια, είναι συντριπτική και επιβεβαιώνει απόλυτα τις θέσεις του ΚΚΕ που υπερασπίζεται τις κατακτήσεις των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Η μεταλλαγή του ΣΥΝ και τα «μικρά πραξικοπήματα»
«Οπως έφθασαν τα πράγματα, το Κόμμα μας δεν μπορούσε να συνεχίζει να συμμετέχει σε ένα φορέα που είχε αρχίσει να εξελίσσεται σε κόμμα πολυτασικό, (μάλιστα) πολύ πριν παρθεί ανοιχτά και επίσημα απόφαση γι' αυτό...».
Ο λόγος στην εισήγηση της ΚΕ του ΚΚΕ στο 14ο Συνέδριο, αφορά την αποχώρηση του Κόμματος από το Συνασπισμό, που μεταλλασσόταν από πολυκομματικός οργανισμός, στον οποίο συμμετείχαν κόμματα και κινήσεις που δρούσαν με αυτοτέλεια, σε πολυτασικό κόμμα, όπου επιβαλλόταν η διάχυση και η διάλυση των κομμάτων και κινήσεων που τον συγκροτούσαν με βάση τις ιδρυτικές αρχές του ΣΥΝ.
Αλλά, ποιοί και πώς επιδίωξαν τη μεταλλαγή του τότε ΣΥΝ σε πολυτασικό κόμμα και την αλλαγή των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών του ΚΚΕ ως επαναστατικού μαρξιστικο-λενινιστικού κόμματος νέου τύπου, αλλά και την τροποποίηση βασικών πολιτικών θέσεων του ΚΚΕ, ενώ το ίδιο επιδίωκαν σε σχέση με το πρόγραμμα του ΣΥΝ;
Τα γεγονότα είναι αποκαλυπτικά:
Τα στελέχη της αντικομματικής ομάδας που συμμετείχαν στην ΕΕ του ΣΥΝ, συνοδοιπορούντα με την αντιπροσωπεία της ΕΑΡ - που ανοιχτά πρωτοστατούσε - και στελέχη άλλων κινήσεων, στο όνομα της ενίσχυσης της πολιτικής παρέμβασης του ΣΥΝ και της διαμόρφωσης του προγραμματικού περιεχομένου της πολιτικής πρότασης της προοδευτικής διεξόδου, προωθούσαν την αλλαγή του χαρακτήρα του Συνασπισμού, από συμμαχία κομμάτων, κινήσεων και προσωπικοτήτων σε ενιαίο κόμμα. Το ζήτημα είχε τεθεί, ακόμα, από το 2ο Συνέδριο της ΕΑΡ.
Ετσι, φθάσαμε στο σημείο όλη η διαδικασία προς την Πανελλαδική Συνέλευση του ΣΥΝ τελικά να επικεντρώνεται στον τρόπο διαμόρφωσης των οργάνων... Να δηλώνεται από κάποιους ότι αν δε γίνει εκλογή των κεντρικών οργάνων, δεν έχει νόημα να γίνει η Πανελλαδική Συνέλευση!
Κι ωστόσο η Πανελλαδική Συνέλευση, υποτίθεται, θα συζητούσε την εναλλακτική πρόταση που ουδέποτε συζητήθηκε, ουσιαστικά, πριν τη συνέλευση.
Γιατί η επιμονή στην εκλογική διαδικασία;
Η Πανελλαδική Συνέλευση είχε υποβιβάσει τους στόχους της και το περιεχόμενό της και, αντίθετα, επιχειρούνταν, απλώς, να λύσει το ζήτημα του χαρακτήρα του ΣΥΝ μέσα από την εκλογή των κεντρικών του οργάνων. Στην προοπτική αυτή, όπως φαίνεται από σχετικό κείμενό της, η ΕΑΡ, ενόψει της Πανελλαδικής Συνέλευσης, καλούσε σε υπερψήφιση των ανανεωτικών στα κεντρικά όργανα του ΣΥΝ για να «αποτυπωθεί μια ευρύτατη ανανεωτική πλειοψηφία», να περιοριστεί έτσι η εκπροσώπηση του ΚΚΕ. Ενώ ο Λ. Κύρκος επανέφερε τις «διαχωριστικές γραμμές», συκοφαντώντας το ΚΚΕ με αφορμή ότι επέμενε στη μη αλλαγή του χαρακτήρα του ΣΥΝ και για ανιστόρητες θέσεις... Παράλληλα, μιλούσαν συκοφαντικά για «συντηρητική ομάδα του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ», είτε για «οριακή συντηρητική πλειοψηφία στην ΚΕ του ΚΚΕ» με βάση την εκλογή της καθοδήγησης στο 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ.
Το χειρότερο, επιχειρούνταν αντιπαράθεση πλειοψηφίας -μειοψηφίας, κόντρα στις αρχές της συνεργασίας και αντιπαράθεσης που θα έπρεπε να διέπει μια πολυκομματική συμμαχία, όπως ήταν ο ΣΥΝ. Μ' αυτό τον τρόπο, ακόμα χειρότερα, καταργούνταν η αρχή της αντιπροσωπευτικότητας των κομμάτων, αφού, αντ' αυτής, προωθούνταν η άποψη όχι τα κόμματα, αλλά οι αντιλήψεις θα πρέπει να αντιπροσωπεύονται.
Ετσι, το πρόβλημα της εκλογής ή όχι της ηγεσίας του ΣΥΝ που αναδειχνόταν ως κυρίαρχο, δεν ήταν παρά η κορυφή του παγόβουνου και επιχειρούνταν σκόπιμα να περιοριστεί το πρόβλημα εκεί, με σκοπό να καλυφθούν βαθύτατες διαφορές και κυρίως ανομολόγητοι στόχοι. Οτι αμφισβητούνταν ουσιαστικά οι ιδρυτικές αρχές του ΣΥΝ, η ισοτιμία, η αυτοτέλεια της κάθε δύναμης, η μη επέμβαση του ενός στα εσωτερικά του άλλου, η υπονόμευση του κοινού προγράμματος. Σ' αυτή την πραγματικότητα, η Πανελλαδική Συνέλευση του ΣΥΝ αξιοποιείται από την αντικομματική ομάδα, τις δυνάμεις της ΕΑΡ και άλλες δυνάμεις σαν πεδίο έντονης ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής αντιπαράθεσης ενάντια στο ΚΚΕ.
Και αντιΚΚΕ συμμαχία
Η ιδιότυπη συμμαχία ΕΑΡ - αντικομματικών στελεχών στο ΣΥΝ, απαιτούσε ούτε λίγο ούτε πολύ από το ΚΚΕ περιορίσει τους σκοπούς και την αυτοτελή δράση του στα όρια των δικών τους επιλογών, στη βάση του κοινού προγράμματος. Να απαρνηθεί δηλαδή το ΚΚΕ το χαρακτήρα και το πρόγραμμά του, να διαλυθεί ουσιαστικά!
Η παραπάνω απαίτηση συνοδευόταν με την προσπάθεια, από τους ίδιους και άλλους, διαμόρφωσης προγραμματικού ντοκουμέντου του ΣΥΝ με περιεχόμενο τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας και επιδίωξη συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ. Στο οργανωτικό επίπεδο πρόβαλαν και προωθούσαν - μέσα από τις διαδικασίες εκλογής των κεντρικών οργάνων του ΣΥΝ - την αυτονομία του ΣΥΝ απέναντι στα κόμματα, την αποδέσμευση των μελών από τα κόμματά τους...(επανίδρυση του ΣΥΝ, αυτονομία από τα κόμματα, αποδέσμευση μελών από τα κόμματά τους, λήψη αποφάσεων στη βάση της αρχής της πλειοψηφίας, καθιέρωση οντότητας των μελών του ΣΥΝ, εκλογές όλων των οργάνων σ' όλη την κλίμακα του ΣΥΝ, όπως σε κάθε κόμμα...).
Πολύ πριν, με τη συγκρότηση, αρχικά, του Συνασπισμού, τα στελέχη της αντικομματικής ομάδας με τη γνωστή μέθοδο της διολίσθησης και των «μικρών πραξικοπημάτων», όπως ομολόγησαν αργότερα, μεθόδευσαν με την επιβολή του κοινού πορίσματος, γνωστού ως πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ, την πρώτη απόπειρα τροποποίησης της θέσης του ΚΚΕ για την ΕΟΚ. Καθώς, αν μη τι άλλο, μέσα από τις σχετικές θέσεις καλλιεργούνταν αυταπάτες για την πορεία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, προβάλλοντας ότι, δήθεν, υπήρχε εναλλακτική πολιτική για την ΕΟΚ, που μπορούσε τάχα να εξασφαλίσει τα συμφέροντα της χώρας και των εργαζομένων!
Στην πορεία και πριν την Πανελλαδική Συνέλευση, διά της διολίσθησης, άλλαξαν τη θέση του Κόμματος ενάντια στην ιδιωτικοποίηση όλων των δημόσιων επιχειρήσεων, περιορίζοντας το αίτημα στις στρατηγικής σημασίας μόνον. Εκεί δε που ανατρέπεται το περιεχόμενο της προγραμματικής πρότασης είναι με την εναλλακτική πρόταση που συμφώνησαν στην Πανελλαδική Σύσκεψή τους. Αποφάσισαν αλλαγές σε βασικές θέσεις της αρχικής προγραμματικής συμφωνίας του ΣΥΝ σε σοσιαλδημοκρατική κατεύθυνση, ακυρώνοντας αρκετούς στόχους της προοδευτικής εναλλακτικής λύσης.
Εγκαταλείπεται η πάλη ενάντια στις βάσεις και τη διάλυση - έξοδο από το ΝΑΤΟ, η πάλη ενάντια στη στρατιωτικοποίηση της ΕΕ. Ενώ προβάλλεται η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή για τις μεταρρυθμίσεις και το σοσιαλισμό, προβάλλοντας την ανάγκη υπέρβασης του σχίσματος ανάμεσα στην «κλασική» σοσιαλδημοκρατία και τα πραγματικά κομμουνιστικά κόμματα, την κατάργηση του «Κ»...
Επίσης «ξεχνιέται» η ανάγκη υπεράσπισης του δημόσιου χαρακτήρα της Παιδείας, Υγείας κλπ.
Είναι ακριβώς η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή της άλλης, απλώς, διαχείρισης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που ξεπουλάει τη δημόσια περιουσία και ισοπεδώνει, σήμερα, τα όποια εργασιακά, κοινωνικο-ασφαλιστικά, δημοκρατικά δικαιώματα και ξεζουμίζει τους εργαζόμενους.
Ο λόγος στην εισήγηση της ΚΕ του ΚΚΕ στο 14ο Συνέδριο, αφορά την αποχώρηση του Κόμματος από το Συνασπισμό, που μεταλλασσόταν από πολυκομματικός οργανισμός, στον οποίο συμμετείχαν κόμματα και κινήσεις που δρούσαν με αυτοτέλεια, σε πολυτασικό κόμμα, όπου επιβαλλόταν η διάχυση και η διάλυση των κομμάτων και κινήσεων που τον συγκροτούσαν με βάση τις ιδρυτικές αρχές του ΣΥΝ.
Αλλά, ποιοί και πώς επιδίωξαν τη μεταλλαγή του τότε ΣΥΝ σε πολυτασικό κόμμα και την αλλαγή των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών του ΚΚΕ ως επαναστατικού μαρξιστικο-λενινιστικού κόμματος νέου τύπου, αλλά και την τροποποίηση βασικών πολιτικών θέσεων του ΚΚΕ, ενώ το ίδιο επιδίωκαν σε σχέση με το πρόγραμμα του ΣΥΝ;
Τα γεγονότα είναι αποκαλυπτικά:
Τα στελέχη της αντικομματικής ομάδας που συμμετείχαν στην ΕΕ του ΣΥΝ, συνοδοιπορούντα με την αντιπροσωπεία της ΕΑΡ - που ανοιχτά πρωτοστατούσε - και στελέχη άλλων κινήσεων, στο όνομα της ενίσχυσης της πολιτικής παρέμβασης του ΣΥΝ και της διαμόρφωσης του προγραμματικού περιεχομένου της πολιτικής πρότασης της προοδευτικής διεξόδου, προωθούσαν την αλλαγή του χαρακτήρα του Συνασπισμού, από συμμαχία κομμάτων, κινήσεων και προσωπικοτήτων σε ενιαίο κόμμα. Το ζήτημα είχε τεθεί, ακόμα, από το 2ο Συνέδριο της ΕΑΡ.
Ετσι, φθάσαμε στο σημείο όλη η διαδικασία προς την Πανελλαδική Συνέλευση του ΣΥΝ τελικά να επικεντρώνεται στον τρόπο διαμόρφωσης των οργάνων... Να δηλώνεται από κάποιους ότι αν δε γίνει εκλογή των κεντρικών οργάνων, δεν έχει νόημα να γίνει η Πανελλαδική Συνέλευση!
Κι ωστόσο η Πανελλαδική Συνέλευση, υποτίθεται, θα συζητούσε την εναλλακτική πρόταση που ουδέποτε συζητήθηκε, ουσιαστικά, πριν τη συνέλευση.
Γιατί η επιμονή στην εκλογική διαδικασία;
Η Πανελλαδική Συνέλευση είχε υποβιβάσει τους στόχους της και το περιεχόμενό της και, αντίθετα, επιχειρούνταν, απλώς, να λύσει το ζήτημα του χαρακτήρα του ΣΥΝ μέσα από την εκλογή των κεντρικών του οργάνων. Στην προοπτική αυτή, όπως φαίνεται από σχετικό κείμενό της, η ΕΑΡ, ενόψει της Πανελλαδικής Συνέλευσης, καλούσε σε υπερψήφιση των ανανεωτικών στα κεντρικά όργανα του ΣΥΝ για να «αποτυπωθεί μια ευρύτατη ανανεωτική πλειοψηφία», να περιοριστεί έτσι η εκπροσώπηση του ΚΚΕ. Ενώ ο Λ. Κύρκος επανέφερε τις «διαχωριστικές γραμμές», συκοφαντώντας το ΚΚΕ με αφορμή ότι επέμενε στη μη αλλαγή του χαρακτήρα του ΣΥΝ και για ανιστόρητες θέσεις... Παράλληλα, μιλούσαν συκοφαντικά για «συντηρητική ομάδα του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ», είτε για «οριακή συντηρητική πλειοψηφία στην ΚΕ του ΚΚΕ» με βάση την εκλογή της καθοδήγησης στο 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ.
Το χειρότερο, επιχειρούνταν αντιπαράθεση πλειοψηφίας -μειοψηφίας, κόντρα στις αρχές της συνεργασίας και αντιπαράθεσης που θα έπρεπε να διέπει μια πολυκομματική συμμαχία, όπως ήταν ο ΣΥΝ. Μ' αυτό τον τρόπο, ακόμα χειρότερα, καταργούνταν η αρχή της αντιπροσωπευτικότητας των κομμάτων, αφού, αντ' αυτής, προωθούνταν η άποψη όχι τα κόμματα, αλλά οι αντιλήψεις θα πρέπει να αντιπροσωπεύονται.
Ετσι, το πρόβλημα της εκλογής ή όχι της ηγεσίας του ΣΥΝ που αναδειχνόταν ως κυρίαρχο, δεν ήταν παρά η κορυφή του παγόβουνου και επιχειρούνταν σκόπιμα να περιοριστεί το πρόβλημα εκεί, με σκοπό να καλυφθούν βαθύτατες διαφορές και κυρίως ανομολόγητοι στόχοι. Οτι αμφισβητούνταν ουσιαστικά οι ιδρυτικές αρχές του ΣΥΝ, η ισοτιμία, η αυτοτέλεια της κάθε δύναμης, η μη επέμβαση του ενός στα εσωτερικά του άλλου, η υπονόμευση του κοινού προγράμματος. Σ' αυτή την πραγματικότητα, η Πανελλαδική Συνέλευση του ΣΥΝ αξιοποιείται από την αντικομματική ομάδα, τις δυνάμεις της ΕΑΡ και άλλες δυνάμεις σαν πεδίο έντονης ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής αντιπαράθεσης ενάντια στο ΚΚΕ.
Και αντιΚΚΕ συμμαχία
Η ιδιότυπη συμμαχία ΕΑΡ - αντικομματικών στελεχών στο ΣΥΝ, απαιτούσε ούτε λίγο ούτε πολύ από το ΚΚΕ περιορίσει τους σκοπούς και την αυτοτελή δράση του στα όρια των δικών τους επιλογών, στη βάση του κοινού προγράμματος. Να απαρνηθεί δηλαδή το ΚΚΕ το χαρακτήρα και το πρόγραμμά του, να διαλυθεί ουσιαστικά!
Η παραπάνω απαίτηση συνοδευόταν με την προσπάθεια, από τους ίδιους και άλλους, διαμόρφωσης προγραμματικού ντοκουμέντου του ΣΥΝ με περιεχόμενο τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας και επιδίωξη συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ. Στο οργανωτικό επίπεδο πρόβαλαν και προωθούσαν - μέσα από τις διαδικασίες εκλογής των κεντρικών οργάνων του ΣΥΝ - την αυτονομία του ΣΥΝ απέναντι στα κόμματα, την αποδέσμευση των μελών από τα κόμματά τους...(επανίδρυση του ΣΥΝ, αυτονομία από τα κόμματα, αποδέσμευση μελών από τα κόμματά τους, λήψη αποφάσεων στη βάση της αρχής της πλειοψηφίας, καθιέρωση οντότητας των μελών του ΣΥΝ, εκλογές όλων των οργάνων σ' όλη την κλίμακα του ΣΥΝ, όπως σε κάθε κόμμα...).
Πολύ πριν, με τη συγκρότηση, αρχικά, του Συνασπισμού, τα στελέχη της αντικομματικής ομάδας με τη γνωστή μέθοδο της διολίσθησης και των «μικρών πραξικοπημάτων», όπως ομολόγησαν αργότερα, μεθόδευσαν με την επιβολή του κοινού πορίσματος, γνωστού ως πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ, την πρώτη απόπειρα τροποποίησης της θέσης του ΚΚΕ για την ΕΟΚ. Καθώς, αν μη τι άλλο, μέσα από τις σχετικές θέσεις καλλιεργούνταν αυταπάτες για την πορεία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, προβάλλοντας ότι, δήθεν, υπήρχε εναλλακτική πολιτική για την ΕΟΚ, που μπορούσε τάχα να εξασφαλίσει τα συμφέροντα της χώρας και των εργαζομένων!
Στην πορεία και πριν την Πανελλαδική Συνέλευση, διά της διολίσθησης, άλλαξαν τη θέση του Κόμματος ενάντια στην ιδιωτικοποίηση όλων των δημόσιων επιχειρήσεων, περιορίζοντας το αίτημα στις στρατηγικής σημασίας μόνον. Εκεί δε που ανατρέπεται το περιεχόμενο της προγραμματικής πρότασης είναι με την εναλλακτική πρόταση που συμφώνησαν στην Πανελλαδική Σύσκεψή τους. Αποφάσισαν αλλαγές σε βασικές θέσεις της αρχικής προγραμματικής συμφωνίας του ΣΥΝ σε σοσιαλδημοκρατική κατεύθυνση, ακυρώνοντας αρκετούς στόχους της προοδευτικής εναλλακτικής λύσης.
Εγκαταλείπεται η πάλη ενάντια στις βάσεις και τη διάλυση - έξοδο από το ΝΑΤΟ, η πάλη ενάντια στη στρατιωτικοποίηση της ΕΕ. Ενώ προβάλλεται η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή για τις μεταρρυθμίσεις και το σοσιαλισμό, προβάλλοντας την ανάγκη υπέρβασης του σχίσματος ανάμεσα στην «κλασική» σοσιαλδημοκρατία και τα πραγματικά κομμουνιστικά κόμματα, την κατάργηση του «Κ»...
Επίσης «ξεχνιέται» η ανάγκη υπεράσπισης του δημόσιου χαρακτήρα της Παιδείας, Υγείας κλπ.
Είναι ακριβώς η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή της άλλης, απλώς, διαχείρισης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που ξεπουλάει τη δημόσια περιουσία και ισοπεδώνει, σήμερα, τα όποια εργασιακά, κοινωνικο-ασφαλιστικά, δημοκρατικά δικαιώματα και ξεζουμίζει τους εργαζόμενους.
Τα δύο «αλληλοτροφοδοτούμενα κέντρα»
Αν και η κρίση στο ΚΚΕ εμφανίστηκε με μεγάλη οξύτητα τον Ιούνη του 1990, στην ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ, στην οποία συζητήθηκε το Προσχέδιο Θέσεων για το 13ο Συνέδριο, που είχε ουσιαστικά ετοιμάσει και εισηγηθεί όχι το ΠΓ, αλλά επιτροπή που είχε οριστεί από την ΚΕ, τα σημάδια της έντασής της είχαν εμφανιστεί ένα χρόνο νωρίτερα, το 1989, ενώ υπέβοσκε πολύ καιρό πιο πριν.
Το 14ο Συνέδριο εκτιμά ότι:
«Εντονη ιδεολογική αντιπαράθεση εμφανίζεται το 1989 με την αποχώρηση μελών της ΚΕ και διάσπαση της ΚΝΕ. Στην πορεία κάτω από την επίδραση των διεθνών εξελίξεων εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα κρίσης στις εκλογο-απολογιστικές διαδικασίες το 1990. Επιδεινώνεται η κατάσταση στην ευρεία Ολομέλεια και στη διάρκεια της προσυνεδριακής συζήτησης και κορυφώνεται κατά τη μετασυνεδριακή περίοδο» (14ο Συνέδριο, Ντοκουμέντα, σελ. 154).
Η έκτασή της στη συγκεκριμένη περίοδο ήταν μικρότερη απ' αυτήν του 1991, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι το ένα γεγονός ήταν ανεξάρτητο από το άλλο. Το 14ο Συνέδριο επισημαίνει ότι «διαμορφώθηκαν δύο αλληλοτροφοδοτούμενα "κέντρα" μέσα στην ΚΕ, τα οποία προκάλεσαν διαδοχικά προβλήματα μέσα στο Κόμμα». (Ντοκουμέντα, σελ. 155).
Βεβαίως, τη μεγαλύτερη ζημιά έκανε στην ΚΝΕ.
Η κρίση του 1989 και η διάσπαση της ΚΝΕ
Τι συνέβη όμως τότε; Είναι γνωστό πως αμέσως μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης Τζαννετάκη, ο Κώστας Κάππος, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και βουλευτής, διαχωρίζει δημόσια τη θέση του από τη συγκεκριμένη επιλογή του ΚΚΕ και του τότε ΣΥΝ και μάλιστα χωρίς προηγουμένως να έχει ενημερώσει το Κόμμα για αυτή του την ενέργεια. Ανεξάρτητα από την οποιαδήποτε γνώμη του στη συγκεκριμένη επιλογή, ήδη εμφανίζεται ανοιχτά και άμεσα μια πρώτη ρωγμή στο ΚΚΕ από τη δημόσια τοποθέτηση του συγκεκριμένου στελέχους. Ίσως ακόμη να μη φαινόταν η συνέχεια, η οποία δεν άργησε να έρθει, αφού τον Αύγουστο του '89, παραιτούνται από την ΚΕ οι Νίκος Κοτζιάς και Κώστας Μπατίκας, διαφωνώντας επίσης με τη συγκεκριμένη επιλογή της κυβέρνησης Τζαννετάκη.
Αλλά και αυτά τα περιστατικά θα μπορούσαν να θεωρηθούν μεμονωμένα, αν στη συνέχεια δεν ξεσπούσαν ανοιχτά και δημόσια διαφωνίες στο Κεντρικό Συμβούλιο της ΚΝΕ, σχετικά με τις επιλογές του ΚΚΕ και του τότε ΣΥΝ, διαφωνίες με αποφάσεις της ΚΕ της συγκεκριμένης περιόδου, που αφορούν στην τακτική του ΚΚΕ και τη δράση του στο ΣΥΝ. Των διαφωνιών, ηγούνται ο Γραμματέας του ΚΣ της ΚΝΕ και μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ Γιώργος Γράψας και άλλα στελέχη της ΚΝΕ και η πλειοψηφία των μελών του ΚΣ διαφωνεί με την ΚΕ του ΚΚΕ . Ουσιαστικά τα στελέχη της ΚΝΕ, η πλειοψηφία του ΚΣ της Οργάνωσης, αντιπαρατίθενται ιδεολογικο-πολιτικά στο Κόμμα.
Η αντιπαράθεση γίνεται δημόσια, με αποκορύφωμα την ομιλία του Γραμματέα του ΚΣ της ΚΝΕ στο 15ο Φεστιβάλ της Οργάνωσης, το Σεπτέμβρη του 1990, η οποία και βρισκόταν σε ευθεία αντίθεση με αυτήν του Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ .
Η ΚΕ του Κόμματος εκτιμά ότι το πρόβλημα έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις, που δεν μπορεί να λυθεί από την ίδια την ΚΝΕ.
Έτσι αποφασίζει σε Ολομέλειά της (Σεπτέμβρης 1990), στα πλαίσια του Καταστατικού του ΚΚΕ , αλλά και της ΚΝΕ (η ΚΝΕ καθοδηγείται ιδεολογικοπολιτικά από το ΚΚΕ ), αλλά και με δεδομένο ότι τα στελέχη της ΚΝΕ, μέλη του ΚΣ, που πρωτοστατούσαν στην αντιπαράθεση με το Κόμμα είναι στελέχη του Κόμματος που δουλεύουν στην ΚΝΕ με χρέωση από το Κόμμα, να οργανωθεί έκτακτο Συνέδριο της ΚΝΕ.
Και γι' αυτό το σκοπό όρισε Προσυνεδριακή Επιτροπή από τους γραμματείς των Συμβουλίων Περιοχής και άλλα στελέχη της ΚΝΕ, με καθήκον να αναλάβει ως το Συνέδριο την καθοδήγηση της Οργάνωσης και βεβαίως να προετοιμάσει το Συνέδριο και τη διεξαγωγή του. Επίσης τα μέλη του ΚΣ που δεν περιλαμβάνονταν στην Προσυνεδριακή Επιτροπή πέρασαν στη δουλιά του Κόμματος. Ταυτόχρονα, η ΚΕ αποφασίζει ότι σχετικά με τις τεράστιες ευθύνες του Γραμματέα της ΚΝΕ, θα καθορίσει τη στάση της από το εάν και κατά πόσο θα σταματήσουν την αντικομματική τους δράση και θα δουλέψουν στα πλαίσια της πολιτικής του ΚΚΕ . Το ίδιο βεβαίως ίσχυε και για τα άλλα μέλη του ΚΣ της ΚΝΕ στη σχέση τους με το Κόμμα.
Μετά τη συγκεκριμένη απόφαση, μερικά ακόμη μέλη της ΚΕ παραιτούνται και αποχωρούν από το ΚΚΕ . Βεβαίως, το μεγάλο χτύπημα το δέχτηκε η ΚΝΕ αφού διασπάστηκε. Και αν για το Κόμμα αυτή η πρώτη διάσπαση στη συγκεκριμένη περίοδο δεν είχε μεγάλες αρνητικές συνέπειες, για την ΚΝΕ ήταν οδυνηρό πλήγμα.
Δε χρειάζεται να επισημάνουμε ότι αυτή η πραγματικότητα δε διαμορφώθηκε την περίοδο που εκφράστηκε, αλλά προϋπήρχε και οξύνθηκε φτάνοντας ως τη διάσπαση της ΚΝΕ, με αφορμή τη μετεκλογική τακτική του Κόμματος το 1989.
Υπήρχε ενιαία αντίληψη για το ΣΥΝ;
Είναι γεγονός ότι η συγκρότηση του ΣΥΝ, η πορεία εξέλιξής του, παρά την κοινή προγραμματική συμφωνία των δυνάμεων που τον συγκροτούσαν, δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση από πολλές απόψεις. Πρώτ' απ' όλα, από την ίδια την προγραμματική συμφωνία και το σκοπό που αυτή υπηρετούσε, δεν υπήρχε ενιαία αντίληψη από τις συνιστώσες του. Αντικειμενικά, αυτό δυσκόλευε την ενιαία δημόσια έκφραση της πολιτικής του απ' όλα τα στελέχη του ή κυρίως ερμηνευόταν ανάλογα με τις θέσεις κάθε συνιστώσας και όχι με βάση αυτό που πραγματικά εξέφραζε. Βεβαίως, το Κόμμα έκανε προσπάθεια να δρα ο ΣΥΝ στη βάση της προγραμματικής του διακήρυξης, αλλά η ΕΑΡ είχε άλλες επιδιώξεις, τη συνέχιση μέσω του ΣΥΝ της αντιΚΚΕ δράσης της. Σ' αυτά συνέτεινε και το γεγονός ότι δεν υπήρχε, (σκόπιμα απο την αντικομματική ομάδα), ενιαία αντίληψη στα στελέχη του ΚΚΕ για το χαρακτήρα του ΣΥΝ και το ρόλο του ΚΚΕ σ' αυτόν.
Τα στελέχη που συγκρότησαν την αντικομματική ομάδα (Ανδρουλάκης, Δαμανάκη, Καραγγουλές, Λαφαζάνης κλπ., αλλά και ο ίδιος ο τότε Γραμματέας της ΚΕ, Γρ. Φαράκος), η οποία πέρασε στο ΣΥΝ, έδιναν σ' αυτή την πολιτική συμμαχία στρατηγικό χαρακτήρα, ταυτίζοντάς τη με τον κοινωνικοπολιτικό συνασπισμό των δυνάμεων της αλλαγής. Ουσιαστικά, ερμήνευαν το 12ο Συνέδριο και τις αποφάσεις του σύμφωνα με τις σοσιαλδημοκρατικές ιδεολογικοπολιτικές τους πεποιθήσεις. Βεβαίως, αυτός ο πολυκομματικός σχηματισμός δεν είχε τέτοιο χαρακτήρα. Πολύ περισσότερο, δεν υπήρξαν αυτή την περίοδο κοινωνικές συμμαχίες. Με δεδομένο ότι σε στρατηγικά ζητήματα (αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό), κάθε δύναμη είχε τη δική της πολιτική, τη δική της προσέγγιση, δεν ήταν δυνατό να υπάρξει ενιαία στρατηγική - σύμφωνα βεβαίως με τις αποφάσεις του 12ου Συνεδρίου, με βάση τις οποίες το Κόμμα ξεκίνησε στην προσπάθεια δημιουργίας του ΣΥΝ - όλων των δυνάμεων που συγκροτούσαν το ΣΥΝ. Αυτό ήταν υπόθεση προς κατάκτηση μέσα από τη δράση. Από την άλλη η ΕΑΡ αξιοποιούσε το ΣΥΝ για την αντιΚΚΕ δράση της.
Το 14ο Συνέδριο επισημαίνει: «Από την πρώτη στιγμή της ίδρυσης του ΣΥΝ και ιδιαίτερα στην πορεία, έπρεπε να γίνεται βαθύτερη ανάλυση για το τι εκπροσωπεί στην πραγματικότητα αυτός ο συνασπισμός που δημιουργήθηκε με τη συγκεκριμένη σύνθεση και σε δοσμένες συνθήκες. Και από την άλλη, ποιος είναι ο ρόλος του ΚΚΕ μέσα στο Συνασπισμό, σε συνδυασμό με τη διατήρηση της αυτοτέλειάς του. Ενώ ο ΣΥΝ ξεκίνησε με ρεαλιστική εκτίμηση για τις δυνατότητές, αλλά και τις δυσκολίες που θα εμφανίζονταν, εξαιτίας των δυνάμεων που τον αποτελούσαν, στην πορεία προβλήθηκαν, κυρίως από τα στελέχη που αποχώρησαν, απόψεις ότι ο φορέας αυτός με τη συγκεκριμένη σύνθεσή του, είναι μονόδρομος για το ΚΚΕ. Καλλιεργήθηκαν αυταπάτες ότι αυτό το σχήμα, παρά τις διαφωνίες σε βασικά προγραμματικά ζητήματα που υπήρχαν ανάμεσα στις συνιστώσες του, ταυτίζεται με τον στρατηγικής σημασίας συνασπισμό των δυνάμεων της αλλαγής με κατεύθυνση το σοσιαλισμό, για την αναγκαιότητα του οποίου με εύστοχο τρόπο είχε μιλήσει το 12ο Συνέδριο».
Οι στρατηγικές επιδιώξεις των ''ανανεωτών''
Οι δυσκολίες τις οποίες είχε προβλέψει το 12ο Συνέδριο, για την πορεία του ΣΥΝ, υποτιμήθηκαν από την ΚΕ του ΚΚΕ . Έτσι παρουσιάστηκαν διαφορετικές προσεγγίσεις, από στελέχη του ΚΚΕ , από μέλη της ΚΕ όχι μόνο ως προς το χαρακτήρα του, την προοπτική και το ρόλο του, αλλά και ως προς την πορεία του και τις προϋποθέσεις αποτελεσματικής δράσης του, γεγονός που φάνηκε στην πορεία, όταν αποφασίστηκε η οργανωτική και προγραμματική ανασυγκρότησή του σε Πανελλαδικό Σώμα με εκλεγμένους αντιπροσώπους. Τα στελέχη του ΚΚΕ που μετά τη διάσπαση προσχώρησαν σ' αυτόν, επιδίωκαν την ανασυγκρότησή του σε κόμμα, επιχειρηματολογώντας ότι ήταν αναγκαίο για να συμβάλει αποφασιστικά στην προοπτική ανασυγκρότησης του προοδευτικού πολιτικού χώρου (βλέπε ΠΑΣΟΚ), προκειμένου να προκύψει προοδευτική κυβέρνηση, για τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής, της κοινωνίας κλπ., κλπ.
Ο Ανδρουλάκης, ως ο πιο ακραίος και αυθεντικός εκφραστής αυτής της αντίληψης, δε δίσταζε να μιλά για υπέρβαση και των δύο «προοδευτικών» χώρων, του ΣΥΝ και του ΠΑΣΟΚ, προκειμένου να συγκλίνουν στη μεγάλη «Αριστερά» για την αλλαγή.
Σ' αυτή τη στρατηγική χάραζαν ρότα, ταυτίζονταν με την ΕΑΡ και επεξεργάζονταν από κοινού τακτική.
Η πολιτική της «Περεστρόικα» στην ΕΣΣΔ, που ήταν το όχημα των ανατροπών των σοσιαλιστικών καθεστώτων, αποτελούσε το ιδεολογικοπολιτικό τους όπλο, προκειμένου να «μεταρρυθμίσουν» και το ΚΚΕ , για να «ανανεωθεί», όπως ανανεώνονταν τα Κομμουνιστικά Κόμματα στα σοσιαλιστικά κράτη και αλλού, αλλά και το ίδιο το σοσιαλιστικό σύστημα. Η δράση τους σ' αυτή τη βάση ήταν πιο έντονη όσο εξελισσόταν η διαδικασία των ανατροπών.
ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΝΘΗΚΑΝ ΟΤΙ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΚΚΕ.
Και μικροαστικές απόψεις
Βεβαίως από την άλλη πλευρά, τα στελέχη της ΚΕ που αποχώρησαν το 1989, και που στην ουσία χρησιμοποιούσαν την ΚΝΕ ενάντια στο Κόμμα, παίρνοντας ως αφορμή την τακτική των οπαδών της διάλυσης του ΚΚΕ , ανέπτυσσαν τη δική τους φραξιονιστική δράση. Ουσιαστικά, αρνούνταν τις συμμαχίες, αφού δε συμφωνούσαν με το ΣΥΝ, όπως τον επεξεργάστηκε το 12ο Συνέδριο.
Αντιπαρέθεταν τις κοινωνικές συμμαχίες στις πολιτικές, τακτική που στην πράξη ακύρωνε την ουσία της πολιτικής συμμαχιών του ΚΚΕ , παρά τις όποιες παραλείψεις και λάθη υπήρξαν στην εφαρμογή της από το Κόμμα τη συγκεκριμένη περίοδο, όπως βεβαίως διαπιστώνονται αυτά στις εκτιμήσεις του 14ου Συνεδρίου.
Έτσι στο Κόμμα είχαν διαμορφωθεί «απόψεις, από τη μια μεριά μικροαστικού αριστερισμού, και από την άλλη αλλοίωσης, υπέρβασης, του χαρακτήρα και των αρχών του Κόμματος» (14ο Συνέδριο, Ντοκουμέντα, σελ. 155).
Η ανάπτυξη και διεξαγωγή της φραξιονιστικής πάλης αυτών των δύο ομάδων επέδρασε στην όξυνση της κρίσης στο Κόμμα έτσι που να οδηγηθεί στα πρόθυρα της διάλυσης.
Το 14ο Συνέδριο εκτιμά ότι:
«Εντονη ιδεολογική αντιπαράθεση εμφανίζεται το 1989 με την αποχώρηση μελών της ΚΕ και διάσπαση της ΚΝΕ. Στην πορεία κάτω από την επίδραση των διεθνών εξελίξεων εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα κρίσης στις εκλογο-απολογιστικές διαδικασίες το 1990. Επιδεινώνεται η κατάσταση στην ευρεία Ολομέλεια και στη διάρκεια της προσυνεδριακής συζήτησης και κορυφώνεται κατά τη μετασυνεδριακή περίοδο» (14ο Συνέδριο, Ντοκουμέντα, σελ. 154).
Η έκτασή της στη συγκεκριμένη περίοδο ήταν μικρότερη απ' αυτήν του 1991, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι το ένα γεγονός ήταν ανεξάρτητο από το άλλο. Το 14ο Συνέδριο επισημαίνει ότι «διαμορφώθηκαν δύο αλληλοτροφοδοτούμενα "κέντρα" μέσα στην ΚΕ, τα οποία προκάλεσαν διαδοχικά προβλήματα μέσα στο Κόμμα». (Ντοκουμέντα, σελ. 155).
Βεβαίως, τη μεγαλύτερη ζημιά έκανε στην ΚΝΕ.
Η κρίση του 1989 και η διάσπαση της ΚΝΕ
Τι συνέβη όμως τότε; Είναι γνωστό πως αμέσως μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης Τζαννετάκη, ο Κώστας Κάππος, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και βουλευτής, διαχωρίζει δημόσια τη θέση του από τη συγκεκριμένη επιλογή του ΚΚΕ και του τότε ΣΥΝ και μάλιστα χωρίς προηγουμένως να έχει ενημερώσει το Κόμμα για αυτή του την ενέργεια. Ανεξάρτητα από την οποιαδήποτε γνώμη του στη συγκεκριμένη επιλογή, ήδη εμφανίζεται ανοιχτά και άμεσα μια πρώτη ρωγμή στο ΚΚΕ από τη δημόσια τοποθέτηση του συγκεκριμένου στελέχους. Ίσως ακόμη να μη φαινόταν η συνέχεια, η οποία δεν άργησε να έρθει, αφού τον Αύγουστο του '89, παραιτούνται από την ΚΕ οι Νίκος Κοτζιάς και Κώστας Μπατίκας, διαφωνώντας επίσης με τη συγκεκριμένη επιλογή της κυβέρνησης Τζαννετάκη.
Αλλά και αυτά τα περιστατικά θα μπορούσαν να θεωρηθούν μεμονωμένα, αν στη συνέχεια δεν ξεσπούσαν ανοιχτά και δημόσια διαφωνίες στο Κεντρικό Συμβούλιο της ΚΝΕ, σχετικά με τις επιλογές του ΚΚΕ και του τότε ΣΥΝ, διαφωνίες με αποφάσεις της ΚΕ της συγκεκριμένης περιόδου, που αφορούν στην τακτική του ΚΚΕ και τη δράση του στο ΣΥΝ. Των διαφωνιών, ηγούνται ο Γραμματέας του ΚΣ της ΚΝΕ και μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ Γιώργος Γράψας και άλλα στελέχη της ΚΝΕ και η πλειοψηφία των μελών του ΚΣ διαφωνεί με την ΚΕ του ΚΚΕ . Ουσιαστικά τα στελέχη της ΚΝΕ, η πλειοψηφία του ΚΣ της Οργάνωσης, αντιπαρατίθενται ιδεολογικο-πολιτικά στο Κόμμα.
Η αντιπαράθεση γίνεται δημόσια, με αποκορύφωμα την ομιλία του Γραμματέα του ΚΣ της ΚΝΕ στο 15ο Φεστιβάλ της Οργάνωσης, το Σεπτέμβρη του 1990, η οποία και βρισκόταν σε ευθεία αντίθεση με αυτήν του Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ .
Η ΚΕ του Κόμματος εκτιμά ότι το πρόβλημα έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις, που δεν μπορεί να λυθεί από την ίδια την ΚΝΕ.
Έτσι αποφασίζει σε Ολομέλειά της (Σεπτέμβρης 1990), στα πλαίσια του Καταστατικού του ΚΚΕ , αλλά και της ΚΝΕ (η ΚΝΕ καθοδηγείται ιδεολογικοπολιτικά από το ΚΚΕ ), αλλά και με δεδομένο ότι τα στελέχη της ΚΝΕ, μέλη του ΚΣ, που πρωτοστατούσαν στην αντιπαράθεση με το Κόμμα είναι στελέχη του Κόμματος που δουλεύουν στην ΚΝΕ με χρέωση από το Κόμμα, να οργανωθεί έκτακτο Συνέδριο της ΚΝΕ.
Και γι' αυτό το σκοπό όρισε Προσυνεδριακή Επιτροπή από τους γραμματείς των Συμβουλίων Περιοχής και άλλα στελέχη της ΚΝΕ, με καθήκον να αναλάβει ως το Συνέδριο την καθοδήγηση της Οργάνωσης και βεβαίως να προετοιμάσει το Συνέδριο και τη διεξαγωγή του. Επίσης τα μέλη του ΚΣ που δεν περιλαμβάνονταν στην Προσυνεδριακή Επιτροπή πέρασαν στη δουλιά του Κόμματος. Ταυτόχρονα, η ΚΕ αποφασίζει ότι σχετικά με τις τεράστιες ευθύνες του Γραμματέα της ΚΝΕ, θα καθορίσει τη στάση της από το εάν και κατά πόσο θα σταματήσουν την αντικομματική τους δράση και θα δουλέψουν στα πλαίσια της πολιτικής του ΚΚΕ . Το ίδιο βεβαίως ίσχυε και για τα άλλα μέλη του ΚΣ της ΚΝΕ στη σχέση τους με το Κόμμα.
Μετά τη συγκεκριμένη απόφαση, μερικά ακόμη μέλη της ΚΕ παραιτούνται και αποχωρούν από το ΚΚΕ . Βεβαίως, το μεγάλο χτύπημα το δέχτηκε η ΚΝΕ αφού διασπάστηκε. Και αν για το Κόμμα αυτή η πρώτη διάσπαση στη συγκεκριμένη περίοδο δεν είχε μεγάλες αρνητικές συνέπειες, για την ΚΝΕ ήταν οδυνηρό πλήγμα.
Δε χρειάζεται να επισημάνουμε ότι αυτή η πραγματικότητα δε διαμορφώθηκε την περίοδο που εκφράστηκε, αλλά προϋπήρχε και οξύνθηκε φτάνοντας ως τη διάσπαση της ΚΝΕ, με αφορμή τη μετεκλογική τακτική του Κόμματος το 1989.
Υπήρχε ενιαία αντίληψη για το ΣΥΝ;
Είναι γεγονός ότι η συγκρότηση του ΣΥΝ, η πορεία εξέλιξής του, παρά την κοινή προγραμματική συμφωνία των δυνάμεων που τον συγκροτούσαν, δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση από πολλές απόψεις. Πρώτ' απ' όλα, από την ίδια την προγραμματική συμφωνία και το σκοπό που αυτή υπηρετούσε, δεν υπήρχε ενιαία αντίληψη από τις συνιστώσες του. Αντικειμενικά, αυτό δυσκόλευε την ενιαία δημόσια έκφραση της πολιτικής του απ' όλα τα στελέχη του ή κυρίως ερμηνευόταν ανάλογα με τις θέσεις κάθε συνιστώσας και όχι με βάση αυτό που πραγματικά εξέφραζε. Βεβαίως, το Κόμμα έκανε προσπάθεια να δρα ο ΣΥΝ στη βάση της προγραμματικής του διακήρυξης, αλλά η ΕΑΡ είχε άλλες επιδιώξεις, τη συνέχιση μέσω του ΣΥΝ της αντιΚΚΕ δράσης της. Σ' αυτά συνέτεινε και το γεγονός ότι δεν υπήρχε, (σκόπιμα απο την αντικομματική ομάδα), ενιαία αντίληψη στα στελέχη του ΚΚΕ για το χαρακτήρα του ΣΥΝ και το ρόλο του ΚΚΕ σ' αυτόν.
Τα στελέχη που συγκρότησαν την αντικομματική ομάδα (Ανδρουλάκης, Δαμανάκη, Καραγγουλές, Λαφαζάνης κλπ., αλλά και ο ίδιος ο τότε Γραμματέας της ΚΕ, Γρ. Φαράκος), η οποία πέρασε στο ΣΥΝ, έδιναν σ' αυτή την πολιτική συμμαχία στρατηγικό χαρακτήρα, ταυτίζοντάς τη με τον κοινωνικοπολιτικό συνασπισμό των δυνάμεων της αλλαγής. Ουσιαστικά, ερμήνευαν το 12ο Συνέδριο και τις αποφάσεις του σύμφωνα με τις σοσιαλδημοκρατικές ιδεολογικοπολιτικές τους πεποιθήσεις. Βεβαίως, αυτός ο πολυκομματικός σχηματισμός δεν είχε τέτοιο χαρακτήρα. Πολύ περισσότερο, δεν υπήρξαν αυτή την περίοδο κοινωνικές συμμαχίες. Με δεδομένο ότι σε στρατηγικά ζητήματα (αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό), κάθε δύναμη είχε τη δική της πολιτική, τη δική της προσέγγιση, δεν ήταν δυνατό να υπάρξει ενιαία στρατηγική - σύμφωνα βεβαίως με τις αποφάσεις του 12ου Συνεδρίου, με βάση τις οποίες το Κόμμα ξεκίνησε στην προσπάθεια δημιουργίας του ΣΥΝ - όλων των δυνάμεων που συγκροτούσαν το ΣΥΝ. Αυτό ήταν υπόθεση προς κατάκτηση μέσα από τη δράση. Από την άλλη η ΕΑΡ αξιοποιούσε το ΣΥΝ για την αντιΚΚΕ δράση της.
Το 14ο Συνέδριο επισημαίνει: «Από την πρώτη στιγμή της ίδρυσης του ΣΥΝ και ιδιαίτερα στην πορεία, έπρεπε να γίνεται βαθύτερη ανάλυση για το τι εκπροσωπεί στην πραγματικότητα αυτός ο συνασπισμός που δημιουργήθηκε με τη συγκεκριμένη σύνθεση και σε δοσμένες συνθήκες. Και από την άλλη, ποιος είναι ο ρόλος του ΚΚΕ μέσα στο Συνασπισμό, σε συνδυασμό με τη διατήρηση της αυτοτέλειάς του. Ενώ ο ΣΥΝ ξεκίνησε με ρεαλιστική εκτίμηση για τις δυνατότητές, αλλά και τις δυσκολίες που θα εμφανίζονταν, εξαιτίας των δυνάμεων που τον αποτελούσαν, στην πορεία προβλήθηκαν, κυρίως από τα στελέχη που αποχώρησαν, απόψεις ότι ο φορέας αυτός με τη συγκεκριμένη σύνθεσή του, είναι μονόδρομος για το ΚΚΕ. Καλλιεργήθηκαν αυταπάτες ότι αυτό το σχήμα, παρά τις διαφωνίες σε βασικά προγραμματικά ζητήματα που υπήρχαν ανάμεσα στις συνιστώσες του, ταυτίζεται με τον στρατηγικής σημασίας συνασπισμό των δυνάμεων της αλλαγής με κατεύθυνση το σοσιαλισμό, για την αναγκαιότητα του οποίου με εύστοχο τρόπο είχε μιλήσει το 12ο Συνέδριο».
Οι στρατηγικές επιδιώξεις των ''ανανεωτών''
Οι δυσκολίες τις οποίες είχε προβλέψει το 12ο Συνέδριο, για την πορεία του ΣΥΝ, υποτιμήθηκαν από την ΚΕ του ΚΚΕ . Έτσι παρουσιάστηκαν διαφορετικές προσεγγίσεις, από στελέχη του ΚΚΕ , από μέλη της ΚΕ όχι μόνο ως προς το χαρακτήρα του, την προοπτική και το ρόλο του, αλλά και ως προς την πορεία του και τις προϋποθέσεις αποτελεσματικής δράσης του, γεγονός που φάνηκε στην πορεία, όταν αποφασίστηκε η οργανωτική και προγραμματική ανασυγκρότησή του σε Πανελλαδικό Σώμα με εκλεγμένους αντιπροσώπους. Τα στελέχη του ΚΚΕ που μετά τη διάσπαση προσχώρησαν σ' αυτόν, επιδίωκαν την ανασυγκρότησή του σε κόμμα, επιχειρηματολογώντας ότι ήταν αναγκαίο για να συμβάλει αποφασιστικά στην προοπτική ανασυγκρότησης του προοδευτικού πολιτικού χώρου (βλέπε ΠΑΣΟΚ), προκειμένου να προκύψει προοδευτική κυβέρνηση, για τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής, της κοινωνίας κλπ., κλπ.
Ο Ανδρουλάκης, ως ο πιο ακραίος και αυθεντικός εκφραστής αυτής της αντίληψης, δε δίσταζε να μιλά για υπέρβαση και των δύο «προοδευτικών» χώρων, του ΣΥΝ και του ΠΑΣΟΚ, προκειμένου να συγκλίνουν στη μεγάλη «Αριστερά» για την αλλαγή.
Σ' αυτή τη στρατηγική χάραζαν ρότα, ταυτίζονταν με την ΕΑΡ και επεξεργάζονταν από κοινού τακτική.
Η πολιτική της «Περεστρόικα» στην ΕΣΣΔ, που ήταν το όχημα των ανατροπών των σοσιαλιστικών καθεστώτων, αποτελούσε το ιδεολογικοπολιτικό τους όπλο, προκειμένου να «μεταρρυθμίσουν» και το ΚΚΕ , για να «ανανεωθεί», όπως ανανεώνονταν τα Κομμουνιστικά Κόμματα στα σοσιαλιστικά κράτη και αλλού, αλλά και το ίδιο το σοσιαλιστικό σύστημα. Η δράση τους σ' αυτή τη βάση ήταν πιο έντονη όσο εξελισσόταν η διαδικασία των ανατροπών.
ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΝΘΗΚΑΝ ΟΤΙ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΚΚΕ.
Και μικροαστικές απόψεις
Βεβαίως από την άλλη πλευρά, τα στελέχη της ΚΕ που αποχώρησαν το 1989, και που στην ουσία χρησιμοποιούσαν την ΚΝΕ ενάντια στο Κόμμα, παίρνοντας ως αφορμή την τακτική των οπαδών της διάλυσης του ΚΚΕ , ανέπτυσσαν τη δική τους φραξιονιστική δράση. Ουσιαστικά, αρνούνταν τις συμμαχίες, αφού δε συμφωνούσαν με το ΣΥΝ, όπως τον επεξεργάστηκε το 12ο Συνέδριο.
Αντιπαρέθεταν τις κοινωνικές συμμαχίες στις πολιτικές, τακτική που στην πράξη ακύρωνε την ουσία της πολιτικής συμμαχιών του ΚΚΕ , παρά τις όποιες παραλείψεις και λάθη υπήρξαν στην εφαρμογή της από το Κόμμα τη συγκεκριμένη περίοδο, όπως βεβαίως διαπιστώνονται αυτά στις εκτιμήσεις του 14ου Συνεδρίου.
Έτσι στο Κόμμα είχαν διαμορφωθεί «απόψεις, από τη μια μεριά μικροαστικού αριστερισμού, και από την άλλη αλλοίωσης, υπέρβασης, του χαρακτήρα και των αρχών του Κόμματος» (14ο Συνέδριο, Ντοκουμέντα, σελ. 155).
Η ανάπτυξη και διεξαγωγή της φραξιονιστικής πάλης αυτών των δύο ομάδων επέδρασε στην όξυνση της κρίσης στο Κόμμα έτσι που να οδηγηθεί στα πρόθυρα της διάλυσης.
Πώς μέσω διολίσθησης άλλαζαν θέσεις του ΚΚΕ
Το 14ο Συνέδριο του ΚΚΕ , εξετάζοντας τους παράγοντες που επέδρασαν στην κρίση στο Κόμμα και τη διάσπαση , εκτίμησε μια σειρά ζητήματα που έχουν σχέση με τη λειτουργία και τη δράση του, τις αρχές και τις αποφάσεις που καθορίζουν την πολιτική του, με δεδομένο ότι την περίοδο της προσπάθειας συγκρότησης του ΣΥΝ, αλλά και στη συνέχεια δεν παραβιάστηκαν μόνο αρχές λειτουργίας από τα στελέχη που οδήγησαν το Κόμμα στη διάσπαση , αλλά, μέσω διολίσθησης, προώθησαν αλλαγές σε θέσεις του ΚΚΕ χωρίς καν να έχει γίνει συζήτηση στα όργανα του Κόμματος.
Χαρακτηριστική περίπτωση του «Κοινό Πόρισμα ΚΚΕ - ΕΑΡ», που προηγήθηκε της συγκρότησης του ΣΥΝ, ως συμφωνία των δύο κομμάτων.
Γιατί και πώς προχώρησαν σε διολισθήσεις αυτά τα στελέχη; Παρακολουθώντας τα γεγονότα εκείνης της περιόδου, θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε ορισμένες βασικές πλευρές τους, στη βάση βεβαίως των εκτιμήσεων των καθοδηγητικών οργάνων και σωμάτων του ΚΚΕ .
Πορεία για τη συγκρότηση του ΣΥΝ
Το Μάη του 1988, το ΚΚΕ δίνει στη δημοσιότητα τις κατευθύνσεις - πλαίσιο για μια πολιτική συμφωνία των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου, ως πρόταση - βάση για τη συγκρότηση του Συνασπισμού, στη βάση των αποφάσεων του 12ου Συνεδρίου. Ταυτόχρονα το Κόμμα δρα στην κατεύθυνση δημιουργίας προϋποθέσεων για τη συγκρότησή του, δηλαδή για μια πολιτική συμφωνία των δυνάμεων που εκτιμούσε ότι μπορούν να συμμετέχουν σ' αυτή την πολιτική συμμαχία. Αλλωστε, μετά το 1985 και λόγω της στροφής στη διαχείριση από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, από την κλασική σοσιαλδημοκρατική εκδοχή προς το νεοφιλελευθερισμό (είχε γίνει εκτίμηση ότι ήδη το ΠΑΣΟΚ ακολουθεί και εφαρμόζει δεξιά πολιτική), στο κυβερνητικό κόμμα υπήρξαν διεργασίες και δημιουργήθηκαν διάφορα σχήματα, ενώ έφυγαν απ' αυτό διάφορες προσωπικότητες π.χ. Απ. Λάζαρης, Στ. Γιώτας κλπ. Ετσι εκτός από την ΕΑΡ, άλλες δυνάμεις ήταν η ΕΔΑ, η ΕΣΠΕ του Στ. Παναγούλη, το ΑΚΕ (Αγροτικό Κόμμα), ενώ υπήρχαν και προσωπικότητες που είχαν αποχωρήσει στο παρελθόν από το ΠΑΣΟΚ, από το 1976 ακόμη, είχαν δημιουργήσει διάφορα σχήματα τα οποία δεν ευόδωσαν ή ήταν ανένταχτοι (Στ. Νέστωρ, Ν. Κωνσταντόπουλος, Μ. Δρεττάκης) κ.ά.
Ετσι παράλληλα με τις συζητήσεις του ΚΚΕ μ' αυτές τις δυνάμεις, δημιουργούνταν στη βάση, σε διάφορους χώρους και σε επίπεδο πόλεων ή δήμων επιτροπές για τη συγκρότηση του ΣΥΝ. Υπήρχε ήδη η πείρα των δημοτικών εκλογών του 1986, στις οποίες το ΚΚΕ είχε συμβάλει στη δημιουργία συνδυασμών της συμπαράταξης, στην οποία είχαν πάρει μέρος διάφορες τέτοιες δυνάμεις (π.χ. «ΚΚΕ Εσωτερικού» που μετονομάστηκε αργότερα σε Ελληνική Αριστερά, ΕΑΡ), αλλά και πρώην μέλη του ΠΑΣΟΚ κλπ.
Στις 21 Μάη γίνεται η συνάντηση του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ Χ. Φλωράκη με τον Λ. Κύρκο, στην οποία, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» (22/5/1988), συζητήθηκαν ζητήματα όπως η συνέχιση των προσπαθειών και η συμβολή των δύο κομμάτων στη δημιουργία του ΣΥΝ, ενώ κατέληξαν ότι χρειάζεται να δημιουργηθεί ομάδα εργασίας από στελέχη των δύο κομμάτων για να καταλήξουν σε πολιτικό κείμενο ως βάση της παραπέρα δουλιάς για τη συγκρότηση του ΣΥΝ.
Το «Κοινό Πόρισμα»
Η ομάδα εργασίας απαρτίστηκε από τους Μ. Ανδρουλάκη και Γ. Δραγασάκη από το ΚΚΕ και Γρ. Γιάνναρο και Δ. Παπαδημούλη από την ΕΑΡ. Το κείμενο στο οποίο κατέληξε η ομάδα εργασίας με τίτλο «Πόρισμα της ομάδας εργασίας ΚΚΕ - ΕΑΡ», δημοσιεύεται στο «Ριζοσπάστη» στις 8 Δεκέμβρη 1988, μ' έναν πρόλογο που ανάμεσα σ' άλλα έλεγε τα εξής:
«Η ομάδα εργασίας πήρε υπ' όψιν το "σχέδιο για την Αριστερά" που διατύπωσε η ΕΑΡ και τις "Κατευθύνσεις για μια "πολιτική συμφωνία" των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου" που πρότεινε το ΚΚΕ ... Οι προσεγγίσεις που επιτεύχθηκαν διατυπώνονται στο κείμενο που ακολουθεί και υποβάλλεται στα αρμόδια όργανα των δυο κομμάτων προκειμένου να γίνουν οι σχετικές πολιτικές εκτιμήσεις». Είναι το κείμενο που έμεινε στην ιστορία ως «Κοινό Πόρισμα ΚΚΕ - ΕΑΡ».
Ο ίδιος ο πρόλογος μαρτυρεί ότι η ΚΕ του ΚΚΕ δεν είχε κάνει εκτίμηση για το «πόρισμα» όταν αυτό δημοσιεύτηκε.
Γι' αυτό στο 14ο Συνέδριο γίνεται η εκτίμηση ότι «σε κάποιες περιπτώσεις, την προηγούμενη περίοδο (σ.σ. πριν το 13ο Συνέδριο), έγινε τροποποίηση και αλλαγή θέσεων του Κόμματος, χωρίς συζήτηση στην ΚΕ, με τη μέθοδο της διολίσθησης - με ευθύνη μελών του ΠΓ και της ΚΕ, εκείνων που δούλευαν στο Συνασπισμό. (π.χ. Κοινό Πόρισμα, ΕΟΚ). Τη μέθοδο της διολίσθησης χρησιμοποίησαν τα πρώην στελέχη του Κόμματος, με την ανοχή του ΠΓ και της ΚΕ».
Το Δεκέμβρη του 1988 η Ολομέλεια της ΚΕ (απόφαση Ολομέλειας, «Ριζοσπάστης», 29 Δεκέμβρη 1988), εκτιμά ότι :
«... η ανάγκη του Συνασπισμού έγινε υπόθεση του ίδιου του κόσμου της Αριστεράς. Αποτέλεσμα και αυτών των προσπαθειών υπήρξε η κατ' αρχήν συμφωνία που επιτεύχθηκε ανάμεσα στο ΚΚΕ και την ΕΑΡ. Η ΚΕ εκτιμά ότι το πόρισμα της ομάδας εργασίας ΚΚΕ - ΕΑΡ αποτελεί ένα σημαντικό θετικό βήμα για το Συνασπισμό της Αριστεράς και την κοινή κάθοδο των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων στην προσεχή κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση. Το πόρισμα εκφράζει τη συμφωνία της σ' αυτές τις προσεγγίσεις. Υπογραμμίζει ότι οι κατ' αρχήν συγκλίσεις που επιτεύχθηκαν με αμοιβαίες υποχωρήσεις έχουν κυρίως το χαρακτήρα μιας δημιουργικής προσπάθειας για να δοθούν σύγχρονες απαντήσεις, από τις θέσεις της Αριστεράς, σε μεγάλα προβλήματα της χώρας και στην κατεύθυνση μιας νέου τύπου ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας.
Το πόρισμα ΚΚΕ - ΕΑΡ μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας προγραμματικής διακήρυξης των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου, που θα βάζει τις βάσεις ενός συνασπισμού μακράς πνοής, καθώς και στην προετοιμασία του εκλογικού προγράμματος, φυσικά με τη συμβολή των απόψεων και των ιδεών όλων των δυνάμεων που θα πάρουν μέρος σ' αυτόν».
Βεβαίως, μελετώντας κανείς το «Κοινό Πόρισμα», μπορεί να διακρίνει σ' αυτό την τάση διολίσθησης που γίνεται εντελώς φανερή σε ό,τι αφορά τη θέση του 12ου Συνεδρίου για την ΕΟΚ.
Για ποιες κυβερνήσεις συνεργασίας;
Το «Κοινό Πόρισμα» προϊδέαζε για την προοπτική κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, θεωρώντας πως μπορεί με την εκλογική ενίσχυση του ΣΥΝ και το «σπάσιμο του δικομματισμού» να επέλθουν ανακατατάξεις στο ΠΑΣΟΚ και να δημιουργηθεί ο μεγάλος «προοδευτικός χώρος από δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά», ως εξής:
«Μια ισχυρή Αριστερά μπορεί να οδηγήσει σε ήττα το δικομματισμό, να ματαιώσει λύσεις αυτοδυναμίας, να προκαλέσει ριζικές ανακατατάξεις και να συμβάλει ώστε να δημιουργηθούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση κυβερνητικών λύσεων συνεργασίας προοδευτικού προσανατολισμού.
Η Αριστερά σε καμιά περίπτωση δε θα δεχτεί ν' αποτελέσει συμπληρωματική δύναμη στήριξης οποιασδήποτε λύσης στα πλαίσια του δικομματισμού και της συντηρητικής πολιτικής. Καμιά κυβερνητική συνεργασία δεν μπορεί να γίνει με το ΠΑΣΟΚ, με τη σημερινή ηγεσία, πολιτική και νοοτροπία».
Απ' αυτό προκύπτει πως, αν άλλαζε το ΠΑΣΟΚ ηγεσία, νοοτροπία και πολιτική και αυτό ήταν εφικτό, αν δεχόταν ήττα ο δικομματισμός, τότε μπορούσε να προκύψει προοδευτική κυβερνητική συνεργασία.
Το 12ο Συνέδριο δεν επεξεργάστηκε τέτοιο ζήτημα.
Σχετικά με την κυβέρνηση της αλλαγής, αφού θέτει ως προϋποθέσεις «τη θεμελίωση και το βάθεμα της συμμαχίας των κοινωνικών δυνάμεων της αλλαγής» - τις οποίες προσδιορίζει: «Τέτοιες είναι η εργατική τάξη, η εργαζόμενη αγροτιά, οι επαγγελματίες, και οι βιοτέχνες, μια σειρά άλλα τμήματα των μεσαίων στρωμάτων των πόλεων, η εργαζόμενη διανόηση, η ριζοσπαστική νεολαία» - αναφέρει: «Προϋποθέτει την οικοδόμηση ενός συνασπισμού των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων στη βάση κοινού προγράμματος. Απαιτεί μια νέα λαϊκή πλειοψηφία, ικανή να αναδείξει και να στηρίξει μια κυβέρνηση της αλλαγής».
Οσο για το Κοινό Πρόγραμμα αναφέρει ότι «δεν μπορεί να είναι ένα οποιοδήποτε ελάχιστο πρόγραμμα». (Ντοκουμέντα, σελ. 189).
Το 12ο Συνέδριο ανίχνευσε και τις πολιτικές δυνάμεις που δυνητικά θα μπορούσαν να συγκροτήσουν το Συνασπισμό (έχει γίνει αναφορά πιο πάνω). Σχετικά με το ΠΑΣΟΚ αναφέρει: «Ο αριστερός χώρος του ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε κίνηση. Αποτελεί σοβαρή δύναμη με θετικές προοπτικές στην πορεία δημιουργίας του νέου συνασπισμού της Αριστεράς» (Ντοκουμέντα, σελ. 185).
Ταυτόχρονα στην εισήγηση της ΚΕ στο 12ο Συνέδριο, αναφέρεται σχετικά: «Υπάρχουν οι αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις που βρίσκονται ακόμα στο χώρο της επιρροής του ΠΑΣΟΚ. Και βέβαια είναι υπόθεση των ίδιων των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου που βρίσκονται ή όχι εγκλωβισμένες στο ΠΑΣΟΚ να βρουν τρόπους πολιτικής τους έκφρασης και ένταξής τους στο Συνασπισμό της Αριστεράς». (Ντοκουμέντα σελ. 47).
Και το ζήτημα της ΕΟΚ
Σε ό,τι έχει σχέση με τη θέση για την ΕΟΚ, το 12ο Συνέριο αναφέρει:
«Το ΚΚΕ αγωνίζεται για την αποδέσμευση από την ΕΟΚ που θεωρεί αναγκαίο όρο για τον εθνικό προγραμματισμό και την αλλαγή... Ταυτόχρονα το ΚΚΕ είναι έτοιμο να συνεργαστεί με δυνάμεις της Αριστεράς και της Προόδου που δεν αντιτίθενται στην ένταξη στην Κοινή Αγορά. Με σεβασμό στις διαφορετικές απόψεις στο θέμα αυτό και με εμμονή σ' ένα ανοιχτό δημοκρατικό διάλογο γι' αυτές, επιδιώκει την άμεση προώθηση μιας ενεργούς πολιτικής που θα αποβλέπει στην από κοινού απόκρουση των αρνητικών συνεπειών από την ένταξη... στην υπεράσπιση του προγράμματος της αλλαγής από δεσμεύσεις και επιβουλές της ΕΟΚ».
Το «Κοινό Πόρισμα» σχετικά με την ΕΟΚ αναφέρει:
«Απέναντι στον όλο και πιο στενό διεθνή συντονισμό και στη στρατηγική και τη δράση του κεφαλαίου,... μια σειρά προβλήματα της εποχής μας μπορούν να λυθούν μόνο μέσα από διεθνείς μηχανισμούς ρύθμισης... Σήμερα χρειάζεται η πλατύτερη δυνατή συνεργασία της Αριστεράς στην Ευρώπη, η επεξεργασία κοινών προγραμματικών στόχων τόσο σε κοινοτικό, όσο και σε ευρύτερο ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα αποτελεί μιαν αριστερή εναλλακτική λύση απέναντι στις νεοφιλελεύθερες και νεοσυντηρητικές επιλογές και τη στρατηγική του κεφαλαίου. Σήμερα που η βαθιά κρίση πλήττει τη θέση και τις προοπτικές της χώρας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας... η Αριστερά πρέπει να αναδειχτεί σε δύναμη ικανή να διαμορφώσει ένα κοινό, αγωνιστικό πλαίσιο πολιτικών και διεκδικήσεων για μια δυναμική και επωφελή συμμετοχή της χώρας μας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας... Τα δυο κόμματα υποστηρίζουν τους παρακάτω στόχους... Οι στόχοι αυτοί στην ενότητά της συνιστούν μια επιθετική, ενεργητική παρέμβαση της Αριστεράς, στην πορεία της ολοκλήρωσης και της διεθνοποίησης».
Και ακολουθούν οι στόχοι.
Πουθενά δεν αναφέρεται η ανάγκη έστω της πάλης ενάντια στις συνέπειες. Ισα ίσα, αυτή η θέση, όπως διατυπώνεται εμμέσως πλην σαφώς, οδηγεί στην ενσωμάτωση στην ΕΟΚ, στα πλαίσια της οποίας μπορεί να προκύψει η ΕΟΚ των εργαζομένων. Αρκεί να υπάρχει αριστερή παρέμβαση στην πορεία της ολοκλήρωσης. Και όλ' αυτά όταν ήδη προωθούνταν ο προάγγελος της Συνθήκης Μάαστριχτ, η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη. Εδώ πλέον δεν υπάρχει ούτε αμοιβαίος συμβιβασμός. Διατυπώνεται η θέση της ΕΑΡ για την ΕΟΚ. Και μάλιστα σ' ένα ζήτημα στρατηγικής.
Ορισμένες από τις πιο πάνω αντιλήψεις του «Κοινού Πορίσματος», τόσο για τις κυβερνητικές συνεργασίες όσο και για την ΕΟΚ, περνάνε μετά τη συγκρότηση του ΣΥΝ στο πρόγραμμά του και στα εκλογικά προγράμματα, στις τρεις απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις την περίοδο Ιούνης 1989 - Απρίλης 1990.
Ετσι για παράδειγμα, στο πρόγραμμα του ΣΥΝ που δημοσιεύτηκε τον Απρίλη του 1989 γίνεται λόγος για «σύγκλιση των εθνικών οικονομιών» στα πλαίσια της ΕΟΚ, για «κοινές πολιτικές και κοινά προγράμματα των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων και των κοινωνικών δυνάμεων στην πορεία της ολοκλήρωσης», κλπ. Στην πορεία βεβαίως και ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των Ντοκουμέντων για το 13ο Συνέδριο, δυνάμωσαν και μέσα στο ΚΚΕ ανάλογες τέτοιες αντιλήψεις. Γι' αυτό και η εκτίμηση του 14ου Συνεδρίου, ότι έγινε αλλαγή θέσεών του μέσω διολίσθησης τη συγκεκριμένη περίοδο.
Χαρακτηριστική περίπτωση του «Κοινό Πόρισμα ΚΚΕ - ΕΑΡ», που προηγήθηκε της συγκρότησης του ΣΥΝ, ως συμφωνία των δύο κομμάτων.
Γιατί και πώς προχώρησαν σε διολισθήσεις αυτά τα στελέχη; Παρακολουθώντας τα γεγονότα εκείνης της περιόδου, θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε ορισμένες βασικές πλευρές τους, στη βάση βεβαίως των εκτιμήσεων των καθοδηγητικών οργάνων και σωμάτων του ΚΚΕ .
Πορεία για τη συγκρότηση του ΣΥΝ
Το Μάη του 1988, το ΚΚΕ δίνει στη δημοσιότητα τις κατευθύνσεις - πλαίσιο για μια πολιτική συμφωνία των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου, ως πρόταση - βάση για τη συγκρότηση του Συνασπισμού, στη βάση των αποφάσεων του 12ου Συνεδρίου. Ταυτόχρονα το Κόμμα δρα στην κατεύθυνση δημιουργίας προϋποθέσεων για τη συγκρότησή του, δηλαδή για μια πολιτική συμφωνία των δυνάμεων που εκτιμούσε ότι μπορούν να συμμετέχουν σ' αυτή την πολιτική συμμαχία. Αλλωστε, μετά το 1985 και λόγω της στροφής στη διαχείριση από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, από την κλασική σοσιαλδημοκρατική εκδοχή προς το νεοφιλελευθερισμό (είχε γίνει εκτίμηση ότι ήδη το ΠΑΣΟΚ ακολουθεί και εφαρμόζει δεξιά πολιτική), στο κυβερνητικό κόμμα υπήρξαν διεργασίες και δημιουργήθηκαν διάφορα σχήματα, ενώ έφυγαν απ' αυτό διάφορες προσωπικότητες π.χ. Απ. Λάζαρης, Στ. Γιώτας κλπ. Ετσι εκτός από την ΕΑΡ, άλλες δυνάμεις ήταν η ΕΔΑ, η ΕΣΠΕ του Στ. Παναγούλη, το ΑΚΕ (Αγροτικό Κόμμα), ενώ υπήρχαν και προσωπικότητες που είχαν αποχωρήσει στο παρελθόν από το ΠΑΣΟΚ, από το 1976 ακόμη, είχαν δημιουργήσει διάφορα σχήματα τα οποία δεν ευόδωσαν ή ήταν ανένταχτοι (Στ. Νέστωρ, Ν. Κωνσταντόπουλος, Μ. Δρεττάκης) κ.ά.
Ετσι παράλληλα με τις συζητήσεις του ΚΚΕ μ' αυτές τις δυνάμεις, δημιουργούνταν στη βάση, σε διάφορους χώρους και σε επίπεδο πόλεων ή δήμων επιτροπές για τη συγκρότηση του ΣΥΝ. Υπήρχε ήδη η πείρα των δημοτικών εκλογών του 1986, στις οποίες το ΚΚΕ είχε συμβάλει στη δημιουργία συνδυασμών της συμπαράταξης, στην οποία είχαν πάρει μέρος διάφορες τέτοιες δυνάμεις (π.χ. «ΚΚΕ Εσωτερικού» που μετονομάστηκε αργότερα σε Ελληνική Αριστερά, ΕΑΡ), αλλά και πρώην μέλη του ΠΑΣΟΚ κλπ.
Στις 21 Μάη γίνεται η συνάντηση του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ Χ. Φλωράκη με τον Λ. Κύρκο, στην οποία, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» (22/5/1988), συζητήθηκαν ζητήματα όπως η συνέχιση των προσπαθειών και η συμβολή των δύο κομμάτων στη δημιουργία του ΣΥΝ, ενώ κατέληξαν ότι χρειάζεται να δημιουργηθεί ομάδα εργασίας από στελέχη των δύο κομμάτων για να καταλήξουν σε πολιτικό κείμενο ως βάση της παραπέρα δουλιάς για τη συγκρότηση του ΣΥΝ.
Το «Κοινό Πόρισμα»
Η ομάδα εργασίας απαρτίστηκε από τους Μ. Ανδρουλάκη και Γ. Δραγασάκη από το ΚΚΕ και Γρ. Γιάνναρο και Δ. Παπαδημούλη από την ΕΑΡ. Το κείμενο στο οποίο κατέληξε η ομάδα εργασίας με τίτλο «Πόρισμα της ομάδας εργασίας ΚΚΕ - ΕΑΡ», δημοσιεύεται στο «Ριζοσπάστη» στις 8 Δεκέμβρη 1988, μ' έναν πρόλογο που ανάμεσα σ' άλλα έλεγε τα εξής:
«Η ομάδα εργασίας πήρε υπ' όψιν το "σχέδιο για την Αριστερά" που διατύπωσε η ΕΑΡ και τις "Κατευθύνσεις για μια "πολιτική συμφωνία" των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου" που πρότεινε το ΚΚΕ ... Οι προσεγγίσεις που επιτεύχθηκαν διατυπώνονται στο κείμενο που ακολουθεί και υποβάλλεται στα αρμόδια όργανα των δυο κομμάτων προκειμένου να γίνουν οι σχετικές πολιτικές εκτιμήσεις». Είναι το κείμενο που έμεινε στην ιστορία ως «Κοινό Πόρισμα ΚΚΕ - ΕΑΡ».
Ο ίδιος ο πρόλογος μαρτυρεί ότι η ΚΕ του ΚΚΕ δεν είχε κάνει εκτίμηση για το «πόρισμα» όταν αυτό δημοσιεύτηκε.
Γι' αυτό στο 14ο Συνέδριο γίνεται η εκτίμηση ότι «σε κάποιες περιπτώσεις, την προηγούμενη περίοδο (σ.σ. πριν το 13ο Συνέδριο), έγινε τροποποίηση και αλλαγή θέσεων του Κόμματος, χωρίς συζήτηση στην ΚΕ, με τη μέθοδο της διολίσθησης - με ευθύνη μελών του ΠΓ και της ΚΕ, εκείνων που δούλευαν στο Συνασπισμό. (π.χ. Κοινό Πόρισμα, ΕΟΚ). Τη μέθοδο της διολίσθησης χρησιμοποίησαν τα πρώην στελέχη του Κόμματος, με την ανοχή του ΠΓ και της ΚΕ».
Το Δεκέμβρη του 1988 η Ολομέλεια της ΚΕ (απόφαση Ολομέλειας, «Ριζοσπάστης», 29 Δεκέμβρη 1988), εκτιμά ότι :
«... η ανάγκη του Συνασπισμού έγινε υπόθεση του ίδιου του κόσμου της Αριστεράς. Αποτέλεσμα και αυτών των προσπαθειών υπήρξε η κατ' αρχήν συμφωνία που επιτεύχθηκε ανάμεσα στο ΚΚΕ και την ΕΑΡ. Η ΚΕ εκτιμά ότι το πόρισμα της ομάδας εργασίας ΚΚΕ - ΕΑΡ αποτελεί ένα σημαντικό θετικό βήμα για το Συνασπισμό της Αριστεράς και την κοινή κάθοδο των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων στην προσεχή κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση. Το πόρισμα εκφράζει τη συμφωνία της σ' αυτές τις προσεγγίσεις. Υπογραμμίζει ότι οι κατ' αρχήν συγκλίσεις που επιτεύχθηκαν με αμοιβαίες υποχωρήσεις έχουν κυρίως το χαρακτήρα μιας δημιουργικής προσπάθειας για να δοθούν σύγχρονες απαντήσεις, από τις θέσεις της Αριστεράς, σε μεγάλα προβλήματα της χώρας και στην κατεύθυνση μιας νέου τύπου ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας.
Το πόρισμα ΚΚΕ - ΕΑΡ μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας προγραμματικής διακήρυξης των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου, που θα βάζει τις βάσεις ενός συνασπισμού μακράς πνοής, καθώς και στην προετοιμασία του εκλογικού προγράμματος, φυσικά με τη συμβολή των απόψεων και των ιδεών όλων των δυνάμεων που θα πάρουν μέρος σ' αυτόν».
Βεβαίως, μελετώντας κανείς το «Κοινό Πόρισμα», μπορεί να διακρίνει σ' αυτό την τάση διολίσθησης που γίνεται εντελώς φανερή σε ό,τι αφορά τη θέση του 12ου Συνεδρίου για την ΕΟΚ.
Για ποιες κυβερνήσεις συνεργασίας;
Το «Κοινό Πόρισμα» προϊδέαζε για την προοπτική κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, θεωρώντας πως μπορεί με την εκλογική ενίσχυση του ΣΥΝ και το «σπάσιμο του δικομματισμού» να επέλθουν ανακατατάξεις στο ΠΑΣΟΚ και να δημιουργηθεί ο μεγάλος «προοδευτικός χώρος από δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά», ως εξής:
«Μια ισχυρή Αριστερά μπορεί να οδηγήσει σε ήττα το δικομματισμό, να ματαιώσει λύσεις αυτοδυναμίας, να προκαλέσει ριζικές ανακατατάξεις και να συμβάλει ώστε να δημιουργηθούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση κυβερνητικών λύσεων συνεργασίας προοδευτικού προσανατολισμού.
Η Αριστερά σε καμιά περίπτωση δε θα δεχτεί ν' αποτελέσει συμπληρωματική δύναμη στήριξης οποιασδήποτε λύσης στα πλαίσια του δικομματισμού και της συντηρητικής πολιτικής. Καμιά κυβερνητική συνεργασία δεν μπορεί να γίνει με το ΠΑΣΟΚ, με τη σημερινή ηγεσία, πολιτική και νοοτροπία».
Απ' αυτό προκύπτει πως, αν άλλαζε το ΠΑΣΟΚ ηγεσία, νοοτροπία και πολιτική και αυτό ήταν εφικτό, αν δεχόταν ήττα ο δικομματισμός, τότε μπορούσε να προκύψει προοδευτική κυβερνητική συνεργασία.
Το 12ο Συνέδριο δεν επεξεργάστηκε τέτοιο ζήτημα.
Σχετικά με την κυβέρνηση της αλλαγής, αφού θέτει ως προϋποθέσεις «τη θεμελίωση και το βάθεμα της συμμαχίας των κοινωνικών δυνάμεων της αλλαγής» - τις οποίες προσδιορίζει: «Τέτοιες είναι η εργατική τάξη, η εργαζόμενη αγροτιά, οι επαγγελματίες, και οι βιοτέχνες, μια σειρά άλλα τμήματα των μεσαίων στρωμάτων των πόλεων, η εργαζόμενη διανόηση, η ριζοσπαστική νεολαία» - αναφέρει: «Προϋποθέτει την οικοδόμηση ενός συνασπισμού των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων στη βάση κοινού προγράμματος. Απαιτεί μια νέα λαϊκή πλειοψηφία, ικανή να αναδείξει και να στηρίξει μια κυβέρνηση της αλλαγής».
Οσο για το Κοινό Πρόγραμμα αναφέρει ότι «δεν μπορεί να είναι ένα οποιοδήποτε ελάχιστο πρόγραμμα». (Ντοκουμέντα, σελ. 189).
Το 12ο Συνέδριο ανίχνευσε και τις πολιτικές δυνάμεις που δυνητικά θα μπορούσαν να συγκροτήσουν το Συνασπισμό (έχει γίνει αναφορά πιο πάνω). Σχετικά με το ΠΑΣΟΚ αναφέρει: «Ο αριστερός χώρος του ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε κίνηση. Αποτελεί σοβαρή δύναμη με θετικές προοπτικές στην πορεία δημιουργίας του νέου συνασπισμού της Αριστεράς» (Ντοκουμέντα, σελ. 185).
Ταυτόχρονα στην εισήγηση της ΚΕ στο 12ο Συνέδριο, αναφέρεται σχετικά: «Υπάρχουν οι αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις που βρίσκονται ακόμα στο χώρο της επιρροής του ΠΑΣΟΚ. Και βέβαια είναι υπόθεση των ίδιων των δυνάμεων της Αριστεράς και της Προόδου που βρίσκονται ή όχι εγκλωβισμένες στο ΠΑΣΟΚ να βρουν τρόπους πολιτικής τους έκφρασης και ένταξής τους στο Συνασπισμό της Αριστεράς». (Ντοκουμέντα σελ. 47).
Και το ζήτημα της ΕΟΚ
Σε ό,τι έχει σχέση με τη θέση για την ΕΟΚ, το 12ο Συνέριο αναφέρει:
«Το ΚΚΕ αγωνίζεται για την αποδέσμευση από την ΕΟΚ που θεωρεί αναγκαίο όρο για τον εθνικό προγραμματισμό και την αλλαγή... Ταυτόχρονα το ΚΚΕ είναι έτοιμο να συνεργαστεί με δυνάμεις της Αριστεράς και της Προόδου που δεν αντιτίθενται στην ένταξη στην Κοινή Αγορά. Με σεβασμό στις διαφορετικές απόψεις στο θέμα αυτό και με εμμονή σ' ένα ανοιχτό δημοκρατικό διάλογο γι' αυτές, επιδιώκει την άμεση προώθηση μιας ενεργούς πολιτικής που θα αποβλέπει στην από κοινού απόκρουση των αρνητικών συνεπειών από την ένταξη... στην υπεράσπιση του προγράμματος της αλλαγής από δεσμεύσεις και επιβουλές της ΕΟΚ».
Το «Κοινό Πόρισμα» σχετικά με την ΕΟΚ αναφέρει:
«Απέναντι στον όλο και πιο στενό διεθνή συντονισμό και στη στρατηγική και τη δράση του κεφαλαίου,... μια σειρά προβλήματα της εποχής μας μπορούν να λυθούν μόνο μέσα από διεθνείς μηχανισμούς ρύθμισης... Σήμερα χρειάζεται η πλατύτερη δυνατή συνεργασία της Αριστεράς στην Ευρώπη, η επεξεργασία κοινών προγραμματικών στόχων τόσο σε κοινοτικό, όσο και σε ευρύτερο ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα αποτελεί μιαν αριστερή εναλλακτική λύση απέναντι στις νεοφιλελεύθερες και νεοσυντηρητικές επιλογές και τη στρατηγική του κεφαλαίου. Σήμερα που η βαθιά κρίση πλήττει τη θέση και τις προοπτικές της χώρας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας... η Αριστερά πρέπει να αναδειχτεί σε δύναμη ικανή να διαμορφώσει ένα κοινό, αγωνιστικό πλαίσιο πολιτικών και διεκδικήσεων για μια δυναμική και επωφελή συμμετοχή της χώρας μας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας... Τα δυο κόμματα υποστηρίζουν τους παρακάτω στόχους... Οι στόχοι αυτοί στην ενότητά της συνιστούν μια επιθετική, ενεργητική παρέμβαση της Αριστεράς, στην πορεία της ολοκλήρωσης και της διεθνοποίησης».
Και ακολουθούν οι στόχοι.
Πουθενά δεν αναφέρεται η ανάγκη έστω της πάλης ενάντια στις συνέπειες. Ισα ίσα, αυτή η θέση, όπως διατυπώνεται εμμέσως πλην σαφώς, οδηγεί στην ενσωμάτωση στην ΕΟΚ, στα πλαίσια της οποίας μπορεί να προκύψει η ΕΟΚ των εργαζομένων. Αρκεί να υπάρχει αριστερή παρέμβαση στην πορεία της ολοκλήρωσης. Και όλ' αυτά όταν ήδη προωθούνταν ο προάγγελος της Συνθήκης Μάαστριχτ, η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη. Εδώ πλέον δεν υπάρχει ούτε αμοιβαίος συμβιβασμός. Διατυπώνεται η θέση της ΕΑΡ για την ΕΟΚ. Και μάλιστα σ' ένα ζήτημα στρατηγικής.
Ορισμένες από τις πιο πάνω αντιλήψεις του «Κοινού Πορίσματος», τόσο για τις κυβερνητικές συνεργασίες όσο και για την ΕΟΚ, περνάνε μετά τη συγκρότηση του ΣΥΝ στο πρόγραμμά του και στα εκλογικά προγράμματα, στις τρεις απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις την περίοδο Ιούνης 1989 - Απρίλης 1990.
Ετσι για παράδειγμα, στο πρόγραμμα του ΣΥΝ που δημοσιεύτηκε τον Απρίλη του 1989 γίνεται λόγος για «σύγκλιση των εθνικών οικονομιών» στα πλαίσια της ΕΟΚ, για «κοινές πολιτικές και κοινά προγράμματα των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων και των κοινωνικών δυνάμεων στην πορεία της ολοκλήρωσης», κλπ. Στην πορεία βεβαίως και ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των Ντοκουμέντων για το 13ο Συνέδριο, δυνάμωσαν και μέσα στο ΚΚΕ ανάλογες τέτοιες αντιλήψεις. Γι' αυτό και η εκτίμηση του 14ου Συνεδρίου, ότι έγινε αλλαγή θέσεών του μέσω διολίσθησης τη συγκεκριμένη περίοδο.
“Συστημικό ΚΚΕ” KAI “ΚΚΕ της ανομίας”:
Δυο πλευρές του ίδιου αντικομμουνιστικού νομίσματος
Η ένταση της επίθεσης στα δικαιώματα της εργατικής τάξης, πάντα είχε ως αναπόσπαστο στοιχείο την ένταση της επίθεσης στην οργανωμένη πολιτική και ιδεολογική πρωτοπορία της, το Κομμουνιστικό Κόμμα. Η περίοδος που διανύουμε, περίοδος οικονομικής κρίσης που φανερώνει τα αδιέξοδα του καπιταλιστικού συστήματος, δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Έτσι, δίπλα στη συστηματική διαστρέβλωση της ιστορίας, τη συκοφάντηση του Σοσιαλισμού που γνωρίσαμε και συνολικά του κομμουνιστικού κινήματος, η αστική τάξη στην Ελλάδα εστιάζει το τελευταίο διάστημα την επίθεσή της στο Κόμμα σε δύο ακόμα σημεία.
Αξιοποιώντας τα αστικά ΜΜΕ και τις διάφορες ομάδες του οπορτουνιστικού χώρου, κάνει προσπάθεια να προβάλλει το ΚΚΕ, ως “συστημική” δύναμη που “δεν τα σπάει”, δεν κάνει δυναμικές ενέργειες, αλλά μόνο πορείες-παρελάσεις. Την ίδια στιγμή, συχνά μάλιστα μέσα από τα ίδια ακριβώς ΜΜΕ που προβάλλουν τα παραπάνω, στοχοποιεί το πολιτικό σύνθημα του ΚΚΕ για ανυπακοή και απειθαρχία στην εξουσία των μονοπωλίων και της τάξης τους, ως σύνθημα που δεν μπορεί παρά να οδηγεί στο “χάος”, στην “ασυδοσία”, ακόμα και στο “χουλιγκανισμό”.
Όσο και αν ενδεχομένως φαίνονται αντιφατικές αυτές οι δυο πλευρές της επίθεσης της αστικής τάξης απέναντι στο ΚΚΕ, η αλήθεια είναι ότι έχουν ακριβώς τον ίδιο στόχο. Να πιέσουν το Κόμμα να αλλάξει στρατηγική και να ανακόψουν την άνοδο της επιρροής του, τη σύνδεση της οργής και της αγανάκτησης πλατιών λαϊκών μαζών με την πολιτική και τη δράση του ΚΚΕ.
Έχουν λόγο και φοβούνται…
Φοβούνται οι καπιταλιστές γιατί ξέρουν πως η νίκη του συστήματός τους είναι προσωρινή. Βλέπουν ότι η ίδια η καπιταλιστική κρίση, οι συνέπειές της στην εργατική τάξη και στους νέους των λαϊκών στρωμάτων, οι δυσκολίες ανάκαμψης που εμφανίζει το καπιταλιστικό σύστημα σε διεθνές επίπεδο, η όξυνση της ενδοαστικής διαπάλης, επιβεβαιώνουν το σάπισμα του καπιταλιστικού συστήματος και τα ιστορικά όριά του. Γνωρίζουν ότι αν η διογκούμενη λαϊκή αγανάκτηση βρει ριζοσπαστική διέξοδο κάτω από την καθοδήγηση των κομμουνιστών, η αστική τάξη θα βρεθεί μπροστά σε πρωτόγνωρους γι’ αυτήν κινδύνους.
Στην Ελλάδα, ο πονοκέφαλος για το αστικό πολιτικό σύστημα είναι μεγαλύτερος, επειδή υπάρχει ένα κόμμα όπως το ΚΚΕ, με επαναστατική θεωρία και δράση, με στρατηγική εναντίωσης στα μονοπώλια και την εξουσία τους, με αγωνιστικούς δεσμούς με μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης και του λαού. Τους φοβίζει το ενδεχόμενο ακόμα πιο πλατιές λαϊκές μάζες να συναντηθούν με το ΚΚΕ σε μια απότομη άνοδο της ταξικής πάλης. Μια τέτοια συνθήκη είναι ικανή – κάτω από προϋποθέσεις – να αποσταθεροποιήσει ανεπίστρεπτα το αστικό πολιτικό σύστημα. Γι’ αυτό προσπαθούν έγκαιρα να πάρουν τα μέτρα τους, έχοντας ως αναπόσπαστο και μόνιμο στοιχείο της πολιτικής τους τον αντικομμουνισμό.
Την προσπάθειά τους αυτή εστιάζουν στη νεολαία, γιατί γνωρίζουν ότι στην πλειοψηφία της ανήκει ή θα ενταχθεί στη νέα βάρδια της εργατικής τάξης. Στοχεύουν στη νεολαία γιατί γνωρίζουν ότι έχει αντικειμενικά χαμηλή πείρα, γι’ αυτό και είναι πιο εύκολο να αναμένει μια εύκολη νίκη, μετά από μια μαζική διαδήλωση ή μία απεργία. Είναι πιο εύκολο η οργή της και η αγανάκτησή της να διοχετεύεται σε διάφορες ομάδες, με πομπώδη συνθήματα και φαινομενικά “δυναμικές” ενέργειες, στην πράξη όμως να ενσωματώνεται σε περιεχόμενο ανώδυνο για το σύστημα, με κατεύθυνση που τελικά γρήγορα σπέρνει την απογοήτευση, τη μοιρολατρία, στρώνει το έδαφος για τη λογική της “ατομικής λύσης”, της αποχής από τη δράση και τους αγώνες.
Την έχουμε ξαναδεί αυτήν την προσπάθεια της αστικής τάξης, την έχει προβάρει και στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, όταν πχ τα αστικά ΜΜΕ και οι οπορτουνιστές εκθείαζαν “την κουκούλα και την πέτρα που απελευθερώνει”, όταν βάφτιζαν “αυθόρμητες εξεγέρσεις της νεολαίας” την οργανωμένη προβοκατόρικη δράση συγκεκριμένων δυνάμεων… Σήμερα, η αστική τάξη προχωράει την επεξεργασία αυτής της επίθεσης, πλασάρει ξανά σα νέες τις παλιές και χρεοκοπημένες θεωρίες του “ακαθοδήγητου και του ακομμάτιστου κινήματος”, δηλαδή του κινήματος χωρίς το ΚΚΕ.
Κορώνα: «το ΚΚΕ εντός πλαισίου…»
Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από άρθρο της “Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας”:
«Το ΚΚΕ μεταθέτει τη λύση στη δευτέρα παρουσία της επανάστασης… Βγάζει τον κόσμο βόλτα για εκτόνωση (συλλαλητήρια, συγκεντρώσεις και πορεία) και μετά όλοι στα σπίτια… Δεν είναι τυχαίο που όλο και περισσότερα στελέχη της κυβέρνησης δηλώνουν στις συζητήσεις τους ότι «όσο υπάρχουν η ΓΣΕΕ, η ΑΔΕΔΥ, το ΠΑΜΕ, το ΚΚΕ και ο Συνασπισμός, δεν φοβόμαστε, γιατί τα πράγματα θα κινούνται εντός πλαισίου».
Τι φοβούνται; Το άγνωστο. Τρέμουν το καινούριο που αναζητά η κοινωνία, αλλά που ακόμα δεν έχει γεννηθεί. Γι’ αυτό και η εξουσία, σαν τον Ηρώδη, σφάζει κάθε νήπιο που μοιάζει ύποπτο. Γεμίζουν τις φυλακές με τους Ρομπέν των σουπερμάρκετ, που κλέβουν μακαρόνια και τα μοιράζουν στους φτωχούς και με τους εικοσάχρονους με τα καψούλια που παρουσιάζουν ως αδίστακτους τρομοκράτες (αλλά κι αυτή τη φορά το νήπιο που φοβούνται θα γεννηθεί αλλού)». (Β.Σιούτη, 12/12/2010)
Δέκα γραμμές… αληθινό “παρτέρι”, συμπυκνώνουν αυτήν την πλευρά της επίθεσης της αστικής τάξης απέναντι στο Κόμμα μας:
Από τη μία, η σκόπιμη προσπάθεια ταύτισης του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ με τη ΓΣΕΕ, την ΑΔΕΔΥ και το Συνασπισμό. Όσο ξεσκεπάζεται στα μάτια ευρύτερων εργατικών και λαϊκών μαζών ο βρώμικος ρόλος των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών πλειοψηφιών και του οπορτουνισμού, όσο ανεβαίνει το κύρος του Κόμματος και του ταξικού εργατικού κινήματος, τόσο πιο επίμονο και τόσο πιο απροσχημάτιστο θα γίνεται αυτό το τσουβάλιασμα από τους αστούς.
Από την άλλη, η στοχοπροσηλωμένη επίθεση στη στρατηγική του Κόμματος : Γνωρίζουν καλά οι αστοί πόσο οξυμμένα είναι τα προβλήματα του λαού, γνωρίζουν την αγωνία του, γι’ αυτό του λένε “μην ελπίζεις στο ΚΚΕ… Αυτό τα μεταθέτει όλα στη δευτέρα παρουσία της επανάστασης”. Και τι πάνε να του πλασάρουν σα λύση, όταν βλέπουν τον κίνδυνο ριζοσπαστικοποίησής του; Τα αιτήματα περί επαναδιαπραγμάτευσης, επιμήκυνσης ή κουρέματος του χρέους, αιτήματα τόσο “επαναστατικά” που υιοθετούνται από αστικές κυβερνήσεις, από κόμματα και μερίδες της αστικής τάξης, καθώς και από διάφορες οπορτουνιστικές ομάδες, όπως τα διαλυμένα κομμάτια του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ ή τις διάφορες, συχνά ετερόκλητες, γκρούπες που απαρτίζουν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η ίδια αρθρογράφος του παραπάνω αποσπάσματος, μέσα από την ίδια αστική εφημερίδα, λίγες μέρες μετά το παραπάνω άρθρο (στις 13/02/2011) εκθείαζε την “πρωτοβουλία” στελεχών του ΠΑΣΟΚ (πχ. Σπ. Παπασπύρος, πρόεδρος ΑΔΕΔΥ), του οπορτουνισμού (πχ. Π. Λαφαζάνης του ΣΥΝ, Λ. Μπίσκι, από το γερμανικό “Linke”) για τη δημιουργία “Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου” για το χρέος. Αυτό είναι λοιπόν το “καινούριο που αναζητά η κοινωνία”: τα αστικά σχέδια διαχείρισης του χρέους, που στο έδαφος της καπιταλιστικής εξουσίας και ιδιοκτησίας, οδηγούν την εργατική τάξη να επιλέξει με ποιο τρόπο θα φορτωθεί τα βάρη της κρίσης!
Έχουν ταξικό ένστικτο οι καπιταλιστές, είναι απόλυτα λογικό να κατηγορούν το ΚΚΕ ότι μεταθέτει τη λύση στη “δευτέρα παρουσία” και να προβάλλουν ως “καινούργιο” και “άμεση λύση” αιτήματα που αποπροσανατολίζουν το λαό, εστιάζοντας στην αλλαγή προσώπων στην εξουσία, χωρίς να αγγίζουν το θέμα της αλλαγής τάξης στην εξουσία. Πολύτιμη βοήθεια σε αυτήν την κατεύθυνση τους δίνουν για άλλη μια φορά οι οπορτουνιστές: χαρακτηριστικό και χωρίς ανάγκη για παραπάνω σχόλια είναι το πρόσφατο “αντισυστημικό” πρωτοσέλιδο του “ΠΡΙΝ” (13/02/2011) με τίτλο “Ο Μουμπάρακ έπεσε, ο Παπανδρέου πότε;”…
Η επίθεσή τους απέναντι στο ΚΚΕ εντείνεται γιατί ξέρουν καλά πως η στρατηγική του έρχεται σε ρήξη με τα μονοπώλια, δεν ψάχνει τη λύση στην ουτοπία ενός “καλύτερου καπιταλισμού”, αλλά αναδεικνύει στους εργαζομένους ποιος παράγει τον πλούτο και ποιος τον καρπώνεται, ποιες είναι οι σύγχρονες ανάγκες τους και πώς μπορούν να τις πραγματοποιήσουν: μόνο με τον αγώνα που βάζει στο επίκεντρό του το ζήτημα της εξουσίας, την ανατροπή του καπιταλισμού, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού-κομμουνισμού. Μόνο ο αγώνας με αυτήν την προοπτική μπορεί να ανακουφίζει από τα έντονα προβλήματα της λαϊκής οικογένειας, μόνο αυτός ο αγώνας μπορεί να αποσπά κατακτήσεις, προσωρινές όσο παραμένει ο καπιταλισμός και μέχρι την ανατροπή του.
Είναι η πολιτική κατεύθυνση του αγώνα, τα συνθήματα και οι στόχοι του, αυτά που καθορίζουν το αν είναι “εντός” ή “εκτός” καπιταλιστικού πλαισίου και όχι η α’ ή η β’ μορφή πάλης. Το “άγνωστο” και το “καινούριο” που τάχα φοβάται το σύστημα και… προβάλλουν τα ΜΜΕ που έχει στη διάθεσή του, είναι το “ακαθοδήγητο” -πλήρως καθοδηγούμενο κίνημα που δεν θίγει τα “ιερά και τα όσιά” του, που στο όνομα του “ακομμάτιστου” μένει έρμαιο κάθε τυχοδιωκτισμού και κάθε προβοκατόρικου μηχανισμού, το κίνημα που υποτάσσεται έτσι εύκολα στην καταστολή και αξιοποιείται για να σπείρει το “μάγκωμα” και την απογοήτευση στις λαϊκές δυνάμεις.
Αυτό που πραγματικά τρέμει η αστική τάξη δεν της είναι καθόλου “άγνωστο”: είναι η συνάντηση πλατιών λαϊκών μαζών με το ΚΚΕ, με το ταξικό εργατικό κίνημα.
Δεν είναι οι εικονικές συγκρούσεις για τις κάμερες, αλλά ο αγώνας που δίνεται με αφοβία απέναντι στον εργοδότη καθημερινά μέσα στους χώρους δουλειάς.
Δεν είναι τα στημένα επεισόδια λίγων δευτερολέπτων μπροστά από τη Βουλή, αλλά ο αγώνας που αξιοποιεί συγκροτημένα όλες τις μορφές πάλης και προετοιμάζει τους εργαζομένους για τις σκληρές ταξικές συγκρούσεις που έχουμε μπροστά μας.
Και φυσικά είναι η εργατική τάξη και το κίνημά της, αυτοί που θα επιλέξουν τη στιγμή της αποφασιστικής σύγκρουσης και όχι οι αστοί.
Γράμματα: «το ΚΚΕ φέρνει το χάος…»
Το πόσο υποκριτικός είναι αυτός ο “καημός” των αστών, γιατί τάχα το ΚΚΕ κινείται “εντός πλαισίου”, αποκαλύπτεται πεντακάθαρα με την επίθεση που εξαπολύουν την ίδια περίοδο μέσα από τους πολιτικούς εκπροσώπους τους και τα αστικά ΜΜΕ ενάντια στο πολιτικό σύνθημα και κάλεσμα του ΚΚΕ για ανυπακοή και απειθαρχία ενάντια στην πολιτική των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού.
Λένε χαρακτηριστικά:
«Εκεί όπου δεν υπάρχει νόμος δεν υπάρχει ελευθερία, γιατί ελευθερία είναι να μην υφίστασαι τη βία του άλλου και αυτό θα ήταν αδύνατο χωρίς το νόμο», έλεγε πριν από τρεις αιώνες ο Άγγλος φιλόσοφος Τζον Λοκ (…) Ανέκαθεν υπήρχαν κρούσματα παραβίασης του νόμου, κατάχρησης της ελευθερίας και ενίοτε αυτοδικίας (…) Ο πειθαναγκασμός επιβάλλεται ακόμη και με τη βία σε ορισμένες περιπτώσεις, ενώ σε άλλες παίρνει χαρακτηριστικά οργανωμένης επίθεσης με αυτοσχέδιο οπλισμό (…) Ομάδες πολιτών εφόρμησαν σε σταθμούς του μετρό (…) άλλες ομάδες κατέλαβαν τους σταθμούς διοδίων (…) μια ομάδα αγνώστων εισέβαλε σε κεντρικό θέατρο και το έκανε γυαλιά καρφιά (…) στην Κερατέα συνεχίζεται η… επίταξη του δρόμου προς το Λαύριο από δημότες (…) όλες αυτές οι νοσηρές και παράλογες δραστηριότητες έχουν ως κοινό παρονομαστή την αδυναμία των Αρχών να τις αποτρέψουν ή να εντοπίσουν τους δράστες (…) το φαινόμενο τείνει να δημιουργήσει ατμόσφαιρα γενικής ασυδοσίας» (από το κύριο άρθρο στα ΝΕΑ, 7/2/2011).
Και αφού κάνουν για άλλη μια φορά το αγαπημένο τους τσουβάλιασμα ανάμεσα στις λαϊκές κινητοποιήσεις και τις ενέργειες των “στρατών” που οι ίδιοι οι αστοί οργανώνουν και συντηρούν, ανάμεσα στο οργανωμένο λαϊκό κίνημα και στους προβοκάτορες που στόχο έχουν τη συκοφάντησή του, αναρωτιούνται υποκριτικά:
«Τι είναι, δηλαδή, εκείνο που ξεχωρίζει την “κοινωνική ανυπακοή” από τις απλές “τραµπούκικες πρακτικές” µε τις οποίες δεν πρέπει να την τσουβαλιάζουµε; Και ποιος αποφασίζει εγκύρως τι αποτελεί “τραµπούκικη πρακτική” και τι “κοινωνική ανυπακοή”;…»
(Γ.Πρετεντέρης, “Τα Νέα”, 9/2/2011)
Προφανώς και ξέρουν πολύ καλά να ξεχωρίζουν τη μέρα από τη νύχτα, όμως ξέρουν επίσης πολύ καλά ότι πρέπει να βάλουν φρένο στη ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών συνειδήσεων, στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης. Αφενός προετοιμάζουν το έδαφος με τέτοια “αγνά καλέσματα” στην κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα της πλουτοκρατίας, για ένταση της καταστολής του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Αφετέρου προσπαθούν να πείσουν ότι ο νόμος είναι κάτι αταξικό, “ουδέτερο”, που απλά εξασφαλίζει ότι… “δεν υφίστασαι τη βία του άλλου”! Όταν ο νόμος είναι αυτός ακριβώς που εξασφαλίζει τη βίαιη επιβολή του συμφέροντος της κυρίαρχης, της αστικής τάξης σε βάρος των εργαζομένων!
Επιχειρούν να τρομοκρατήσουν το λαό ότι θα επικρατήσει “ασυδοσία”, θέλουν να το φοβίσουν μπροστά σε μια ενδεχόμενη αποσταθεροποίηση του συστήματος, εάν δεν περάσουν τα μέτρα που επιβάλλουν.
Όμως η αποσταθεροποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος, η αποδυνάμωση της ικανότητάς τους να περνάνε αντιλαϊκά μέτρα είναι αυτή που συμφέρει το λαό. Γι’ αυτό όχι μόνο δεν πρέπει να τη φοβάται, αλλά αντίθετα έχει κάθε λόγο να την επιδιώκει.
Εμείς τους απαντάμε ότι Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη. Εντείνουμε τη δράση μας στους χώρους δουλειάς, εκπαίδευσης και κατοικίας, ώστε να φτάσει ακόμα πιο πλατιά το πολιτικό κάλεσμα του Κόμματός μας για ανυπακοή και λαϊκή αντεπίθεση. Δηλώνουμε ανοιχτά ότι πειθαρχούμε μόνο μπροστά στα συμφέροντα των εργαζομένων, της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού και δεν κάνουμε βήμα πίσω από την υπόθεση της κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη. Γι’ αυτό και η αντίσταση στο δρόμο αυτό, πρέπει να είναι διαρκής, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις, με τη θέλησή του ο ελληνικός λαός να κατακτήσει μια νέα εξουσία, την εργατική – λαϊκή, ώστε αυτός να καθορίσει το δικό του δρόμο ανάπτυξης που υπηρετεί τις δικές του ανάγκες.
*Ιδεολογική Επιτροπή του ΚΣ της ΚΝΕ - Οδηγητής*
Αξιοποιώντας τα αστικά ΜΜΕ και τις διάφορες ομάδες του οπορτουνιστικού χώρου, κάνει προσπάθεια να προβάλλει το ΚΚΕ, ως “συστημική” δύναμη που “δεν τα σπάει”, δεν κάνει δυναμικές ενέργειες, αλλά μόνο πορείες-παρελάσεις. Την ίδια στιγμή, συχνά μάλιστα μέσα από τα ίδια ακριβώς ΜΜΕ που προβάλλουν τα παραπάνω, στοχοποιεί το πολιτικό σύνθημα του ΚΚΕ για ανυπακοή και απειθαρχία στην εξουσία των μονοπωλίων και της τάξης τους, ως σύνθημα που δεν μπορεί παρά να οδηγεί στο “χάος”, στην “ασυδοσία”, ακόμα και στο “χουλιγκανισμό”.
Όσο και αν ενδεχομένως φαίνονται αντιφατικές αυτές οι δυο πλευρές της επίθεσης της αστικής τάξης απέναντι στο ΚΚΕ, η αλήθεια είναι ότι έχουν ακριβώς τον ίδιο στόχο. Να πιέσουν το Κόμμα να αλλάξει στρατηγική και να ανακόψουν την άνοδο της επιρροής του, τη σύνδεση της οργής και της αγανάκτησης πλατιών λαϊκών μαζών με την πολιτική και τη δράση του ΚΚΕ.
Έχουν λόγο και φοβούνται…
Φοβούνται οι καπιταλιστές γιατί ξέρουν πως η νίκη του συστήματός τους είναι προσωρινή. Βλέπουν ότι η ίδια η καπιταλιστική κρίση, οι συνέπειές της στην εργατική τάξη και στους νέους των λαϊκών στρωμάτων, οι δυσκολίες ανάκαμψης που εμφανίζει το καπιταλιστικό σύστημα σε διεθνές επίπεδο, η όξυνση της ενδοαστικής διαπάλης, επιβεβαιώνουν το σάπισμα του καπιταλιστικού συστήματος και τα ιστορικά όριά του. Γνωρίζουν ότι αν η διογκούμενη λαϊκή αγανάκτηση βρει ριζοσπαστική διέξοδο κάτω από την καθοδήγηση των κομμουνιστών, η αστική τάξη θα βρεθεί μπροστά σε πρωτόγνωρους γι’ αυτήν κινδύνους.
Στην Ελλάδα, ο πονοκέφαλος για το αστικό πολιτικό σύστημα είναι μεγαλύτερος, επειδή υπάρχει ένα κόμμα όπως το ΚΚΕ, με επαναστατική θεωρία και δράση, με στρατηγική εναντίωσης στα μονοπώλια και την εξουσία τους, με αγωνιστικούς δεσμούς με μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης και του λαού. Τους φοβίζει το ενδεχόμενο ακόμα πιο πλατιές λαϊκές μάζες να συναντηθούν με το ΚΚΕ σε μια απότομη άνοδο της ταξικής πάλης. Μια τέτοια συνθήκη είναι ικανή – κάτω από προϋποθέσεις – να αποσταθεροποιήσει ανεπίστρεπτα το αστικό πολιτικό σύστημα. Γι’ αυτό προσπαθούν έγκαιρα να πάρουν τα μέτρα τους, έχοντας ως αναπόσπαστο και μόνιμο στοιχείο της πολιτικής τους τον αντικομμουνισμό.
Την προσπάθειά τους αυτή εστιάζουν στη νεολαία, γιατί γνωρίζουν ότι στην πλειοψηφία της ανήκει ή θα ενταχθεί στη νέα βάρδια της εργατικής τάξης. Στοχεύουν στη νεολαία γιατί γνωρίζουν ότι έχει αντικειμενικά χαμηλή πείρα, γι’ αυτό και είναι πιο εύκολο να αναμένει μια εύκολη νίκη, μετά από μια μαζική διαδήλωση ή μία απεργία. Είναι πιο εύκολο η οργή της και η αγανάκτησή της να διοχετεύεται σε διάφορες ομάδες, με πομπώδη συνθήματα και φαινομενικά “δυναμικές” ενέργειες, στην πράξη όμως να ενσωματώνεται σε περιεχόμενο ανώδυνο για το σύστημα, με κατεύθυνση που τελικά γρήγορα σπέρνει την απογοήτευση, τη μοιρολατρία, στρώνει το έδαφος για τη λογική της “ατομικής λύσης”, της αποχής από τη δράση και τους αγώνες.
Την έχουμε ξαναδεί αυτήν την προσπάθεια της αστικής τάξης, την έχει προβάρει και στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, όταν πχ τα αστικά ΜΜΕ και οι οπορτουνιστές εκθείαζαν “την κουκούλα και την πέτρα που απελευθερώνει”, όταν βάφτιζαν “αυθόρμητες εξεγέρσεις της νεολαίας” την οργανωμένη προβοκατόρικη δράση συγκεκριμένων δυνάμεων… Σήμερα, η αστική τάξη προχωράει την επεξεργασία αυτής της επίθεσης, πλασάρει ξανά σα νέες τις παλιές και χρεοκοπημένες θεωρίες του “ακαθοδήγητου και του ακομμάτιστου κινήματος”, δηλαδή του κινήματος χωρίς το ΚΚΕ.
Κορώνα: «το ΚΚΕ εντός πλαισίου…»
Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από άρθρο της “Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας”:
«Το ΚΚΕ μεταθέτει τη λύση στη δευτέρα παρουσία της επανάστασης… Βγάζει τον κόσμο βόλτα για εκτόνωση (συλλαλητήρια, συγκεντρώσεις και πορεία) και μετά όλοι στα σπίτια… Δεν είναι τυχαίο που όλο και περισσότερα στελέχη της κυβέρνησης δηλώνουν στις συζητήσεις τους ότι «όσο υπάρχουν η ΓΣΕΕ, η ΑΔΕΔΥ, το ΠΑΜΕ, το ΚΚΕ και ο Συνασπισμός, δεν φοβόμαστε, γιατί τα πράγματα θα κινούνται εντός πλαισίου».
Τι φοβούνται; Το άγνωστο. Τρέμουν το καινούριο που αναζητά η κοινωνία, αλλά που ακόμα δεν έχει γεννηθεί. Γι’ αυτό και η εξουσία, σαν τον Ηρώδη, σφάζει κάθε νήπιο που μοιάζει ύποπτο. Γεμίζουν τις φυλακές με τους Ρομπέν των σουπερμάρκετ, που κλέβουν μακαρόνια και τα μοιράζουν στους φτωχούς και με τους εικοσάχρονους με τα καψούλια που παρουσιάζουν ως αδίστακτους τρομοκράτες (αλλά κι αυτή τη φορά το νήπιο που φοβούνται θα γεννηθεί αλλού)». (Β.Σιούτη, 12/12/2010)
Δέκα γραμμές… αληθινό “παρτέρι”, συμπυκνώνουν αυτήν την πλευρά της επίθεσης της αστικής τάξης απέναντι στο Κόμμα μας:
Από τη μία, η σκόπιμη προσπάθεια ταύτισης του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ με τη ΓΣΕΕ, την ΑΔΕΔΥ και το Συνασπισμό. Όσο ξεσκεπάζεται στα μάτια ευρύτερων εργατικών και λαϊκών μαζών ο βρώμικος ρόλος των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών πλειοψηφιών και του οπορτουνισμού, όσο ανεβαίνει το κύρος του Κόμματος και του ταξικού εργατικού κινήματος, τόσο πιο επίμονο και τόσο πιο απροσχημάτιστο θα γίνεται αυτό το τσουβάλιασμα από τους αστούς.
Από την άλλη, η στοχοπροσηλωμένη επίθεση στη στρατηγική του Κόμματος : Γνωρίζουν καλά οι αστοί πόσο οξυμμένα είναι τα προβλήματα του λαού, γνωρίζουν την αγωνία του, γι’ αυτό του λένε “μην ελπίζεις στο ΚΚΕ… Αυτό τα μεταθέτει όλα στη δευτέρα παρουσία της επανάστασης”. Και τι πάνε να του πλασάρουν σα λύση, όταν βλέπουν τον κίνδυνο ριζοσπαστικοποίησής του; Τα αιτήματα περί επαναδιαπραγμάτευσης, επιμήκυνσης ή κουρέματος του χρέους, αιτήματα τόσο “επαναστατικά” που υιοθετούνται από αστικές κυβερνήσεις, από κόμματα και μερίδες της αστικής τάξης, καθώς και από διάφορες οπορτουνιστικές ομάδες, όπως τα διαλυμένα κομμάτια του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ ή τις διάφορες, συχνά ετερόκλητες, γκρούπες που απαρτίζουν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η ίδια αρθρογράφος του παραπάνω αποσπάσματος, μέσα από την ίδια αστική εφημερίδα, λίγες μέρες μετά το παραπάνω άρθρο (στις 13/02/2011) εκθείαζε την “πρωτοβουλία” στελεχών του ΠΑΣΟΚ (πχ. Σπ. Παπασπύρος, πρόεδρος ΑΔΕΔΥ), του οπορτουνισμού (πχ. Π. Λαφαζάνης του ΣΥΝ, Λ. Μπίσκι, από το γερμανικό “Linke”) για τη δημιουργία “Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου” για το χρέος. Αυτό είναι λοιπόν το “καινούριο που αναζητά η κοινωνία”: τα αστικά σχέδια διαχείρισης του χρέους, που στο έδαφος της καπιταλιστικής εξουσίας και ιδιοκτησίας, οδηγούν την εργατική τάξη να επιλέξει με ποιο τρόπο θα φορτωθεί τα βάρη της κρίσης!
Έχουν ταξικό ένστικτο οι καπιταλιστές, είναι απόλυτα λογικό να κατηγορούν το ΚΚΕ ότι μεταθέτει τη λύση στη “δευτέρα παρουσία” και να προβάλλουν ως “καινούργιο” και “άμεση λύση” αιτήματα που αποπροσανατολίζουν το λαό, εστιάζοντας στην αλλαγή προσώπων στην εξουσία, χωρίς να αγγίζουν το θέμα της αλλαγής τάξης στην εξουσία. Πολύτιμη βοήθεια σε αυτήν την κατεύθυνση τους δίνουν για άλλη μια φορά οι οπορτουνιστές: χαρακτηριστικό και χωρίς ανάγκη για παραπάνω σχόλια είναι το πρόσφατο “αντισυστημικό” πρωτοσέλιδο του “ΠΡΙΝ” (13/02/2011) με τίτλο “Ο Μουμπάρακ έπεσε, ο Παπανδρέου πότε;”…
Η επίθεσή τους απέναντι στο ΚΚΕ εντείνεται γιατί ξέρουν καλά πως η στρατηγική του έρχεται σε ρήξη με τα μονοπώλια, δεν ψάχνει τη λύση στην ουτοπία ενός “καλύτερου καπιταλισμού”, αλλά αναδεικνύει στους εργαζομένους ποιος παράγει τον πλούτο και ποιος τον καρπώνεται, ποιες είναι οι σύγχρονες ανάγκες τους και πώς μπορούν να τις πραγματοποιήσουν: μόνο με τον αγώνα που βάζει στο επίκεντρό του το ζήτημα της εξουσίας, την ανατροπή του καπιταλισμού, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού-κομμουνισμού. Μόνο ο αγώνας με αυτήν την προοπτική μπορεί να ανακουφίζει από τα έντονα προβλήματα της λαϊκής οικογένειας, μόνο αυτός ο αγώνας μπορεί να αποσπά κατακτήσεις, προσωρινές όσο παραμένει ο καπιταλισμός και μέχρι την ανατροπή του.
Είναι η πολιτική κατεύθυνση του αγώνα, τα συνθήματα και οι στόχοι του, αυτά που καθορίζουν το αν είναι “εντός” ή “εκτός” καπιταλιστικού πλαισίου και όχι η α’ ή η β’ μορφή πάλης. Το “άγνωστο” και το “καινούριο” που τάχα φοβάται το σύστημα και… προβάλλουν τα ΜΜΕ που έχει στη διάθεσή του, είναι το “ακαθοδήγητο” -πλήρως καθοδηγούμενο κίνημα που δεν θίγει τα “ιερά και τα όσιά” του, που στο όνομα του “ακομμάτιστου” μένει έρμαιο κάθε τυχοδιωκτισμού και κάθε προβοκατόρικου μηχανισμού, το κίνημα που υποτάσσεται έτσι εύκολα στην καταστολή και αξιοποιείται για να σπείρει το “μάγκωμα” και την απογοήτευση στις λαϊκές δυνάμεις.
Αυτό που πραγματικά τρέμει η αστική τάξη δεν της είναι καθόλου “άγνωστο”: είναι η συνάντηση πλατιών λαϊκών μαζών με το ΚΚΕ, με το ταξικό εργατικό κίνημα.
Δεν είναι οι εικονικές συγκρούσεις για τις κάμερες, αλλά ο αγώνας που δίνεται με αφοβία απέναντι στον εργοδότη καθημερινά μέσα στους χώρους δουλειάς.
Δεν είναι τα στημένα επεισόδια λίγων δευτερολέπτων μπροστά από τη Βουλή, αλλά ο αγώνας που αξιοποιεί συγκροτημένα όλες τις μορφές πάλης και προετοιμάζει τους εργαζομένους για τις σκληρές ταξικές συγκρούσεις που έχουμε μπροστά μας.
Και φυσικά είναι η εργατική τάξη και το κίνημά της, αυτοί που θα επιλέξουν τη στιγμή της αποφασιστικής σύγκρουσης και όχι οι αστοί.
Γράμματα: «το ΚΚΕ φέρνει το χάος…»
Το πόσο υποκριτικός είναι αυτός ο “καημός” των αστών, γιατί τάχα το ΚΚΕ κινείται “εντός πλαισίου”, αποκαλύπτεται πεντακάθαρα με την επίθεση που εξαπολύουν την ίδια περίοδο μέσα από τους πολιτικούς εκπροσώπους τους και τα αστικά ΜΜΕ ενάντια στο πολιτικό σύνθημα και κάλεσμα του ΚΚΕ για ανυπακοή και απειθαρχία ενάντια στην πολιτική των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού.
Λένε χαρακτηριστικά:
«Εκεί όπου δεν υπάρχει νόμος δεν υπάρχει ελευθερία, γιατί ελευθερία είναι να μην υφίστασαι τη βία του άλλου και αυτό θα ήταν αδύνατο χωρίς το νόμο», έλεγε πριν από τρεις αιώνες ο Άγγλος φιλόσοφος Τζον Λοκ (…) Ανέκαθεν υπήρχαν κρούσματα παραβίασης του νόμου, κατάχρησης της ελευθερίας και ενίοτε αυτοδικίας (…) Ο πειθαναγκασμός επιβάλλεται ακόμη και με τη βία σε ορισμένες περιπτώσεις, ενώ σε άλλες παίρνει χαρακτηριστικά οργανωμένης επίθεσης με αυτοσχέδιο οπλισμό (…) Ομάδες πολιτών εφόρμησαν σε σταθμούς του μετρό (…) άλλες ομάδες κατέλαβαν τους σταθμούς διοδίων (…) μια ομάδα αγνώστων εισέβαλε σε κεντρικό θέατρο και το έκανε γυαλιά καρφιά (…) στην Κερατέα συνεχίζεται η… επίταξη του δρόμου προς το Λαύριο από δημότες (…) όλες αυτές οι νοσηρές και παράλογες δραστηριότητες έχουν ως κοινό παρονομαστή την αδυναμία των Αρχών να τις αποτρέψουν ή να εντοπίσουν τους δράστες (…) το φαινόμενο τείνει να δημιουργήσει ατμόσφαιρα γενικής ασυδοσίας» (από το κύριο άρθρο στα ΝΕΑ, 7/2/2011).
Και αφού κάνουν για άλλη μια φορά το αγαπημένο τους τσουβάλιασμα ανάμεσα στις λαϊκές κινητοποιήσεις και τις ενέργειες των “στρατών” που οι ίδιοι οι αστοί οργανώνουν και συντηρούν, ανάμεσα στο οργανωμένο λαϊκό κίνημα και στους προβοκάτορες που στόχο έχουν τη συκοφάντησή του, αναρωτιούνται υποκριτικά:
«Τι είναι, δηλαδή, εκείνο που ξεχωρίζει την “κοινωνική ανυπακοή” από τις απλές “τραµπούκικες πρακτικές” µε τις οποίες δεν πρέπει να την τσουβαλιάζουµε; Και ποιος αποφασίζει εγκύρως τι αποτελεί “τραµπούκικη πρακτική” και τι “κοινωνική ανυπακοή”;…»
(Γ.Πρετεντέρης, “Τα Νέα”, 9/2/2011)
Προφανώς και ξέρουν πολύ καλά να ξεχωρίζουν τη μέρα από τη νύχτα, όμως ξέρουν επίσης πολύ καλά ότι πρέπει να βάλουν φρένο στη ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών συνειδήσεων, στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης. Αφενός προετοιμάζουν το έδαφος με τέτοια “αγνά καλέσματα” στην κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα της πλουτοκρατίας, για ένταση της καταστολής του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Αφετέρου προσπαθούν να πείσουν ότι ο νόμος είναι κάτι αταξικό, “ουδέτερο”, που απλά εξασφαλίζει ότι… “δεν υφίστασαι τη βία του άλλου”! Όταν ο νόμος είναι αυτός ακριβώς που εξασφαλίζει τη βίαιη επιβολή του συμφέροντος της κυρίαρχης, της αστικής τάξης σε βάρος των εργαζομένων!
Επιχειρούν να τρομοκρατήσουν το λαό ότι θα επικρατήσει “ασυδοσία”, θέλουν να το φοβίσουν μπροστά σε μια ενδεχόμενη αποσταθεροποίηση του συστήματος, εάν δεν περάσουν τα μέτρα που επιβάλλουν.
Όμως η αποσταθεροποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος, η αποδυνάμωση της ικανότητάς τους να περνάνε αντιλαϊκά μέτρα είναι αυτή που συμφέρει το λαό. Γι’ αυτό όχι μόνο δεν πρέπει να τη φοβάται, αλλά αντίθετα έχει κάθε λόγο να την επιδιώκει.
Εμείς τους απαντάμε ότι Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη. Εντείνουμε τη δράση μας στους χώρους δουλειάς, εκπαίδευσης και κατοικίας, ώστε να φτάσει ακόμα πιο πλατιά το πολιτικό κάλεσμα του Κόμματός μας για ανυπακοή και λαϊκή αντεπίθεση. Δηλώνουμε ανοιχτά ότι πειθαρχούμε μόνο μπροστά στα συμφέροντα των εργαζομένων, της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού και δεν κάνουμε βήμα πίσω από την υπόθεση της κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη. Γι’ αυτό και η αντίσταση στο δρόμο αυτό, πρέπει να είναι διαρκής, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις, με τη θέλησή του ο ελληνικός λαός να κατακτήσει μια νέα εξουσία, την εργατική – λαϊκή, ώστε αυτός να καθορίσει το δικό του δρόμο ανάπτυξης που υπηρετεί τις δικές του ανάγκες.
*Ιδεολογική Επιτροπή του ΚΣ της ΚΝΕ - Οδηγητής*
Τι θα πεί Οπορτουνισμός;
Ένα – μεταξύ άλλων – κράξιμο που τρώμε συχνά οι κουκουέδες, είναι η χρήση της λεξούλας “οπορτουνισμός”. “Τι μας λες βρε οπορτούνα του κερατά;” κλπ.
Οφείλω να ομολογήσω ότι τις περισσότερες φορές, ο απλός κόσμος που δεν ξέρει ψιλά γράμματα, εκνευρίζεται με τη χρήση τέτοιων λέξεων, όταν μάλιστα δεν προσπαθείς με απλό τρόπο να τους εξηγήσεις τι σημαίνει, αλλά το κυριότερο, γιατί τη χρησιμοποιείς.
Κι όταν μάλιστα, ο χαρακτηρισμός “οπορτουνιστής” πάει σε πολιτικούς και πολιτικές της αριστεράς, ακόμα περισσότερο κάποιος που δεν ξέρει πολλά-πολλά θεωρητικά πράγματα και είναι και άπειρος πολιτικά ταυτόχρονα, αλλά είναι όμως εργατάκος ή άνεργος, που δεν τη βγάζει γενικώς, εξοργίζεται με την κατάσταση και άδολα ονειρεύεται την ενότητα της αριστεράς, ολ' αυτά του φαίνονται χοντρές παπαριές.
Πρέπει να παραδεχτούμε παιδιά, ότι ο κόσμος έχει ένα δίκιο που μας εναντιώνεται όταν μας ακούει να χρησιμοποιούμε αυτονόητες ορολογίες για μας, δεν είναι πάντα υποχρεωμένος να τις ξέρει, η'' να έχει διαβάσει τα άπαντα του Λένιν για να πειστεί να συμπορευτεί μαζί μας. Δεν λέμε φυσικά για κάτι αλήτες που επίτηδες προβοκάρουν. Ο περισσότερος κόσμος δεν είναι έτσι, θέλει ν' ακούσει κάτι χειροπιαστό, κάτι “ρεαλιστικό” και βαριέται τα ενδοαριστερά μαλώματα.
Τι θα πει λοιπόν οπορτουνισμός : βγαίνει απ' το αγγλικό “opportunity” που σημαίνει “ευκαιρία, περίσταση”. Opportunism σημαίνει καιροσκοπία, καιροσκοπισμός.
Κάποιος που δηλαδή τζάμπα σπαταλά χρόνο και δυνάμεις έτσι για να περνάει η ώρα στην κυριολεξία.
Με πολιτικούς όρους, αυτός που είναι οπορτουνιστής, σπαταλάει χρόνο και δυνάμεις για να ΜΗΝ πετύχει το στόχο που έχει διακηρύξει στα λόγια.
Ο οπορτουνισμός είναι όρος που τον συναντάμε στον Λένιν, τον οποίο τον χρησιμοποιεί για να περιγράψει την πολιτική πρακτική των Μενσεβίκων, οι οποίοι ήταν στην πράξη αναβλητικοί και μόνιμα οπισθοχωρούσαν, ενώ στα λόγια ήταν βασιλικότεροι του βασιλέως σε πολλές περιπτώσεις.
Ο Λένιν δίνει σε αδρές γραμμές τα χαρακτηριστικά του πολιτικού καιροσκοπισμού, του “οπορτουνισμού” στην μπροσούρα του“Ένα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω (η κρίση στο κόμμα μας)”(εκδ. Σύγχρονη Εποχή), μέσα από μια εξαντλητική ανάλυση των διαδικασιών του δεύτερου συνεδρίου του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Ρωσίας (μετέπεια Πανρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος των Μπολσεβίκων) που έγινε το 1904 και στο οποίο έγινε η πρώτη διάσπαση που λέμε, ξεχώρισαν από άποψη αρχών η πλειοψηφία απ' τη μειοψηφία (μπολσεβίκοι και μενσεβίκοι στα ρώσικα).
Διαβάζουμε: “[...] δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ το χαρακτηριστικό γνώρισμα όλου του σύγχρονου οπορτουνισμού σ' όλους τους τομείς: την αοριστία του, την ασάφειά του, το ασύλληπτό του. Ο οπορτουνιστής απ' την ίδια του τη φύση, αποφεύγει πάντα να θέτει ένα ζήτημα συγκεκριμένα και σταράτα, αναζητά τη συνισταμένη, στριφογυρίζει σαν φίδι ανάμεσα σε δυο απόψεις που αλληλοαποκλείονται προσπαθώντας να είναι σύμφωνος και με τις δυο, τις διαφωνίες του τις συνοψίζει σε μικροτροποποιήσεις, αμφιβολίες, αθώους κι ευσεβείς πόθους κλπ” (σελ. 255-256).
Δηλαδή, με απλά λόγια οπορτουνιστής είναι αυτός που άλλα λέει κι άλλα κάνει, που κρύβει τις πραγματικές του προθέσεις.
Και να είμαστε ξεκάθαροι: ο όρος “οπορτουνιστής” απευθύνεται μόνο σε όσους συμμετέχουν σε πολιτικές, κινηματικές και κομματικές διαδικασίες, δεν απευθύνεται στον απλό εργάτη που μπορεί να έχει την άλφα ή βήτα λανθασμένη άποψη για την πολιτική.
Έναν περιεκτικό σχετικά ορισμό του οπορτουνισμού έχει δώσει ο Κύριλλος Παπασταύρου, μέλος της κεντρικής επιτροπής του ΚΚΕ, μέλος του ιδεολογικού τμήματος της κεντρικής επιτροπής:
“Οπορτουνισμός είναι η διείσδυση της αστικής ιδεολογίας στο εργατικό κίνημα”.
Τι θα πει επομένως “αστική ιδεολογία”;
Αστική ιδεολογία είναι : το σύνολο των ιδεών, των αντιλήψεων και των αξιών που επικρατούν μέσα στον καπιταλισμό.
Ξέρουμε ότι ο καπιταλισμός είναι στην ουσία η εξουσία του κεφαλαίου, η δικτατορία της αστικής τάξης.
Η κυριαρχία αυτή της αστικής τάξης βασίζεται σε ποιο πράγμα; Στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, στο γεγονός δηλαδή ότι ένας άνθρωπος μπορεί να είναι ιδιοκτήτης ολόκληρων μηχανημάτων, πλοίων, εργοστασίων, κτιρίων, αποθηκών αλλά να μη συμμετέχει άμεσα στην παραγωγή.
Γι 'αυτήν, δηλ. την παραγωγή, έχει τους εργάτες απ' τους οποίους “κλέβει”, νέμεται την υπεραξία, την επιπλέον δουλειά δηλαδή που κάνει ο εργάτης, πέρα απ' όση χρειάζεται για να εξασφαλίσει το μεροκάματο (δεν μιλάμε για τις υπερωρίες).
Επειδή υπάρχουν αυτές οι παραγωγικές σχέσεις, αυτό επηρεάζει και ολόκληρη την κοινωνία σε όλες τις εκφράσεις της : στην παιδεία, στην τέχνη, στους νόμους, στην ηθική.
Το να έχει κανείς ατομική ιδιοκτησία, το να θέλει να γίνει πλούσιος, είναι μέσα στις αξίες του καπιταλισμού.
Η έννοια “ελευθερία” στον καπιταλισμό σημαίνει αυτό ακριβώς: Είμαι ελεύθερος να πλουτίσω.
Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα στον καπιταλισμό κι ανάλογα διαμορφώνεται και η (απάνθρωπη) ηθική μέσα σ' αυτόν.
Αυτές όλες οι αξίες, συγκροτούν την περίφημη “αστική ιδεολογία”. Τις περισσότερες φορές όμως αυτή είναι πολύ καλά μεταμφιεσμένη, ιδιαίτερα όταν φοράει την αριστερή της φορεσιά. Όταν λένε π.χ. είτε στο ΣΥΡΙΖΑ,
είτε στη ΔΗΜ.ΑΡ, είτε στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είτε το ΚΚΕ εσωτερικού πιο παλιά, “δίκαιη αναδιανομή του πλούτου”
τι εννοούν;
Εννοούν ότι ο πλούτος μπορεί να μοιραστεί δίκαια. Σωστό.
ΑΠΟ ΠΟΙΟΝ να μοιραστεί; Απ' αυτή την κυβέρνηση, από μια άλλη κυβέρνηση;
Τι σημαίνει το “Δίκαια”;
Η “δικαιοσύνη” στον καπιταλισμό, όπως καθορίζεται απ' τους νόμους κι απ' το τρέχον δίκαιο εν γένει, είναι ακριβώς το έδαφος που ευνοείται η ελευθερία να κερδίζει κάποιος (στις πλάτες άλλων) και να πλουτίζει.
Η ατομική ιδιοκτησία προστατεύεται απ' το σύνταγμα.
Ο νόμος δεν κάνει διάκριση ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, είναι “όλοι ίσοι ενώπιον του νόμου”.
Επομένως, “δίκαια αναδιανομή του πλούτου” εντός του καπιταλισμού είναι ευσεβής πόθος, είναι όνειρο, είναι – ακόμα χειρότερα – ωραιοποίηση του καπιταλισμού. Καλλιεργεί αντιλήψεις ότι αυτό το σύστημα μπορεί να είναι δίκαιο.
Ο καπιταλισμός, είναι από τη φύση του “άδικος” (για τους πολλούς, τους εργαζόμενους) γιατί αντικειμενικά οδηγεί στη συγκέντρωση του πλούτου σε λίγα χέρια.
Το αίτημα της αναδιανομής είναι μια ανούσια επίκληση στα χριστιανικά αισθήματα των πλουσίων, να μοιραστούν τα πλούτη τους όπως ο Χριστός κάλεσε τον Ζακχαίο να χαρίσει τα πλούτη του για να κερδίσει τη βασιλεία των ουρανών...
Επειδή όμως, άλλο η βασιλεία των ουρανών, κι άλλο η το βασίλειο της “αναγκαιότητας” κατά Μαρξ, όταν είσαι πολιτικό κόμμα η'' οργάνωση και ζητάς “δίκαιη αναδιανομή του πλούτου” και δεν βάζεις ζήτημα αλλαγής της εξουσίας, είσαι οπορτουνιστής.
Αυτό είναι οπορτουνισμός : να μιλάς σαν αριστερός και να σκέφτεσαι σαν καπιταλιστής.
Ο όρος, επαναλαμβάνουμε, αφορά μόνο όσους αρθρώνουν επίσημα πολιτικό λόγο, είναι μέλη και στελέχη κομμάτων που διαμορφώνουν πολιτικές θέσεις.
Δεν αφορά απλούς εργαζόμενους, απλούς ανθρώπους του λαού που ούτε πείρα έχουν, ούτε γνώσεις (δεν είναι υποχρεωμένοι να έχουν), ούτε είναι ασκημένοι σε πολιτικές διαδικασίες κλπ.
Είναι υποχρεωμένοι όμως να κάνουν δυο πράγματα:
Πρώτον, να ακούν όλους και να κρίνουν ψύχραιμα τι είναι προς το συμφέρον τους σαν εργαζόμενοι και τι όχι. Το σωστό και λάθος εδώ κρίνεται με βάση το τι είναι το ταξικό τους συμφέρον.
Δεύτερον, να πάρουν θέση πολιτικά, τίμια, μια κι έξω.
Ο οπορτουνισμός είναι άλλο πράγμα κι ο ρεφορμισμός άλλο.
Ρεφορμιστής σημαίνει ο “μεταρρυθμιστής”.
Ρεφορμιστή, στην λενινιστική γλώσσα, λέμε κάποιον που αρνείται την ιστορική αναγκαιότητα της επανάστασης και πιστεύει ότι σοσιαλισμός θα γίνει μόνο με αλλαγή των συσχετισμών δύναμης.
Σαν να λέμε : να βγεί πρώτο κόμμα το ΚΚΕ και με νόμους να κάνει σοσιαλισμό.
Επειδή κάτι τέτοιο είναι ολοφάνερα αντιφατικό (όχι επειδή πρόκειται για το ΚΚΕ, αλλά επειδή σοσιαλισμός με νόμους δεν γίνεται), ο σύγχρονος ρεφορμιστής υποστηρίζει ευρείες μεταρρυθμίσεις στον ίδιο τον καπιταλισμό χωρίς να ζητά ν' αλλάξει, σε βαθμό να γίνεται ο ίδιος φιλοκαπιταλιστής. Κάτι στο οποίο έχει “καταντήσει” η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία που έχει αποβάλλει κάθετι μαρξιστικό.
Ο ρεφορμιστής, όταν είναι συνειδητός, συνεπής υποστηρικτής των απόψεών του, πιστεύει ειλικρινώς ότι μπορεί να υπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη χωρίς επαναστάσεις κλπ, δεν είναι οπορτουνιστής, άσχετα αν έχει λανθασμένες απόψεις.
Κι όχι, ο Κουβέλης δεν είναι απλά “ρεφορμιστής”, είναι ο ορισμός του οπορτουνιστή, ο οποίος παίζει το παιχνίδι της σοσιαλδημοκρατικής επιχειρηματολογίας της δεκαετίας του 70 και 80, παραπλανώντας ουσιαστικά τον κόσμο για το ποιόν του καπιταλισμού.
Ο οπορτουνισμός, όπως μας διδάσκει η πείρα του Λένιν, είναι το ένα ρεύμα μέσα στο εργατικό, επαναστατικό κίνημα, το άλλο είναι το συνεπές επαναστατικό.
Πάντα έτσι ήτανε, πάντα έτσι θα είναι όσο υπάρχει ταξική κοινωνία και τα συμφέρονται της κυρίαρχης ιδεολογίας, της αστικής στο σήμερα, θα αντανακλώνται στον ένα ή στον άλλο βαθμό και μέσα στο εργατικό κίνημα.
Δεν μπορεί να υπάρχει “ενωμένη” αριστερά μ' αυτή την έννοια, διότι από άποψη αρχών, δεν μπορούν να συνυπάρχουν αντικρουόμενες αντιλήψεις στο ίδιο φορέα, όσο κι αν “προστατεύεται” ο πλουραλισμός των απόψεων.
Στην πραγματικότητα, διασπαστική είναι η συνύπαρξη αντίθετων απόψεων μέσα σ' ένα ενιαίο φορέα, γεγονός που επιδρά διαλυτικά.
Καλύτερα να έχουμε χωρισμένα τα “τσανάκια” μας, για να ξέρουμε τι μας γίνεται.
Το σόφισμα περί “πολυδιάσπασης” της αριστεράς είναι ψευδές.
Δεν υπάρχει πολυδιάσπαση, υπάρχουν πάντα δύο γραμμές : η επαναστατική και η οπορτουνιστική.
Τα διάφορα κομματίδια και μικροοργανώσεις από άποψη επιρροής στον κόσμο είναι αμελητέες, και είτε με τη μία άποψη θα συντάσσονται στην πράξη είτε με την άλλη.
Οφείλω να ομολογήσω ότι τις περισσότερες φορές, ο απλός κόσμος που δεν ξέρει ψιλά γράμματα, εκνευρίζεται με τη χρήση τέτοιων λέξεων, όταν μάλιστα δεν προσπαθείς με απλό τρόπο να τους εξηγήσεις τι σημαίνει, αλλά το κυριότερο, γιατί τη χρησιμοποιείς.
Κι όταν μάλιστα, ο χαρακτηρισμός “οπορτουνιστής” πάει σε πολιτικούς και πολιτικές της αριστεράς, ακόμα περισσότερο κάποιος που δεν ξέρει πολλά-πολλά θεωρητικά πράγματα και είναι και άπειρος πολιτικά ταυτόχρονα, αλλά είναι όμως εργατάκος ή άνεργος, που δεν τη βγάζει γενικώς, εξοργίζεται με την κατάσταση και άδολα ονειρεύεται την ενότητα της αριστεράς, ολ' αυτά του φαίνονται χοντρές παπαριές.
Πρέπει να παραδεχτούμε παιδιά, ότι ο κόσμος έχει ένα δίκιο που μας εναντιώνεται όταν μας ακούει να χρησιμοποιούμε αυτονόητες ορολογίες για μας, δεν είναι πάντα υποχρεωμένος να τις ξέρει, η'' να έχει διαβάσει τα άπαντα του Λένιν για να πειστεί να συμπορευτεί μαζί μας. Δεν λέμε φυσικά για κάτι αλήτες που επίτηδες προβοκάρουν. Ο περισσότερος κόσμος δεν είναι έτσι, θέλει ν' ακούσει κάτι χειροπιαστό, κάτι “ρεαλιστικό” και βαριέται τα ενδοαριστερά μαλώματα.
Τι θα πει λοιπόν οπορτουνισμός : βγαίνει απ' το αγγλικό “opportunity” που σημαίνει “ευκαιρία, περίσταση”. Opportunism σημαίνει καιροσκοπία, καιροσκοπισμός.
Κάποιος που δηλαδή τζάμπα σπαταλά χρόνο και δυνάμεις έτσι για να περνάει η ώρα στην κυριολεξία.
Με πολιτικούς όρους, αυτός που είναι οπορτουνιστής, σπαταλάει χρόνο και δυνάμεις για να ΜΗΝ πετύχει το στόχο που έχει διακηρύξει στα λόγια.
Ο οπορτουνισμός είναι όρος που τον συναντάμε στον Λένιν, τον οποίο τον χρησιμοποιεί για να περιγράψει την πολιτική πρακτική των Μενσεβίκων, οι οποίοι ήταν στην πράξη αναβλητικοί και μόνιμα οπισθοχωρούσαν, ενώ στα λόγια ήταν βασιλικότεροι του βασιλέως σε πολλές περιπτώσεις.
Ο Λένιν δίνει σε αδρές γραμμές τα χαρακτηριστικά του πολιτικού καιροσκοπισμού, του “οπορτουνισμού” στην μπροσούρα του“Ένα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω (η κρίση στο κόμμα μας)”(εκδ. Σύγχρονη Εποχή), μέσα από μια εξαντλητική ανάλυση των διαδικασιών του δεύτερου συνεδρίου του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Ρωσίας (μετέπεια Πανρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος των Μπολσεβίκων) που έγινε το 1904 και στο οποίο έγινε η πρώτη διάσπαση που λέμε, ξεχώρισαν από άποψη αρχών η πλειοψηφία απ' τη μειοψηφία (μπολσεβίκοι και μενσεβίκοι στα ρώσικα).
Διαβάζουμε: “[...] δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ το χαρακτηριστικό γνώρισμα όλου του σύγχρονου οπορτουνισμού σ' όλους τους τομείς: την αοριστία του, την ασάφειά του, το ασύλληπτό του. Ο οπορτουνιστής απ' την ίδια του τη φύση, αποφεύγει πάντα να θέτει ένα ζήτημα συγκεκριμένα και σταράτα, αναζητά τη συνισταμένη, στριφογυρίζει σαν φίδι ανάμεσα σε δυο απόψεις που αλληλοαποκλείονται προσπαθώντας να είναι σύμφωνος και με τις δυο, τις διαφωνίες του τις συνοψίζει σε μικροτροποποιήσεις, αμφιβολίες, αθώους κι ευσεβείς πόθους κλπ” (σελ. 255-256).
Δηλαδή, με απλά λόγια οπορτουνιστής είναι αυτός που άλλα λέει κι άλλα κάνει, που κρύβει τις πραγματικές του προθέσεις.
Και να είμαστε ξεκάθαροι: ο όρος “οπορτουνιστής” απευθύνεται μόνο σε όσους συμμετέχουν σε πολιτικές, κινηματικές και κομματικές διαδικασίες, δεν απευθύνεται στον απλό εργάτη που μπορεί να έχει την άλφα ή βήτα λανθασμένη άποψη για την πολιτική.
Έναν περιεκτικό σχετικά ορισμό του οπορτουνισμού έχει δώσει ο Κύριλλος Παπασταύρου, μέλος της κεντρικής επιτροπής του ΚΚΕ, μέλος του ιδεολογικού τμήματος της κεντρικής επιτροπής:
“Οπορτουνισμός είναι η διείσδυση της αστικής ιδεολογίας στο εργατικό κίνημα”.
Τι θα πει επομένως “αστική ιδεολογία”;
Αστική ιδεολογία είναι : το σύνολο των ιδεών, των αντιλήψεων και των αξιών που επικρατούν μέσα στον καπιταλισμό.
Ξέρουμε ότι ο καπιταλισμός είναι στην ουσία η εξουσία του κεφαλαίου, η δικτατορία της αστικής τάξης.
Η κυριαρχία αυτή της αστικής τάξης βασίζεται σε ποιο πράγμα; Στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, στο γεγονός δηλαδή ότι ένας άνθρωπος μπορεί να είναι ιδιοκτήτης ολόκληρων μηχανημάτων, πλοίων, εργοστασίων, κτιρίων, αποθηκών αλλά να μη συμμετέχει άμεσα στην παραγωγή.
Γι 'αυτήν, δηλ. την παραγωγή, έχει τους εργάτες απ' τους οποίους “κλέβει”, νέμεται την υπεραξία, την επιπλέον δουλειά δηλαδή που κάνει ο εργάτης, πέρα απ' όση χρειάζεται για να εξασφαλίσει το μεροκάματο (δεν μιλάμε για τις υπερωρίες).
Επειδή υπάρχουν αυτές οι παραγωγικές σχέσεις, αυτό επηρεάζει και ολόκληρη την κοινωνία σε όλες τις εκφράσεις της : στην παιδεία, στην τέχνη, στους νόμους, στην ηθική.
Το να έχει κανείς ατομική ιδιοκτησία, το να θέλει να γίνει πλούσιος, είναι μέσα στις αξίες του καπιταλισμού.
Η έννοια “ελευθερία” στον καπιταλισμό σημαίνει αυτό ακριβώς: Είμαι ελεύθερος να πλουτίσω.
Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα στον καπιταλισμό κι ανάλογα διαμορφώνεται και η (απάνθρωπη) ηθική μέσα σ' αυτόν.
Αυτές όλες οι αξίες, συγκροτούν την περίφημη “αστική ιδεολογία”. Τις περισσότερες φορές όμως αυτή είναι πολύ καλά μεταμφιεσμένη, ιδιαίτερα όταν φοράει την αριστερή της φορεσιά. Όταν λένε π.χ. είτε στο ΣΥΡΙΖΑ,
είτε στη ΔΗΜ.ΑΡ, είτε στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είτε το ΚΚΕ εσωτερικού πιο παλιά, “δίκαιη αναδιανομή του πλούτου”
τι εννοούν;
Εννοούν ότι ο πλούτος μπορεί να μοιραστεί δίκαια. Σωστό.
ΑΠΟ ΠΟΙΟΝ να μοιραστεί; Απ' αυτή την κυβέρνηση, από μια άλλη κυβέρνηση;
Τι σημαίνει το “Δίκαια”;
Η “δικαιοσύνη” στον καπιταλισμό, όπως καθορίζεται απ' τους νόμους κι απ' το τρέχον δίκαιο εν γένει, είναι ακριβώς το έδαφος που ευνοείται η ελευθερία να κερδίζει κάποιος (στις πλάτες άλλων) και να πλουτίζει.
Η ατομική ιδιοκτησία προστατεύεται απ' το σύνταγμα.
Ο νόμος δεν κάνει διάκριση ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, είναι “όλοι ίσοι ενώπιον του νόμου”.
Επομένως, “δίκαια αναδιανομή του πλούτου” εντός του καπιταλισμού είναι ευσεβής πόθος, είναι όνειρο, είναι – ακόμα χειρότερα – ωραιοποίηση του καπιταλισμού. Καλλιεργεί αντιλήψεις ότι αυτό το σύστημα μπορεί να είναι δίκαιο.
Ο καπιταλισμός, είναι από τη φύση του “άδικος” (για τους πολλούς, τους εργαζόμενους) γιατί αντικειμενικά οδηγεί στη συγκέντρωση του πλούτου σε λίγα χέρια.
Το αίτημα της αναδιανομής είναι μια ανούσια επίκληση στα χριστιανικά αισθήματα των πλουσίων, να μοιραστούν τα πλούτη τους όπως ο Χριστός κάλεσε τον Ζακχαίο να χαρίσει τα πλούτη του για να κερδίσει τη βασιλεία των ουρανών...
Επειδή όμως, άλλο η βασιλεία των ουρανών, κι άλλο η το βασίλειο της “αναγκαιότητας” κατά Μαρξ, όταν είσαι πολιτικό κόμμα η'' οργάνωση και ζητάς “δίκαιη αναδιανομή του πλούτου” και δεν βάζεις ζήτημα αλλαγής της εξουσίας, είσαι οπορτουνιστής.
Αυτό είναι οπορτουνισμός : να μιλάς σαν αριστερός και να σκέφτεσαι σαν καπιταλιστής.
Ο όρος, επαναλαμβάνουμε, αφορά μόνο όσους αρθρώνουν επίσημα πολιτικό λόγο, είναι μέλη και στελέχη κομμάτων που διαμορφώνουν πολιτικές θέσεις.
Δεν αφορά απλούς εργαζόμενους, απλούς ανθρώπους του λαού που ούτε πείρα έχουν, ούτε γνώσεις (δεν είναι υποχρεωμένοι να έχουν), ούτε είναι ασκημένοι σε πολιτικές διαδικασίες κλπ.
Είναι υποχρεωμένοι όμως να κάνουν δυο πράγματα:
Πρώτον, να ακούν όλους και να κρίνουν ψύχραιμα τι είναι προς το συμφέρον τους σαν εργαζόμενοι και τι όχι. Το σωστό και λάθος εδώ κρίνεται με βάση το τι είναι το ταξικό τους συμφέρον.
Δεύτερον, να πάρουν θέση πολιτικά, τίμια, μια κι έξω.
Ο οπορτουνισμός είναι άλλο πράγμα κι ο ρεφορμισμός άλλο.
Ρεφορμιστής σημαίνει ο “μεταρρυθμιστής”.
Ρεφορμιστή, στην λενινιστική γλώσσα, λέμε κάποιον που αρνείται την ιστορική αναγκαιότητα της επανάστασης και πιστεύει ότι σοσιαλισμός θα γίνει μόνο με αλλαγή των συσχετισμών δύναμης.
Σαν να λέμε : να βγεί πρώτο κόμμα το ΚΚΕ και με νόμους να κάνει σοσιαλισμό.
Επειδή κάτι τέτοιο είναι ολοφάνερα αντιφατικό (όχι επειδή πρόκειται για το ΚΚΕ, αλλά επειδή σοσιαλισμός με νόμους δεν γίνεται), ο σύγχρονος ρεφορμιστής υποστηρίζει ευρείες μεταρρυθμίσεις στον ίδιο τον καπιταλισμό χωρίς να ζητά ν' αλλάξει, σε βαθμό να γίνεται ο ίδιος φιλοκαπιταλιστής. Κάτι στο οποίο έχει “καταντήσει” η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία που έχει αποβάλλει κάθετι μαρξιστικό.
Ο ρεφορμιστής, όταν είναι συνειδητός, συνεπής υποστηρικτής των απόψεών του, πιστεύει ειλικρινώς ότι μπορεί να υπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη χωρίς επαναστάσεις κλπ, δεν είναι οπορτουνιστής, άσχετα αν έχει λανθασμένες απόψεις.
Κι όχι, ο Κουβέλης δεν είναι απλά “ρεφορμιστής”, είναι ο ορισμός του οπορτουνιστή, ο οποίος παίζει το παιχνίδι της σοσιαλδημοκρατικής επιχειρηματολογίας της δεκαετίας του 70 και 80, παραπλανώντας ουσιαστικά τον κόσμο για το ποιόν του καπιταλισμού.
Ο οπορτουνισμός, όπως μας διδάσκει η πείρα του Λένιν, είναι το ένα ρεύμα μέσα στο εργατικό, επαναστατικό κίνημα, το άλλο είναι το συνεπές επαναστατικό.
Πάντα έτσι ήτανε, πάντα έτσι θα είναι όσο υπάρχει ταξική κοινωνία και τα συμφέρονται της κυρίαρχης ιδεολογίας, της αστικής στο σήμερα, θα αντανακλώνται στον ένα ή στον άλλο βαθμό και μέσα στο εργατικό κίνημα.
Δεν μπορεί να υπάρχει “ενωμένη” αριστερά μ' αυτή την έννοια, διότι από άποψη αρχών, δεν μπορούν να συνυπάρχουν αντικρουόμενες αντιλήψεις στο ίδιο φορέα, όσο κι αν “προστατεύεται” ο πλουραλισμός των απόψεων.
Στην πραγματικότητα, διασπαστική είναι η συνύπαρξη αντίθετων απόψεων μέσα σ' ένα ενιαίο φορέα, γεγονός που επιδρά διαλυτικά.
Καλύτερα να έχουμε χωρισμένα τα “τσανάκια” μας, για να ξέρουμε τι μας γίνεται.
Το σόφισμα περί “πολυδιάσπασης” της αριστεράς είναι ψευδές.
Δεν υπάρχει πολυδιάσπαση, υπάρχουν πάντα δύο γραμμές : η επαναστατική και η οπορτουνιστική.
Τα διάφορα κομματίδια και μικροοργανώσεις από άποψη επιρροής στον κόσμο είναι αμελητέες, και είτε με τη μία άποψη θα συντάσσονται στην πράξη είτε με την άλλη.